Μαντού Σανγιού

Μαντού Σανγιού
Γέννηση
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΤέκναLaoshang Chanyu
ΓονείςTouman
ΟικογένειαChanyu
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαChanyu (209 π.Χ.–174 π.Χ., Χιονγκ-νου)

Ο Mαντού Σανγιού (απλά κινέζικα: 冒顿单于; παραδοσιακά κινέζικα: 冒頓單于; πινγίν: Mòdú Chányú, μογγολικά: Модунь, Mοντούν; Баатар, Μπαατάρ, μερικές φορές ονομάζεται επίσης ως Μετέ και Μαοντούν), γεννήθηκε το 234 π.Χ. και πέθανε το 174 π.Χ, ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας των Ξιονγκνού. Έγινε ο κυβερνήτης των Ξιονγκνού αφού εκθρόνισε τον πατέρα του Τουμάν το 209 π.Χ.[1][2]

Ο Μαντού κυβέρνησε από το 209 π.Χ. μέχρι το 174 π.Χ.. Ήταν στρατιωτικός αρχηγός κάτω από τον πατέρα του Τουμάν και το κέντρο του βασιλείου του ήταν η Μογγολία.[3] Όταν ασφάλισε τον θρόνο του, ίδρυσε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία των Ξιονγκνού ενώνοντας της γύρω φυλές της Μογγολικής στέπας και το κράτος του έγινε απειλή για την δυναστεία Τσιν. Η αυτοκρατορία ήταν από τις μεγαλύτερες της εποχής του, όταν τα ανατολικά σύνορα έφταναν στον ποταμό Λιάο, ενώ τα δυτικά σύνορα έφταναν στην Οροσειρά Παμίρ και το βορειότερο σύνορο της χώρας του ήταν η Λίμνη Βαικάλη.[4]

Τον διαδέχτηκε ο γιος του Λαοσάνγκ Σανγιού.

Η άνοδος των Ξιονγκ-νού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η επικράτεια και η επιρροή του Ξιονγκνού στην αρχή της βασιλείας του Μαντού Σανγιού.

Πρώτα κατέκτησε τους Ντονγκχού, του ανατολικούς γείτονες τον Ξιονγκ-νού και τους κατέκτησε το 208 π.Χ. Μετά την κατάκτηση των Ντονγκχού, οι οποίοι διαχωρίστηκαν στις φυλές των Ξιανμπέι και των Γουχουάν, κατέκτησε τους Ντινγκλίνγκ και άλλες φυλές που ζούσαν στην βόρεια Μογγολία, και το 203 π.Χ. κατέκτησε και τους Γιουε-τσέ. Μετά από αυτές τις κατακτήσεις, όλοι οι λόρδοι του Ξιονγκ-νού μπήκαν στις υπηρεσίες του.[1]

  1. 1,0 1,1 Di Cosmo, Nicola (2002). Ancient China and its Enemies: The Rise of Nomadic Power in East Asian History. Cambridge University Press. ISBN 0-521-77064-5. 
  2. Barfield, Thomas (1989). The Perilous Frontier. Cambridge, MA: Basil Blackwell. ISBN 1-55786-043-2. 
  3. «Bambooweb Dictionary: Huns». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Σεπτεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2015. 
  4. Batur Tengriqut