Μαριάμ Αρτσρουνί | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 11ος αιώνας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | γεωργιανά Ελληνικά Aρμενικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Γεώργιος Α΄ της Γεωργίας[1] |
Τέκνα | Βαγράτιος Δ΄ της Γεωργίας Γκουραντούχτ Μπαγκρατιόν Κάτα Μάρθα |
Γονείς | Σενεκερίμ-Χοβχαννές του Βασπουρακάν[2] και Χουσούς Μπαγκρατουνί |
Οικογένεια | Αρτσρουνί |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Μαριάμ, (γεωργιανά: მარიამი) ήταν γεωργιανή βασίλισσα και αντιβασιλέας. Ήταν η κόρη του Ιωάννη-Σενεκερίμ Αρτσούνι, ενός Αρμένη βασιλιά του Βασπουρακάν και η πρώτη σύζυγος του βασιλιά Γεωργίου Α' της Γεωργίας. Ως χήρα βασίλισσα της Γεωργίας, κυβέρνησε ως αντιβασιλέας για τον ανήλικο γιο της, Βαγράτ Δ', από το 1027 έως το 1037 και ασχολήθηκε με τη διπλωματία με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Η Μαριάμ παντρεύτηκε τον Γεώργιο Α' (1014-1027) ως η πρώτη του γυναίκα, αλλά φαίνεται ότι είχε χωρίσει με τον βασιλιά για να παντρευτεί εκείνος την Άλντα, κόρη του βασιλιά της Αλανίας. Η Μαριάμ επέστρεψε στην επιφάνια μετά το θάνατο του Γεώργιου και την άνοδο του γιου τους, Βαγράτ Δ΄, στο θρόνο της Γεωργίας το 1027. Όσο καιρό ο Βαγράτ ήταν ανήλικος, η Μαριάμ μοιράστηκε την αντιβασιλεία με τους Γκραντίς, ιδιαίτερα με τους Δούκες Λιπαρίτ και Ιβάνε. Το 1031/2, η Μαριάμ επισκέφθηκε την αυλή του Ρωμανού Γ΄ Αργυρού στην Κωνσταντινούπολη εκ μέρους του Βαγράτ και επέστρεψε με μία συνθήκη ειρήνης, τη διάκριση του κουροπαλάτη και τη βυζαντινή νύφη Ελένη (κόρη του αδελφού του Ρωμανού Γ', Βασιλείου) για τον γιο της.
Η Μαριάμ συνέχισε να διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο στην πολιτική της Γεωργίας ακόμα και μετά την ανάληψη των εξουσιών από τον Βαγράτ. Τα γεωργιανά χρονικά αναφέρουν ότι οι Αρμένιοι είναι υπήκοοι της λόγω της καταγωγής της, μια πιθανή αναφορά σε έναν γεωργιανό έλεγχο της Ανί για τρεις μήνες πριν από την προσάρτηση της πόλης τελικά από τους Βυζαντινούς το 1045 και αναφέρουν διαφωνία μεταξύ Βαγράτ και Μαριάμ σχετικά με το μέλλον του ετεροθαλή αδελφού του Βαγράτ, Δημήτριου, ο οποίος κατέφυγε στους Βυζαντινούς το 1033 παραδίδοντας το φρούριο της Ανακοπία. Η Μαριάμ υποστήριξε τη συμφιλίωση μεταξύ των αδελφών και έκανε μία μάταιη προσπάθεια να επαναφέρει τον επαναστάτη Δημήτριο στην νομιμοφροσύνη. Κατά τη διάρκεια της αναγκαστικής εξορίας του Βαγράτ στη βυζαντινή αυλή το 1050, η Μαριάμ συνόδευσε τον γιο της και πέρασε τρία χρόνια μαζί του στην κατοικώντας στην Κωνσταντινούπολη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου Θ' του Μονομάχου. [3]
Η Μαριάμ διακρίθηκε για τις συνεισφορές της στη χριστιανική εκκλησία και τα μοναστικά θεμέλια. Μιλούσε άπταιστα πολλές γλώσσες, όπως Γεωργιανά, Ελληνικά και Αρμενικά. [4] Η Μαριάμ εορτάζεται για δωρεές στο Μονή Ιβήρων (στο Άγιο Όρος) στο Συνοδικό του. Ήταν γνωστή για τη σχέση της με τον επιφανή Γεωργιανό μοναχό και μελετητή Γεώργιο τον Αγιορείτη, υπό την προστασία του οποίου η Μαριάμ τελικά θα γινόταν μοναχή. Σύμφωνα με τον Βίο του Γεωργίου του Αγιορείτη, μετά το γάμο τής εγγονής της Μάρθας (Μαρίας) με τον Μιχαήλ Ζ' Δούκα (1065), η Μαριάμ ταξίδεψε στην Αντιόχεια με σκοπό να κάνει άλλο ένα προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ, μεταφέροντας μαζί της μία αυτοκρατορική εντολή για τον κυβερνήτη και πατριάρχη της Αντιόχειας. Αυτοί, ωστόσο, έπεισαν τη βασίλισσα να μην επισκεφθεί την Ιερουσαλήμ, που τότε ήταν κτήση των Σαρακηνών. Ο ίδιος ο Γεώργιος ο Αγιορείτης πήρε τα χρήματά της και τα μοίρασε μεταξύ των φτωχών και των μοναστηριών εκεί. [5]
Ο θάνατος της Μαρίας δεν αναφέρεται στα χρονικά. Ήταν παρούσα στην επιθανάτιο κλίνη του Βαγράτ Δ' το 1072 [6] και ήταν σίγουρα νεκρή έως το 1103, όταν τιμάται στο αρχείο του γεωργιανού εκκλησιαστικού συμβουλίου στο Ρουίσι– Ουρμπνίσι.
Mariam was a formidable counsellor and diplomat: she held her own with nobles like Liparit iv Baghvash of Trialeti, who was co-regent. Thanks to a period as an abbess, she spoke Greek as fluently as Georgian and Armenian.