Με την εθνική Αυστρίας | |||
Προσωπικές πληροφορίες | |||
---|---|---|---|
Ημερ. γέννησης | 10 Φεβρουαρίου 1903 | ||
Τόπος γέννησης | Κοζλόφ, Αυστροουγγαρία | ||
Ημερ. θανάτου | 23 Ιανουαρίου 1939 (35 ετών) | ||
Τόπος θανάτου | Βιέννη, Ναζιστική Γερμανία | ||
Ύψος | 1,75 μ. | ||
Θέση | Επιθετικός | ||
Ομάδες νέων | |||
1918–1922 | Χέρτα Βιέννης | ||
Επαγγελματική καριέρα* | |||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† |
1921–1924 | Χέρτα Βιέννης | 24 | (3) |
1924–1939 | Αούστρια Βιέννης | 312 | (240) |
Σύνολο | 336 | (243) | |
Εθνική ομάδα | |||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† |
1926–1937 | Αυστρία | 43 | (26) |
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα. † Συμμετοχές (Γκολ). |
Ο Ματίας Ζίντελαρ (γερμανικά: Matthias Sindelar, 10 Φεβρουαρίου 1903 – 23 Ιανουαρίου 1939), ήταν Αυστριακός ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε με την ομάδα της Αούστρια Βιέννης και την Εθνική Αυστρίας. Θεωρείται ως ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στην ιστορία της χώρας του,[1] και ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών.[2][3] Στις εκλογές για την ανάδειξη των καλύτερων του αιώνα από τη Διεθνή Υπηρεσία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου (IFFHS), κατέλαβε την 22η θέση.[4] Έχει επίσης ψηφισθεί ως η μεγαλύτερη αθλητική προσωπικότητα της Αυστρίας όλων των εποχών.[5]
Ο Ματίας Ζίντελαρ γεννήθηκε ως Matěj Šindelář (τσεχικά: ˈmacɛj ˈʃɪndɛlaːr̝̊) στο χωριό Κοζλόφ της Αυστροουγγαρίας, περιοχή στην κατανομή της Τσεχίας. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια, ενώ είχε άλλα τρία αδέλφια. Όταν ήταν τριών ετών η οικογένειά του μετακόμισε στη Βιέννη. Το 1917 ο πατέρας του σκοτώθηκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και ο Ματίας ανέλαβε την τύχη της οικογένειάς του, ενώ παράλληλα έπαιζε ποδόσφαιρο σε μία τοπική ομάδα νέων, στην περιοχή Φαβορίτερ της Βιέννης, όπου και κατοικούσε. Έναν χρόνο αργότερα τον πρόσεξε ο κυνηγός ταλέντων Καρλ Βάιμαν, ο οποίος τον οδήγησε στην ομάδα των νέων της Χέρτα Βιέννης, το γήπεδο της οποίας ήταν κοντά στο σπίτι του.[6][7][8]
Στη Χέρτα ο Ζίντελαρ ξεχώριζε με την τεχνική του, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο κινούνταν στο γήπεδο. Ήταν λεπτός (το βάρος του ήταν 63 κιλά) και προσπαθούσε να αποφεύγει τους αντιπάλους του, ώστε να μην δέχεται σκληρά μαρκαρίσματα. Οι κινήσεις του ήταν τόσο αρμονικές και ο δαντελένιος τρόπος παιχνιδιού του, ο τρόπος που έβλεπε γήπεδο και διάβαζε το παιχνίδι, τον έκαναν αγαπητό στους φιλάθλους. Η σωματοδομή και ο τρόπος αυτός του απέφερε το προσωνύμιο Der Papierene («ο Χάρτινος»).[9][10][11] Όσοι τον είδαν να παίζει λένε ότι ήταν ο καλύτερος Ευρωπαίος σέντερ φορ όλων των εποχών. Τα γκολ του ήταν αληθινά έργα τέχνης και άφησαν τα περισσότερα όμορφες αναμνήσεις.[12] Σε ηλικία 18 ετών έκανε ντεμπούτο στο πρωτάθλημα, ενώ την επόμενη χρονιά προήχθη στην πρώτη ομάδα. [13]
Στην αρχή της καριέρας του αντιμετώπισε έναν τραυματισμό στο μηνίσκο, όταν το 1923 είχε πτώση σε μία πισίνα. Η εγχείριση, που εκείνη την εποχή ήταν μια δύσκολη επέμβαση με αμφίβολη αποκατάσταση, ήταν πετυχημένη, αλλά αναγκάστηκε από τότε να παίζει με ένα προστατευτικό στο γόνατο, κάτι που έγινε και το σήμα κατατεθέν του.[14] Ο τραυματισμός αυτός έκανε τον Ζίντελαρ να εξελίξει ακόμα περισσότερο τον εκλεπτυσμένο τρόπο παιχνιδιού του και την τεχνική του, με την οποία ελισσόμενος απέφευγε τις επαφές, υπό το φόβο ενός νέου τραυματισμού.
Το 1924 η Χέρτα τερμάτισε στη 10η θέση του αυστριακού πρωταθλήματος και υποβιβάστηκε. Μπροστά στα οικονομικά προβλήματα της ομάδας αρκετοί παίκτες πουλήθηκαν, ανάμεσά τους και ο Ζίντελαρ. Ο παίκτης αποφάσισε να παραμείνει στη Βιέννη και υπέγραψε στην Αούστρια Βιέννης, η οποία εκείνη την εποχή ονομαζόταν ακόμα SV Βίνερ Ερασιτεχνική. Την ημέρα που υιοθέτησε αυτό το όνομα, η Αούστρια Βιέννης κέρδισε την Φλόιντσερφερ με 6–1 εκτός έδρας, με χατ τρικ από τον Ζίντελαρ, του οποίου η απόδοση εξισώθηκε από την Sport-Tagblatt με αυτή του «πραγματικού μαέστρου ως διευθυντή ορχήστρας» και «η ουσία όλες οι ενέργειές του πραγματοποιήθηκαν με υπέροχο ύφος». Ξεχώρισε στη νέα ομάδα του, και παρά κάποια προβλήματα προσαρμογής στην αρχή, κατάφερε να γίνει ένας από τους αγαπημένους παίκτες της εξέδρας. Το 1925 έφτασε στην κατάκτηση του πρώτου του κυπέλλου, ενώ η ομάδα έκανε το νταμπλ (πρωτάθλημα και κύπελλο Αυστρίας) τo 1926.[1][15]
Ο Ζίντελαρ ξεκίνησε να προσφέρει σημαντικές βοήθειες στην ομάδα της Αούστρια, από την επόμενη αγωνιστική περίοδο. Παρά το γεγονός όμως πως ήταν ο καλύτερος επιθετικός της ομάδας του με μεγάλη συγκομιδή τερμάτων, η ομάδα του δεν κατάφερε να πάρει κάποιο άλλο πρωτάθλημα, με τα οικονομικά προβλήματα της περιόδου να οδηγούν σε πώληση άλλων βασικών παικτών. Το 1927 η Αούστρια τερμάτισε έβδομη, αν και ο Ζίντελαρ είχε σημειώσει 18 τέρματα, ενώ τις δύο επόμενες χρονιές όγδοη. Από το 1933 και μετά, η πορεία της ομάδας υπήρξε καλύτερη. Αν και πάλι δεν κέρδισε κάποιο πρωτάθλημα, κατάφερε να κερδίσει τρεις φορές το κύπελλο Αυστρίας, το 1933, το 1935 και το 1936, αλλά και δύο φορές το Μιτρόπα Καπ, το 1933 με αντίπαλο την Αμπροζιάνα Μιλάνου (τη μετέπειτα Ίντερ) και το 1936, κόντρα στην τσεχοσλοβακική Σλάβια Πράγας.[16] Συνολικά με την Αούστρια σημείωσε 240 γκολ σε 312 επίσημα παιχνίδια και περισσότερα από 600 σε 703 συνολικά επίσημους και φιλικούς αγώνες.[17][18]
Αν και η πορεία της ομάδας δεν ήταν επιτυχημένη, ο Ζίντελαρ εξακολουθούσε να απολαμβάνει την αγάπη της εξέδρας. Το 1926 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην εθνική ομάδα της Αυστρίας, στον αγώνα με την Τσεχοσλοβακία, πετυχαίνοντας το νικητήριο γκολ στο τελικό 2–1.[7] Έπαιξε ξανά στο νικηφόρο αγώνα της Αυστρίας με 7–1 απέναντι στην Ελβετία, όπου πέτυχε δύο τέρματα, ενώ γκολ σημείωσε και εναντίον της Σουηδίας. Η κλήση του πάντως στην εθνική προκάλεσε δυσαρέσκεια στους κόλπους της αριστοκρατικής τάξης της Αυστρίας, καθώς η Αούστρια είχε στενές σχέσεις με την εβραϊκή κοινότητα. Οι εμφανίσεις του στο διάστημα αυτό τράβηξαν την προσοχή διάφορων ομάδων όπως της Σλάβια Πράγας και της Άρσεναλ.[13]
Η «Βούντερτιμ» («η ομάδα-Θαύμα»), όπως ήταν τότε γνωστή η ομάδα της εθνικής Αυστρίας, υπό την καθοδήγηση του Ούγκο Μάισλ, κατάφερε να εντυπωσιάσει τη δεκαετία του 1930 χάρις κυρίως την επιθετική της γραμμή.[19][20] Ο τρόπος παιχνιδιού του Ζίντελαρ δεν ήταν της απόλυτης ευαρέσκειας του Μάισλ που προτιμούσε ένα πιο μεγαλόσωμο κεντρικό επιθετικό,[21] όμως οι ικανότητες του παίκτη τον οδήγησαν στην αρχηγία της εθνικής ομάδας της Αυστρίας, η οποία παίζοντας με ρευστότητα και δημιουργικότητα, κέρδισε την προσωνυμία «η βιεννέζικη δίνη». Ο Ζίντελαρ, που στο μεταξύ είχε αποκτήσει νέο προσωνύμιο, αυτό του «Μότσαρτ των γηπέδων»,[22] μέσα από την εθνική Αυστρίας κατάφερε να απογειώσει τη φήμη του, όντας ο κορυφαίος της ομάδας. Έλαμψε πραγματικά, με τη δεξιοτεχνία και το ταλέντο του να εμπνέει την ομάδα στην επιτυχία. Το στυλ παιχνιδιού του συχνά συγκρίνεται με αυτό ενός grandmaster που παίζει σκάκι, με τα πόδια του να έχουν «εγκεφάλους» που υπολογίζουν τις κινήσεις και τις αντίθετες κινήσεις εκ των προτέρων. Τα σουτ του χτυπούσε στο πίσω μέρος των διχτυών σαν το τέλειο πλάι, η κορωνίδα μιας τέλειας σύνθεσης. Η ικανότητά του στη δημιουργία παιχνιδιού ήταν απαράμιλλη και ήταν η ψυχή της ομάδας στο γήπεδο.[23] Μαζί με τον κεντρικό επιθετικό της Ραπίντ Βιέννης, Γιόζεφ Ουρίντιλ, που ήταν ο παρτενέρ του στην επίθεση της εθνικής, έπαιζαν σε διάφορες διαφημίσεις για να αυξήσουν τα έσοδά τους, ενώ πήρε μέρος και σε μία ταινία με τίτλο «Η Ρόξι και η ομάδα των θαυμάτων της».[24]
Το 1931 η Αυστρία νίκησε τη Σκωτία που τότε θεωρούνταν ισχυρή ομάδα με 5–0, δίνοντας μια πρόγευση του τι θα ακολουθούσε. Ήταν η πρώτη ήττα της Σκωτίας σε διεθνή αγώνα στην ηπειρωτική Ευρώπη.[8] Την ίδια χρονιά, η Αυστρία διέλυσε την Γερμανία σε δύο συναντήσεις (με 6–0 στο Βερολίνο και 5–0 στη Βιέννη) με το Ζιντελαρ να σημειώνει χατ τρικ στη δεύτερη συνάντηση. Ήταν δύο από τους 20 αήττητους αγώνες της σειράς για την Αυστρία.[22][25] Το 1932 σε αγώνα με την Αγγλία στο Λονδίνο, όπου η Αυστρία έχασε με 4–3, ο Ζίντελαρ κατάφερε να αποθεωθεί από τον τύπο, ενώ οι αγγλικές εφημερίδες την επόμενη μέρα αποθέωναν την Αυστρία για το ποδόσφαιρο καλλιτεχνίας, με τους Τάιμς να την αποκαλούν ηθική νικήτρια, θεωρώντας τη αγγλική νίκη ως τυχερή. Ανάμεσα στις ομάδες που ενδιαφέρθηκαν, μετά από την εμφάνισή του αυτή, ήταν και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, αλλά αυτός δεν ενδιαφερόταν να αφήσει την πατρίδα του, γνωρίζοντας ίσως τον σκληρό τρόπο παιχνιδιού των αμυντικών στη Βρετανία και ότι οι τεχνίτες επιθετικοί όπως αυτός δύσκολα έπιαναν στο αγγλικό πρωτάθλημα, που απαιτούσε περισσότερη σωματική δύναμη. Την ίδια χρονιά, η Αυστρία κατέκτησε το Διεθνές Κύπελλο Κεντρικής Ευρώπης (πρόδρομος του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος με συμμετοχή ομάδων της κεντρικής ηπείρου) με το Ζιντελαρ να σημειώνει τέσσερα γκολ στο διοργάνωση.[22][26][27] Στις 24 Απριλίου 1932 έκανε ίσως την καλύτερη διεθνή του εμφάνιση στη νίκη επί της Ουγγαρίας με 8–2 στη Βιέννη σημειώνοντας χατ τρικ, ενώ παρείχε ασίστ και για τα άλλα πέντε.[28][29]
Μέχρι το 1934, η Αυστρία είχε εντυπωσιακή πορεία με τρεις μόνο ήττες σε 31 αγώνες και θεωρούνταν από τα φαβορί για τον τίτλο στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας. Η οικονομική κατάσταση της χώρας δεν επέτρεπε στην ομάδα να υπάρχουν όλες οι απαραίτητες προπονητικές ανέσεις. Έτσι, την ομάδα δεν είχε ακολουθήσει ο γυμναστής της ούτε φυσικοθεραπευτές. Ο Ζιντελαρ δεν ταίριαζε αγωνιστικά στον τρόπο που προτιμούσε ο Μάισλ για τη θέση του κεντρικού επιθετικού, όμως παρέμενε ο καλύτερός του παίκτης. Στον προημιτελικό αντιμετώπισε την Ουγγαρία και νίκησε με 2–1, σε ένα όμως ιδιαίτερα σκληρό παιχνίδι αλλά έχασε τον κεντρικό της μέσο Γιόχαν Χόρβατ που τραυματίστηκε.[23] Στα ημιτελικά αντιμετώπισε τη διοργανώτρια Ιταλία του Βιττόριο Πότσο. Η Ιταλία τελικά νίκησε με 1–0, σε ένα παιχνίδι όπου και η Αυστρία εμφανίστηκε φλύαρη, αλαζονική και εύθραυστη αλλά και η διοργανώτρια χώρα ευνοήθηκε, καθώς έπαιζε μπροστά στον Μουσολίνι, με τον Λουίς Μόντι να παίζει ιδιαίτερα σκληρά τον Ζίντελαρ τραυματίζοντάς τον, έχοντας όμως την ανοχή του διαιτητή. Έτσι καταγράφηκε και το πρώτο «μαν του μαν» στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Το γήπεδο ήταν βρεγμένο ώστε να βαρύνει και να μην μπορούν οι φιλοξενούμενοι να παίξουν το διάσημο τότε παιχνίδι τους με τις πολλές πάσες. Τελικά, η Ιταλία κατέκτησε τον τίτλο, ενώ η Αυστρία τερμάτισε τέταρτη, χάνοντας στον αδιάφορο μικρό τελικό από τη Γερμανία με 3–2.[30][31][32]
Ο Ιταλός εθνικός προπονητής Βιττόριο Πότσο περιέγραψε την ικανότητα ελιγμών του ως εξής: «Η φήμη του δεν ήταν ακατάστατη ή θεατρική. Ήταν ένας υπαινιγμός, μια απόχρωση, το άγγιγμα ενός καλλιτέχνη. Προσποιήθηκε ότι πήγαινε δεξιά και μετά συνέκλινε αριστερά με την ευκολία, την ελαφρότητα και την κομψότητα ενός χορευτικού βήματος του Στράους, ενώ ο εξαπατημένος αντίπαλος, χωρίς καν να μπορέσει να τον αγγίξει, κατέληξε στο έδαφος στη μάταιη προσπάθειά του να τον αντιμετωπίσει».[33] Ο Ζίντελαρ αγωνίστηκε με την ομάδα της Αυστρίας συνολικά σε 43 αγώνες σημειώνοντας 26 τέρματα.[22][25]
Το 1938 η Γερμανία καταλαμβάνει την Αυστρία, ολοκληρώνοντας έτσι την «Anschluss» («την Ένωση»). Η εθνική ομάδα της Αυστρίας, η οποία είχε καταφέρει να περάσει στο επόμενο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στη Γαλλία, διαλύθηκε.[10] Στις 3 Απριλίου του ίδιου έτους αποφασίστηκε να διεξαχθεί ένας αγώνας, προς τιμή της «ένωσης» αυτής, μεταξύ της «Ostmark» (Αυστρίας) και της «Altreich» (Γερμανίας). Ο αγώνας θα γινόταν στο στάδιο Πράτερ στη Βιέννη και προσκεκλημένοι ήταν αξιωματούχοι του Γ΄ Ράιχ. Οι Γερμανοί δια στόματος του εθνικού τεχνικού Σεπ Χέρμπεργκερ ενδιαφέρονταν να εντάξουν τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή στη νέα εθνική ομάδα που θα προέκυπτε αλλά οι κρούσεις που είχαν κάνει δεν βρήκαν ανταπόκριση.[27][34]
Ο Ζίντελαρ, που ήταν αρχηγός της ομάδας, αποφάσισε να συμμετέχουν όχι με τις παραδοσιακές ασπρόμαυρες στολές της χώρας, αλλά με νέες σε χρώματα κόκκινο - άσπρο - κόκκινο. Το παιχνίδι είχε συμφωνηθεί να λήξει ισόπαλο. Οι εφημερίδες της εποχής αναφέρουν πως ο Ζίντελαρ έχασε αρκετές ευκαιρίες βγάζοντας την μπάλα άουτ, αλλά και τον τρόπο που πανηγύρισε το πρώτο γκολ του αγώνα, 20 λεπτά πριν το τέλος, το οποίο και πέτυχε μπροστά στην εξέδρα των επισήμων η οποία ήταν γεμάτη από εθνικοσοσιαλιστές αξιωματούχους. Ο αγώνας τελείωσε τελικά 2–0 υπέρ των Αυστριακών, με το δεύτερο γκολ να το πετυχαίνει ο φίλος του Καρλ Σέστα με μακρινό φάουλ.[2][16][35] Στον επαναληπτικό αγώνα η Γερμανία νίκησε 9–1 μια Αυστρία που είχε παρατήσει από αντίδραση το παιχνίδι.
Ανάμεσα στα άλλα μέτρα που λήφθηκαν, η Αούστρια Βιέννης - που άλλαξε το όνομά της σε SC Ostmark Wien -, αλλά και άλλες ομάδες που θεωρούνταν εβραϊκές, απέκτησε νέο πρόεδρο, τον Χέρμαν Χάλντενβαγκ, που επέβαλε τη διακοπή των συμβολαίων των Εβραίων παικτών της ομάδας, καθώς το πρωτάθλημα είχε λήξει. Σε συνάντηση του Ζίντελαρ με τον πρώην πρόεδρο της ομάδας, (ο Ζίντελαρ) του είπε ότι ο νέος πρόεδρος απαγορεύει να μιλάνε στους παλιούς τους συμπαίκτες και γνωστούς, αλλά ότι αυτός θα συνέχιζε να του μιλά.[36] Οι καλύτεροι παίκτες της Αυστρίας αποφασίστηκε να συμμετέχουν στην ομάδα της Γερμανίας, όμως ο Ζίντελαρ αρνήθηκε να συμμετέχει σε αυτή, επικαλούμενος τραυματισμούς και την ηλικία του (στην πραγματικότητα από αντιπάθεια για το ναζιστικό καθεστώς).[37][38] Αποφάσισε να ανοίξει μια καφετέρια καθώς η ομάδα του δεν έδινε αγώνες. Εκεί τον προσέγγισαν μέλη του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος, αλλά αρνήθηκε να συμμετέχει σε οτιδήποτε ποδοσφαιρικό.[39] Τελικά συμμετείχε σε έναν τελευταίο αγώνα στις 16 Δεκεμβρίου 1938 με αντίπαλο τη Χέρτα Βερολίνου, όπου έληξε 2–2, πετυχαίνοντας ένα γκολ.[13]
Στις 29 Ιανουαρίου 1939, ο Ματίας Ζίντελαρ και η φίλη του Καμίλα Καστανιόλα βρέθηκαν νεκροί στο σπίτι τους. Δεν υπήρχαν ενδείξεις δολοφονίας και η επίσημη εκδοχή ήταν ότι οι θάνατοι οφείλονταν σε δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα.[40] Ο Αυστριακός συγγραφέας Φρίντριχ Τόρμπεργκ εμπνεύστηκε ένα ποίημα από τον θάνατό του, (Auf den Tod eines Fußballers- Για τον θάνατο ενός ποδοσφαιριστή) στο οποίο εμφανίζει τον Ζίντελαρ να αυτοκτονεί επηρεασμένος από την κατοχή της Αυστρίας.[1] Αρκετοί ισχυρίστηκαν πως ο θάνατος προήλθε από ατύχημα,[34] ενώ το 2000, σε ένα ντοκιμαντέρ του BBC,[30] ο φίλος του Ζίντελαρ, Έγκον Ούλμπριχ υποστήριξε πως οι τοπικές ναζιστικές αρχές εκείνης της εποχής σκηνοθέτησαν το θάνατό του ώστε να φανεί σαν ατύχημα, καθώς σύμφωνα με τους νόμους των Ναζί, εάν κάποιος αυτοκτονούσε ή δολοφονούνταν δεν μπορούσε να ταφεί με τιμές. Έτσι έπρεπε κάτι να κάνουν ώστε να μην αποκαλυφθούν τα στοιχεία που έδειχναν πως πρόκειται για έγκλημα.[10][41] 20.000 άτομα τον τίμησαν στην κηδεία.[40]
Μαζί του δεν ασχολήθηκαν μόνο οι ποδοσφαιρόφιλοι, αλλά συγγραφείς, κριτικοί θεάτρου και βιολόγοι. Ο Άλφρεντ Πόλγκαρ, που αρθρογραφούσε για παραστάσεις, έγραψε «με κάποιον τρόπο ήταν σαν να έχουν μυαλό τα πόδια του κι έκανε με αυτά πάρα πολλά απίστευτα και απρόβλεπτα πράγματα, την ώρα που έτρεχε. Το σουτ του Ζίντελαρ, που κατέληγε στο πίσω μέρος των διχτυών, ήταν η κορύφωση που μας έδινε τη δυνατότητα να αντιληφθούμε όλον το σχεδιασμό που είχε κάνει, ήταν το επιστέγασμα όλης του της προσπάθειας, η προσπάθεια που λύνει το γρίφο» στην εφημερίδα Pariser Tageszeitung, μετά το θάνατό του.[7][42]
Εθνική ομάδα | Έτος | Συμμ. | Γκολ |
---|---|---|---|
Αυστρία | 1926 | 3 | 4 |
1927 | 2 | 0 | |
1928 | 2 | 0 | |
1929 | 0 | 0 | |
1930 | 1 | 0 | |
1931 | 5 | 5 | |
1932 | 7 | 8 | |
1933 | 8 | 4 | |
1934 | 7 | 2 | |
1935 | 1 | 0 | |
1936 | 3 | 2 | |
1937 | 4 | 1 | |
Σύνολα | 43 | 26 |
Αούστρια
Ατομικές διακρίσεις