Οι Μαύρες Εκατονταρχίες (μερικές φορές η Μαύρη Εκατονταρχία), γνωστοί επίσης ως μαυρο-εκατονταρχίτες (Ρωσικά: Чёрная сотня, черносотенцы - Τσορνάγια σότνια, τσερνοσοτένσι) ήταν ένα υπερ-εθνικιστικό κίνημα στη Ρωσία στις αρχές του 20ου αιώνα. Ήταν αφοσιωμένοι υποστηρικτές του Οίκου των Ρομανόφ και αντιμάχονταν οποιαδήποτε υποχώρηση από την απολυταρχία του βασιλεύοντος μονάρχη.[1] Οι Μαύρες Εκατονταρχίες ήταν επίσης διάσημοι για τα ακραία Ρωσοκεντρικά δόγματα, την ξενοφοβία, τον αντι-σημιτισμό και την παρακίνηση σε πογκρόμ.[2]
Η "Σβασέναγια ντρουζίνα" (Священнaя дружинa ή Ιερή Ταξιαρχία) και η "Ρουσκόγια σομπράνιε" (Русское собрание ή Ρωσική Συνέλευση) στην Αγία Πετρούπολη θεωρούνται ότι είναι οι πρόγονοι των Μαύρων Εκατονταρχιών. Αρχίζοντας το 1900, οι δύο οργανώσεις ενσωμάτωσαν εκπροσώπους των συντηρητικών διανοουμένων, των κυβερνητικών αξιωματούχων, του κλήρου και των γαιοκτημόνων. Ένας αριθμός Μαυρο-εκατονταρχίτικων οργανώσεων δημιουργήθηκε στη διάρκεια και μετά τη Ρωσική Επανάσταση του 1905, όπως:
Τα μέλη των οργανώσεων των Μαύρων Εκατονταρχιών προέρχονταν από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα - τέτοια όπως γαιοκτήμονες, κληρικοί, ανώτερη αστική τάξη και μικροαστοί, έμποροι, τεχνίτες, εργάτες και τα λεγόμενα "ξεπεσμένα στοιχεία". Το Σοβέτ ομπγιεντινιόνογκο ντβοριάνστβα (Ενωμένο Κεντρικό Συμβούλιο) καθοδηγούσε τις δραστηριότητες των μαυρο-εκατονταρχιτών, ενώ το τσαρικό καθεστώς παρείχε ηθική και οικονομική στήριξη στο κίνημα. Οι Μαύρες Εκατονταρχίες που ιδρύθηκαν με αφοσίωση στον Τσάρο, την εκκλησία και την πατρίδα, εκφράζονταν αρχικά από το σύνθημα του Τσάρου Νικολάου Α΄: Ορθοδοξία, Απόλυτη Μοναρχία και Εθνικό Φρόνημα (Πραβοσλάβιε, Σαμοντερζάβιε ι Ναρόντνοστ). Παρά τις κάποιες προγραμματικές διαφορές, όλες οι μαυρο-εκατονταρχίτικες οργανώσεις είχαν έναν κοινό στόχο, τον αγώνα τους δηλαδή κατά του επαναστατικού κινήματος. Οι μαυρο-εκατονταρχίτες έκαναν προφορική προπαγάνδα: στις εκκλησίες κάνοντας ειδικές λειτουργίες, και με συγκεντρώσεις, διαλέξεις και διαδηλώσεις. Αυτού του είδους η προπαγάνδα προκαλούσε αντισημιτικά συναισθήματα και μοναρχική "ανάταση" και προξενούσε πολυάριθμα πογκρόμ και τρομοκρατικές ενέργειες κατά επαναστατών και συγκεκριμένων δημοσίων προσώπων, που εκτελούνταν από τις παραστρατιωτικές ομάδες των Μαύρων Εκατονταρχιών, μερικές φορές γνωστών σαν "Κίτρινα Πουκάμισα".[3]
Το κίνημα Μαύρες Εκατονταρχίες εξέδιδε εφημερίδες, όπως τη Ζνάμια (Η Σημαία) ή τη Ρουσκόγιε ζνάμια (Ρωσική Σημαία), την Ποτσαγιέφσκι λίστοκ (Η Εφημερίδα του Ποτσάγιεφ), τη Ζεμτσίνα, την Κολοκόλ (Καμπάνα), την Γκρόζα(Καταιγίδα), τη Βέτσε και άλλες. Πολλές δεξιές εφημερίδες, όπως η Μοσκόβσκιγιε βεντομόστι (Νέα της Μόσχας), η Γκραζντανιν (Πολίτης) και η Κίεβλανιν (Κιεβική), δημοσίευαν επίσης τα υλικά τους. Ανάμεσα στους εξέχοντες ηγέτες του κινήματος των Μαύρων Εκατονταρχιών ήταν ο Αλεξάντερ Ντουμπρόβιν, ο Βλαντιμίρ Πουρίσκεβιτς, ο Νικολάι Μάρκοφ, ο Πάβελ Μπουλάτζελ, ο Ιβάν Βοστοργκόφ, ο Α.Ι. Τρισκάτι, ο Μ.Κ. Σακόφσκοϊ, ο Ιλιόδωρος, ο Ιωάννης της Κροστάνδης, ο Επίσκοπος Ερμογένης και άλλοι.
Όταν δύο εκπρόσωποι της Δούμας, ο Γκριγκόρι Μπορίσοβιτς Ιόλος (επαρχία Πολτάβα) και ο Μιχαήλ Χερζενστάιν (γεννηθείς το 1859, αποβιώσας το 1906 στο Τεριγιόκι), και οι δύο του Συνταγματικού Δημοκρατικού Κόμματος, δολοφονήθηκαν από μέλη των Μαύρων Εκατονταρχιών, το δημοσιογραφικό τους όργανο Ρουσκόγιε Ζνάμια δήλωσε ανοιχτά ότι Πραγματικοί Ρώσοι δολοφόνησαν τον Χερζεστάιν και τον Ιόλος εν γνώσει των στελεχών, και εκφράζει τη λύπη της που μόνο δύο Εβραίοι χάθηκαν στη σταυροφορία κατά των επαναστατών".[4]
Οι Μαύρες Εκατονταρχίες αρνούνταν την ύπαρξη του Ουκρανικού έθνους, δεν παραδέχονταν τους Ουκρανούς σαν Ρώσους,[5] και προσήλκυσαν τη στήριξη των εθνικά Ουκρανών Ρωσόφιλων που θεωρούσαν τους εαυτούς τους Ρώσους.[6] Το κίνημα των Μαύρων Εκατονταρχιών έκανε καμπάνια ενεργά κατά αυτού που θεωρούσε ότι είναι Ουκρανική αυτονόμιση, καθώς επίσης και κατά της Ουκρανικής κουλτούρας και γλώσσας γενικά, και κατά του έργου του Ουκρανού ποιητή Τάρας Σεβτσένκο ειδικά.[7] Στην Οδησσό, οι Μαύρες Εκατονταρχίες έκλεισαν το τοπικό παράρτημα του Ουκρανικού Συλλόγου Προσβίτα, μιας οργάνωσης που ήταν αφοσιωμένη στη διάδοση μόρφωσης στην Ουκρανική γλώσσα και την Ουκρανική πολιτιστική συνείδηση.[6]
Οι Μαυρο-εκατονταρχίτες οργάνωσαν τέσσερα πανρωσικά συνέδρια με σκοπό την ένωση των δυνάμεών τους. Τον Οκτώβριο του 1906, εξέλεξαν τη λεγόμενη γκλαβνάγια ουπράβα (ένα είδος διοικητικού συμβουλίου) της νέας Πανρωσικής μαυρο-εκατονταρχίτικης οργάνωσης "Ομπγιεντίνονι ρούσκι ναρόντ" (Объединённый русский народ, ή Ενωμένος Ρωσικός Λαός). Μετά το 1907, ωστόσο, αυτή η οργάνωση και ολόκληρο το κίνημα των Μαύρων Εκατονταρχιών έγινε ασθενέστερο με το ποσοστό εγγραφής μελών να μειώνεται. Κατά τη Φεβρουαριανή Επανάσταση του 1917, οι οργανώσεις των μαυρο-εκατονταρχιτών που απέμεναν ήταν επίσημα καταργημένες. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, πολλοί ηγέτες και απλά μέλη αυτών των οργανώσεων πολέμησαν κατά των Σοβιετικών αρχών, αν και συνολικά η συμμετοχή τους ήταν πολύ μικρότερη από αυτή των περισσότερο μετριοπαθών δυνάμεων του Λευκού κινήματος.
Αφού διέφυγαν στο εξωτερικό, οι μαυρο-εκατονταρχίτες έγιναν οι βασικοί δεξιοί επικριτές του Λευκού κινήματος. Κατηγορούσαν το κίνημα ότι δεν έδωσε έμφαση στον μοναρχισμό σαν το κύριο ιδεολογικό του θεμέλιο, και ότι κατευθυνόταν από την επίδραση των φιλελευθέρων και των Ελευθεροτεκτόνων. Ένα πρώην μέλος των Μαύρων Εκατονταρχιών, ο Μπορίς Μπράσολ (18851963), αργότερα μετανάστευσε στις ΗΠΑ και παραστάθηκε στον Χένρυ Φορντ, ο οποίος έδωσε στον Μπράσολ δουλειά στην εφημερίδα The Dearborn Independent. Ο Μπράσολ βοήθησε επίσης στην παραγωγή του The International Jew (Ο Διεθνής Εβραίος).[8]