Το μεσοθηλίωμα είναι ένας πολύ σπάνιος τύπος καρκίνου.[1] Εμφανίζεται στο λεπτό στρώμα ιστού που καλύπτει πολλά από τα εσωτερικά όργανα (γνωστό ως μεσοθήλιο).[2] Η πιο κοινή περιοχή που επηρεάζεται είναι η επένδυση των πνευμόνων και του θωρακικού τοιχώματος (υπεζωκότας).[3][4] Λιγότερο συχνά μπορεί να επηρεαστεί η επένδυση της κοιλιάς (περιτόναιο) και σπάνια ο σάκος που περιβάλλει την καρδιά (περικάρδιο)[5] ή ο σάκος που περιβάλλει τους όρχεις (κολπικός χιτώνας).[3][6]
Περισσότερες από το 80% των περιπτώσεων μεσοθηλιώματος προκαλούνται από την έκθεση στον αμίαντο. Όσο μεγαλύτερη είναι η έκθεση τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος.[4] Από το 2013, περίπου 125 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν εκτεθεί στον αμίαντο κατά την εργασία.[7] Υψηλά ποσοστά ασθενειών εμφανίζονται σε άτομα που εξορύσσουν αμίαντο, παράγουν προϊόντα από αμίαντο, εργάζονται με προϊόντα αμιάντου, ζουν με εργάτες αμιάντου ή εργάζονται σε κτίρια που περιέχουν αμίαντο.[4]
Τα συμπτώματα του μεσοθηλιώματος μπορεί να περιλαμβάνουν δύσπνοια λόγω υγρού γύρω από τον πνεύμονα (πλευριτική συλλογή), πρησμένη κοιλιά, πόνο στο θωρακικό τοίχωμα, βήχα, αίσθημα κόπωσης και απώλεια βάρους.[3] Τα συμπτώματα αυτά συνήθως καθυστερούν να εμφανιστούν λόγω της αργής ανάπτυξης του καρκίνου.[8]
Η διάγνωση μπορεί να πραγματοποιηθεί με βάση τα ευρήματα της ακτινογραφίας θώρακα και της αξονικής τομογραφίας και επιβεβαιώνεται είτε με την εξέταση υγρού που παράγεται από τον καρκίνο (κυτταρολογία) είτε με βιοψία ιστού του καρκίνου.[9]
Η πρόληψη εστιάζει στη μείωση της έκθεσης στον αμίαντο.[10] Η θεραπεία συχνά περιλαμβάνει τη χειρουργική επέμβαση, την ακτινοθεραπεία και τη χημειοθεραπεία. Μια άλλη διαδικασία που χρησιμοποιείται, γνωστή ως πλευρόδεση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποτρέψει τη συσσώρευση περισσότερου υγρού γύρω από τους πνεύμονες.[3] Η χημειοθεραπεία περιλαμβάνει συχνά τη χρήση φαρμάκων σισπλατίνη και πεμετρεξίδη.[8] Το ποσοστό των ανθρώπων που επιβιώνουν πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση είναι κατά μέσο όρο 8% στις Ηνωμένες Πολιτείες.[11]
Το 2015, περίπου 60.800 άτομα είχαν μεσοθηλίωμα και 32.000 πέθαναν από τη νόσο.[12][13] Τα ποσοστά εμφάνισης μεσοθηλιώματος ποικίλλουν σε διάφορες περιοχές του κόσμου, ανάλογα με τη χρήση του αμιάντου. Τα ποσοστά είναι υψηλότερα στην Αυστραλία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και χαμηλότερα στην Ιαπωνία. Η ασθένεια εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες παρά στις γυναίκες. Τα ποσοστά της νόσου έχουν αυξηθεί από τη δεκαετία του 1950, λόγω της αυξημένης χρήσης του αμιάντου. Η διάγνωση γίνεται συνήθως μετά την ηλικία των 65 ετών και οι περισσότεροι θάνατοι συμβαίνουν περίπου στην ηλικία των 70 ετών.[4]
↑«SEER Cancer Statistics Review 1975-2011»(PDF). seer.cancer.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2022.CS1 maint: Unfit url (link)