Η μηδενική χρέωση είναι η πρακτική της παροχής πρόσβασης στο Διαδίκτυο χωρίς οικονομικό κόστος υπό ορισμένες προϋποθέσεις, όπως επιτρέποντας πρόσβαση μόνο σε συγκεκριμένους ιστότοπους ή επιδοτώντας την υπηρεσία μέσω της διαφήμισης.[1] Οι σχολιαστές που συζητούν τη μηδενική χρέωση συχνά την παρουσιάζουν ως επιμέρους ζήτημα της δικτυακής ουδετερότητας. Ενώ οι περισσότερες πηγές αναφέρουν ότι η χρήση μηδενικής χρέωσης αντίκειται στην αρχή της ουδετερότητας του δικτύου, υπάρχουν μικτές απόψεις μεταξύ των υποστηρικτών της δικτυακής ουδετερότητας όσον αφορά το βαθμό στον οποίο οι άνθρωποι μπορούν να επωφεληθούν από τα προγράμματα μηδενικής χρέωσης, χωρίς να θυσιάζουν την προστασία που παρέχει η δικτυακή ουδετερότητα. Στους τυπικούς υποστηρικτές της μηδενικής χρέωσης περιλαμβάνονται εμπορικές εταιρείες που πωλούν υπηρεσίες δεδομένων ή διαφημίσεις. Αυτοί οι υποστηρικτές υποστηρίζουν ότι η μηδενική χρέωση επιτρέπει στους καταναλωτές να κάνουν επιλογές για πρόσβαση σε περισσότερα δεδομένα και οδηγεί περισσότερους ανθρώπους στο να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικές υπηρεσίες. Στους τυπικούς αντιφρονούντες της μηδενικής χρέωσης περιλαμβάνονται ομάδες προστασίας των καταναλωτών και υποστηρικτές της δικτυακής ουδετερότητας. Αυτός ο αντίλογος υποστηρίζει ότι η μηδενικής χρέωση εκμεταλλεύεται τους φτωχούς, δημιουργεί ευκαιρίες λογοκρισίας ή περιορισμούς στην ελεύθερη πρόσβαση σε πληροφορίες και διακόπτει την ελεύθερη αγορά την οποία η ουδετερότητα του δικτύου προστατεύει.
Οι υπηρεσίες διαδικτύου όπως το Facebook, η Βικιπαίδεια και η Google έχουν δημιουργήσει ειδικά προγράμματα για να χρησιμοποιήσουν τη μηδενική χρέωση ως μέσο για την ευρύτερη παροχή της υπηρεσίας τους στις αναπτυσσόμενες αγορές. Το όφελος για αυτούς τους νέους πελάτες, οι οποίοι θα πρέπει κατά κύριο λόγο να βασίζονται σε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας για σύνδεση στο Internet, θα είναι μια επιδοτούμενη πρόσβαση σε υπηρεσίες από αυτούς τους παρόχους υπηρεσιών. Τα αποτελέσματα αυτών των προσπαθειών ήταν μικτά, με την υιοθεσία τους σε ορισμένες αγορές, την υπερεκτίμηση των προσδοκιών και την εκλαμβανόμενη έλλειψη οφέλους για τους φορείς κινητών δικτύων.[2] Στη Χιλή, η εθνική ρυθμιστική αρχή τηλεπικοινωνιών έκρινε ότι η πρακτική αυτή παραβίαζε τους νόμους για τη δικτυακή ουδετερότητα και έπρεπε να τερματίσει μέχρι την 1η Ιουνίου του 2014.[3][4] Το FCC δεν απαγόρευσε τα προγράμματα μηδενικής χρέωσης, αλλά «αναγνώρισε ότι θα μπορούσαν να παραβιάσουν το πνεύμα της δικτυακής ουδετερότητας».[5]
Από τον Ιούνιο του 2014, ο πάροχος κινητής τηλεφωνίας της Η.Π.Α., T-Mobile US, προσέφερε στους πελάτες του κινητού διαδικτύου πρόσβαση σε υπηρεσίες streaming μουσικής με μηδενική χρέωση.[6] Το Νοέμβριο του 2015, επέκτειναν τη μηδενική χρέωση στις υπηρεσίες streaming βίντεο.[7] Τον Ιανουάριο του 2016, η Verizon ακολούθησε την AT&T δημιουργώντας το δικό της χορηγούμενο πρόγραμμα δεδομένων FreeBee Data, το οποίο «επιτρέπει στους παρόχους περιεχομένου να πληρώνουν έναν ασύρματο πάροχο για να επιτρέπουν στους συνδρομητές του να συμμετέχουν ή να καταναλώνουν ένα κομμάτι περιεχομένου χωρίς αυτό να υπολογίζεται έναντι των μηνιαίων μεριδίων των πελατών.»[8] Τα χορηγούμενα δεδομένα εκ μέρους των παρόχων περιεχομένου μέσω της AT&T ή της Verizon καλύπτουν το κόστος για τους θεατές και προσελκύουν περισσότερους καταναλωτές. Μερικοί άνθρωποι το χαρακτηρίζουν ως οι ISP (πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου) να έχουν δημιουργήσει μια δωρεάν υπηρεσία για τους χρήστες στο διαδίκτυο.
Οι υποστηρικτές της δικτυακής ουδετερότητας δηλώνουν ότι τα χορηγούμενα δεδομένα «επιτρέπουν στους παρόχους περιεχομένου καλής ποιότητας να πληρώνουν για τοποθέτηση σε βάρος μικρότερων εταιρειών που δεν μπορούν να αντέξουν την ίδια πολυτέλεια».[9] Το πρόγραμμα FreeBee Data της Verizon επιτρέπει στους δικούς του πελάτες να έχουν πρόσβαση σε συγκεκριμένο περιεχόμενο, όπως το ESPN και την υπηρεσία streaming βίντεο που διαθέτει, δωρεάν μαζί με οποιαδήποτε άλλη σχετική πρόσβαση στο app με τα δεδομένα να μην υπολογίζονται στα μηνιαία ανώτατα όρια. Με αυτόν τον τρόπο, οι μεγάλοι ISP (πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου) διακρίνουν τα δεδομένα και το περιεχόμενο από εκείνους που δεν πληρώνουν για να έχουν τα περιεχόμενά τους στο FreeBee ή σε άλλα προγράμματα που χρηματοδοτούνται.
Ομοίως, οι φορείς εκμετάλλευσης κινητής τηλεφωνίας μπορούν επίσης να χρησιμοποιήσουν την υποκείμενη τεχνολογία ταξινόμησης, όπως το deep packet inspection (σε βάθος επιθεώρηση πακέτων), για να ανακατευθύνουν τα τέλη δεδομένων, που σχετίζονται με τις επιχειρήσεις για τους εργαζόμενους που χρησιμοποιούν τα ιδιωτικά τους tablet ή smartphones, στον εργοδότη τους.[10] Αυτό έχει τα πλεονεκτήματα των εφαρμογών χωρίς χρέωση / μηδενικής χρέωσης επιτρέποντας στους υπαλλήλους να συμμετέχουν στο πρόγραμμα φέρτε τις δικές σας συσκευές (BYOD).
Η μηδενική χρέωση ορισμένων υπηρεσιών, οι ταχείες λωρίδες και τα χορηγούμενα δεδομένα έχουν επικριθεί ως αντιανταγωνιστικές και περιοριστικές πρακτικές για τις ανοιχτές αγορές.[11] Παρέχουν στους παρόχους διαδικτύου ένα σημαντικό πλεονέκτημα στην προώθηση των ενδοεπιχειρησιακών υπηρεσιών έναντι ανταγωνιστικών ανεξάρτητων εταιρειών, ειδικά σε αγορές με "βαριά δεδομένα" όπως το video-streaming. Ένας πάροχος υπηρεσιών, ο οποίος προσφέρει απεριόριστη πρόσβαση στην υπηρεσία του, φυσικά θα φαίνεται πιο πλεονεκτικός για τους καταναλωτές σε σχέση με εκείνον όπου η χρήση είναι περιορισμένη. Εάν ο πρώτος πάροχος είναι αυτός που περιορίζει την πρόσβαση, δημιουργεί ένα σημαντικό πλεονέκτημα για τον ίδιο έναντι του ανταγωνισμού του, περιορίζοντας έτσι την ελευθερία της αγοράς. Καθώς πολλές νέες υπηρεσίες διαδικτύου και περιεχομένου δρομολογούνται με στόχο κυρίως τη χρήση κινητών τηλεφώνων και επειδή η περαιτέρω υιοθέτηση της σύνδεσης στο Διαδίκτυο παγκοσμίως (συμπεριλαμβανομένης της ευρυζωνικότητας στις αγροτικές περιοχές των ανεπτυγμένων χωρών) εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα κινητά, η μηδενική χρέωση θεωρείται επίσης απειλή για το ανοικτό διαδίκτυο, το οποίο συνήθως διατίθεται μέσω δικτύων σταθερής τηλεφωνίας με απεριόριστα τέλη χρήσης ή σταθερό κόστος.[12][13] Το Facebook και το Ίδρυμα Wikimedia έχουν επικριθεί ειδικά για τα προγράμματα μηδενικής χρέωσης που δημιούργησαν, για την περαιτέρω ενίσχυση των υφιστάμενων φορέων εκμετάλλευσης κινητών δικτύων και για τον περιορισμό των δικαιωμάτων των καταναλωτών σε ένα ανοιχτό διαδίκτυο.[14]
Στην ΕΕ, συγκεκριμένες περιπτώσεις όπως αυτή της Πορτογαλίας ελέγχθηκαν από εθνικές και ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές από το 2017 και μετά, σύμφωνα με τον κανονισμό BEREC για την ουδετερότητα του δικτύου.[15]
Εκτός από τα εμπορικά συμφέροντα, οι κυβερνήσεις με πολιτιστική ατζέντα μπορεί να υποστηρίξουν την εφαρμογή της μηδενικής χρέωσης για τοπικό περιεχόμενο.[16]