Μιλένκο Στοΐκοβιτς | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1769[1] Kličevac |
Θάνατος | 1831[1] Κριμαία |
Χώρα πολιτογράφησης | Σερβία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Σερβικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Μάχη του Ιβάνκοβατς |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Μιλένκο Στοΐκοβιτς (σερβικά: Миленко Стојковић) (Κλιτσέβκου 1769 - Κριμαία μετά το 1831 ) ήταν Σέρβος διοικητής, καπετάνιος και πολιτικός κατά τη διάρκεια της πρώτης σερβικής εξέγερσης.
Γεννήθηκε στο χωριό Κλιτσέβκου το 1769 και ήταν γιος του Στόικα και της Μάικα Στεβάνε. Ο μεγαλύτερος από τα τρία παιδιά είχε άλλον έναν αδελφό και μία αδελφή. Όταν ήταν ακόμα μικρός έμαθε την τέχνη του Ράφτη κι έμαθε γράμματα πιθανώς στο κοντινό μοναστήρι Νιμνίκ. Αργότερα εγκαταστάθηκε στο Σμεντέρεβο όπου άνοιξε ραφτάδικο. Διατηρούσε σχέση με μία Τουρκάλα κι απέκτησε παιδί μαζί της και όταν αυτή πέθανε τον έδωσε στην αδελφή του και το γαμβρό του που δεν είχαν παιδιά να τον μεγαλώσουν. Ο γιος αυτός ήταν ο Τζούκα Στοΐκοβιτς Κνεζ και αγωνιστής της δεύτερης Σερβικής εξέγερσης. Ο Μιλένκο είχε άλλους δύο γιους, τον Ιβάν και τον Μίλαν και μία κόρη την Ιβάνα. Αργότερα απέκτησε κι άλλον γιο, τον Ίλια, με τη Βλάινα Κατίνκα που ήταν στο χαρέμι του.
Το 1804 γλίτωσε τη σφαγή των Κνέζων και προετοίμασε τη γενέτειρά του για εξέγερση. Με την έναρξη της εξέγερσης οδήγησε τους αντάρτες στις πρώτες μάχες. Πήρε μέρος στη Μάχη του Ιβάνκοβατς, στην Πολιορκία του Βελιγραδίου (1806) στο Άντα Καλέχ κι άλλες. Ταυτόχρονα έγινε μέλος του Διοικητικού συμβουλίου των Σέρβων, της επαναστατικής κυβέρνησης, και του προτάθηκε η θέση του υπουργού αλλά αρνήθηκε.
Όταν κατέκτησε το φρούριο Ραμ στις όχθες του Δούναβη οικειοποιήθηκε το χαρέμι του Οθωμανού διοικητή. Το 1807 μετά την πολιορκία του Βελιγραδίου απέκτησε κι άλλες οθωμανές γυναίκες για το χαρέμι του οι οποίες έμειναν χήρες και ζητιάνευαν. Σύμφωνα με μαρτυρίες ο συνολικός αριθμός των γυναικών που είχε στο χαρέμι του ήταν 42[2].
Μετά τη μάχη στο Ντέλιγκραντ το 1809 ήρθε σε πολιτική σύγκρουση με τον Καραγιώργη. Η σύγκρουση αυτή έφερε και την άρνηση του να αναλάβει το υπουργείο εσωτερικών και αναγκάστηκε να φύγει στη Ρωσία όπου υπηρέτησε στον ρωσικό στρατό. Φεύγοντας διέλυσε και το χαρέμι του και αναφέρεται ότι τις προίκισε όλες με πολλά χρήματα κι ελευθερία να κάνουν ότι θέλουν.