Η λέξη μοίρα, εκ του ρήματος μοιράζω (χωρίζω σε μερίδια), φέρεται στις ελληνικές εκφράσεις με την έννοια της μοιρασιάς, ή της αξίας, ή της προσήκουσας θέσης. Έτσι παρατηρείται η έκφραση «σε ίση μοίρα» ή «σε μεγαλύτερη μοίρα», ή «σε μικρότερη μοίρα» για περιπτώσεις θεμάτων ισομοιρίας ή μεγαλύτερης ή μικρότερης αξίας. Γενικά σημαίνει κάποιο μέρος συνόλου σε αντιπαράθεση του όλου (ολόκληρου).
Η λέξη παρουσιάζεται επίσεις με πολλές άλλες έννοιες όπως:
Στρατιωτικοί όροι:
Τοπωνύμια:
Αυτή είναι μια σελίδα αποσαφήνισης, δηλαδή μια σελίδα που δείχνει άλλες που θα είχαν το ίδιο όνομα με αυτήν. Εάν ακολουθήσατε μια σύνδεση εδώ, μπορεί να θελήσετε να επιστρέψετε και να διορθώσετε τον σύνδεσμο για να συνδέει προς την κατάλληλη συγκεκριμένη σελίδα. |