Η μουσταλευριά είναι παραδοσιακό ελληνικό γλύκισμα που έχει ως κύριο συστατικό του τον μούστο. Οι ρίζες της ανάγονται στα αρχαία χρόνια όπου ήταν γνωστή ως οινούτα, ονομασία που διατηρήθηκε και κατά τη βυζαντινή περίοδο μαζί με άλλα ονόματα όπως μουστόπιτα και πάστελλος. Στη Σάμο αναφέρεται και ως κουρκούτα[1], στην Κρήτη κεφτέρια[2] ενώ στην Κύπρο Ππαλουζές ή παλουζές.[3][4]
Η μουσταλευριά παράγεται από τον μούστο, δηλαδή το χυμό των σταφυλιών του τρύγου (διαδικασία που πραγματοποιείται συνήθως τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο) ο οποίος στη συνέχεια τοποθετείται σε χαμηλή φωτιά. Χαρακτηριστική είναι κατά τη διάρκεια του βρασίματος η χρήση ποσότητας ασπροχώματος έτσι ώστε να καθαριστεί ο μούστος.[2][3] Άλλα υλικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του είναι μεταξύ άλλων και ανάλογα με τις κατά τόπους διαφοροποιήσεις, το αλεύρι, το πετιμέζι, η ζάχαρη, ο βασιλικός, τα αμύγδαλα, τα καρύδια, το σιμιγδάλι, το σουσάμι, η κανέλα, η βανίλια, το ανθόνερο κλπ.[2][3] Είναι ευρύτατα διαθέσιμη κατά την εποχή του τρύγου, το φθινόπωρο, οπότε παράγεται ο μούστος αλλά και τις υπόλοιπες εποχές του χρόνου. Από τη μουσταλευριά παρασκευάζονται τα κιοφτέρια.[3][5]