Μοχάμεντ Ταουφίκ Αλλάουι | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1 Ιουλίου 1954 Βαγδάτη |
Χώρα πολιτογράφησης | Ιράκ Ηνωμένο Βασίλειο |
Θρησκεία | Ισλάμ Δωδεκατισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Βαγδάτης |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός δημόσιος υπάλληλος |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | National Democratic Party |
Συγγενείς | Ιγιάντ Αλάουι (πρωτοξάδερφος) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Μοχάμεντ Ταουφλίκ Αλάουι ( αραβικά: محمد توفيق علاوي γεννηθείς την 1η Ιουλίου 1954) είναι ιρακινός επιχειρηματίας, πολιτικός. Είχε διοριστεί πρωθυπουργός της Δημοκρατίας του Ιράκ τον Φεβρουάριο του 2020, αλλά παραιτήθηκε όταν το Κοινοβούλιο δεν ενέκρινε το υπουργικό του συμβούλιο για δεύτερη φορά Διετέλεσε Υπουργός Επικοινωνιών στην κυβέρνηση του Νουρί αλ Μαλίκι από τον Μάιο του 2006 έως τον Αύγουστο του 2007 και από το 2010 έως το 2012. Και τις δύο φορές παραιτήθηκε από τη θέση του σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά της αντι-σουνιτικής πολιτικής και του παρεμβατισμού του Αλ Μαλίκι. Εἰναι ξάδελφος του πρώην πρωθυπουργού και αντιπροέδρου του Ιράκ Ιγιάντ Αλάουι.
Ο Αλάουι σπούδασε Αρχιτεκτονική Μηχανική στο πανεπιστήμιο της Βαγδάτης, αλλα αναγκάστηκε να διακόψει στα μέσα τις σπουδές του λόγω διωγμού από την κυβέρνηση του Σαντάμ Χουσεΐν . Έφυγε στην εξορία, μετακομίζοντας στο Λίβανο το 1977, όπου ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του και έλαβε πτυχίο Αρχιτεκτονικής από το Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού το 1980. [1] Στη συνέχεια μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ως φοιτητής στο Ιράκ, ίδρυσε το Εργοστάσιο Ηλεκτρικών Καλωδίων Ταουφίκ Αλλάουι το οποίο κατασκεύαζε διάφορες πρώτες ύλες όπως μάρμαρο, σκυρόδεμα και PVC. Τα εργοστάσιά του κατασχέθηκαν από την ιρακινή κυβέρνηση το 1997, μετά από αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του Σαντάμ Χουσέιν στο οποίο συμμετείχε ο ξάδελφος του Ιγιάντ Αλάουι με την υποστήριξη της CIA. Όσο ήταν στην εξορία, εργάστηκε στον χώρο της ανάπτυξης ακινήτων στο Λίβανο, στο Μαρόκο και στο Ηνωμένο Βασίλειο και ίδρυσε ενά εργοστάσιο παραγωγής σιτηρών και μια εταιρεία λογισμικού στην Αγγλία. [2]
Ο Αλλάουι έγινε μέλος της Διαθρησκευτικής Διεθνούς (Interfaith International), μια ελβετική μη κυβερνητική οργάνωση που υποστήριζε τα ανθρώπινα δικαιώματα των μουσουλμανικών μειονοτήτων κατά τη διάρκεια των Γιουγκοσλαβικών πολέμων . [2]
Ο Αλλάουι συμμετείχε στη Διάσκεψη Σαλάχ αλ-Ντίν των κομμάτων της ιρακινής αντιπολίτευσης το 1992 και στην Διάσκεψη του Λονδίνου το 2002. Επέστρεψε στο Ιράκ μετά την αμερικανική εισβολή του 2003, έπειτα από την οποία ο ξάδελφός του Ιγιάντ Αλάουι ορίστηκε προσωρινός πρωθυπουργός του Ιράκ, αξίωμα που διετέλεσε από το 2004 έως το 2005.
Εκλέχθηκε στο Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Ιράκ στις κοινοβουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2005, τις πρώτες μετά την εισβολή [2] και, τον Μάιο του 2006, διορίστηκε Υπουργός Επικοινωνιών στην κυβέρνηση Al Maliki. Μετά από δεκαπέντε μήνες αποσύρθηκε από την κυβέρνηση, επικαλούμενος την πρακτική του Πρωθυπουργού να κανονίζει συναντήσεις βάσει θρησκευτικών κριτηρίων. [3] Επέστρεψε στο κοινοβούλιο και παρέμεινε στην αντιπολίτευση για το υπόλοιπο της θητείας της κυβέρνησης. [2]
Επέστρεψε ως υπουργός Επικοινωνιών στην δεύτερη κυβέρνηση Μαλίκι το 2010, αλλά παραιτήθηκε για δεύτερη φορά επικαλούμενος την παρέμβαση του πρωθυπουργού Νούρι αλ Μαλίκι στο υπουργείο του.
Έπειτα παρέμεινε δημόσιος σχολιαστής για πολιτικά ζητήματα στο Ιράκ, με σειρά άρθρων που δημοσιεύονται στα μέσα ενημέρωσης του Ιράκ και στο ιστολόγιό του .
Ο Αλλαόυι διετέλεσε δύο φορές υπουργός επικοινωνιών, από τον Μάιο του 2006 έως τον Αύγουστο του 2007 και από το 2010 έως το 2012. Και τις δύο φορές παραιτήθηκε από τη θέση του σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά της ηγεσίας του Αλ Μαλίκι.
Μία από τις βασικές πολιτικές του ως υπουργού ήταν η καταπολέμηση της διαφθοράς. Ως υπουργός επικοινωνιών, εφάρμοσε μια πολιτική που επέβαλε αυστηρούς όρους κατά της δωροδοκίας σε κάθε εταιρεία συνεργαζόμενη με το υπουργείο, επιβάλλοντας πρόστιμο ύψους 30% της αξίας της σύμβασης και απαγόρευση της σύναψης συμβάσεων με το δημόσιο για περίοδο τριών χρόνων σε όποια εταιρία ανεκαλύπτετο να καταβάλει δωροδοκία σε οποιονδήποτε στο υπουργείο. [4]
Ο Αλλάουι διορίστηκε πρωθυπουργός του Ιράκ την 1η Φεβρουαρίου 2020 στα πλαίσια των ιρακινών διαμαρτυριών του 2019-20, αντικαθιστώντας τον Αντίλ Αμπτούμ Μαχντί, ο οποίος παρέμεινε ως προσωρινός πρωθυπουργός για δύο μήνες μετά την παραίτησή του ως απάντηση στις διαμαρτυρίες.
Η ανάδειξη του Αλάουι ως πρωθυπουργού ήρθε ως αποτέλεσμα των σχεδόν 4 μηνών ιρακινών διαδηλώσεων που χαρακτηρίστηκαν από περισσότερους από 600 θανάτους μεταξύ των άοπλων ειρηνικών διαδηλωτών [5] και εξόργισαν τόσο την ιρακινή κοινωνία όσο και τη διεθνή κοινότητα[6] . Ο διορισμός του αντιμετωπίστηκε με ισχυρή ένταση ανάμεσα στους διαδηλωτές, καθώς θεωρήθηκε μέλος της ίδιας πολιτικής ελίτ υπεύθυνης για της αιτίες που προκάλεσαν τις διαμαρτυρίες του Οκτωβρίου του 2019 [7] συμπεριλαμβανομένης της κακής διαχείρισης της ιρακινής οικονομίας, τις πολλαπλές καταστροφές ασφαλείας, [8] συμπεριλαμβανομένης της ανόδου του Ισλαμικού Κράτους, και της ευρείας και συστημικής διαφθοράς που οδήγησε στην κατάταξη του Ιράκ ως μία από τις πιο διεφθαρμένες κυβερνήσεις στον κόσμο για σχεδόν 16 συνεχόμενα χρόνια.
Την 1η Μαρτίου 2020, ο Αλάουι απέσυρε την υποψηφιότητά του, αφού το κοινοβούλιο απέτυχε για δεύτερη φορά μέσα σε μια εβδομάδα να εγκρίνει το υπουργικό του συμβούλιο.[9]
|url=
value (βοήθεια). Reuters. 1 Μαρτίου 2020.