Μπάλσας | |
---|---|
Εκβολές | Ειρηνικός Ωκεανός |
Χώρες Λεκάνης | Μεξικό |
Μήκος | 771 |
Υψόμετρο Πηγών | 3.700 μέτρα |
Υψόμετρο Εκβολών | 0 μέτρα |
Λεκάνη απορροής | 112.320 km² |
Παραπόταμοι | Cupatitzio River, Mixteco River και Río Atoyac |
wikidata ( ) |
Ο ποταμός Μπάλσας (ισπαν. Río Balsas), γνωστός τοπικά και ως Μεσκάλα (Mezcala) ή Ατογιάκ (Atoyac), είναι μεγάλος ποταμός του νοτιο-κεντρικού Μεξικού, με μήκος 771 χιλιόμετρα.
Η λεκάνη του απλώνεται σε έκταση 112.320 km², σε 4 Πολιτείες του Μεξικού (Πουέμπλα, Μορέλος, Γκερέρο και Πολιτεία του Μεξικού). Ο ποταμός ρέει παράλληλα με τη Σιέρα Μάδρε ντελ Σουρ, μετά τη διασχίζει και εκβάλλει στον Ειρηνικό Ωκεανό στο ακρωτήριο Μάνγκροουβ, δίπλα στην πόλη Λάσαρο Κάρδενας.[1] Αρκετά σημεία με γρήγορο ρεύμα κατά μήκος του ρου του Μπάλσας περιορίζουν την ποταμοπλοΐα σε αυτόν. Το ποτάμι χρησιμεύει κυρίως στην παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας και την άρδευση.[1]
Η κοιλάδα του ποταμού Μπάλσας ήταν πιθανότατα το πρώτο μέρος του Μεξικού όπου καλλιεργήθηκε καλαμπόκι, από το 7200 π.Χ. περίπου[2] (βλ. ιδιαίτερη ενότητα παρακάτω). Αν και είναι γνωστό ότι διαδοχικές κοινότητες των Γιοπ, Κοϊχίκα, Ματλατσίνκα, Τλαουίκα και Χοτσιμίλκα, με τους Νάουα στο τέλος, έζησαν στη λεκάνη του ποταμού, οι αρχαιολογικές ανασκαφές δεν έχουν διακριβώσει τη σειρά διαδοχής αυτών των κοινοτήτων.[3] Κατά την περίοδο 1100 έως 480 π.Χ. η περιοχή μεταξύ της κοιλάδας του κάτω ρου του Μπάλσας και του ποταμού Λέρμα-Σαντιάγο υπάχθηκε στην Ταρασκανική Αυτοκρατορία.[4]
Σύμφωνα με την απογραφή του 1980, στις όχθες του Μπάλσας ζούσαν 47.000 άνθρωποι σε 37 διαφορετικούς οικισμούς και 6 δήμους. Οι Νάουα αποτελούν το 47% αυτού του πληθυσμού, ενώ το υπόλοιπο ανήκει σε άλλες φυλές (που ομιλούν 4 διαφορετικές γλώσσες).[3] Ο πληθυσμός αυτός αυξήθηκε σε περίπου 60.000 κατά τη δεκαετία του 1990. Οι φυλές αυτές παρά το ότι διατηρούν τον ξεχωριστό χαρακτήρα τους, εμφανίζουν στενές γλωσσικές και πολιτισμικές σχέσεις.[5]
Ο άνω ρους του ποταμού απλώνεται στις Πολιτείες Πουέμπλα, Μορέλος, Μεξικού, καθώς και στην ορεινή ζώνη της Γκερέρο.[3]
Ακόμα και αν θεωρηθούν ενιαίοι ποταμοί τα συστήματα Νάσας-Αγουαναβάλ και Γριχάλβα-Ουσουμασίντα, ο Μπάλσας παραμένει ο έκτος μεγαλύτερος σε μήκος ποταμός του Μεξικού. Δημιουργείται από τη συμβολή των ποταμών Σαν Μαρτίν και Ζαουαπάν, στην Πολιτεία Πουέμπλα, όπου και ονομάζεται Ατογιάκ. Από εκεί ρέει προς τα νοτιοδυτικά και μετά προς τα δυτικά, μέσα στην Πολιτεία Γκερέρο. Οι εκβολές του στον Ειρηνικό Ωκεανό βρίσκονται σε γεωγραφικές συντεταγμένες 17°56′24″ Β πλάτος και 102°08′16″ Α μήκος.[1]
Η παροχή του ποταμού στην ξηρή εποχή είναι 15 έως 17 κυβικά μέτρα ανά δευτερόλεπτο. Σε ένα τμήμα του ποταμού μήκους 30 χιλιομέτρων υπάρχει υψομετρική διαφορά 1200 μέτρων, παρέχοντας ευκαιρία για την ανάπτυξη της παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας.
Το κλίμα της λεκάνης του Μπάλσας ποικίλλει από εύκρατο έως υποτροπικό, με μέσες ετήσιες θερμοκρασίες από 12,5 έως 28 °C.[4] Η βροχόπτωση είναι έντονα εποχική, με το 90% περίπου να εντοπίζεται από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Στις χαμηλότερες περιοχές της κοιλάδας ανέρχεται σε 546 mm, ενώ στα ορεινά του άνω ρου (περιοχή λιμνών) σε 1000 έως 1600 mm.[4]
Σημαντική για την οικονομική ανάπτυξη της λεκάνης του Μπάλσας και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ιθαγενών υπήρξε η ανέγερση φραγμάτων, με σκοπό την άρδευση, την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας και την πρόληψη πλημμυρών. Επτά υδροηλεκτρικά προγράμματα εφαρμόσθηκαν στον ποταμό, τα δύο μεγαλύτερα από τα οποία είναι τα Λα Βιλίτα και Ελ Ινφιερνίλο. Επιπλέον υπάρχει το Σχέδιο Κάρλος Ραμίρες Ουλόα (Ελ Καράκολ) στην Πολιτεία Γκερέρο.[6][7]
Εδώ και πολλές δεκαετίες η διαχείριση των υδάτων του Μπάλσας υπήρξε αντικείμενο ιδιαίτερης προσοχής από τις κυβερνήσεις του Μεξικού. Η Επιτροπή Τεπαλκατεπέκ (Tepalcatepec) συστάθηκε το 1947 υπό το Υπουργείο Υδάτινων Πόρων για την ανάπτυξη του ποταμού. Το 1960 η επιτροπή αυτή υπάχθηκε στην Επιτροπή Ποταμού Μπάλσας. Μεταξύ των θεμάτων που την απασχολούσαν ήταν ο σχεδιασμός, ο προγραμματισμός, ο συντονισμός και η εφαρμογή προγραμμάτων για την άρδευση, τον έλεγχο των πλημμυρών και την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας (συνεργαζόμενη με την Ομοσπονδιακή Ηλεκτρική Επιτροπή του Μεξικού), καλύπτοντας τόσο την αγροτική, όσο και την αστική ανάπτυξη, καθώς και θέματα υγείας και συγκοινωνιών. Μετά την ψήφιση νέου νόμου για τα νερά, αναπτύχθηκε ένα «Master Plan» το 1975, που κάλυπτε 13 υδρολογικές περιοχές της χώρας (102 υποπεριοχές). Στα πλαίσιά του συστάθηκαν Συμβούλια για τις λεκάνες ποταμών, 25 από τα οποία υπάρχουν και σήμερα (με την τροποποίηση του Εθνικού Νόμου Υδάτων το 2004, μετονομάσθηκαν σε Οργανισμούς Λεκάνης Ποταμών). Το Συμβούλιο του Ρίο Μπάλσας συστάθηκε στις 29 Μαρτίου 1999 στην ομώνυμη διοικητική περιοχή.[6][8]
Δύο φράγματα στον ποταμό Μπάλσας χρησιμεύουν στην άρδευση και στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τα Λα Βιλίτα και Ελ Ινφιερνίλο (αμφότερα στη Μιτσοακάν)[7]. Επιπλέον, τα νερά που αποθηκεύει το φράγμα πάνω από την Τιέρα Καλιέντε χρησιμοποιούνται για την άρδευση καλλιεργειών βαμβακιού και ρυζιού.[5]
Το Φράγμα Ελ Ινφιερνίλο (El Infiernillo) είναι λιθόρριπτο στενού κεντρικού πυρήνα με ύψος 148,5 μέτρα. Βρίσκεται περί τα 320 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Πόλης του Μεξικού. Το μήκος της στεφάνης του είναι 344 μέτρα, ενώ το πλάτος του στη βάση ανέρχεται στα 570 μέτρα.[8] Ο ταμιευτήρας του έχει χωρητικότητα 7,09 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη υδροηλεκτρική κατασκευή στο Μεξικό.[7][9]
Το Φράγμα Λα Βιλίτα είναι χωμάτινο-λιθόρριπτο με μήκος στεφάνης 320 μέτρα, ύψος 60 μέτρα και δυνατότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με μέγιστη ισχύ 300 MW. Αυτό υπήρξε το πρώτο φράγμα που κατασκευάσθηκε στον ποταμό Μπάλσας. Απέχει μόλις 15 χιλιόμετρα από τον Ειρηνικό Ωκεανό.[10][11]
Αμφότερα τα φράγματα άντεξαν καλά τους 5 σεισμούς, με μεγέθη έως 8,1 βαθμών Ρίχτερ, που συνέβησαν μετά την κατασκευή τους.[10]
Εφαρμόσθηκε ένα σχέδιο για την παροχέτευση ποσοτήτων νερού από τη λεκάνη του Μπάλσας στη λεκάνη του ποταμού Λέρμα και την Κοιλάδα του Μεξικού. Σκοπός του ήταν η ικανοποίηση των αυξανόμενων αναγκών σε πόσιμο νερό της Πόλης του Μεξικού, η οποία απέχει περί τα 130 χιλιόμετρα από το πλησιέστερο προς αυτή σημείο της λεκάνης του Μπάλσας. Τέτοιες μεταφορές υδάτινων πόρων αναμένεται να προκαλέσουν αντιδικίες μεταξύ των δήμων της λεκάνης του Μπάλσας στο μέλλον.[12]
Η Κοιλάδα του Μπάλσας είναι γνωστή ως το λίκνο της πρώτης καλλιέργειας καλαμποκιού στην (προ-)ιστορία της ανθρωπότητας.[13]
Αρχικώς ο αρχαιολόγος Ρίτσαρντ Μακνίς (Richard MacNeish, 1918-2001) κατέδειξε τη σημασία της Κοιλάδας του Τεουακάν, μέρος της οποίας ανήκει στη λεκάνη του Μπάλσας, για την εξημέρωση του καλαμποκιού, όταν ανακάλυψε περισσότερα από 10 χιλιάδες στελέχη του γένους του σημερινού φυτού (Zea) στο Σπήλαιο Κοχκατλάν (Coxcatlan). Αργότερα, το 1989, η χρονολογησή τους πριν την 3η χιλιετία π.Χ. επιβεβαιώθηκε με ραδιοχρονολόγηση άνθρακα-14.[14] Σε αυτούς ελέγχθηκαν δείγματα καλαμποκιού από τα σπήλαια Σαν Μάρκος και Κοχκατλάν κοντά στην Τεουακάν. Οι αρχαιότερες χρονολογίες ήταν περί το 4700 π.Χ. (μη βαθμονομημένη) και το 3600 π.Χ. (βαθμονομημένη).
Χαμηλότερα στον ρου του ποταμού Μπάλσας, στην Πολιτεία Γκερέρο, υπάρχουν επίσης πολύ πρώιμες ενδείξεις καλλιέργειας καλαμποκιού στην κοιλάδα, που προσέλκυσαν αργότερα την προσοχή.
Πιο πρόσφατες έρευνες υποστηρίζουν την άποψη ότι η κοιλάδα του Μπάλσας υπήρξε το πρώτο μέρος στη Γη όπου «εξημερώθηκε» το καλαμπόκι, περί το 7000 π.Χ..[15]
Η λεγόμενη «τεοσίντε του Μπάλσας» (γένος φυτού ζέα), που σήμερα θεωρείται η άμεση πρόγονος του σήμερα καλλιεργούμενου καλαμποκιού, φύτρωνε κυρίως στο μεσαίο τμήμα της κοιλάδας του ποταμού εκείνα τα χρόνια. Κατά το παρελθόν ίσως να φύτρωνε σε άλλα μέρη της λεκάνης του ποταμού, καθώς υποδεικνύουν παλαιοκλιματολογικές μελέτες.[16] Ειδικότερα, το Καταφύγιο Xihuatoxtla στην κοιλάδα της Ιγούαλα παρέχει το καλύτερο έδαφος.
Οι πρόσφατες συζητήσεις μεταξύ των επιστημόνων επικεντρώνονται κυρίως στο πού ακριβώς στην κοιλάδα του ποταμού φύτρωνε κατά το παρελθόν αυτό το είδος τεοσίντε (Zea mays ssp. parviglumis), την εποχή που εξημερώθηκε το καλαμπόκι.