Μπέρεκ Λάιχερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 24 Οκτωβρίου 1893[1] Τσενστοχόβα |
Θάνατος | 2 Αυγούστου 1943[1] Στρατόπεδο εξόντωσης Τρεμπλίνκα |
Κατοικία | Βίσκουφ |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ιατρός |
Ο Μπέρεκ Λάιχερ (Berek Lajcher, 24 Οκτωβρίου 1893 – 2 Αυγούστου 1943)[2] ήταν Πολωνοεβραίος ιατρός και κοινωνικός ακτιβιστής από το Βίσκουφ πριν από το Ολοκαύτωμα στην Πολωνία, που μνημονεύεται για την ηγεσία του στην εξέγερση των κρατουμένων στο στρατόπεδο εξόντωσης Τρεμπλίνκα. Περισσότεροι από 800.000 Εβραίοι, καθώς και άγνωστος αριθμός Ρομά, δολοφονήθηκαν στην Τρεμπλίνκα κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Ράινχαρντ στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[3]
Ο Λάιχερ ήταν απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας το 1924 και απόστρατος αξιωματικός του Πολωνικού Στρατού από τον Πολωνο-Σοβιετικό Πόλεμο. Μετά τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Λάιχερ εκδιώχθηκε από τους Ναζί μαζί με όλους τους Πολωνοεβραίους από το Βίσκουφ και μεταφέρθηκε στο Βένγκρουφ, από όπου απελάθηκε στην Τρεμπλίνκα, το μυστικό δασικό στρατόπεδο όπου βρίσκονταν Εβραίοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά, οι οποίοι δολοφονούνταν σε θαλάμους αερίων.[2]
Ο Λάιχερ έγινε ο ηγέτης και μυστικός οργανωτής της εξέγερσης της Τρεμπλίνκα. Στις 2 Αυγούστου 1943, μετά από μακρά περίοδο προετοιμασίας, οι κρατούμενοι έκλεψαν μερικά όπλα από το οπλοστάσιο και έκαναν απόπειρα ένοπλης απόδρασης από το στρατόπεδο.[4] Ο Λάιχερ σκοτώθηκε στις μάχες. Αρκετοί φρουροί Τραβνίκι σκοτώθηκαν και περίπου 150 Εβραίοι κρατούμενοι δραπέτευσαν.[5] Οι επιχειρήσεις δολοφονίας σε θαλάμους αερίων στο στρατόπεδο τελείωσαν αμέσως μετά την εξέγερση. Ο Λάιχερ έμεινε στη μνήμη των επιζώντων λανθασμένα είτε ως Δρ. Λέχερ (Dr. Lecher, sic),[5] είτε ως Δρ. Λάιχερτ (Dr. Leichert) από το Βένγκρουφ.[2][6]
Ο Μπέρεκ Λάιχερ γεννήθηκε στην Τσενστοχόβα υπό το Ρωσικό Διαμελισμό, σε μια οικογένεια αφομοιωμένων Πολωνοβραίων. Ήταν το τέταρτο από τα έξι παιδιά του Σμουλ (Σμούελ) και της Τσάι (Τσάγια) Λάιχερ, το γένος Φρίντμαν. Ο πατέρας του μιλούσε γίντις, πολωνικά και ρωσικά. Ζούσαν κοντά στο κέντρο της πόλης σε ένα σπίτι στη Παλιά Αγορά 11. Ο Μπέρεκ χρησιμοποιούσε περιστασιακά το πολωνοποιημένο όνομά του, Μπέρναρντ. Παρακολούθησε το πολυπολιτισμικό Κρατικό Γυμνάσιο αρρένων «Χένρικ Σιενκιέβιτς» το 1907. Ένα χρόνο μετά την αποφοίτησή του, το 1915, ο πατέρας του πέθανε. Ο Μπέρεκ μετακόμισε στη Βαρσοβία και γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας. Συντηρούσε τον εαυτό του οικονομικά δουλεύοντας ως δάσκαλος μερικής απασχόλησης.[2]
Ο Λάιχερ αποφοίτησε από την Ιατρική το 1924 και παντρεύτηκε την Εουγένια Μπάνας. Μετά από δύο χρόνια πρακτικής άσκησης στη Βαρσοβία, το 1927 εγκαταστάθηκαν στο Βίσκουφ, όπου ο πολωνικός και εβραϊκός πληθυσμός ήταν μοιρασμένος. Οι Λάιχερ παρέμειναν εκεί μέχρι τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία.[2]
Στην αρχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όλοι οι Πολωνοεβραίοι του Βίσκουφ, συμπεριλαμβανομένης της οικογένειας Λάιχερ, εκδιώχθηκαν από τους Ναζί σε μια μαζική επιχείρηση στις 4 Σεπτεμβρίου 1939. Οι γηραιότεροι 77 Εβραίοι, μαζί με 8 Πολωνούς που τους βοηθούσαν, σφραγίστηκαν σε έναν αχυρώνα και κάηκαν ζωντανοί. Αργότερα τον ίδιο μήνα, άλλοι 65 Εβραίοι πυροβολήθηκαν. Στη συνέχεια η πόλη ανακηρύχθηκε Γιούντενφραϊ.[7] Οι Λάιχερ μετακόμισαν στο Βένγκρουφ, το οποίο είχε ήδη υπερπλημμυρίσει από εκατοντάδες απελαθέντες.[2] Το καλοκαίρι του 1940, ο Λάιχερ εντάχθηκε στο τοπικό εβραϊκό συμβούλιο και οργάνωσε ένα νοσοκομείο. Το Φεβρουάριο του 1941 το γκέτο έκλεισε απ΄ έξω και η πείνα επικράτησε μεταξύ των κρατουμένων του. Ο Λάιχερ έγραψε επιστολές στην Αμερικανική Εβραϊκή Κοινή Επιτροπή Διανομής, αλλά μάταια.[2]
Η εξόντωση των Εβραίων με ημιβιομηχανικά μέσα σε όλη τη χώρα ξεκίνησε στις αρχές του 1942 και συνεχίστηκε έως ότου εκκαθαρίστηκαν όλα τα γκέτο στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Πολωνία. Η πρώτη δράση στο Γκέτο του Βένγκρουφ ξεκίνησε την αυγή της 21ης Σεπτεμβρίου[2] και ολοκληρώθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 1942,[8] με έως και 5.000 Εβραίους να εκδιώχνονται στο Σοκόουουφ Ποντλάσκι μετά από ένα κύμα ad hoc εκτελέσεων. Στη θέση του δημιουργήθηκε ένα μικρό γκέτο. Μετά την εκκαθάριση του μικρού γκέτο στο Βένγκρουφ στις 26–27 Απριλίου 1943, κατά την οποία δολοφονήθηκαν η σύζυγός του και ο 13χρονος γιος του, ο Λάιχερ μεταφέρθηκε στην Τρεμπλίνκα με ένα τρένο του Ολοκαυτώματος την 1η Μαΐου 1943.[2]
Η Τρεμπλίνκα κατασκευάστηκε ως μέρος της πιο θανατηφόρας φάσης της Τελικής Λύσης, γνωστής ως Επιχείρησης Ράινχαρντ, και λειτούργησε μεταξύ 23 Ιουλίου 1942 και 19 Οκτωβρίου 1943. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, περισσότεροι από 800.000 Εβραίοι – άνδρες, γυναίκες και παιδιά – δολοφονήθηκαν εκεί,[9][10] με άλλες εκτιμήσεις να ξεπερνούν τα 1.000.000 θύματα.[11]
Στην Τρεμπλίνκα, ο Λάιχερ τέθηκε επικεφαλής ενός μικρού ιατρείου για τη Σούτσσταφφελ μετά την αυτοκτονία του προκατόχου του, Δρ. Γιούλιαν Χορονζίτσκι (για να μην παρεξηγηθούμε με το «ψεύτικο» ιατρείο με την ονομασία «Λαζάρετ» όπου λάμβανε χώρα ο φόνος με τα χέρια).[5] Ύστερα από επικοινωνία από το υπόγειο κίνημα, σύμφωνα με τον Σάμουελ Ράιζμαν, συμφώνησε επίσης να αναλάβει την ηγεσία στο μυστικό σχέδιο διαφυγής τους.[12] Η Οργανωτική Επιτροπή στο στρατόπεδο εξόντωσης Τρεμπλίνκα περιλάμβανε τους Ζελόμιρ Μπλοχ (ηγεσία),[13] Ρούντολφ Μασάρικ, Μαρτσέλι Γκαλέφσκι, Σάμουελ Ράιζμαν, Δρ. Ιρένα Λεφκόφσκα,[14] Λέον Χάμπερμαν και αρκετούς άλλους.[15] Το χρονοδιάγραμμα έγινε επιτακτικό αφού ο Χορονζίτσκι δέχθηκε ενέδρα από τον Κουρτ Φραντς και κατάπιε ένα θανατηφόρο δηλητήριο.[16] Ο Λάιχερ ξεκίνησε την εξέγερση μια καυτή καλοκαιρινή μέρα, όταν μια ομάδα Γερμανών και Ουκρανών έφυγε με το αυτοκίνητο στον ποταμό Μπουκ για μπάνιο.[5][12]
Στις 2 Αυγούστου 1943 (Δευτέρα, ημέρα μη χρήσης των θαλάμων αερίων), η βαριά πόρτα στο ναζιστικό «οπλοστάσιο» κοντά στις γραμμές του τρένου ξεκλειδώθηκε σιωπηλά από τους Εβραίους και περίπου 20 τουφέκια, 20 χειροβομβίδες και πολλά πιστόλια κλάπηκαν σε ένα καρότσι. Στις 3:45 μ.μ., περίπου 700 Εβραίοι κρατούμενοι ξεκίνησαν την επίθεση στις πύλες. Έριξαν βενζίνη σε ορισμένα κτίρια και τα πυρπόλησαν, συμπεριλαμβανομένης της δεξαμενής βενζίνης, που εξερράγη.[5] Πολλοί από αυτούς προσπάθησαν να σκαρφαλώσουν πάνω από τον φράχτη, αλλά οι περισσότεροι σκοτώθηκαν από πυρά πολυβόλου. Μόνο μεταξύ 150 και 200 Εβραίοι κατάφεραν να περάσουν στην άλλη πλευρά.[12] Οι μισοί σκοτώθηκαν μετά από καταδίωξη με αυτοκίνητα και άλογα.[5][12] Μερικοί από αυτούς που διέφυγαν επιτυχώς μεταφέρθηκαν πέρα από το ποτάμι από τους παρτιζάνους του Πολωνικού Εσωτερικού Στρατού που κρύβονταν στο γύρω δάσος.[17] Μόνο περίπου 70 Εβραίοι είναι γνωστό ότι επέζησαν μέχρι το τέλος του πολέμου,[18] συμπεριλαμβανομένων των μελλοντικών συγγραφέων δημοσιευμένων απομνημονευμάτων της Τρεμπλίνκα: Γιάνκιελ Βιέρνικ, Χιλ Ράιχμαν, Ρίχαρντ Γκλάζαρ και Σάμουελ Βίλενμπεργκ.[12][19] Υπήρξε επίσης μια εξέγερση στο στρατόπεδο εξόντωσης Σομπίμπουρ δύο μήνες αργότερα.[16]
The flames devoured all the storerooms for clothes and shoes. Of the 700 workers on the camp grounds, only 150 to 200 succeeded in escaping.
|archivedate=
και |archive-date=
specified (βοήθεια)
See also: Γιαντ Βασσέμ Μουσείο Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Chorazycki.