![]() |
Αυτό το λήμμα παρουσιάζει το θέμα από ελληνική οπτική γωνία ή δίνει δυσανάλογο βάρος στην ελληνική πτυχή ενός παγκόσμιου θέματος. Προσπαθήστε να το ανασκευάσετε ή και να προσθέσετε πληροφορίες έτσι ώστε να καλύπτει πληρέστερα και περισσότερο ουδέτερα το θέμα. Παρακαλούμε δείτε τη σχετική συζήτηση στη σελίδα συζήτησης του λήμματος. |
Συντεταγμένες: 3°20′5.58″S 37°20′25.37″E / 3.3348833°S 37.3403806°E
Μόσι (Τανζανία) | |
---|---|
![]() | |
3°20′6″S 37°20′25″E | |
![]() | |
Χώρα | Τανζανία |
Διοικητική υπαγωγή | Περιφέρεια Κιλιμαντζάρο |
Έκταση | 59 km² |
Υψόμετρο | 830 μέτρα |
Πληθυσμός | 144.739 (2002) |
Ζώνη ώρας | UTC+03:00 |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος |
![]() | |
Το Μόσι είναι δήμος της Τανζανίας.[1] Σύμφωνα με την απογραφή του 2012 έχει πληθυσμό 184.292.[2] Ο δήμος ανήκει στην Περιφέρεια Κιλιμαντζάρο και βρίσκεται στις χαμηλότερες πλαγιές του όρους Κιλιμαντζάρο, ένα ανενεργό ηφαίστειο που είναι το υψηλότερο βουνό στην Αφρική. Ο δήμος καλύπτει περίπου 59 τετραγωνικά χιλιόμετρα (23 τετραγωνικά μίλια) και είναι ο μικρότερος δήμος στην Τανζανία από την περιοχή.[3]
Πολλοί κάτοικοι από τις εθνοτικές ομάδες Chagga και Pare ζουν στο Μόσι, το οποίο βρίσκεται στον ανατολικό-δυτικό Α23 δρόμο από Αρούσα προς Χίμο (Himo), που συνδέει την Αρούσα και το Βόι (Voi), στην Κένυα. Ακριβώς στα ανατολικά του Μόσι, είναι το σημείο τομής του με τον Β1 βορρά-νότου δρόμο, που τελικά συνδέεται με την Τάνγκα (Tanga) και το Νταρ ες Σαλαάμ. Το Μόσι συχνά θεωρείται ως η πιο καθαρή πόλη στην Τανζανία.[4]
Το Μόσι (αγγλ. Moshi, σουαχίλι Moshi), στα Σουαχίλι σημαίνει "καπνός" (τον καπνό της φωτιάς, όχι του φυτού).
Η πρώτη συλλαβή από το Μόσι, προφέρεται όπως το μό στο "μόνη" και στη δεύτερη συλλαβή το σ, είναι "παχύ", καθότι το "σ" προφέρεται, όπως το αγγλικό "sh" στο ship ή όπως το γαλλικό "ch" στο chef.
Τον Αύγουστο του 1893, η Γερμανία δημιούργησε στο Μόσι ένα στρατόπεδο Neu-Moschi.[5]:101 Η βόρεια σιδηροδρομική γραμμή έφτασε στο Μόσι, το 1912.[5]:136
Το Μόσι, απέκτησε την ιδιότητα της πόλης το 1956.[3] Το 1988, έγινε δήμος σύμφωνα με το δίκαιο της Τανζανίας, αλλά έως και την 31η Οκτωβρίου 2014, η διαδικασία για την υποβολή της αίτησής της για να γίνει πόλη, ήταν στο τελικό στάδιο.[3]
Το Μόσι διαιρείται διοικητικά σε 21 τμήματα πόλης (wards) και στη συνέχεια υποδιαιρείται σε 60 οικισμούς (hamlets).[3]
Ο δημοτικός προϋπολογισμός του Μόσι κατά το οικονομικό έτος 2012/2013, εκτιμήθηκε ότι ήταν 22.200.000.000 σελίνια Τανζανίας ή US$ 14.100.000 με μια συναλλαγματική ισοτιμία 1,575 σελίνια ανά δολάριο.[6] Οι πραγματικές δαπάνες για το έτος αυτό ήταν 20,3 δισ σελίνια.[6] Ο προϋπολογισμός για το οικονομικό έτος 2014/2015 είναι 57.300.000.000 σελίνια Τανζανίας ή US$ 33,7 εκατομμύρια, ισοτιμία 1,700 σελίνια ανά δολάριο.[7]
Το ενδιαφέρον είναι ότι σε άλλα μέρη του κόσμου οι περισσότεροι Έλληνες στη διασπορά, δημιούργησαν την καριέρα τους στο εμπόριο και στις επιχειρήσεις εστίασης (ξενοδοχεία και εστιατόρια).[8] Στην Τανγκανίκα όμως, η πλειοψηφία των Ελλήνων έγιναν κατασκευαστές σιδηροδρόμων και αργότερα διευθυντές φυτειών, ιδιοκτήτες φυτειών σε σχοινοκτήματα στην Τάνγκα (Tanga) και στο Μορογκόρο (Morogoro), ξεκίνησαν τις φυτείες του καφέ και τις μικτές φυτείες πέριξ του Μόσι (Moshi) και της Αρούσα (Arusha) ή την καλλιέργεια του καπνού στην Ιρίνγκα (Iringa).[8] Αυτοί οι Έλληνες διεκδικούν τη δική τους θέση στην αποικιακή κοινωνία, εκμεταλλευόμενοι τη ρευστότητα και την ασάφεια των αποικιακών ιεραρχιών, οι οποίες διαδραματίζουν διαφορετικές αξιώσεις ότι είναι είτε Ευρωπαίοι, είτε Έλληνες είτε άνθρωποι που είναι ικανότεροι να κατανοήσουν και να συνεργαστούν με τους Αφρικανούς[Σημ. 1][Παρ. Σημ. 1] απ' ότι οι Γερμανοί, οι Άγγλοι και οι Ινδοί, λόγω της έλλειψης των φυλετικών διακρίσεων και της κατανόησής των στην εκτεταμένη οικογενειακή ζωή.[8]
Η Περιφέρεια Κιλιμαντζάρο έχει εδάφη πλούσια, στα οποία καλλιεργείται κυρίως ο καφές.[9]
Ο πρώτος Έλληνας που εγκαταστάθηκε στο Μόσι, ήταν ο 25-χρονος έμπορος Κωνστανίνος Μεϊμαρίδης (εκ Τενέδου) και ήταν αμέσως μετά την κατάληψή του από τους Γερμανούς.[9][10] Ο οποίος ξεκίνησε την καλλιέργεια του καφέ, ακολουθούμενος από τον Έλληνα, Βορειο-Ηπειρώτη Φίλιππο Φίλιο.[10][Σημ. 2][Παρ. Σημ. 2] Η Ελληνική Κοινότητα Μόσι, είναι η αρχαιότερη στην Ανατολική Αφρική, ιδρύθηκε το 1909.[9] Λόγω δε, της μη ύπαρξης ευρύχωρου οικήματος έως και το 1914, οι συνεδριάσεις των μελών, γίνονταν υπό την σκιά αιωνόβιων και πανύψηλων δέντρων -συχνά διακοπτόμενες από τους πολυάριθμους πιθήκους και οι οποίοι ζούσαν πάνω στα δέντρα και δεν τους άρεσε η διατάραξη της ησυχίας τους- στα κτήματα των κ.κ Ν. Αθηναίου ή Γεωργίου Παπαδόπουλου.[9] Η Ελληνική Κοινότητα Μόσι, στεγάστηκε σε ιδιόκτητο χώρο το 1914 και από τα πρώτα της μελήματα ήταν η δημιουργία του πρώτου Ελληνικού Σχολείου στην Ανατολική Αφρική (στη θέση "Μασόκο").[9] Αργότερα, το σχολείο αυτό συγχωνεύτηκε με το αντίστοιχό του στη Ντουλόυτη της Αρούσα.[9]
Παρακάτω, αναφέρονται ορισμένοι από τους 165+ Έλληνες οι οποίοι κατοικούσαν στην περιοχή κατά το 1950+:
Στο Μόσι επίσης, λειτουργούν δύο ελληνικά ξενοδοχεία:
Όπως σε ολόκληρη την Τανζανία, το Μόσι έχει καθολική πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Σύμφωνα με την Έρευνα Δημογραφίας και Υγείας του 2010, στη Τανζανία (Tanzania Demographic and Health Survey 2010), η Περιφέρεια Κιλιμαντζάρο, η οποία περιλαμβάνει το Μόσι, είχε το δεύτερο υψηλότερο γυναικείο ποσοστό αλφαβητισμού και το τρίτο υψηλότερο ποσοστό αλφαβητισμού αρρένων μεταξύ των τότε υφιστάμενων 26 περιφερειών της Τανζανία.[11] Σύμφωνα με την Έκθεση του 2005, για τη φτώχεια και την ανθρώπινη ανάπτυξη της Τανζανία (Tanzania Poverty and Human Development Report 2005), η αστική περιοχή του Μόσι είχε το υψηλότερο ποσοστό αλφαβητισμού για τα άτομα άνω των 15 ετών σε σύγκριση με οποιαδήποτε από τις άλλες 128 περιοχές στην Τανζανία.[12]
Το Μόσι φιλοξενεί μια σειρά από εγκαταστάσεις της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτές περιλαμβάνουν το Χριστιανικό Ιατρικό Κολέγιο του Κιλιμαντζάρο (KCMCo) (Kilimanjaro Christian Medical College), το Stefano Moshi Memorial University College (SMMUCo), το Mwenge University College of Education (MUCE), το Moshi University College of Co-operative and Business Studies (MUCCoBS), το College of African Wildlife Management (CAWM) και το Kilimanjaro School of Pharmacy (KSP).
Το κυριότερο ιδιωτικό νοσοκομείο στην περιοχή είναι το Χριστιανικό Ιατρικό Κέντρο του Κιλιμαντζάρο (KCMC) (Kilimanjaro Christian Medical Centre), ένα διζωνικό νοσοκομείο παραπομπής (zonal referral hospital). Αυτό το συγκρότημα διαθέτει περισσότερες από 450 κλίνες και εξυπηρετεί έναν πληθυσμό άνω των 11 εκατομμυρίων ατόμων. Το ίδρυμα της Τανζανίας "Ο Καλός Σαμαρείτης", ίδρυσε τον Μάρτιο του 1971, το KCMC.[17]
Δίπλα από το KCMC, είναι το Κέντρο Κοινοτικής Οφθαλμολογίας του Κιλιμαντζάρο (KCCO) (Kilimanjaro Christian Medical Centre), το οποία ιδρύθηκε το 2001 και συνδιοικείται από τον Dr. Paul Courtright και την Dr. Susan Lewallen. Ένα νέο τριώροφο κτίριο για το KCCO ολοκληρώθηκε το 2007, με την χρηματοδότηση από πολλά μεμονωμένα άτομα και μη-κυβερνητικές οργανώσεις.[18] Το KCCO είναι "αφοσιωμένο στην εξάλειψη της τύφλωσης που μπορεί να αποφευχθεί μέσω προγραμμάτων, εκπαίδευσης και έρευνας, με επίκεντρο την παράδοση των βιώσιμων και αναπαραγόμενων κοινοτικών υπηρεσιών οφθαλμολογίας".[19] Η KCCO έχει ένα "επίσημο μνημόνιο συμφωνίας ... με το Τμήμα Οφθαλμολογίας του Χριστιανικού Ιατρικού Κολεγίου του Κιλιμαντζάρο, σύμφωνα με το οποίο η KCCO αναλαμβάνει ή μοιράζεται την ευθύνη (που υπόκεινται σε ειδικές επιδοτήσεις χρηματοδότησης) για τη διδασκαλία πολλών δραστηριοτήτων, οργανώνοντας εργαστήρια και σεμινάρια, εποπτεύοντας το ... Κέντρο Οφθαλμολογικών Πόρων της Ανατολικής Αφρικής (Ophthalmic Resource Centre for Eastern Africa), υπηρετούντες σε συμβουλευτικό ρόλο για το σχεδιασμό των υπηρεσιών Οφθαλμικών Τμημάτων, διεξάγοντας επιδημιολογική και κλινική έρευνα στην πρόληψη ή τη θεραπεία της απώλειας της όρασης ή σε συναφείς τομείς και εξυπηρετεί τις επιτροπές".[20]
Το Μόσι φιλοξενεί επίσης το Ίδρυμα Κλινική Ερευνών του Κιλιμαντζάρο (KCRI) (Kilimanjaro Clinical Research Institute), η οποία είναι ο ερευνητικός βραχίονας του KCMC. Το KCRI εξελίχθηκε το 2009, από το Κλινικό Κέντρο Ερευνών του Κιλιμαντζάρο (KCRC) (Kilimanjaro Clinical Research Centre). Το 2006, ιδρύθηκε με την υποστήριξη της ολλανδικής κυβέρνησης, το KCRC που μέσω της Ολλανδο-αφρικανικής συνεργασίας για την ανάπτυξη ικανοτήτων και κλινικών παρεμβάσεων κατά της φτώχειας που σχετίζονται με τη νόσο (NACCAP).[21][22]
Το πρωτογενές δημόσιο νοσοκομείο στο Μόσυ είναι το Περιφερειακό Νοσοκομείο Μαουένζι (Mawenzi Regional Hospital), το οποίο λίγο πριν το 1920, ξεκίνησε ως ένα μικρό ιατρείο για τους Γερμανούς στρατιώτες και το 1956, έγινε νοσοκομείο. Το νοσοκομείο διαθέτει περίπου 300 κλίνες, αλλά είναι σοβαρά υποχρηματοδοτούμενο. Στα τέλη του 2010, ανεστάλησαν επ'αόριστον οι χειρουργικές του υπηρεσίες από την κυβέρνηση και την επιτροπή Επιθεώρησης ιδιωτικών νοσοκομείων του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας της Τανζανία (Government and Private Hospitals Inspection Committee of the Tanzanian Ministry of Health and Social Welfare). Η επικεφαλής της επιτροπής, Dr. Pamella Sawa είπε, "Κατά την επιθεώρηση μας, επιθεωρήσαμε την αίθουσα θεάτρου του Νοσοκομείου Μαουένζι και το βρήκαμε πολύ βρώμικο, χωρίς επαρκεί εξαερισμό, κατάσταση η οποία δεν είναι μόνο επικίνδυνη για τον ασθενή αλλά και για τον / την συνοδό-φροντιστή του / της ...."[23] Το νοσοκομείο περιλαμβάνει Κέντρο Περίθαλψης και Μεταχείρισης για τους ανθρώπους που ζουν με HIV / AIDS. Το τμήμα φυσικής θεραπείας του νοσοκομείου, έχει ένα πρόγραμμα εκμάθησης σπουδαστών σε συνεργασία με τη Νορβηγία, στο οποίο Νορβηγοί δευτεροετής και τριτοετής σπουδαστές φυσιοθεραπείας προσέρχονται ως βραχυπρόθεσμοι μαθητευόμενοι.
Ο δήμος του Μόσι έχει άλλα θεσμικά όργανα και φορείς, όπως τον Οργανισμό Ανάπτυξης Μικρών Βιοτεχνιών (Small Industries Development Organization), το Τράστ Βιομηχανικής Ανάπτυξης του Κιλιμαντζάρο (Kilimanjaro Industrial Development Trust), το Ινστιτούτο Επιμόρφωσης Βιομηχανικών Επίπλων (Furniture Industry Training Institute), το Moshi Memorial Stadium και ένα μικρό αεροδρόμιο.
Η κύρια αγορά στο Μόσι είναι γνωστή ως Soko La Kati (σόκο λα κάτι = κεντρική αγορά). Το Μόσι έχει επίσης μια μεγάλη, υπαίθρια αγορά γνωστή ως Kiboriloni. Η αγορά, η οποία είναι χαλαρά δομημένη, έχει εδώ και δεκαετίες ένα περιφερειακό κέντρο για τα βασικά προϊόντα, όπως είδη ένδυσης, εμπορεύματα, φρέσκα τρόφιμα και είδη οικιακής χρήσης. Λειτουργεί τέσσερις ημέρες την εβδομάδα. Οι περισσότεροι από τους φορείς είναι κάτοικοι της περιοχής.
Το Μόσι, έχει προγραμματισμένες αεροπορικές πτήσεις με την υπόλοιπη Τανζανία καθώς και με άλλες χώρες, μέσω του Διεθνούς Αεροδρομίου του Κιλιμαντζάρο (Kilimanjaro International Airport), το οποίο λειτουργεί από την Εταιρεία Ανάπτυξης του Αεροδρομίου του Κιλιμάντζαρο (Kilimanjaro Airport Development Company) και βρίσκεται στην περιοχή Hai κατά μήκος της εθνικής οδού Μόσι-Αρούσα. Αρκετές διεθνείς και εγχώριες αεροπορικές εταιρείες λειτουργούν εκεί, συμπεριλαμβανομένης της KLM, Condor, RwandAir, Fly540, Ethiopian Airways, Kenya Airways, Precision Air Services,[24] Turkish Airlines και της Qatar Airways.[25]
Το Μόσι φιλοξενεί διάφορα προγράμματα πολιτιστικού τουρισμού, που δραστηριοποιούνται στις χαμηλότερες πλαγιές του κοντινού Όρους Κιλιμαντζάρο. Το Μόσι χρησιμεύει επίσης ως βάση πολλών εξορμήσεων στο βουνό, με ορειβάτες που διαμένουν σε κοντινά ξενοδοχεία και που απασχολούν τους κατοίκους της περιοχής ως οδηγούς, αχθοφόρους και μάγειρες.
Για την προώθηση του τουρισμού στο δήμο, το 2002 ιδρύθηκε ο Μαραθώνιος του Κιλιμαντζάρο και σήμερα πραγματοποιείται κάθε χρόνο στα τέλη Φεβρουαρίου ή στις αρχές Μαρτίου. Ο αγώνας είναι μέλος του Συνδέσμου Διεθνών Μαραθωνίων και Αγώνων εξ'Αποστάσεως. Το 2014, 304 άτομα τερμάτισαν τα 42,2 χιλιόμετρα (26,2 μίλια) του πλήρους μαραθώνιου[26][27] και 2.273 άτομα τερμάτισαν τα 21,1 χιλιόμετρα (13,1 μίλια) του μισού μαραθώνιου.[28] Ο αγώνας περιλαμβάνει επίσης μία διαδρομή διασκεδαστικού τρεξίματος 5 χλμ. Εκτός από την προώθηση του τουρισμού, ο αγώνας προωθεί το άθλημα στην Τανζανία και έχει την επίσημη υποστήριξη του Γραφείου Τουρισμού της Τανζανία, Αθλητισμός της Τανζανία και την Παγκόσμια Ομοσπονδία Κλασικού Αθλητισμού.[29]
Υπάρχει επίσης μια σειρά από μεταποιητικές βιομηχανίες, συμπεριλαμβανομένων της TPC Ltd., εμφιαλώσεις Bonite (Bonite Bottlers Ltd.) Ζυθοποιίες Σερενγκέτι (Serengeti Breweries Ltd.), Ζυθοποιίες Τανζανία (Tanzania Breweries Ltd.), Kibo Match Group Inc., African Mosfly Industries, Ltd., Union Service Stores και Imara Wood Productions Company Ltd. Υπάρχουν πολλά εργαστήρια μεταλλουργίας, όπως η Simon Engineering, Press Forge και η CFW Moshi. Το Μόσι είναι ο οικοδεσπότης σε μια σειρά από δραστηριότητες αγροτο-βιομηχανίας που περιλαμβάνει μια σειρά από πράσινα αγροκτήματα για άνθη και λαχανικά. Επιπλέον το Μόσι, φιλοξενεί ένα εργοστάσιο παρασκευής καφέ (Milcafe Ltd.), το οποίο ειδικεύεται στην ανάμειξη και συσκευασία του τσαγιού μαζί με την ωρίμανση, άλεση και συσκευασία του καφέ.
Το χαμηλότερο υψόμετρο και το ξηρότερο κλίμα του Μόσι, σημαίνει ότι οι κύριες καλλιέργειες που φύονται στις υψηλότερες πλαγιές του όρους Κιλιμαντζάρο, όπως καφές και μπανάνες[30] δεν ευδοκιμούν εκεί. Τα περίχωρα του Μόσι είναι γνωστά για τις εκτεταμένες καλλιέργειες του αραβοσίτου και των φασολιών, καλλιεργούνται μία φορά το χρόνο κατά τη διάρκεια της μακράς περιόδου των βροχών (γνωστής στα Σουαχίλι ως "masika"). Επιπλέον, η Εταιρεία Tanganyika Planting Company λειτουργεί μια πολύ μεγάλη φυτεία ζαχαροκάλαμου και εταιρεία 20 χιλιόμετρα (12 μίλια) νότια της πόλης Μόσι.[31]
Το 1893, Ρωμαιοκαθολικοί ιεραπόστολοι εισήγαγαν στην περιοχή, την καλλιέργεια του καφέ Αράμπικα (Arabica coffee).[26][27] Το 1929, ιδρύθηκε η Τοπική Συνεταιριστική Ένωση Κιλιμαντζάρο (KNCU) (Kilimanjaro Native Cooperative Union) από τον περιφερειάρχη (Charles Cecil Farquharson Dundas).[26] Ο σκοπός του ήταν να επιτρέψει στους καλλιεργητές καφέ Chagga να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις στις παγκόσμιες αγορές με τους Ευρωπαίους καλλιεργητές.[26] Η KNCU συλλέγει καφέ από 96 κοινωνίες χωριών, που εκπροσωπούν πάνω από 150.000 αγρότες μικρής κλίμακας.Η KNCU χειρίζεται μεταξύ 50 και 70 τοις εκατό των καλλιεργειών καφέ στην περιοχή και εμπορεύεται πάνω από 5.250 τόνους καφέ Αράμπικα ή περίπου το 11% της εθνικής παραγωγής.
Το Μόσι έχει ένα τροπικό υγρό και ξηρό κλίμα. Οι καιρικές του συνθήκες κυριαρχούνται όλο το χρόνο από τη ροή των μουσώνων. Οι βορειοανατολικοί μουσώνες κυριαρχούν από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Μάρτιο και συνοδεύεται από τις υψηλότερες θερμοκρασίες του έτους. Οι νοτιοανατολικοί μουσώνες κυριαρχούν από τον Ιούνιο μέχρι το Σεπτέμβριο. Μοναδική μεταξύ των μουσώνων του κόσμου και οι δύο μουσώνες στην Τανζανία είναι αποκλίνουσες σε χαμηλά επίπεδα, ρηχά (κατά μέσο όρο, σε βάθος μόλις 2 χλμ.) και καλυμμένο με αναστροφή και ξηρό, υποχωρώντας αέρα. Οι παράγοντες αυτοί οδηγούν σε ελαφρές ή ασήμαντες βροχοπτώσεις όλο το χρόνο εκτός από τη διάρκεια των μεταβατικών περιόδων μεταξύ των μουσώνων.[32][33]
Το υψόμετρο του Μόσι κρατά τις θερμοκρασίες χαμηλότερες απ'ότι στις γύρω πόλεις, ακόμη και χωρίς τις θαλάσσιες επιδράσεις που απολαμβάνει μια παράκτια πόλη. Η θερμοκρασία τη νύχτα είναι σχετικά σταθερή, καθ'όλο το χρόνο, κατά μέσο όρο 15 με 17 βαθμούς Κελσίου. Το Μόσι έχει σημαντικά θερμότερη ημερήσια θερμοκρασία από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάρτιο, όταν κατά μέσο όρο οι υψηλές θερμοκρασίες ξεπερνούν τους 30 βαθμούς Κελσίου και αισθητά πιο δροσερές πρωινές θερμοκρασίες από το Μάιο έως τον Αύγουστο, όταν υψηλές μέσες θερμοκρασίες είναι 25 με 26 βαθμούς Κελσίου.
Οι πιο βροχεροί μήνες του Μόσι, είναι από τον Μάρτιο μέχρι τον Μάιο, όταν πέφτει περίπου το 71% της ετήσιας βροχόπτωσης.
Κλιματικά δεδομένα του Μόσι (Moshi). | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 33 (91) |
33 (91) |
32 (90) |
29 (84) |
26 (79) |
25 (77) |
25 (77) |
26 (79) |
28 (82) |
31 (88) |
31 (88) |
32 (90) |
29,3 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | 17 (63) |
17 (63) |
18 (64) |
19 (66) |
18 (64) |
16 (61) |
15 (59) |
15 (59) |
15 (59) |
16 (61) |
17 (63) |
17 (63) |
16,7 |
Υετός cm (ίντσες) | 3 | 5 | 11 | 35 | 23 | 3 | 2 | 1 | 1 | 2 | 6 | 5 (2) |
97 |
Πηγή: Weatherbase[34] |
Το Μόσι υπήρξε η βάση της αντιπολιτευτικής πολιτικής του αγώνα για την ανεξαρτησία.
Ο τελευταίος Mangi Mkuu (κυρίαρχος αρχηγός) των Chagga, Thomas Lenana Marealle II, του οποίου το παλάτι βρισκόταν στο Μόσι, εργάστηκε για την ανεξαρτησία της Τανγκανίκα, όταν ακόμα ήταν Επικράτεια της εμπιστοσύνης των Ηνωμένων Εθνών (United Nations trust territory) υπό Βρετανική διοίκηση. Στις 17 Ιουνίου 1957, στην ομιλία του προς το Συμβούλιο Κηδεμονιών των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Trusteeship Council), είπε ότι η Τανγκανίκα θα μπορούσε να γίνει αυτοδιοικούμενη εντός δέκα έως δεκαπέντε ετών.[35] Η ομιλία αυτή, έλαβε χώρα μία μέρα πριν από την ομιλία του Julius Nyerere στο ίδιο σώμα.[36]
Αρκετοί προεδρικοί υποψήφιοι και πρόεδροι των κομμάτων της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου του Chadema (Κόμμα για τη Δημοκρατία και την Πρόοδο - Party for Democracy and Progress), το Εθνικό Συνέδριο για την Κατασκευή και τη Μεταρρύθμιση - Mageuzi (National Convention for Construction and Reform - Mageuzi), το Εργατικό Κόμμα Τανζανίας (Tanzania Labour Party) και Demokrasia Makini, χαιρετίζουν από την Περιφέρεια Κιλιμαντζάρο που έχουν το Μόσι ως πρωτεύουσά τους.
Το 2010, ο ηττηθείς προεδρικός υποψήφιος Chadema, Willibrod Peter Slaa, έλαβε το 55,6% των ψήφων στην Αστική περιοχή του Μόσι σε σύγκριση με το 43,5% του εθνικού νικητή, Jakaya Mrisho Kikwete του κόμματος Chama cha Mapinduzi.[37]
Η κοινοβουλευτική έδρα της Αστικής περιοχής του Μόσι, είναι μία από τις λίγες έδρες στη χώρα, που κρατείται από ένα πολιτικό κόμμα της αντιπολίτευσης, συνεχώς, από τις πρώτες πολυκομματικές εκλογή του 1995. Το 2010, ο υποψήφιος βουλευτής Chadema Philemon Kiwelu Ndesamburo, εξελέγη στο γραφείο, με το 62,3% των ψήφων.[38]
Από το Μάιο του 2012, έξι από τις επτά ειδικές θέσεις στο Δημοτικό Συμβούλιο του Μόσι, κατέχονται από μέλη του κόμματος Chadema.[39]