Νεανικές αυτοκτονίες είναι το φαινόμενο κατά το οποίο νεαρά άτομα, δηλαδή άτομα κάτω από την ηλικία ενηλικίωσης, τερματίζουν σκοπίμως τη ζωή τους. Τα ποσοστά σε αυτοκτονίες και σε απόπειρες αυτοκτονιών των νέων στις δυτικές κοινωνίες και σε άλλες χώρες είναι υψηλά. Οι απόπειρες αυτοκτονίας των νέων είναι πιο συχνές στα κορίτσια, αλλά οι έφηβοι άνδρες είναι αυτοί που συνήθως αυτοκτονούν.[1] Τα ποσοστά αυτοκτονιών στους νέους σχεδόν τριπλασιάστηκαν μεταξύ των δεκαετιών του 1960 και του 1980.[2] Για παράδειγμα, στην Αυστραλία η αυτοκτονία είχε τη δεύτερη θέση μετά τα τροχαία ατυχήματα ως αιτία θανάτου σε ηλικίες 15-25 ετών.[3]
Στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας, το ποσοστό αυτοκτονιών είναι η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου εφήβων μεταξύ 10-14 ετών και η τρίτη κύρια αιτία θανάτου για άτομα μεταξύ 15-19 ετών.[4] Το 2021, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής, η Αμερικανική Ακαδημία Ψυχιατρικής για παιδιά και εφήβους και η Ένωση Νοσοκομείων Παίδων εξέδωσαν κοινή δήλωση ανακοινώνοντας κρίση ψυχικής υγείας στους νέους της χώρας.[5] Οι επισκέψεις στα επείγοντα για θέματα ψυχικής υγείας έχουν αυξηθεί δραματικά, ειδικά μετά την πανδημία COVID-19.[6]
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από την Επιτροπή για τα Παιδιά και τους Νέους και το Child Guardian το 2007, το 39% των εφηβικών αυτοκτονιών αποτελείται από νέους που έχασαν κάποιον με επιρροή ή σημασία για αυτούς. Η Επιτροπή ονομάζει το φαινόμενο μεταδοτικότητα της αυτοκτονίας και προειδοποιεί σχετικά με τη σημασία της προστασίας των νέων και των κοινοτήτων.
Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι έφηβοι που κινδυνεύουν να αυτοκτονήσουν είναι η αδυναμία να λάβουν ψυχιατρική παρακολούθηση όταν χρειάζεται.[7] Μια έρευνα στις αρχές του 2020 δείχνει ότι σε σύγκριση με τους μεγαλύτερους εφήβους, οι νεότεροι έφηβοι συμφωνούν στο ότι ο αυξημένος διαδικτυακός εκφοβισμός και η απόγνωση είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες που οδηγούν σε εφηβικές αυτοκτονίες.[8] Μια μελέτη αναφέρει: «Στους εφήβους, η κατάθλιψη θεωρείται βασική –αν όχι η βασικότερη– αιτία εφηβικών αυτοκτονιών».[9] Παράγοντες και κίνδυνοι που συμβάλλουν στην αυτοκτονία των νέων είναι η ακαδημαϊκή πίεση, η κατανάλωση αλκοόλ, η απώλεια μιας σημαντικής σχέσης, η συχνή αλλαγή κατοικίας και τα ερνητικά οικογενειακά πρότυπα.[10] Ο εκφοβισμός είναι από τις βασικές αιτίες εφηβικών αυτοκτονιών, μαζί με την κακοποίηση. Οι γκέι έφηβοι ή όσοι δεν είναι σίγουροι για τη σεξουαλική τους ταυτότητα είναι πιο πιθανό να αυτοκτονήσουν, ιδιαίτερα εάν έχουν υποστεί εκφοβισμό ή παρενόχληση. Διάφορες εκστρατείες έχουν ξεκινήσει με την ελπίδα να δώσουν στους εφήβους ελπίδα και να καταργήσουν το αίσθημα της απομόνωσης.
Έχει αποδειχθεί ότι η έλλειψη ελέγχου των παρορμήσεων διαφοροποιεί τους εφήβους που αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν από μια ομάδα ελέγχου εφήβων με κάποια οξεία ασθένεια (Slap, Vorters, Chaudhuri, & Centor, 1988). Ωστόσο, η παρορμητικότητα δεν χαρακτηρίζει όλους όσους αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν (Patsiokas, Clum, & Luscomb, 1979). Αντίθετα, η παρορμητικότητα μπορεί να είναι σημαντική για τον εντοπισμό ομάδων υψηλού κινδύνου.
Οι νέοι που εμπίπτουν στην κατηγορία των σεξουαλικών μειονοτήτων διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης και αυτοτραυματισμών. Μεταξύ των νέων που ανήκουν σε σεξουαλικές μειονότητες, κατά μέσο όρο, το 28% εξηγεί ότι έχει εμπειρία σε αυτοκτονικές ενέργειες ή/και σκέψεις.[11] Οι λεσβίες και οι γκέι άντρες είναι οι ομάδες με τις περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν αρνητικές εμπειρίες, γεγονός που οδηγεί σε υψηλότερη πιθανότητα ανάπτυξης αυτοκτονικών σκέψεων σύμφωνα με τους επαγγελματίες ψυχικής φροντίδας.[11] Παρόμοια υψηλές τάσεις προς την αυτοκτονία παρατηρούνται και στην περίπτωση της αμφιφυλοφιλίας.[11] Οι νέοι που αποτελούν σεξουαλικές μειονότητες αναφέρουν επίσης υψηλότερη συχνότητα κατάχρησης ουσιών σε σύγκριση με τους ετεροφυλόφιλους νέους.[11]
Η έκθεση στην αυτοκτονία, τυχόν προηγούμενες απόπειρες αυτοκτονίας και η ηλικία είναι μερικοί από τους παράγοντες που επηρεάζουν περισσότερο τα νεαρά άτομα και την πιθανότητα αυτοκτονίας τους. Η έκθεση των εφήβων στην αυτοκτονία συμμαθητών τους έχει κάνει τους ερευνητές να θεωρήσουν την αυτοκτονία μεταδοτική. Σημειώνουν πώς η έκθεση ενός παιδιού στην αυτοκτονία μπορεί να οφηγήσει σε ιδεασμό και σε απόπειρες αυτοκτονίας.[12] Προηγούμενη έκθεση μέσω απόπειρας των γονέων επίσης οδήγησε σε 3,5% αύξηση στην πιθανότητα ενός νέου να κάνει αυτοκτονικές σκέψεις, με 2,6% αυξημένες πιθανότητες να φτάσει σε απόπειρα αυτοκτονίας.[13] Η ενδοοικογενειακή βία της μπορεί να είναι μια από τις κύριες αιτίες μετάδοσης των τάσεων αυτοκτονίας μέσα σε μια οικογένεια.[14]
Οι προηγούμενες απόπειρες αυτοκτονίας παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην εκ νέου απόπειρα ενός εφήβου. Κατά μέσο όρο, έχει καταγραφεί ότι η περίοδος επανάληψης για τις απόπειρες αυτοκτονίας είναι 3,88 χρόνια.[15] Τα στοιχεία δείχνουν ότι εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο να αυτοκτονήσουν είναι εκείνοι που έχουν κάνει ήδη απόπειρα αυτοκτονίας, με την έρευνα να δείχνει ότι μπορεί να έχουν από 40 έως και 100 φορές περισσότερες πιθανότητες να αυτοκτονήσουν σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.[16]
Η ηλικία και η εμπειρία επηρεάζουν επίσης το θέμα της αυτοκτονίας. Έχει διαπιστωθεί ότι οι ενήλικες, πιο έμπειροι άνθρωποι χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να προγραμματίσουν και να επιλέξουν τον τρόπο αυτοκτονίας τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυτοκτονούν τελικά σε υψηλότερα ποσοσά από ό,τι νεότερα άτομα.[17]
Πρωταρχικοί στόχοι της πρόληψης των αυτοκτονιών είναι η παροχή βοήθειας στους επιζώντες από μια αυτοκτονία μέσω της διαδικασίας πένθους, μαζί με τον εντοπισμό όσων επιζώντων που ενδέχεται να διατρέχουν κίνδυνο από αρνητικά αποτελέσματα όπως καταθλιπτικές και αγχώδεις διαταραχές και αυτοκτονική συμπεριφορά. Καθώς το 42% των εφηβικών αυτοκτονιών σχετίζεται με τον πένθος από μια άλλη αυτοκτονία – πρέπει να γίνει περαιτέρω έρευνα για την υποστήριξη αυτής της ομάδας ανθρώπων.
Δύο πιθανοί καθοριστικοί παράγοντες για τις απόπειρες αυτοκτονίας είναι η σεξουαλική κακοποίηση και η σωματική βία που υφίστανται τα άτομα από ενήλικες.[18] Σε άτομα ηλικίας 18–25 ετών, ο λόγος απόδοσης μεταξύ σεξουαλικής κακοποίησης και σωματικής βίας από ενήλικες είναι 4,27 και 3,85[18] αντίστοιχα. Με άλλα λόγια, όσοι αυτοκτόνησαν έχουν 327% περισσότερες πιθανότητες να έχουν υποστεί σεξουαλική επίθεση στη διάρκεια της ζωής τους. Ομοίως, ένα θύμα αυτοκτονίας έχει 285% περισσότερες πιθανότητες να έχει υποστεί σωματική βία ως ενήλικας. Με βάση μια έρευνα που διεξήχθη σε Αμερικανούς μαθητές λυκείου, το 16% ανέφερε ότι έχει σκεφτεί να αυτοκτονήσει και το 8% ανέφερε ότι έκανε απόπειρα αυτοκτονίας κάποια στιγμή μέσα στους 12 μήνες πριν από τη συμμετοχή στην έρευνα.[19] Μεταξύ 1980-1994, τα ποσοστά αυτοκτονιών νεαρών μαύρων ανδρών διπλασιάστηκαν. Οι ιθαγενείς πληθυσμοί της Αμερικής και της Αλάσκας αυτοκτονούν σε υψηλότερο ποσοστό από οποιαδήποτε άλλη εθνοτική ομάδα στις Ηνωμένες Πολιτείες.[20] Στην Ινδία, το ένα τρίτο των αυτοκτονιών είναι νέοι 15–29 ετών. Το 2002 καταγράφηκαν 154.000 αυτοκτονίες στην Ινδία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου το 60 τοις εκατό των αυτοκτονιών γίνονται με όπλο. Ορισμένοι έφηβοι που ανήκουν σε ιθαγενείς πληθυσμούς της Αυστραλίας και έφηβοι που είναι γκέι ή λεσβίες διατρέχουν υψηλό κίνδυνο, ανάλογα με το περιβάλλον τους και την αυτοεκτίμησή τους. Έχουν ξεκινήσει αρκετές εκστρατείες για να τους δώσουν ελπίδα και να τους βοηθήσουν να αισθάνονται λιγότερο απομονωμένοι.
Μια οργώνωση στην Αυστραλία ανακάλυψε ότι οι νέοι που αισθάνονται ότι λαμβάνουν υποστήριξη και κατανόηση είναι λιγότερο πιθανό να αυτοκτονήσουν. Σύμφωνα με μελέτες, η διασύνδεση και η αίσθηση υποστήριξης και σεβασμού, είναι προστατευτικοί παράγοντες για τους νέους που κινδυνεύουν να αυτοκτονήσουν.
Κάποιος μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη των εφηβικών αυτοκτονιών αποθαρρύνοντας την απομόνωση, αντιμετωπίζοντας τη νεανική κατάθλιψη που σχετίζεται με την αυτοκτονία και προσέχοντας τι κάνει ή τι νιώθει ο έφηβος. [21]
Τα σχολεία μπορούν να παράσχουν περισσότερη εκπαίδευση και υποστήριξη για την πρόληψη των αυτοκτονιών. Δεδομένου ότι οι μαθητές περνούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους στο σχολείο, το σχολείο μπορεί να γίνει είτε καταφύγιο είτε πηγή αυτοκτονικών ερεθισμάτων και οι συνομήλικοι μπορούν να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό την ψυχική κατάσταση ο ένας του άλλου. Το σχολικό περιβάλλον είναι ιδανικό για την ενημέρωση των μαθητών σχετικά με την αυτοκτονία και για την παροχή άμεσης υποστήριξης.
Χώρα | Έτος δεδομένων | Ποσοστό αγοριών | Ποσοστό κοριτσιών | Σύνολο |
---|---|---|---|---|
Σρι Λάνκα | 1986 | 43,9 | 49,3 | 46,5 |
Λιθουανία | 2002 | 38,4 | 8,8 | 23,9 |
Ρωσία | 2002 | 38,5 | 8,3 | 23,6 |
Καζακστάν | 2002 | 31,2 | 10,5 | 21,0 |
Λουξεμβούργο | 2002 | 23,5 | 8,2 | 16,0 |
Νέα Ζηλανδία | 2000 | 22,3 | 8,2 | 15,3 |
Ελ Σαλβαδόρ | 1993 | 13,2 | 15,8 | 14,5 |
Λευκορωσία | 2001 | 23,6 | 3,9 | 14,0 |
Εσθονία | 2002 | 24,1 | 1,9 | 13,2 |
Τουρκμενιστάν | 1998 | 16,6 | 8,8 | 12,8 |
Ουκρανία | 2000 | 19,6 | 4,9 | 12,4 |
Ιρλανδία | 2000 | 19,8 | 4,3 | 12,3 |
Μαυρίκιος | 2000 | 10,1 | 12,5 | 11,3 |
Νορβηγία | 2001 | 15,3 | 6,2 | 10,9 |
Καναδάς | 2000 | 16,3 | 5,2 | 10,8 |
Λετονία | 2002 | 16,9 | 4,4 | 10,8 |
Κιργιζία | 2002 | 15,2 | 4,8 | 10,0 |
Αυστρία | 2002 | 15,1 | 3,8 | 9,6 |
Τρινιντάντ και Tομπάγκο | 1994 | 8,9 | 10,5 | 9,6 |
Φινλανδία | 2002 | 15,0 | 3,8 | 9,5 |
Ουζμπεκιστάν | 2000 | 12,5 | 6,4 | 9,5 |
Βέλγιο | 1997 | 14,5 | 3,9 | 9,3 |
Κούβα | 1996 | 6,1 | 12,5 | 9,2 |
Ισημερινός | 1991 | 6,9 | 11,4 | 9,1 |
Αυστραλία | 2001 | 13,8 | 3,8 | 8,9 |
Σιγκαπούρη | 2001 | 9,2 | 7,8 | 8,5 |
Πολωνία | 2001 | 14,1 | 2,4 | 8,4 |
Ελβετία | 2000 | 12,6 | 4,0 | 8,4 |
Κροατία | 2002 | 14,0 | 2,1 | 8,2 |
ΗΠΑ | 2000 | 13,0 | 2,7 | 8,0 |
Σλοβενία | 1987 | 12,0 | 3,1 | 7,6 |
Ουγγαρία | 2002 | 11,2 | 3,8 | 7,5 |
Ιαπωνία | 2000 | 8,8 | 3,8 | 6,4 |
Ουρουγουάη | 1990 | 8,3 | 3,9 | 6,2 |
Βουλγαρία | 2002 | 9,2 | 2,3 | 5,8 |
Τσεχία | 2001 | 9,5 | 1,8 | 5,7 |
Αργεντινή | 1996 | 7,1 | 4,0 | 5,6 |
Κόστα Ρίκα | 1995 | 7,1 | 4,0 | 5,6 |
Γερμανία | 2001 | 8,7 | 2,4 | 5,6 |
Ταϊλάνδη | 1994 | 6,1 | 5,1 | 5,6 |
Κολομβία | 1994 | 6,7 | 4,2 | 5,5 |
Βενεζουέλα | 1994 | 7,1 | 3,8 | 5,5 |
Νότια Κορέα | 2001 | 5,9 | 4,9 | 5,4 |
Χονγκ Κονγκ | 1999 | 5,1 | 5,3 | 5,2 |
Γαλλία | 1999 | 7,5 | 2,5 | 5,0 |
Δανία | 1999 | 9,0 | 0,7 | 4,9 |
Ισραήλ | 1999 | 8,7 | 0,0 | 4,9 |
Ρουμανία | 2002 | 7,0 | 2,2 | 4,7 |
Ολλανδία | 2000 | 7,4 | 1,8 | 4,6 |
Σουηδία | 2001 | 5,7 | 2,8 | 4,3 |
Βραζιλία | 1995 | 5,7 | 2,6 | 4,2 |
Πουέρτο Ρίκο | 1992 | 8,3 | 0,0 | 4,2 |
Ηνωμένο Βασίλειο | 1999 | 6,5 | 1,8 | 4,2 |
Μολδαβία | 2002 | 7,1 | 1,1 | 4,1 |
Κίνα | 1999 | 3,2 | 4,8 | 4,0 |
Σλοβακία | 2002 | 5,8 | 1,9 | 3,9 |
Χιλή | 1994 | 6,2 | 1,3 | 3,8 |
Μεξικό | 1995 | 5,1 | 2,3 | 3,7 |
Ισπανία | 2000 | 5,3 | 1,4 | 3,4 |
Παναμάς | 1987 | 4,6 | 1,6 | 3,1 |
Αλβανία | 2001 | 2,8 | 3,3 | 3,0 |
Δομινικανή Δημοκρατία | 1985 | 2,7 | 3,2 | 2,9 |
Ιταλία | 2000 | 3,6 | 1,7 | 2,7 |
Βόρεια Μακεδονία | 2000 | 1,2 | 3,7 | 2,4 |
Τατζικιστάν | 1999 | 3,3 | 0,9 | 2,1 |
Πορτογαλία | 2000 | 2,6 | 0,9 | 1,8 |
Ελλάδα | 1999 | 2,7 | 0,6 | 1,7 |
Περού | 1983 | 1,3 | 0,7 | 1,0 |
Τα στοιχεία προέρχονται από το World Psychiatry, το επίσημο περιοδικό της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρείας.[22] Οι αριθμοί είναι ανά 100.000.