Στιγμιότυπο από την αναμέτρηση του 2009 | |
Άλλες ονομασίες | Ίντερ – Μίλαν |
---|---|
Τόπος | Μιλάνο, Ιταλία |
Ομάδες | ΑΚ Μίλαν ΦΚ Ιντερνατσιονάλε |
Πρώτος αγώνας | Μίλαν 2–1 Ίντερ (Κιάσο, Ελβετία, 18 Οκτωβρίου 1908) |
Στατιστικά | |
Περισσότερες νίκες | Ίντερ (90) |
Παίκτες με τις περισσότερες συμμετοχές | Πάολο Μαλντίνι (57) |
Μεγαλύτερη νίκη | Ίντερ 0-6 Μίλαν (11 Μαΐου 2001) |
Το ντέρμπι ντέλλα Μαντονίνα (ιταλικά: derby della Madonnina, κυριολεκτικά: ντέρμπι της Παναγίτσας) γνωστό και ως ντέρμπι του Μιλάνου (derby di Milano), είναι μια ποδοσφαιρική αναμέτρηση ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες της πόλης του Μιλάνου στην Ιταλία, τη Μίλαν και την Ίντερ. Μαζί με τα ντέρμπι της Ρώμης και του Τορίνο, θεωρείται από πολλούς ένα από τα μεγαλύτερα ντέρμπι μεταξύ ομάδων της ίδιας πόλης, όχι μόνο στο ιταλικό πρωτάθλημα, αλλά και παγκοσμίως.
Λαμβάνοντας χώρα το λιγότερο δύο φορές ανά περίοδο, λόγω του προγράμματος του πρωταθλήματος, αυτό το ντέρμπι έχει επεκταθεί και στο Κύπελλο Ιταλίας, το Τσάμπιονς Λιγκ, το Σούπερ Καπ Ιταλίας, καθώς και σε μικρότερου βεληνεκούς διοργανώσεις και φιλικούς αγώνες. Έχει πάρει την ονομασία «derby della Madonnina» προς τιμήν ενός από τα κυριότερα αξιοθέατα της πόλης του Μιλάνου, το άγαλμα της Παρθένου Μαρίας, το οποίο βρίσκεται στην κορυφή του Ντουόμο, το οποίο συχνά αναφέρεται ως «Μαντονίνα». Ο πρώτος αγώνας-ντέρμπι μεταξύ των δύο Μιλανέζικων συλλόγων έλαβε χώρα στον τελικό του Κυπέλλου του Κιάσο το 1908, μια ποδοσφαιρική διοργάνωση που λάμβανε χώρα στο Καντόνι του Τιτσίνο (Ελβετία), στις 18 Οκτωβρίου εκείνης της χρονιάς. Οι Rossoneri κέρδισαν με 2-1.
Στις 16 Δεκεμβρίου 1899, ο Άλφρεντ Έντουαρντς μαζί με φίλους του ίδρυσε την Milan Cricket and Football Club. Ο Έντουαρντς, ένας Βρετανός πρώην υποπρόξενος στο Μιλάνο και μια γνωστή προσωπικότητα στις υψηλές κοινωνικές τάξεις του Μιλάνου, ήταν ο πρώτος εκλεγμένος πρόεδρος της ομάδας. Αρχικά, ο σύλλογος διέθετε και τμήμα κρίκετ, με προπονητή τον Έντουαρντ Μπέρα, και ένα ποδοσφαιρικό τμήμα με προπονητή τον Ντέιβιντ Άλισον. Σύντομα η ομάδα του Μιλάνου αύξησε τη δημοτικότητά της με προπονητή τον Χέρμπερτ Κίλπιν. Το πρώτο τρόπαιο που κατέκτησε ήταν το Medaglia del Re (Μετάλλιο του Βασιλιά) τον Ιανουάριο του 1900, και η ομάδα κέρδισε αργότερα τρία εθνικά πρωταθλήματα, το 1901, το 1906 και το 1907. Ο θρίαμβος του 1901 είναι ιδιαιτέρως άξιος αναφοράς καθώς τερμάτισε το σερί κατακτήσεων της Τζένοα, η οποία ήταν η μοναδική ομάδα που να έχει κατακτήσει τον συγκεκριμένο τίτλο προ του 1901.
Το 1908, συζητήσεις πάνω στο θέμα της απόκτησης από τον σύλλογο ξένων ποδοσφαιριστών οδήγησε σε διχασμό μεταξύ των μελών της διοίκησης της ομάδας και στην ίδρυση της ΦΚ Ιντερνατσιονάλε Μιλάνο. Κατά το παρελθόν, η Ίντερ θεωρούνταν η ομάδα των αστών του Μιλάνου (με ψευδώνυμο «bauscia», μια μιλανέζικη λέξη που σημαίνει κομπορρήμονας), ενώ η Μίλαν με ψευδώνυμο «casciavit» (κατσαβίδι στην τοπική διάλεκτο), υποστηριζόταν κυρίως από την εργατική τάξη της πόλης. [1] [2] Λόγω της ευημερούσας καταγωγή τους, οι φίλοι της Ίντερ διέθεταν την "πολυτέλεια" να πηγαίνουν στο San Siro με μοτοσυκλέτα («muturèta», άλλο ένα ψευδώνυμο για τους Nerazzurri). Από την άλλη πλευρά, οι Rossoneri ήταν επίσης γνωστοί ως «tramvèe» (δηλαδή αυτοί που πήγαιναν στο γήπεδο μόνο με τα μέσα μαζικής μεταφοράς). [3] Τα τελευταία χρόνια αυτή η διαφορά έχει σχεδόν εξαφανιστεί.
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, η Ίντερ ήταν η πιο επιτυχημένη ομάδα, καθώς κατέκτησε δύο συνεχόμενες φορές το Κύπελλο Πρωταθλητριών και δύο συνεχόμενες φορές το Διηπειρωτικό Κύπελλο. Πάντως, στη διάρκεια του τέλους της δεκαετίας του 1980 και της δεκαετίας του 1990 η Μίλαν του Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν η πλέον επιτυχημένη ομάδα, με νίκες τόσο σε ιταλικές όσο και σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Τη δεκαετία του 1960 το Ντέρμπι του Μιλάνου είδε δύο μεγάλα αστέρια του ιταλικού ποδοσφαίρου να έρχονται αντιμέτωπα. Ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές της Ίντερ εκείνης της περιόδου ήταν ο Σάντρο Ματσόλα, ο γιος του παίκτη της Τορίνο Βαλεντίνο Ματσόλα (ο οποίος μαζί με τους περισσότερους εκ των συμπαικτών του, σκοτώθηκε στο αεροπορικό δυστύχημα της Ζουπέργκα του 1949, αφού πρώτα κυριάρχησε με την ομάδα του για τρεις σεζόν στο πρωτάθλημα της Σέριε Α). Το αντίστοιχό του στη Μίλαν ήταν ο Τζιάνι Ριβέρα, γνωστός και με το παρατσούκλι Golden Boy λόγω του ταλέντου του. Αυτή η περίοδος είδε να λαμβάνουν χώρα σπουδαίοι αγώνες μεταξύ των δύο ομάδων και τη μεταξύ τους αντιπαλότητα ολοένα και να αυξάνεται: ενώ η Μίλαν κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Κύπελλο τη σεζόν 1962–63, η Ίντερ την ακολούθησε με συνεχόμενες κατακτήσεις τα αμέσως επόμενα χρόνια. Η Μίλαν ξαναπήρε τον τίτλο τη σεζόν 1968–69. Στη διάρκεια αυτής της επιτυχημένης περιόδου και για τις δύο ομάδες του Μιλάνου, η Μίλαν είχε προπονητή τον Νερέο Ρόκο, ενώ η Ίντερ είχε τον Ελένιο Ερέρα, με τους δυο τους να έχουν την τύχη να προπονούν μεγάλα ονόματα του ποδοσφαίρου εκείνης της εποχής.
Η αντιπαλότητα αυτή συνεχίστηκε και στην Εθνική Ιταλίας, όπου οι δύο αυτοί παίκτες τις περισσότερες φορές δεν αγωνίζονταν μαζί στο γήπεδο, με τον ένα τις περισσότερες φορές να αντικαθίσταται από τον άλλον στο ημίχρονο. Ο Ριβέρα τελικά έχασε τη θέση του στην αρχική ενδεκάδα της ομάδας από τον Ματσόλα στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970 απέναντι στη Βραζιλία, στον οποίο οι Ιταλοί ηττήθηκαν με 1–4 από τους Λατινοαμερικάνους. Μπήκε ως αλλαγή στο παιχνίδι στο 84ο λεπτό, όταν πλέον η Ιταλία είχε οριστικά παραιτηθεί από τη διεκδίκηση του αγώνα. Πολλοί προπονητές και φίλαθλοι το είδαν αυτό ως ένα λάθος του τότε προπονητή της σκουάντρα ατζούρα Φερούτσιο Βαλκαρέτζι, καθώς πίστευαν πως το εκρηκτικό στυλ παιχνιδιού του Ριβέρα θα μπορούσε να είχε αλλάξει τον ρου της αναμέτρησης [4].
Αδιαμφισβήτητα η καλύτερη εποχή στην ιστορία της Μίλαν ήταν τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και έφτασε μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Συχνά χαιρετιζόμενη ως η μεγαλύτερη ομάδα στο Μιλάνο, η ομάδα που κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1989, υπό την τεχνική καθοδήγηση του Αρίγκο Σάκι, διέθετε παίκτες που άφησαν ιστορία στη Μίλαν όπως οι Φράνκο Μπαρέζι, Πάολο Μαλντίνι, Μάρκο φαν Μπάστεν, Ρουντ Γκούλιτ και Φρανκ Ράικαρντ μεταξύ άλλων. Η κυριαρχία της Μίλαν, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο, τη βρήκε να κατακτά τέσσερις τίτλους πρωταθλητή και τρία Ευρωπαϊκά Κύπελλα (τερματίζοντας φιναλίστ άλλες δύο φορές) το διάστημα μεταξύ 1989 και 1996. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Ίντερ κατάφερε να τερματίσει μια φορά δεύτερη πίσω από τη Μίλαν στη βαθμολογία, τη σεζόν 1992-93, και να κατακτήσει δύο Κύπελλα ΟΥΕΦΑ.
Η μακρά αναμονή της Ίντερ για την κατάκτηση ενός πρωταθλήματος ξεκίνησε από το 1989, λαμβάνοντας τέλος το 2006 (αν και με, μάλλον, ανορθόδοξο τρόπο), όταν λόγω της εμπλοκής της Γιουβέντους στο σκάνδαλο Calciopoli της αφαιρέθηκε ο τίτλος της πρωταθλήτριας Ιταλίας της σεζόν 2005–06 (μαζί με την αφαίρεση βαθμών από τη Μίλαν στην τελική βαθμολογική κατάταξη του πρωταθλήματος) και δόθηκε στην Ίντερ, η οποία είχε τερματίσει τρίτη εκείνη τη σεζόν πίσω από Γιουβέντους και Μίλαν. Αυτό θεωρήθηκε από πολλούς ως μια παράλογη απόφαση καθώς και ο τίτλος της προηγούμενης σεζόν (2004-05) που είχε κατακτηθεί επίσης από τη Γηραιά Κυρία της αφαιρέθηκε, χωρίς να αποδοθεί σε καμία άλλη ομάδα - κάτι που πολλοί πίστευαν πως έπρεπε να είχε γίνει και με τον τίτλο της σεζόν 2005-06. Επιπλέον, η Ίντερ κατέκτησε το πρωτάθλημα της Σέριε Α του 2007, σε μια σεζόν όπου η Γιουβέντους υποβιβάστηκε από την πρώτη κατηγορία (με την Ίντερ να εκμεταλλεύεται το γεγονός για να αποκτήσει πολλά από τα βασικά στελέχη της ομάδας της Γιουβέντους που είχε κατακτήσει το προηγούμενο πρωτάθλημα), και η Μίλαν, ως τιμωρία, ξεκίνησε τη σεζόν με αφαίρεση βαθμών, με ένα εκπληκτικό σερί συνεχόμενων νικών που έφτασε τις 17, σε ένα αισθητά αποδυναμωμένο πρωτάθλημα, κερδίζοντας ταυτόχρονα και τους δύο αγώνες της απέναντι στους Ροσονέρι. Πάραυτα, στη διάρκεια της ίδιας σεζόν, η Μίλαν κατέκτησε το έβδομό της Κύπελλο Ευρώπης/ UEFA Champions League, επικρατώντας της Λίβερπουλ στον τελικό που έλαβε χώρα στο ΟΑΚΑ της Αθήνας.
Καθώς το ιταλικό πρωτάθλημα άρχισε σταδιακά να συνέρχεται από το σκάνδαλο των στημένων αγώνων, η Ίντερ συνέχισε τις επιτυχίες της, κατακτώντας όλα τα πρωταθλήματα μέχρι και τη σεζόν 2009-10, στην οποία εξασφάλισε τον τίτλο την τελευταία αγωνιστική της σεζόν. Εκείνη τη σεζόν η Ίντερ έγινε η πρώτη ιταλική ομάδα που κατακτά το τρεμπλ. Εκτός από το πρωτάθλημα, η Ίντερ κατέκτησε και το Κύπελλο Ιταλίας, καθώς και τον πρώτο της τίτλο στο Τσάμπιονς Λιγκ από το 1965 και την περίοδο του Ελένιο Ερέρα. Την επόμενη όμως σεζόν, η Μίλαν, με την απόκτηση αρκετών παικτών, μεταξύ αυτών και του πρώην επιθετικού της Ίντερ Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, επανέκτησε το Scudetto, το 18ο της συνολικά, οδηγώντας τη βαθμολογική κατάταξη του πρωταθλήματος από τον Νοέμβριο μέχρι και το τέλος της σεζόν. Εκείνη τη σεζόν η Μίλαν κέρδισε και τους δύο αγώνες της με τους Νερατζούρι, κρατώντας απόρθητη την εστία της και στις δύο αναμετρήσεις.
Οι δύο ομάδες του Μιλάνου έχουν αναμετρηθεί μεταξύ τους σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις την τελευταία 20ετια (2003-2023) τρεις φορές. Στις δύο πρώτες νικητές ήταν οι Rossoneri. Στα ημιτελικά της σεζόν 2002-03 στο Τσάμπιονς Λιγκ, και τα δύο ντέρμπι τελείωσαν με ισόπαλο αποτέλεσμα (0-0 και 1-1), αλλά η Μίλαν ήταν αυτή που πήρε την πρόκριση χάρη σε "εκτός έδρας" γκολ, καθώς στο δεύτερο μεταξύ τους αγώνα ήταν η φιλοξενούμενη, έστω τυπικά καθώς και οι δύο αναμετρήσεις διεξήχθησαν στο Σαν Σίρο. Ένα από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά ντέρμπι μεταξύ των δύο, ήταν στον επαναληπτικό αγώνα των προημιτελικών του Τσάμπιονς Λιγκ στις 12 Απριλίου 2005. Με τη Μίλαν να προηγείται με 1–0 στο σκορ χάρη σε ένα γρήγορο τέρμα του Αντρέι Σεφτσένκο και με το συνολικό σκορ στο 3-0 υπέρ της, ο διαιτητής Μάρκους Μερκ σε μια αμφισβητούμενη φάση ακύρωσε γκολ του παίκτη της Ίντερ Εστέμπαν Καμπιάσο. Τότε, οι φανατικοί οπαδοί της Ίντερ, αγανακτισμένοι με την απόφαση του Γερμανού διαιτητή άρχισαν να πετούν διάφορα αντικείμενα στον αγωνιστικό χώρο, αλλά σύντομα άρχισαν να πετούν κροτίδες.
Καθώς ο τερματοφύλακας των Ροσονέρι Ντίντα επιχείρησε να απομακρύνει ορισμένα μπουκάλια για να μπορέσει να εκτελέσει ένα ελεύθερο, μια κροτίδα εκτοξεύτηκε από το πάνω διάζωμα του γηπέδου πετυχαίνοντάς τον. Ο Μερκ διέκοψε τον αγώνα στο 74ο λεπτό. Μετά από μια 30λεπτη καθυστέρηση κατά την οποία κλήθηκαν πυροσβέστες για να σβήσουν οι διάφορες εστίες που είχαν δημιουργηθεί στον αγωνιστικό χώρο από τη ρίψη καπνογόνων και κροτίδων, ο αγώνας άρχισε ξανά. Ο Ντίντα, όμως, δεν μπορούσε να συνεχίσει, κι έτσι αντικαταστάθηκε από τον Κριστιάν Αμπιάτι. Λιγότερο από ένα λεπτό αργότερα, όμως, ο Μερκ διέκοψε οριστικά τον αγώνα έπειτα από συνεχή ρίψη αντικειμένων και καπνογόνων. Ο αγώνας τελείωσε στα χαρτιά με σκορ 3–0, με συνολικό 5–0, υπέρ της Μίλαν. Η Ίντερ υποχρεώθηκε να καταβάλει πρόστιμο ύψους €200,000 (£132,000) — το υψηλότερο πρόστιμο που έχει επιβάλει ποτέ η UEFA — και τιμωρήθηκε με ποινή αποκλεισμού της έδρας της για τα παιχνίδια της φάσης των ομίλων της σεζόν 2005–06.
Την σεζόν 2022-23 αναμετρήθηκαν σε διπλούς αγώνες για τα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ με την Ίντερ να παίρνει την πρόκριση με 2 νίκες επι της Μίλαν, και χωρίς μάλιστα να δεχτεί τέρμα (0-2 και 1-0).
Όσον αφορά τους τίτλους τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα δύο ιταλικά μεγαθήρια κρίνονται ιδιαίτερα επιτυχημένα. Ούτε λίγο ούτε πολύ, η Μίλαν επικρατεί με άνεση της Ίντερ καθώς μετρά επτά τίτλους στο Τσάμπιονς Λιγκ, δύο Κύπελλα Κυπελλούχων και πέντε ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ σε αντίθεση με την Ίντερ που έχει κατακτήσει τρεις φορές το Τσάμπιονς Λιγκ και τρεις το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ.
Κριτήριο: η νικήτρια ομάδα πέτυχε τέσσερα ή περισσότερα τέρματα με δύο ή παραπάνω τέρματα διαφορά από την ηττημένη.
* Τα περισσότερα γκολ που έχει σημειώσει η νικήτρια ομάδα στο σύνολο των ντέρμπι, καθώς και η μεγαλύτερη διαφορά τερμάτων στην ιστορία τους
|
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Υπήρξαν επίσης κι άλλα ντέρμπι για το Κύπελλο Ιταλίας, αλλά έλαβαν χώρα την περίοδο κατά την οποία ο συγκεκριμένος θεσμός δεν διέθετε ακόμη νοκ-άουτ φάση.
Ο παρακάτω πίνακας καταγράφει την ιστορία των αναμετρήσεων μεταξύ Μίλαν και Ίντερ, με ενημέρωση ως το πλέον πρόσφατο ντέρμπι, στις 22 Σεπτεμβρίου του 2024 για το πρωτάθλημα. Σ' αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται 45λεπτες φιλικές αναμετρήσεις.
Αγώνες | Νίκες Μίλαν | Ισοπαλίες | Νίκες Ίντερ | Γκολ Μίλαν | Γκολ Ίντερ | |
---|---|---|---|---|---|---|
Campionato (pre-Serie A) | 22 | 11 | 3 | 8 | 36 | 40 |
Ad hoc Campionati (1915-16 και 1943-44) | 2 | 1 | 0 | 1 | 3 | 3 |
Campionato (Serie A) | 180 | 55 | 56 | 69 | 233 | 258 |
Σύνολα Καμπιονάτο | 204 | 67 | 59 | 78 | 272 | 301 |
Coppa Italia | 27 | 10 | 8 | 9 | 34 | 27 |
Supercoppa Italiana | 2 | 1 | 0 | 1 | 2 | 4 |
UEFA Champions League | 6 | 2 | 2 | 2 | 6 | 4 |
Σύνολα επίσημων διοργανώσεων | 239 | 80 | 69 | 90 | 314 | 336 |
Μικρής σημασίας διοργανώσεις και φιλικές αναμετρήσεις | 69 | 34 | 11 | 24 | 150 | 123 |
Σύνολο | 308 | 114 | 80 | 114 | 464 | 459 |
Ομάδα | Εγχώριοι | Διεθνείς | Σύνολο | ||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Serie A | Coppa Italia |
Supercoppa Italiana |
Σύνολο Εγχώριων | Τσάμπιονς Λιγκ | Κύπελλο Κυπελλούχων | Γιουρόπα Λιγκ Κύπελλο ΟΥΕΦΑ |
Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ | Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων Διηπειρωτικό Κύπελλο |
Σύνολο Διεθνών | ||
Μίλαν | 19 | 5 | 7 | 31 | 7 | 2 | - | 5 | 4 | 18 | 49 |
Ίντερ | 20 | 9 | 8 | 37 | 3 | - | 3 | - | 3 | 9 | 46 |
Παίκτης | Ομάδα | Πρωτάθλημα | Κύπελλο | Ευρώπη | Σύνολο | |
---|---|---|---|---|---|---|
Αντρέι Σεφτσένκο [5][6][7] | Μίλαν | 11 | - | 3 | 14 | |
Τζιουζέπε Μεάτσα | Ίντερ, Μίλαν | 13 | ||||
Γκούναρ Νόρνταλ | Μίλαν | 11 | ||||
Ίστβαν Νίερς | Ίντερ | 11 | ||||
Ενρίκο Καντιάνι | Ίντερ, Μίλαν | 10 | ||||
Ζοσέ Αλταφίνι | Μίλαν | 7 | ||||
Αλεσάντρο Αλτομπέλι | Ίντερ | 7 | ||||
Ρομπέρτο Μπονινσέγκνα | Ίντερ | 7 | ||||
Μπενίτο Λορέντζι | Ίντερ | 7 | ||||
Λουί φαν Χέγκε | Μίλαν | 7 | ||||
Άλντο Μπόφι | Μίλαν | 6 | ||||
Άλντο Τσεβενίνι | Μίλαν, Ίντερ | 6 | ||||
Ατίλιο Ντεμαρία | Ίντερ | 6 | ||||
Σάντρο Ματσόλα | Ίντερ | 6 | ||||
Πιέτρο Σεραντόνι | Ίντερ | 6 | ||||
Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς | Ίντερ, Μίλαν | 5 | 1 | - | 6 | |
Ντιέγο Μιλίτο | Ίντερ | 6 | - | - | 6 | |
Κακά | Μίλαν | 5 | - | - | 5 | |
Ρονάλντο | Ίντερ, Μίλαν | 5 | - | - | 5 | |
Φιλίπο Ιντζάγκι | Μίλαν | 4 | - | - | 4 | |
Ντέγιαν Στάνκοβιτς | Ίντερ | 4 | - | - | 4 | |
Κλάρενς Ζέεντορφ | Ίντερ, Μίλαν | 4 | - | - | 4 |