Ντούλα Μουρίκη | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 17 Ιουνίου 1934[1] Αμπελόκηποι Αχαΐας |
Θάνατος | 25 Νοεμβρίου 1991[1] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα[1][2] |
Σπουδές | Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Πανεπιστήμιο του Πρίνστον |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Ιστορικός Τέχνης αρχαιολόγος[3] βυζαντινολόγος[3] καθηγήτρια πανεπιστημίου[3] |
Εργοδότης | Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο |
Η Ντούλα Μουρίκη (Αμπελόκηποι Αιγιαλείας, 17 Ιουνίου 1934 - 25 Νοεμβρίου 1991) ήταν Ελληνίδα πανεπιστημιακός. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια της Αρχιτεκτονικής Σχολής στην Ιστορία της τέχνης.[4] Έγινε γνωστή και από τον αγώνα της για τη διάσωση της βυζαντινής κληρονομιάς στην Ελλάδα. Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων και το βραβείο Χέρντερ (1987) από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης.
Ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην ιδιαίτερη πατρίδα της και το 1956 πήρε το πτυχίο από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου των Αθηνών στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Δύο χρόνια αργότερα έγινε και πτυχιούχος Γαλλικής Φιλολογίας. Την ίδια περίοδο είχε φοιτήσει με υποτροφία στη Σορβόννη και στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960 πάλι με υποτροφία στο Πρίνστον από όπου απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο στις καλές τέχνες με άριστα. Στο ίδιο πανεπιστήμιο αναγορεύτηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας το 1970 και ήταν η πρώτη γυναίκα που πέτυχε κάτι τέτοιο. Το 1971 έγινε ξανά η πρώτη γυναίκα που εξελέγη καθηγήτρια στην έδρα της Γενικής Ιστορίας της Τέχνης στην Ανωτάτη Αρχιτεκτονική Σχολή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Το σημαντικότερο ίσως έργο της είναι η μονογραφία της για τα ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου, που εκδόθηκε το 1985. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της μελέτησε τις τοιχογραφίες του Μυστρά.