Ντυμπουασία

Ντυμπουασία
Το είδος Duboisia myoporoides
Το είδος Duboisia myoporoides
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Dicotyledoneae)
Τάξη: Στρυχνώδη (Solanales)
Οικογένεια: Στρυχνοειδή (Solanaceae)
Υποοικογένεια: Νικοτιανοειδή (Nicotianoideae)
Γένος: Ντυμπουασία
(Duboisia)
R.Br.

* Το γένος ορχιδέας που ονομάσθηκε «Duboisia» από τον Κάρστεν ενωματώθηκε στο γένος μυόξανθος. Για το εξαφανισμένο είδος αντιλόπης δείτε ντυμπουασία (ζώο).


Η ντυμπουασία (λατινική και επιστημονική ονομασία Duboisia) είναι γένος δικοτυλήδονων φυτών, που περιλαμβάνει πολυετείς θάμνους και μικρά δένδρα, τα οποία μπορούν να φθάσουν σε ύψος μέχρι και 14 μέτρα. Οι ντυμπουασίες έχουν πάρα πολύ ελαφρό ξύλο και παχύ, φελλώδη φλοιό. Τα τέσσερα είδη του γένους είναι όλα ιθαγενή της Αυστραλίας, ενώ το ένα από αυτά συναντάται και στη Νέα Καληδονία.

Τα φύλλα της ντυμπουασίας είναι εναλλασσόμενα, μακρόστενα και ελλειπτικού σχήματος. Η ταξιανθία είναι σύνθετη, με μικρά λευκά άνθη, μερικές φορές με σωλήνα με μοβ λωρίδες. Το φυτό ανθοφορεί έντονα κάθε άνοιξη. Ο καρπός είναι μικρές σφαιρικές, μαύρες και χυμώδεις ράγες.

Τα είδη της ντυμπουασίας είναι τα εξής:

Αρκετοί ιθαγενείς (Αβορίγινες) της Αυστραλίας μασουλούν τα φύλλα τής D. hopwoodii, που περιέχουν νικοτίνη (σε μείγμα με στάχτη ξύλου είναι το λεγόμενο pituri) για τις διεγερτικές αρχικώς και (μετά από παρατεταμένη χρήση) καταπραϋντικές τους ιδιότητες. Τα φύλλα των ειδών Duboisia leichhardtii και Duboisia myoporoides περιέχουν επιπλέον και σκοπολαμίνη, υοσκυαμίνη, καθώς και κάποια άλλα αλκαλοειδή με φαρμακολογική δράση. Για τον λόγο αυτόν, το δενδρώδες αυτό είδος καλλιεργείται για λογαριασμό φαρμακοβιομηχανιών, ιδίως για την παραγωγή βουτυλοσκοπολαμίνης (από τη σκοπολαμίνη), ενός ισχυρού αντισπασμωδικού με περιφερειακή δράση.

Το γένος ονομάσθηκε έτσι από τον Ρόμπερτ Μπράουν προς τιμή του Λουί Ντυμπουά, συγγραφέα του Méthode éprouvée, avec laquelle on peut parvenir facilement et sans maître à connaître les plantes de l'intérieur de la France et en particulier celles des environs d'Orléans (1803).[1]