![]() Εικονογράφηση του Άρθρουρ Ράκχαμ (1935) | |
Συγγραφέας | Έντγκαρ Άλλαν Πόε |
---|---|
Τίτλος | The imp of the perverse |
Γλώσσα | Αγγλικά |
Ημερομηνία δημιουργίας | 1845 |
Ημερομηνία δημοσίευσης | 1845 |
Μορφή | διήγημα |
LC Class | OL33023086M |
![]() | |
δεδομένα ( ) |
Ο Δαίμονας της διαστροφής (πρωτότυπος τίτλος: The Imp of the Perverse) είναι διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Graham's Lady's and Gentleman's Magazine το 1845. [1]
Αναφέρεται στην ψυχαναγκαστική και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, ένα ψυχολογικό φαινόμενο που ο αφηγητής απεικόνισε μεταφορικά ως Δαίμονα της διαστροφής, μια παρόρμηση που επηρεάζει ένα άτομο να κάνει πράξεις απλώς και μόνο επειδή «δεν πρέπει».[2]
Ο αφηγητής έχει διαπράξει έναν τέλειο φόνο και δεν απειλείται από τίποτε, αλλά ξαφνικά, καταλαμβάνεται από αυτήν την παρόρμηση και ομολογεί τα πάντα.
Ο αφηγητής, που δεν κατονομάζεται, γράφει την παραμονή της εκτέλεσής του και αρχικά εξηγεί λεπτομερώς τη θεωρία του για τον Δαίμονα της διαστροφής, όπως αναφέρει την ψυχαναγκαστική, αυτοκαταστροφική παρόρμηση, που πιστεύει ότι ωθεί τους ανθρώπους να διαπράττουν πράξεις ενάντια στο προσωπικό τους συμφέρον. Αυτή η αφήγηση, που μοιάζει με δοκίμιο, παρουσιάζεται θεωρητικά, αν και ο αφηγητής παραδέχεται ότι είναι «ένα από τα πολλά, αμέτρητα θύματα» και απευθύνεται στους αναγνώστες «για να μην τον παρεξηγήσουν ή να τον περάσουν για τρελό». Στη συνέχεια εξηγεί πώς η καταδίκη του για φόνο ήταν αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς:
Ο αφηγητής εξηγεί ότι δολοφόνησε έναν άνδρα για να τον κληρονομήσει, χρησιμοποιώντας ένα κερί που εξέπεμπε δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις: το θύμα συνήθιζε να διαβάζει στο κρεβάτι το βράδυ και το δηλητηριασμένο κερί προκάλεσε τον θάνατό του, καθώς το δωμάτιο δεν αεριζόταν καλά. Αμέσως φρόντισε να εξαφανίσει όλα τα στοιχεία του εγκλήματός του, κάνοντας τον ιατροδικαστή να πιστέψει ότι ο άτυχος άνδρας πέθανε από φυσικά αίτια. Ο αφηγητής κληρονομεί την περιουσία του άνδρα και, βέβαιος ότι δεν θα συλληφθεί ποτέ, απολαμβάνει τα οφέλη της δολοφονικής του πράξης για πολλά χρόνια.[3]
Διηγείται ότι για χρόνια έζησε ανέμελα, αν και κατά καιρούς καθησύχαζε τον εαυτό του επαναλαμβάνοντας χαμηλόφωνα: «Είμαι ασφαλής». Μια μέρα, συνειδητοποίησε ότι θα παραμείνει ασφαλής μόνο αν έχει τη λογική να μην ομολογήσει το έγκλημα. Ωστόσο, μετά από αυτή την σκέψη, άρχισε να αναρωτιέται αν είναι ικανός να ομολογήσει και σταδιακά κυριεύτηκε από μια ξαφνική παρόρμηση να ομολογήσει τη δολοφονία. Τρέχει έντρομος στους δρόμους σαν τρελός για να ξεφύγει από αυτή τη σκέψη, τραβώντας την προσοχή πάνω του και κινώντας υποψίες. Όταν τελικά σταμάτησε, ένοιωσε έναν «αόρατο δαίμονα» να τον χτυπάει και αποκάλυψε το μυστικό του δημόσια, πολύ καθαρά και τόσο βιαστικά σαν να φοβόταν ότι θα τον διακόψουν. Η ομολογία του οδήγησε στη δίκη του για φόνο και καταδικάστηκε σε θάνατο με απαγχονισμό.[4]
...Στεκόμαστε στο χείλος ενός γκρεμού. Κοιτάζουμε κάτω στην άβυσσο —αρρωσταίνουμε και ζαλιζόμαστε. Η πρώτη μας παρόρμηση είναι να απομακρυνθούμε από τον κίνδυνο. Ανεξήγητα παραμένουμε... δεν είναι παρά μια σκέψη, αν και τρομακτική, μια σκέψη που παγώνει τα κόκαλα ως το μεδούλι με την αγριότητα της απόλαυσης της φρίκης. Είναι απλώς η ιδέα του τι θα νοιώθαμε κατά τη διάρκεια της πτώσης μας από τέτοιο ύψος... γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο την επιθυμούμε τόσο πολύ....