Ο Πεταλούδας (γαλλικά: Le Papillon), είναι βιογραφική δραματική ταινία του 1973 Αμερικανό-Γαλλικής παραγωγής σε σκηνοθεσία Φράνκλιν Σάφνερ και σε σενάριο του Ντάλτον Τράμπο βασισμένο στη βιογραφική νουβέλα του Γάλλου κατάδικου Ανρί Σαριέρ. Πρωταγωνιστούν ο Στηβ ΜακΚουήν και ο Ντάστιν Χόφμαν.
Επειδή γυρίστηκε σε απομακρυσμένες τοποθεσίες, η ταινία ήταν αρκετά ακριβή για την εποχή της (12 εκατομμύρια δολάρια), αλλά απέφερε κέρδη που έφτασαν τα 53,2 εκατομμύρια δολάρια από την πρώτη χρονιά της κυκλοφορίας της.[15] Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται στο τατουάζ και το ψευδώνυμο του Σαριέρ.
Παρίσι 1931. Ο Γάλλος μικροκακοποιός Ανρί Σαριέρ, γνωστός ως ο «Πεταλούδας» από ένα τατουάζ του εντόμου στο στήθος του, συλλαμβάνεται για τον φόνο ενός προαγωγού στη Μονμάρτρη. Παρά τις προσπάθειές του να πείσει την γαλλική δικαιοσύνη πως δεν ευθύνεται για το έγκλημα, καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη και στέλνεται στο Καγιέν, στην διαβόητη αποικιακή φυλακή. Τρία χρόνια μετά, επιχειρεί την πρώτη του απόδραση με πλεούμενο, και φθάνει στο Μαρακαΐμπο όπου και ζει για λίγο καιρό με τους ιθαγενείς Ινδιάνους, μέχρι που συλλαμβάνεται ξανά και κλείνεται στις φυλακές της Νήσου του Διαβόλου, και επανενώνεται με τον Ντεγκά, ο οποίος έχει εγκαταλείψει εδώ και καιρό όλες τις ελπίδες για απόδραση.
Από έναν ψηλό βράχο, ο Πεταλούδας παρατηρεί έναν μικρό όρμο όπου ανακαλύπτει ότι τα κύματα είναι αρκετά ισχυρά για να μεταφέρουν έναν άντρα στη θάλασσα και στην κοντινή ηπειρωτική χώρα. Ο Πεταλούδας παροτρύνει τον Ντεγκά να τον ακολουθήσει σε μια νέα απόδραση και εκείνος δείχνει να συμφωνεί. Καθώς οι δύο άνδρες φτιάχνουν δύο αυτοσχέδιες βάρκες από καρύδες και στέκονται στην άκρη του γκρεμού, ο Ντεγκά αποφασίζει να μην αποδράσει και παρακαλεί τον Πεταλούδα να μην το κάνει και αυτός. Ο Πεταλούδας αγκαλιάζει τον Ντεγκά για τελευταία φορά και μετά πηδά από το βράχο. Πιάνοντας την σχεδία του, καταφέρνει και βγαίνει με επιτυχία στη θάλασσα.
Ένας αφηγητής δηλώνει ότι ο Πεταλούδας κατάφερε και απέδρασε και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του ως ελεύθερος άνθρωπος.
Η ταινία γυρίστηκε σε διάφορες τοποθεσίες στην Ισπανία και την Τζαμάϊκα, με τις σκηνές της σπηλιάς να γυρίζονται κάτω από αυτό που είναι σήμερα το ξενοδοχείο Xtabi στα βράχια της Νέγκριλ.
Οι σκηνές της πόλης στην αρχή της ταινίας γυρίστηκαν στην Ονταρίμπια της Ισπανίας. Η διάσημη σκηνή της βουτιάς πάνω από τον γκρεμό του Στηβ ΜακΚουήν, κοντά στο τέλος της ταινίας έγινε από τον ίδιο στο Μάουι της Χαβάης. Ο ΜακΚουήν επέμεινε να εκτελέσει ο ίδιος την σκηνή με το άλμα στον γκρεμό. Αργότερα δήλωσε ότι ήταν «μία από τις πιο συναρπαστικές εμπειρίες της ζωής μου.» και μάλιστα πληρώθηκε με 2 εκατομμύρια δολάρια για την συμμετοχή του στην ταινία.
Επιπλέον, ο ίδιος ο συγγραφέας Ανρί Σαριέρ ενήργησε ως σύμβουλος για τις τοποθεσίες της ταινίας που ο ίδιος είχε συναντήσει κατά τη διάρκεια των ετών φυλάκισης του.
Η ταινία ήταν επιτυχημένη και κέρδισε 3.126.574 δολάρια την εβδομάδα έναρξης προβολής της.[16] Συνολικά είχε εισιτήρια στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά με εισπράξεις ύψους 21,3 εκατομμυρίων δολαρίων.[17]
Ο Ρότζερ Ίμπερτ έδωσε δύο από τα τέσσερα αστέρια του τη στιγμή της αρχικής κυκλοφορίας της ταινίας λέγοντας ότι το κύριο ελάττωμα ήταν η αποτυχία να κερδίσει το ενδιαφέρον του κοινού για τους χαρακτήρες του ΜακΚουήν και του Χόφμαν: Ξέρεις ότι κάτι πήγε στραβά όταν θέλεις ο ήρωας να ξεφύγει απλώς για να τελειώσει η ταινία.[18]
Ο Βίνσεντ Κάρμπι των The New York Times χαρακτήρισε την ταινία ένα μεγάλο, γενναίο, σκληρό, μερικές φορές ρομαντικό, μερικές φορές ανόητο μελόδραμα με το είδος της οπτικής που δεν βρίσκετε συχνά σε ταινίες.[19]
Οι κριτικές ανασκόπησης στην ιστοσελίδα Rotten Tomatoes, δίνουν βαθμολογία θετικής έγκρισης σε ποσοστό 79%, με βάση 28 κριτικές και μέση βαθμολογία 7/10.[20]
Βραβείο | Κατηγορία | Υποψήφιος | Αποτέλεσμα |
---|---|---|---|
Όσκαρ | Καλύτερη Μουσική | Τζέρι Γκόλντσμιθ | Υποψηφιότητα |
Χρυσές Σφαίρες | Καλύτερου Α' Ανδρικού Ρόλου σε Δραματική Ταινία | Στηβ ΜακΚουήν | Υποψηφιότητα |