![]() Αφίσα (1918) πριν τη προβολή της κινηματογραφικής ταινίας του Yakov Protazanov | |
Συγγραφέας | Λέων Τολστόι |
---|---|
Τίτλος | Ο πατήρ Σέργιος Отец Сергий Otets Sergiy |
Γλώσσα | Ρωσικά |
Ημερομηνία δημιουργίας | 1898 |
Ημερομηνία δημοσίευσης | 1911 |
Μορφή | Νουβέλα. |
Τόπος | Ρωσία |
![]() | |
δεδομένα ( ) |
Ο πατήρ Σέργιος (ρωσ. Отец Сергий) είναι νουβέλα του Λέων Τολστόι που τη δούλεψε τμηματικά στα έτη 1890, 1891, 1895 και 1898 και ενώ δεν συνδέεται σαν υπόθεση με την Ανάσταση, ωστόσο συνταιριάζεται μ΄αυτήν ιδεολογικά.
Αναπτύσσεται κι΄εδώ η ίδια σκέψη, όπως και στον «Διάβολο» και στη «Σονάτα του Κρώυτσερ», ότι δηλαδή ο άνθρωπος γίνεται στάχτη στη φωτιά του αισθησιακού πάθους, όταν δεν υπάρχει μια βαθύτερη, ψυχική προσέγγιση στις σχέσεις άντρα και γυναίκας. Ο αγώνας κατά της λαγνείας είναι ένα επεισόδιο μονάχα, ή μαλλον ένα σκαλοπάτι, γράφει στον εκδότη Τσερτκώφ το Φεβρουάριο 1891. Η δύναμη της νουβέλας και το κεντρικό της νόημα βρίσκονται στην επισήμανση, ότι, στην αποχώρηση από τα εγκόσμια με την πρόφαση της σωτηρίας από τους διαφόρους πειρασμούς, είναι κάτι σφαλερό στη βάση του, γιατί οι πειρασμοί μένουν,[1] αποκτούν μάλιστα μορφές αφύσικες και αποκρουστικές.[2]
Ο Νίκος Καζαντζάκης γράφει σχετικά στην Ιστορία της ρωσικής λογοτεχνίας:«Το πιο αποκαλυπτικό έργο της εποχής τούτης του Τολστόι είναι ο πατήρ Σέργιος· πίσω από τον οδυνηρό προφήτη Σέργιο ξεχωρίζεις τη σπαρακτική φυσιογνωμία του Τολστόι. Ο Σέργιος είναι αξιωματικός, φεύγει τη ματαιότητα του κόσμου, γίνεται μοναχός, μα πέφτει σε νέους, ανηθικότερους πειρασμούς. Οι άνθρωποι τον θεωρούν άγιο κι΄αυτός μέσα του κολακεύεται κι΄επιχειρεί να παίξει τον προφήτη. Όμοια κι ό Τολστόι, όπως κι ό Σέργιος, είχε αρχίσει να θεωρείται προφήτης από χιλιάδες πιστούς. Απ΄όλον τον κόσμο αποτείνονταν σ΄αυτόν και του ζητούσαν να τους δείξει το δρόμο της σωτηρίας. Η Γιάσναϊα Πολιάνα επί έτη έγινε το ψυχικό κέντρο της γης... Όσο περισσότερο έβλεπε ο Τολστόι να γίνεται ο ηθικός φάρος της ανθρωπότητας, τόσο περισσότερο υπόφερε βλέποντας πόσο ζει στην ψευτιά, πόσο δειλός είναι και δεν τολμά να εφαρμόσει ό,τι κηρύχνει»
Εκείνη πρόσεξε το χλωμό του πρόσωπο, το αριστερό του μάγουλο που έτρεμε, και ξαφνικά ένοιωσε ντροπή. Σηκώθηκε απότομα και, άρπαξε τη γούνα της, την έριξε απάνω της και τυλίχτηκε. Ξάφνου άκουσε κάτι σταλαγματιές που πέφτανε στο πάτωμα. Πρόσεξε καλύτερα κι΄ είδε το αίμα να τρέχει από το χέρι, νάχει μουσκέψει το ράσο και να σταλάζει στο πάτωμα. Πιο χλωμή κι΄ από τον ίδιο, γύρισε κοντά του και θέλησε να του μιλήσει. Αυτός όμως μπήκε αργά και ήρεμα στο καμαράκι, κλείνοντας την πόρτα από πίσω του.-Συγχωρέστέ με, είπε. Πως μπορώ να εξιλεωθώ για την αμαρτία μου! (...) Η γυναίκα άρχισε να κλαίει με λυγμούς και βγήκε από το κελί. Μπήκε στην τρόϊκα και μέχρι το σπίτι δεν πρόφερε λέξη. Το περιστατικό με την Μακόβνικα διαδόθηκε γρήγορα παντού (νυχτερινή της επίσκεψη, η αλλαγή που έγινε απότομα μέσα της και το κλείσιμο της σε μοναστήρι). Από τότε κι΄ ύστερα η φήμη του πατήρ Σέργιου συνεχώς μεγάλωνε. Άρχισαν να μαζεύονται όλο και περισσότεροι...