Οι δύο εραστές

Οι δύο εραστές
ΣυγγραφέαςΜαρία της Γαλλίας
ΓλώσσαΠαλαιά Γαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης12ος αιώνας

Οι δύο εραστές (παλαιά γαλλικά: Les Deus Amanz) είναι βρετονικό ποίημα (λαι) που γράφτηκε από τη Μαρία της Γαλλίας τον 12ο αιώνα. Είναι μέρος μιας συλλογής που περιλαμβάνει 12 σύντομα αφηγηματικά ποιήματα της γαλλικής λογοτεχνίας του Μεσαίωνα με επίκεντρο την εξύμνηση του αυλικού έρωτα και τις περιπέτειες των ηρώων σε ιπποτικό περιβάλλον, στα πλαίσια της αυλικής λογοτεχνίας. Όπως και τα άλλα ποιήματα της συλλογής, που βασίζονται στην προφορική παράδοση, είναι γραμμένο στα αγγλο-νορμανδικά, διάλεκτο των παλαιών γαλλικών, σε ομοιοκατάληκτα οκτασύλλαβα δίστιχα και διαβάζονταν ή τραγουδιούνταν στην αυλή της Ελεονόρας της Ακουιτανίας.[1]

Η ιστορία διαδραματίζεται στη Νορμανδία και πιο συγκεκριμένα στο «Βουνό των δύο εραστών». Αφηγείται την τραγική ιστορία δύο εραστών και εξηγεί τη μυθική προέλευση του ονόματος που δόθηκε στον τόπο.

Ο βασιλιάς του Πιτρ έχει μια πολύ όμορφη και ευγενική κόρη, την οποία αγαπά βαθιά. Όταν έρχεται η ώρα να παντρευτεί η κοπέλα, ο βασιλιάς καταστρώνει ένα σχέδιο: να προσφέρει την κόρη του για γάμο, και όμως να κάνει αδύνατη την επιτυχία οποιουδήποτε μνηστήρα: μόνο αυτός που θα καταφέρει να τη μεταφέρει στην αγκαλιά του έξω από την πόλη στην κορυφή του βουνού χωρίς να σταματήσει για να ξεκουραστεί, θα μπορέσει να την παντρευτεί. [2]

Οι μνηστήρες συρρέουν αλλά όλοι αποτυγχάνουν. Μερικοί φτάνουν στα μισά του βουνού, αλλά κανένας δεν φτάνει στην κορυφή. Ο νεαρός γιος ενός κόμη ερωτεύεται την πριγκίπισσα και η αγάπη τους γίνεται αμοιβαία. Ξεκινούν μια μυστική σχέση, αλλά ο νεαρός είναι πολύ αδύναμος για να περάσει τη δοκιμασία. Της προτείνει να φύγουν κρυφά αλλά αυτή αρνείται, μη θέλοντας να στενοχωρήσει τον πατέρα της. Τον στέλνει σε μια θεία της στο Σαλέρνο που ξέρει από φίλτρα, για να τον προμηθεύσει με ένα φίλτρο ώστε να αυξήσει τη δύναμή του και να κερδίσει τη δοκιμασία. [3]

Ο νεαρός κόμης επιστρέφει γρήγορα και κάνει πρόταση γάμου, ο βασιλιάς καλεί τους υπηκόους του να παρακολουθήσουν το γεγονός. Η πριγκίπισσα αρχίζει να μην τρώει για να ελαφρύνει το βάρος της. Έρχεται η μέρα της δοκιμασίας και το αγόρι ξεκινά την ανάβασή του, μεταφέροντάς την. [4]Παρασυρμένος από τον ενθουσιασμό και τον έρωτα, νιώθει την καρδιά του γεμάτη σφρίγος και αρνείται να πάρει το φίλτρο. Φτάνει στην κορυφή χωρίς να ξεκουραστεί, αλλά εκεί πέφτει νεκρός από την εξάντληση. Μη μπορώντας να τον ξαναζωντανέψει, η κοπέλα πετάει το φίλτρο, το οποίο πέφτει στη γη και την κάνει γόνιμη. Στη συνέχεια, πεθαίνει από θλίψη δίπλα στον αγαπημένο της. Οι δύο εραστές είναι θαμμένοι στην κορυφή του βουνού και στην ανάμνησή τους, όπως γράφει η ποιήτρια, ο τόπος ονομάστηκε «Το βουνό των δύο εραστών».[5]

Είναι το μόνο ποίημα της συλλογής που δεν διαδραματίζεται στη Βρετάνη ή τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά στη Νορμανδία.Το βουνό που αναφέρεται στο ποίημα είναι μια πραγματική τοποθεσία που υπάρχει ακόμη και σήμερα κοντά στην κοινότητα Πιτρ στον νομό Ερ απέναντι από τη συμβολή του Σηκουάνα και του Αντέλ. Η ιστορία για τους δύο εραστές είναι προφανώς μια εκδοχή της τοπικής ιστορίας που επινοήθηκε για να εξηγήσει το όνομα του βουνού και υποδηλώνει το ενδιαφέρον της ποιήτριας για την προφορική παράδοση. [6]