Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Συντεταγμένες: 51°13′2″N 4°24′33″E / 51.21722°N 4.40917°E
Οικία - Μουσείο Ρούμπενς | |
---|---|
Είδος | ιδιωτικό μέγαρο[1], μουσείο[2] και artist's house |
Αρχιτεκτονική | αναγεννησιακή αρχιτεκτονική και μπαρόκ αρχιτεκτονική[1] |
Διεύθυνση | Wapper 9-11 και Wapper 9[2] |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 51°13′2″N 4°24′34″E |
Διοικητική υπαγωγή | Αμβέρσα[2] |
Τοποθεσία | District of Antwerp |
Χώρα | Βέλγιο[2] |
Έναρξη κατασκευής | 1509[1] |
Ολοκλήρωση | 1946 |
Ιδιοκτήτης | Αμβέρσα και Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς[1] |
Αρχιτέκτονας | Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, Emiel Van Averbeke[1], Victor Blommaert[1], Edward Deckers[1], Arthur Dupon[1], Lucas Faydherbe[1], Joseph Hertogs[1], Willy Kreitz[1] και Leopold Van Esbroeck[1] |
Προστασία | Βελγικό πολιτιστικό μνημείο[3] |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Η Οικία - Μουσείο Ρούμπενς (φλαμ. Rubenshuis), όπου έζησε με την οικογένειά του τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής του (1610 - 1640) και μέχρι το θάνατό του ο μεγάλος Φλαμανδός ζωγράφος Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς (Peter Paul Rubens, 1577 - 1640), βρίσκεται στον πεζόδρομο της οδού Βάππερ (Wapper) αριθ. 9-11, μια πάροδο της κεντρικής εμπορικής λεωφόρου Μέιρ (Μeir), στην Αμβέρσα (Antwerpen) του Βελγίου.
Ο Ρούμπενς γεννήθηκε το 1577 στο Ζίγκεν της Βεστφαλίας (Siegen, Westphalia) στη Γερμανία, όπου είχε εκπατριστεί η οικογένειά του, εξαιτίας των θρησκευτικών διωγμών που ξέσπασαν στη Φλάνδρα το 1568. Ο Καλβινιστής πατέρας του Γιαν Ρούμπενς, δικηγόρος και πρώην δημοτικός σύμβουλος της Αμβέρσας, πέθανε αυτοεξόριστος στην Κολωνία το 1587 και η μητέρα του, με τα τέσσερα παιδιά της, ξαναγύρισε στην Αμβέρσα.
Το 1600, ο Ρούμπενς, μέλος ήδη της συντεχνίας των ζωγράφων της Αμβέρσας, ξεκίνησε για το ταξίδι στην Ιταλία για "να σπουδάσει από κοντά τα έργα των παλιών και σύγχρονών του ζωγράφων". Τον Οκτώβριο του 1608 επέστρεψε στην Αμβέρσα λόγω της ετοιμοθάνατης μητέρας του.
Λίγο μετά το θάνατο της μητέρας του, ο Ρούμπενς μπήκε στην υπηρεσία των Ισπανών Αψβούργων Αλβέρτου και Ισαβέλλας, αντιβασιλέων της Φλάνδρας. Εγκαταστημένος πια μόνιμα στην Αμβέρσα, νυμφεύθηκε τον Οκτώβριο του 1609 την Ισαμπέλλα Μπραντ (Isabella Brant), κόρη του διάσημου ουμανιστή της Αμβέρσας Γιαν Μπραντ. Το Δεκέμβριο του 1630, τέσσερα χρόνια μετά το θάνατο της Ισαβέλλας Μπραντ (1626), ο Ρούμπενς νυμφεύθηκε τη δεκαεξάχρονη Έλενα Φουρμάν (Helena Fourment, 1614 - 1673), που απεικονίζεται συχνά στα έργα του.
Ο Ρούμπενς πέθανε στην Αμβέρσα το Μάιο του 1640 σε ηλικία 63 ετών από καρδιακή προσβολή και ενταφιάστηκε στο οικογενειακό παρεκκλήσι πίσω από την Αγία Τράπεζα στην Εκκλησία του Αγίου Ιακώβου (Sint-Jacobskerk) της Αμβέρσας.
Μετά την επιστροφή του από το εκπαιδευτικό του ταξίδι στην Ιταλία (1600 - 1608), ο Ρούμπενς και η πρώτη σύζυγός του Ισαβέλλα Μπραντ αγοράζουν την 1η Νοεμβρίου του 1610 στη σημερινή οδό Ουάπερ (Wapper) της Αμβέρσας μια παραδοσιακή φλαμανδικού τύπου κατοικία. Ο Ρούμπενς επεξέτεινε στα επόμενα χρόνια σε δικά του σχέδια το σπίτι αυτό, με την προσθήκη μιας θριαμβικής αψίδας, ενός ημικυκλικού θόλου στο χώρο της Πινακοθήκης του διακοσμημένου με αγάλματα, ο οποίος μιμείται το Πάνθεον της Ρώμης, ενός ευρύχωρου εργαστηρίου (studio), ως χώρου δουλειάς του, καθώς και ένα κομψό κιόσκι (pavillion) στον καλοσχεδιασμένο κήπο του.
Η όλη κατασκευή προσέδιδε στην οικία του Ρούμπενς την όψη ενός ιταλικού "παλάτσο' (palazzo), με επιρροές από την κλασική αρχαιότητα και την Ιταλική Αναγέννηση. Ήταν ένα από τα ωραιότερα μπαρόκ μέγαρα στις Κάτω Χώρες. Στέγαζε τις αρχαιότητες που είχε συλλέξει ο Ρούμπενς: ζωγραφικούς πίνακες, αγάλματα, καμέες, νομίσματα και κοσμήματα από την Ιταλία.
Η κομψή μπαρόκ πρόσοψη και το μπαρόκ περιστύλιο, που στη ζωφόρο του υπάρχουν σκηνές από την ελληνική μυθολογία, αποτελούν τα παλαιότερα σωζόμενα σήμερα μέρη του φλαμανδικού κτηρίου, που ανάγονται στην εποχή του Ρούμπενς. Στο ψηλοτάβανο εργαστήριο, ο Ρούμπενς, με τη βοήθεια των μαθητών του, ζωγράφισε περίπου 2.500 πίνακες.
Στο σπίτι αυτό συγκεντρώνονταν φίλοι, συλλέκτες, επιστήμονες και πλούσιοι προστάτες του Ρούμπενς για να θαυμάσουν τις περίφημες συλλογές του με έργα τέχνης δικά του ή σύγχρονών του καλλιτεχνών. Ανάμεσά τους οι αρχιδούκες της Ισπανίας Αλβέρτος και Ισαβέλλα. Εδώ πέθανε η πρώτη γυναίκα του Ισαβέλλα Μπραντ και η κόρη τους.
Για μερικά χρόνια μετά το θάνατο του Ρούμπενς, η δεύτερη γυναίκα του Έλενα Φουρμάν συνέχισε να ζει στο σπίτι αυτό μαζί με τα πέντε παιδιά τους. Στα 1648 - 1660, οκτώ χρόνια μετά το θάνατο του Ρούμπενς, η Έλενα Φουρμάν μίσθωσε την οικία τους στο δούκα Ουίλλιαμ Κάβεντις (William Cavendish). Ο Κάβεντις μετέτρεψε για κάποια χρόνια το στούντιο του Ρούμπενς σε σχολή ιππασίας, ενώ μετά την αναχώρησή του από την Αμβέρσα, η πρώην κατοικία του Ρούμπενς πωλήθηκε από τους κληρονόμους του.
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το σπίτι του Ρούμπενς είχε παρακμάσει, ενώ πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1937, αγοράστηκε από τον Δήμο της Αμβέρσας και εγκαινιάστηκε, ανακαινισμένο πλέον, ως μουσείο στις 21 Ιουλίου 1946.
Το Μουσείο Ρούμπενς περιέχει αριστουργηματικά έργα τέχνης με αξιόλογους πίνακες του Ρούμπενς, ζωγράφων συνεργατών του και άλλων σύγχρονών του καλλιτεχνών. Στην είσοδο του μουσείου (parlour) υπάρχουν δύο λιθογραφίες του Γιάκομπ Χάρρεβαϊν (Jacob Harrewijn, περ. 1640 - μετά το 1732), φιλοτεχνημένες 44 και 52 χρόνια αντίστοιχα μετά το θάνατο του Ρούμπενς, που αποτελούν τις παλαιότερες απεικονίσεις της κατοικίας του ζωγράφου.
Στο ισόγειο, εκεί που βρισκόταν η τραπεζαρία της οικογένειας, υπάρχει η εξαίρετη "Αυτοπροσωπογραφία" του Ρούμπενς, φιλοτεχνημένη περίπου το 1630. Η διπλανή αίθουσα, η οποία είχε διαμορφωθεί από τον ίδιο το Ρούμπενς ως πινακοθήκη των συλλογών του, διακοσμείται με έργα τέχνης του 17ου αιώνα: "Η Πινακοθήκη του Κορνέλις φαν ντερ Χέιρτ (Cornelis van der Geert), 1628" του Βίλλεμ φαν Χεχτ (Willem van Haecht, 1593 - 1637), "Ο πότης χωρικός" του Άντριεν Μπράουβερ (Adriaen Brouwer, 1605 - 1638), ένα υπέροχο αγαλματίδιο από ελεφαντόδοντο "Αδάμ και Εύα" του Γερμανού γλύπτη Γκέοργκ Πέτελ (Georg Petel) (1593 - 1633), μια τερακότα με τον "Ηρακλή" (περ. 1675-1680) του Lucas Faydherbe (1617 - 1697), διάσημου γλύπτη και πρωτομάστορα από την πόλη Μέχελεν του Βελγίου, μια μαρμάρινη προτομή του Ρωμαίου φιλοσόφου Σενέκα, έργο ρωμαϊκής εποχής του πρώτου αιώνα μ.Χ.
Στο εργαστήρι του Ρούμπενς, που βρίσκεται κι αυτό στο ισόγειο του Μουσείου, υπάρχουν δύο εξαίρετες ελαιογραφίες του Ρούμπενς: "Ο Ευαγγελισμός" (περ. 1610-28) και "Αδάμ και Εύα" (περ. 1598-1600) και ένας ακόμη πίνακας "Χωρικοί που πηγαίνουν στην αγορά" (δεκαετία του 1630) του Φρανς Σνάιντερς (Frans Snijders, 1579 - 1657) σε συνεργασία με τον Γιαν Μπούκχορστ (Jan Boeckhorst, 1604 - 1668).
Στον πρώτον όροφο του Μουσείου, όπου βρίσκονταν το υπνοδωμάτιο και τα ιδιαίτερα δωμάτια της οικογένειας του Ρούμπενς, βρίσκονται ο πίνακας του Ρούμπενς Άντονι βαν Ντάικ (1615-16) και οι προσωπογραφίες των παππούδων του Ρούμπενς από την πλευρά του πατέρα του "Βαρθολομαίος Ρούμπενς" και "Μπάρμπαρα Άρενς", φιλοτεχνημένες από τον Γιάκομπ φαν Ούτρεχτ (Jacob van Utrecht, περ. 1480-?).