Οισοφαγεκτομή ονομάζεται μία πολύπλοκη[1] και ιδιαίτερα αιματηρή χειρουργική επέμβαση, με την οποία το σύνολο ή μέρος του οισοφάγου αφαιρείται κυρίως για θεραπευτικό σκοπό και προκειμένου να σωθεί η ζωή του ασθενή, π.χ. σε περίπτωση που αυτός έχει προσβληθεί από καρκίνο, ενώ σπανιότερα εφαρμόζεται σε ανατομικές βλάβες (π.χ. οισοφάγος Barrett, ατροφία ή αχαλασία οισοφάγου), τραύματα ή εγκαύματα. Διακρίνεται σε ολική ή μερική οισοφαγεκτομή. Στην πρώτη περίπτωση εξαιρείται ολόκληρο το όργανο, ενώ στη δεύτερη παραμένει ένα μικρό του τμήμα (κολόβωμα)[2]. Εν συνεχεία, ο αφαιρεθείς οισοφάγος αντικαθίσταται από τμήμα (μόσχευμα) του στομάχου ή του εντέρου του πάσχοντα (αναστόμωση).
Η κυριότερη τεχνική αφαίρεσης του οισοφάγου επιτυγχάνεται με θωρακοτομή, όμως αρκετά συχνά αυτή μπορεί να αποφευχθεί και να υπάρξουν μόνο δύο τομές, διαμέσου των οποίων γίνεται η αφαίρεση και αντικατάσταση του οργάνου. Μετά την χειρουργική επέμβαση, είναι δυνατόν να ακολουθήσει λεμφαδενικός καθαρισμός της περιοχής και πιθανώς, χημειοθεραπεία. Λόγω της δυσκολίας της επέμβασης, αρκετές φορές παρατηρούνται μετεγχειρητικές επιπλοκές, οι οποίες είναι πιθανόν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή του εγχειρισμένου ατόμου[3]. Ο πρώτος ιατρός που ασχολήθηκε με τη χειρουργική του οισοφάγου ήταν ο Γερμανός καθηγητής χειρουργικής Θεόδωρος Μπίλλροτ (Christian Albert Theodor Billroth, 1829 - 1894)[4]