Ομπόν (お盆) ή απλά Μπον (盆) είναι μία τριήμερη Ιαπωνική βουδιστική γιορτή, κατά την οποία οι πιστοί τιμούν τα πνεύματα των νεκρών. Παρόλο, που αναφέρεται στη μνήμη των νεκρών, είναι μια χαρούμενη γιορτή, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων χορούς, πυροτεχνήματα, χάρτινα φαναράκια, άναμμα μεγάλων φωτιών.[1][2][3][4] Δεν αποτελεί επίσημη αργία στην Ιαπωνία, αλλά συνηθίζεται οι Ιάπωνες να παίρνουν άδεια από την εργασία τους και να επιστρέφουν στον τόπο καταγωγής τους, για να τιμήσουν τους προγόνους τους. Γιορτάζεται στην Ιαπωνία πάνω από 500 χρόνια και αποτελεί αφορμή για επανένωση των οικογενειών και ενδυνάμωση των οικογενειακών δεσμών. Λόγω της υιοθέτησης του Γρηγοριανού ημερολογίου κατά την περίοδο Μεϊτζί η έναρξη της γιορτής διαφέρει από περιοχή σε περιοχή στην Ιαπωνία. Το Σιτσιγκάτσου Μπον (Shichigatsu Bon) γιορτάζεται περίπου στις 15 Ιουλίου στην ανατολική Ιαπωνία (π.χ. Τόκιο, Γιοκοχάμα, περιοχή Τόχοκου). Το Χατσιγκάτσου Μπον (Hachigatsu Bon) γιορτάζεται περίπου στις 15 Αυγούστου και βασίζεται στο σεληνιακό ημερολόγιο. Το Κιού Μπον (Kyū Bon) γιορτάζεται την 15η ημέρα του έβδομου μήνα του σεληνιακού ημερολογίου και διαφέρει από χρονιά σε χρονιά. Συνήθως γιορτάζεται μεταξύ 8 Αυγούστου και 7 Σεπτεμβρίου. Το Κιού Μπον γιορτάζεται στο βόρειο μέρος των περιοχών Οκινάουα, Τσουγκόκου, Καντό, Σικόκου.[5][6][7]
Το Μπον Φεστιβάλ προέρχεται από το φεστιβάλ των πνευμάτων της Κίνας. Το όνομα Μπον ή Ομπόν είναι συντομογραφία της σανσκριτικής λέξης «ουλαμπάνα», που αποδίδεται ως «ουραμπόν» στα Ιαπωνικά. Δεν είναι γνωστή η αρχική προέλευση του Μπον Φεστιβάλ. Δύο φορές το έτος στις αρχές της άνοιξης και του φθινοπώρου κατά τη διάρκεια της πανσελήνου γίνονταν τελετές, για να τιμήσουν τα πνεύματα των νεκρών. Πιστεύεται ότι το έθιμο μιας τελετής προς τιμή των νεκρών καθιερώθηκε στην Ιαπωνία περίπου τον 8ο αιώνα.[8] Η λέξη ουραμπόν προέρχεται πιθανώς από την σανσκριτική λέξη «αβαλαμπάνα», που σημαίνει «ημέρα όλων των ψυχών» και είναι μία βουδιστική τελετή βασισμένη στην Αβαλαμπάνα σούτρα (Avalambana-sūtra) (Urabon-kyō στα Ιαπωνικά). Αυτή η σούτρα αναφέρεται στην ιστορία του Μαουντγκαλιαγιάνα (Maudgalyāyana), ενός μαθητή του Βούδα, που χρησιμοποιώντας υπερφυσικές δυνάμεις είδε την πεθαμένη μητέρα του και ανακάλυψε ότι υπέφερε πολύ, επειδή βρισκόταν στο βασίλειο των πεινασμένων πνευμάτων. Ζήτησε βοήθεια από τον Βούδα, για να απαλλαγεί η μητέρα του από αυτό το βασίλειο. Ο Βούδας του πρότεινε να δώσει προσφορές στους βουδιστές μοναχούς, που είχαν ολοκληρώσει την παραμονή τους στο ησυχαστήριο την 15η ημέρα του έβδομου μήνα. Αφού έκανε ό,τι τον συμβούλεψε ο Βούδας, η μητέρα του απελευθερώθηκε και νιώθοντας μεγάλη χαρά γι' αυτό άρχισε να χορεύει.[4][9][10] Από αυτόν τον χορό προέρχεται ο Μπον οντόρι (Bon odori) ή Μπον χορός.[7][11] Το Μπον Φεστιβάλ αν και θεωρείται βουδιστική γιορτή, έχει πολλά ιαπωνικά στοιχεία, που ανήκουν στην προγονολατρεία και τον σιντοϊσμό (π.χ. η συνάντηση των νεκρών με τα ζωντανά μέλη της οικογένειας και η επανένωση της οικογένειας καθώς και το ότι ο νεκρός θεωρείται νεκρός μετά το πρώτο του Ομπόν, αφού το πνεύμα του καθαρθεί μέσα από διάφορες τελετές).[12]
Στις 13 Ιουλίου ή Αυγούστου οι πιστοί ανάβουν μικρές φωτιές έξω από τα σπίτια τους. Αυτές οι φωτιές ονομάζονται μουκαέμπι (mukaebi), για να καλωσορίσουν τα πνεύματα των νεκρών και προετοιμάζουν το μονοπάτι, για να μπορέσουν τα πνεύματα να επιστρέψουν στο σπίτι. Οι πιστοί καλούν βουδιστές ιερείς, για να διαβάσουν σούτρες στο σπίτι (tanagyo) και να κάνουν μια τελετή. Οι πιστοί έχουν ένα βωμό στο σπίτι, που ονομάζεται shoryodana, όπου προσφέρονται λουλούδια, λιβάνι και τρόφιμα για τους νεκρούς της οικογένειας. Ο βωμός αυτός τοποθετείται κοντά στον οικογενειακό βουδιστικό βωμό (Butsudan). Τα μέλη της οικογένειας πηγαίνουν στους τάφους των προγόνων τους, τους καθαρίζουν και αφήνουν προσφορές.[7][12][13] Τα μέλη της οικογένειας συγκεντρώνονται και έχουν ένα κοινό δείπνο. Στο κοινό δείπνο υπάρχουν κενά καθίσματα, για τα νεκρά μέλη της οικογένειας.[3][12][14]
Στις 15 Ιουλίου ή Αυγούστου οι πιστοί ανάβουν πάλι φωτιές, που ονομάζονται οκουρίμπι (okuribi), για να αποχαιρετίσουν τα πνεύματα των νεκρών. Την τελευταία ημέρα του Μπον Φεστιβάλ σε πολλές περιοχές ανάβουν χάρτινα φαναράκια, τα οποία τοποθετούν πάνω σε ποτάμια ή στη θάλασσα, για να καθοδηγήσουν τα πνεύματα των νεκρών πάλι πίσω στον κόσμο τους. Αυτό το έθιμο ονομάζεται Τόρο ναγκάσι (Tōrō nagashi).[1][7][15]
Στο Κιότο διεξάγεται στις 16 Αυγούστου κάθε έτος ένα έθιμο, που ονομάζεται Gozan no Okuribi ή Daimonji no Okuribi. Ανάβουν τη νύχτα μεγάλες φωτιές ταυτόχρονα σε πέντε βουνά. Με τις φωτιές σχηματίζονται καντζί χαρακτήρες. Τα ιδεογράμματα, που απεικονίζονται είναι το ιδεόγραμμα ντάϊ (大, μεγάλος) στο βουνό Νιοϊγκατάκε, τα ιδεογράμματα μύο (妙, υπέροχος) και χού (法, dharma) στα βουνά Νισι-γιάμα και Χιγκάσι-γιάμα αντίστοιχα, το ιδεόγραμμα ντάϊ στο βουνό Χιντάρι Νταϊμοντζί-γιάμα. Επίσης, δημιουργείται μία φωτιά σε σχήμα πλοίου Φουναγκάτα (Funagata) στο βουνό Φουνα-γιάμα και μία φωτιά σε σχήμα πύλης ιερού Σίντο (Toriigata) στο βουνό Μανταρα-γιάμα. Αυτές οι μεγάλες φωτιές πιστεύεται ότι βοηθούν τα πνεύματα των νεκρών να επιστρέψουν στον κόσμο τους.[13][16] Επιπλέον, μεγάλες φωτιές, που είναι γνωστές ως Takamado-yama Daimonji Okuribi, ανάβουν στο βουνό Τακαμάντο στη Νάρα.[17]
Κατά τη διάρκεια των εορταστικών εκδηλώσεων σημαντικό ρόλο παίζει ένα είδος χορού, που ονομάζεται μπον οντόρι (Bon Odori, Ιαπωνικά: 盆踊り) και σημαίνει Μπον χορός. Ο χορός αυτός συμβολίζει τον χορό των νεκρών, που καταφέρνουν να ξεφύγουν από τα βάσανα της κόλασης.[8] Ιδιαίτερα διάσημο είναι το Awa Odori στην Τοκουσίμα, που προβάλλεται συχνά στις ειδήσεις κάθε χρόνο και υπάρχουν αφιερώματα στην τηλεόραση.[3] Κάθε περιοχή έχει τη δική της χορογραφία και διαφορετική μουσική. Το Τάνκο Μπούσι (Tanko Bushi) στην περιοχή Κιουσού περιλαμβάνει κινήσεις, που αντιστοιχούν στη δουλειά των ανθρακωρύχων, όπως σκάψιμο, σπρώξιμο καροτσιού.[18] Το Σόραν Μπούσι (Sōran Bushi) στο Χοκκάϊντο αναπαριστά την εργασία των ψαράδων, όπως το τράβηγμα των δικτιών.[7] Σε κάποιες περιοχές οι χορευτές χρησιμοποιούν φανάρια ή βεντάλιες.[19] Κάποιοι χορευτές χρησιμοποιούν μικρές πετσέτες, που ονομάζονται tenugui.[7] Η μουσική μπορεί να περιλαμβάνει παραδοσιακά τραγούδια αλλά και σύγχρονα τραγούδια. Συνήθως οι χορευτές χορεύουν κυκλικά γύρω από μία υπερυψωμένη ξύλινη εξέδρα, που ονομάζεται γιάγκουρα (yagura). Πάνω στην εξέδρα μουσικοί και τραγουδιστές στέκονται και παίζουν μουσική.[10] Σε μερικές περιοχές οι χορευτές κινούνται σε ευθεία γραμμή μέσα στους δρόμους της πόλης.
Στο Ναγκασάκι στη διάρκεια του Μπον Φεστιβάλ διεξάγεται η παρέλαση πλοίων των πνευμάτων. Το έθιμο αυτό συνοδεύεται από βαρελότα, τύμπανα και πυροτεχνήματα. Η παρέλαση δημιουργεί μία θορυβώδη και χαρούμενη ατμόσφαιρα. Οι άνθρωποι, που ένα μέλος της οικογένειάς τους πέθανε τον προηγούμενο χρόνο, κατασκευάζουν ένα πλοίο, στο οποίο βάζουν οικογενειακά οικόσημα, εικόνες και ονόματα των νεκρών, και το σχεδιάζουν ανάλογα με τα ενδιαφέροντα του νεκρού. Τα μεγέθη των πλοίων διαφέρουν αρκετά. Το πλοίο κατασκευάζεται συνήθως με μπαμπού και περιέχει φαναράκια, που ανάβουν. Αυτά τα πλοία μεταφέρουν τα πνεύματα των νεκρών από τη γη στον ουρανό. Στο τέλος της παρέλασης τα πλοία των πνευμάτων καταστρέφονται.[20][21][22][23]
Σε κάποιες περιοχές της Ιαπωνίας βάζουν σε ένα αγγούρι και σε μία μελιτζάνα τέσσερα κομματάκια ξύλου (π.χ. τσοπ στικς ή σπίρτα), για να συμβολίζουν ένα άλογο και μία αγελάδα αντίστοιχα. Το άλογο πιστεύεται ότι θα φέρει πολύ γρήγορα από τον άλλο κόσμο το νεκρό μέλος της οικογένειας, ενώ η αγελάδα θα μεταφέρει το νεκρό πάλι πίσω στον κόσμο των πεθαμένων όσο το δυνατό πιο αργά μαζί με τις προσφορές, που του έχουν δώσει.[8][13] Κατά τη διάρκεια των εορταστικών εκδηλώσεων διεξάγεται η τελετή σεγκάκι σε βουδιστικούς ναούς. Προσφορές δίνονται για τα πεινασμένα πνεύματα, που περιπλανώνται ως μουενμποτόκε, χωρίς ζώντες συγγενείς. Οι πιστοί φορούν γιουκάτα (yukata), ένα είδος λεπτού βαμβακερού κιμονό, λόγω της μεγάλης ζέστης του καλοκαιριού.[7] Κάποιοι χορευτές φορούν αντί για παπούτσια ένα είδος ξύλινων τσόκαρων, που ονομάζονται γκέτα (geta).[10]