Ο Οτάρ Ιοσελιάνι (Γεωργιανά: ოთარ იოსელიანი, Τιφλίδα, 2 Φεβρουαρίου 1934 - 17 Δεκεμβρίου 2023) ήταν Γεωργιανός σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Τιφλίδα, όπου σπούδασε στο Κρατικό Ωδείο της Τιφλίδας και αποφοίτησε το 1952 με δίπλωμα στη μουσική σύνθεση, τη διεύθυνση ορχήστρας και το πιάνο.[10]
Από τις αρχές της δεκαετίας του '80 είχε εγκατασταθεί στη Γαλλία. Τα βραβεία [11]που έχουν κερδίσει οι ταινίες του σε διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ (Βερολίνο, Βενετία, Κάννες) αποτελούν επιβεβαίωση της σημαντικής παρουσίας του στον ευρωπαϊκό κινηματογράφο.[12]
Ο Οτάρ Ιοσελιάνι γεννήθηκε στην Τιφλίδα της ΣΣΔ Γεωργίας της Σοβιετικής Ένωσης στις 2 Φεβρουαρίου 1934. Άρχισε τις σπουδές του στο Κρατικό Ωδείο της Τιφλίδας και αποφοίτησε το 1952 με δίπλωμα στη μουσική σύνθεση, τη διεύθυνση ορχήστρας και το πιάνο. Το 1953 πήγε στη Μόσχα για να σπουδάσει στη σχολή Μαθηματικών, αλλά σε δύο χρόνια εγκατέλειψε και φοίτησε στο Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου όπου δάσκαλοί του ήταν ο Αλεξάντερ Ντοβζένκο και ο Μιχαήλ Τσιαουρέλι. Ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, άρχισε να εργάζεται στα στούντιο Gruziafilm στην Τιφλίδα, πρώτα ως βοηθός σκηνοθέτη και στη συνέχεια ως μοντέρ ντοκιμαντέρ.
Το 1958 σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία μικρού μήκους Akvarel. Το 1961 αποφοίτησε από το Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου με δίπλωμα σκηνοθεσίας. Όταν η μεσαίου μήκους ταινία του Απρίλης (1961) απαγορεύθηκε (η ταινία κυκλοφόρησε τελικά το 1972), ο Ιοσελιάνι εγκατέλειψε τη σκηνοθεσία και το 1963-1965 εργάστηκε πρώτα ως ναύτης σε αλιευτικό σκάφος και μετά για μικρό διάστημα ως εργάτης στο μεταλλουργικό εργοστάσιο του Ρουστάβι. Την περίοδο που εργαζόταν ως εργάτης γύρισε το ντοκυμαντέρ Χυτήριο (1964).[13]
Το 1966 σκηνοθέτησε την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία Φυλλοροή που παρουσιάστηκε στην Εβδομάδα Κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών το 1968 και κέρδισε το βραβείο FIPRESCI. Όταν η ταινία του 1976 Παστοράλε αποκλείσθηκε για λίγα χρόνια από τη σοβιετική λογοκρισία της εποχής και στη συνέχεια είχε μόνο περιορισμένη διανομή, ο Ιοσελιάνι προβληματίσθηκε για την καλλιτεχνική ελευθερία στην πατρίδα του. [14]Μετά την επιτυχία του Παστοράλε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου το 1982, ο σκηνοθέτης μετανάστευσε στη Γαλλία όπου το 1984 έκανε την ταινία Οι Ευνοούμενοι του Φεγγαριού. Η ταινία διακρίθηκε με ένα Ειδικό βραβείο κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας. Από τότε στη Βενετία παρουσιάζει όλες τις επόμενες ταινίες του.
Το 1986 ήταν μέλος της κριτικής επιτροπής στο 36ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.
Το 1989 έλαβε και πάλι Ειδικό βραβείο της επιτροπής στο Φεστιβάλ Βενετίας για την ταινία Και εγέννετο φως και το 1992 το βραβείο Pasinetti για την καλύτερη σκηνοθεσία για την ταινία Το κυνήγι της πεταλούδας. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης συνέχισε να ζει και να εργάζεται στη Γαλλία όπου σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ Γεωργία, μόνη (1994) και το αλληγορικό Κλέφτες και Αμαρτωλοί (1996).
Το 1995 ήταν μέλος της κριτικής επιτροπής στο 19ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μόσχας.
Το 2001, κυκλοφόρησε η ταινία του Δευτέρα Πρωί, για την οποία του απονεμήθηκε η Αργυρή Άρκτος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.
Το 2011 η ταινία του Σαντραπά [15]επιλέχθηκε ως η Γεωργιανή συμμετοχή για την Καλύτερη ξενόγλωσση ταινία στα 84α Όσκαρ, αλλά δεν έφτασε στην τελική λίστα.
Το 2011 ο Οτάρ Ιοσελιάνι έλαβε ένα βραβείο για τη συνολική προσφορά του - το βραβείο CineMerit στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Μονάχου. Συνολικά το έργο του έχει τιμηθεί με 26 βραβεία και 14 υποψηφιότητες.[11]
Απεβίωσε στις 17 Δεκεμβρίου 2023 σε ηλικία 89 ετών [16]