Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία | |
---|---|
![]() ![]() | |
Αναγνώριση | Καμία |
Προκαθήμενος | Μακάριος Μάλετιτς (τελευταίος προκαθήμενος) |
Έδρα | Ναός του Αγίου Ανδρέα στο Κίεβο |
Επικράτεια | ![]() |
Κυριότητες | ![]() |
Γλώσσα | Ουκρανική |
Δικτυακός τόπος | church.net.ua |
Η Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία (Συντομογραφία στα αγγλικά: UAOC, ουκρανικά: Українська автокефальна православна церква (УАПЦ)) ήταν μία από τις τρεις ορθόδοξες δομές στην Ουκρανία μέχρι το 2018. Ιδρύθηκε το 1917 μετά τη διάλυση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, ως μέρος του ουκρανικού κινήματος ανεξαρτησίας και με σκοπό την αποκατάσταση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που υπήρχε στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία το 1620-1685 και προσαρτήθηκε από το Πατριαρχείο Μόσχας, χωρίς την έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Επανιδρύθηκε για τρίτη φορά το 1989, ακριβώς πριν από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Η Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, στη σύγχρονη μορφή της, έχει τις ρίζες της στη σύνοδο του 1921 στο Κίεβο, λίγο μετά την σύντομη ανεξαρτησία της Ουκρανίας. Στις 15 Δεκεμβρίου 2018, στο Συμβούλιο Ενοποίησης, η Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία και η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Κιέβου), μαζί με δύο μητροπολίτες από την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Μόσχας), ενώθηκαν στη νέα αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, με προκαθήμενο τον Μητροπολίτη Κιέβου Επιφάνιο (πρώην επίσκοπο του Πατριαρχείου Κιέβου).[1]
Κατά τη διάρκεια της ύπαρξης της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Πατριαρχείο Κιέβου), μόνο η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Μόσχας) αναγνωριζόταν από την Ορθόδοξη Χριστιανική κοινότητα παγκοσμίως, μέχρι τις 11 Οκτωβρίου 2018, όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ήρε τον αφορισμό των δύο πρώτων εκκλησιαστικών δομών.[2] Αργότερα διευκρινίστηκε ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν αναγνώρισε ούτε την Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, ούτε τη Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Κιέβου) ως νόμιμες και ότι οι αντίστοιχοι προκαθήμενοί τους δεν αναγνωρίστηκαν ως προκαθήμενοι των εκκλησιών τους.[3][4]
Τελευταίος προκαθήμενός της (2015-2018) υπήρξε ο σημερινός μητροπολίτης Λβιβ, Μακάριος Μάλετιτς.
Η Μητρόπολη Κιέβου ήταν το αποτέλεσμα του βαπτίσματος των Ρως του Κιέβου την εποχή του Μεγάλου Πρίγκιπα Βλαδίμηρου του Μεγάλου (988 μ.Χ.). Από την Κωνσταντινούπολη στάλθηκαν ιεραπόστολοι για να διδάξουν τον λαό την ορθόδοξη πίστη. Η μοναστική ζωή άκμασε, συμπεριλαμβανομένης της περίφημης Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, με τις προσπάθειες του Αγίου Αντωνίου του Κιέβου, γνωστού ως πατέρα του ρωσικού μοναχισμού. Το 1686, η Μητρόπολη Κιέβου περιήλθε στο Πατριαρχείο Μόσχας.
Στον απόηχο της διάλυσης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ορισμένες εθνικές ομάδες αναζήτησαν αυτονομία ή αυτοκεφαλία από τη Μόσχα. Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία ανακηρύχθηκε υπό την Λαϊκή Δημοκρατία της Ουκρανίας το 1917 και επέζησε στην Ουκρανική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930.
Η Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία ανέκτησε την κρατική αναγνώριση το 1991. Αρχικά ποιμάνθηκε από το εξωτερικό, από τον Πατριάρχη Μίστισλαβ (Σκρίπνικ). Όσοι δεν δέχτηκαν την ένωση με τον Φιλάρετο Ντενισένκο και την ίδρυση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Πατριαρχείο Κιέβου), συνέχισαν την Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία με προκαθήμενο, τον Πατριάρχη Ντιμίτρι (Γιάρεμα).
Στις 16 Οκτωβρίου 2000, η Εκκλησιαστική Συνέλευση στην Ουκρανία εξέλεξε τον μητροπολίτη Μεθόδιο (Κουντριάκοβ) να ηγηθεί της εκκλησίας και ακολούθησε, από το 2015-2018, ο σημερινός αρχιεπίσκοπος Λβιβ, Μακάριος Μάλετιτς.
Καθεδρικός Ναός της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας υπήρξε ο ιστορικός Ναός του Αγίου Ανδρέα στο Κίεβο.[5] Τον Οκτώβριο του 2018 ο Ναός παραχωρήθηκε με νόμο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως σταυροπήγιο.[6][7]
Στις 11 Οκτωβρίου 2018, μετά από τακτική σύνοδο, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως αναθεώρησε προηγούμενη απόφασή του και κινήθηκε προς τη χορήγηση αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.[8][9][10] Η σύνοδος απέσυρε, επίσης, την επί 332 ετών αποδοχή από την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης της κανονικής δικαιοδοσίας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας επί της Ουκρανικής Εκκλησίας που περιείχετο σε επιστολή του 1686.[9][10] Η σύνοδος ήρε, επίσης, τον αφορισμό του Φιλάρετου Ντενισένκο της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Πατριαρχείο Κιέβου) και του Μακάριου Μάλετιτς της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας και οι δύο επίσκοποι «επαναφέρθηκαν κανονικά στην ιεραρχική ή ιερατική τάξη τους, και οι πιστοί τους [...] αποκαταστάθηκαν στην κοινωνία με την Εκκλησία».[11][12][13]
Αργότερα διευκρινίστηκε ότι ο Φιλάρετος Ντενισένκο θεωρούνταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο μόνο ως «πρώην μητροπολίτης Κιέβου»,[14][15][16] και ο Μακάριος ως «πρώην Αρχιεπίσκοπος του Λβιβ»[15][16] και, την 2 Νοεμβρίου 2018, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν αναγνώρισε ούτε την Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, ούτε την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Κιέβου) ως νόμιμες και ότι οι αντίστοιχοι ηγέτες τους δεν αναγνωρίστηκαν ως προκαθήμενοι των εκκλησιών τους.[3][17] Το Οικουμενικό Πατριαρχείο δήλωσε ότι αναγνωρίζει τα μυστήρια που τελούνται από τις δύο εκκλησιαστικές δομές ως έγκυρα.[18][19]
Στις 15 Δεκεμβρίου 2018, οι ιεράρχες της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Πατριαρχείο Κιέβου) αποφάσισαν να διαλύσουν τις εκκλησιαστικές τους δομές. Αυτό έγινε επειδή την ίδια μέρα η Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Κιέβου) και ορισμένα μέλη της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Πατριαρχείο Μόσχας) επρόκειτο να συγχωνευθούν για να σχηματίσουν την αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας μετά από ένα συμβούλιο ενοποίησης.[20]
Στις 14 Αυγούστου 2019, η Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία έπαυσε και νομικά να υπάρχει.[21][22][23]
The Holy Synod discussed in particular and at length the ecclesiastical matter of Ukraine, in the presence of His Excellency Archbishop Daniel of Pamphilon and His Grace Bishop Hilarion of Edmonton, Patriarchal Exarchs to Ukraine, and following extensive deliberations decreed:
1) To renew the decision already made that the Ecumenical Patriarchate proceed to the granting of Autocephaly to the Church of Ukraine. [...]
4) To revoke the legal binding of the Synodal Letter of the year 1686 [...]
the Synod ... of the Ecumenical Patriarchate ... gave further confirmation that Ukraine is on the path to receiving church independence from Moscow. ... Although President Poroshenko triumphantly announced that in result of the meeting Ukraine had received the long-awaited Tomos, or decree of church independence – a claim circulated in Ukraine with great enthusiasm, this is not true. ... Constantinople’s decision will benefit other jurisdictions in Ukraine – the UOC KP and UAOC, which will have to effectively dismantle their own administrative structures and set up a new Church, which will receive the Tomos of autocephaly. ... Right now it’s unclear which part of the UOC MP will join the new Church. 10 out of 90 UOC MP bishops signed the appeal for autocephaly to the Ecumenical Patriarch – only 11%. But separate priests could join even if their bishops don’t, says Zuiev.
3) To accept and review the petitions of appeal of Filaret Denisenko, Makariy Maletych and their followers, who found themselves in schism not for dogmatic reasons, in accordance with the canonical prerogatives of the Patriarch of Constantinople to receive such petitions by hierarchs and other clergy from all of the Autocephalous Churches. Thus, the above-mentioned have been canonically reinstated to their hierarchical or priestly rank, and their faithful have been restored to communion with the Church.