Οϊράν

Μια οϊράν, συνοδευόμενη από μια κάμουρο, έργο του Κατσουχίκα Χοκουσάι.

Οϊράν (ιαπωνικά: 花魁‎‎) ονομάζονταν στην παλαιά Ιαπωνία οι εταίρες με πελατεία υψηλής κοινωνικής θέσης. Τη λέξη οϊράν αποτελούν δύο κάντζι, 花 που σημαίνει "λουλούδι", και 魁 που σημαίνει "αρχηγός" ή "πρώτος". Τα πολιτιστικά στοιχεία που σχετίζονται με τις οϊράν παραμένουν ζωντανά μέχρι τις ημέρες μας, αν και οι ίδιες δεν αποτελούν παρά μια ανάμνηση στη σύγχρονη Ιαπωνία.

Οι οϊράν γνώρισαν ακμή κατά την περίοδο Έντο, 1600 - 1868. Την εποχή εκείνη πέρασαν νόμοι που περιόρισαν τους οίκους ανοχής σε περιφραγμένες συνοικίες, σε κάποια απόσταση από το κέντρο της πόλης. Στις μεγάλες πόλεις αυτές ήταν: η Σιμαμπάρα στο Κυότο, η Σιμάτσι στην Οσάκα και η Γιοσιουάρα στο Έντο (σύγχρονο Τόκυο). Αυτές εξελίχθηκαν γρήγορα σε μεγάλες, αυτάρκεις «Συνοικίες Απολαύσεων», που προσέφεραν όλα τα είδη διασκέδασης. Μέσα στα όριά τους, η κοινωνική θέση μιας εταίρας δεν έπαιζε κανένα ρόλο, αλλά η ανέλιξη στην αυστηρή ιεραρχία γινόταν χάρις στη φυσική ομορφιά, το χαρακτήρα, τη μόρφωση και τη δεξιοτεχνία μιας κοπέλας στις τέχνες. Με βάση τα κριτηρια αυτά οι κοπέλες χωρίζονταν σε οχτώ ιεραρχικές διαβαθμίσεις.

Μια γυναίκα μπορούσε να καταφύγει στην πορνεία για διάφορους λόγους, ακόμη και να πουληθεί από την ίδια της την οικογένεια για να ξεπληρωθούν χρέη. Οι πόρνες είχαν ελάχιστες πιθανότητες να αφήσουν τη ζωή αυτή, πόσο μάλλον να ξεφύγουν. Οι περισσότερες που το έκαναν αιχμαλωτίζονταν και τιμωρούνταν αυστηρά. Μετά τις 6 η ώρα κάθε απόγευμα, οι κοπέλες που βρίσκονταν χαμηλά στην ιεραρχία τοποθετούνταν πίσω από κιγλιδώματα στο ισόγειο του οίκου ανοχής, προκειμένου να προσελκύσουν πελάτες. Οι τελευταίοι στέκονταν μπροστά τους κι επέλεγαν μία. Αντίθετα οι ανώτερες ιεραρχικά, οι οϊράν, δεν είχαν επαφές με πελάτες πριν από την τρίτη επίσκεψη, η οποία είχε τελετουργικό χαρακτήρα όπως και οι δύο προηγούμενες.

Ανάμεσα στις οϊράν, εξέχουσα θέση κατείχαν οι ταγιού (太夫 ή 大夫), η ανώτατη τάξη που μπορούσε να ανήκει μια παλλακίδα ή μια πόρνη, και μόνο αυτές θεωρούνταν κατάλληλες για να κρατήσουν συντροφιά σε έναν νταΐμιο, δηλαδή έναν φεουδάρχη. Αντίστοιχα, μόνο οι πλουσιότεροι και ανώτεροι κοινωνικά μπορούσαν να ελπίζουν πως θα γίνονταν πάτρωνές τους. Συχνά ο τρόπος διαβίωσής τους και ο τρόπος που τους απευθύνονταν οι υπηρέτες τους ήταν τόσο πολυτελής και εξεζητημένος, που μπορούσε εύκολα κανείς να τις περάσει για κυρίες της υψηλής κοινωνίας.

Διαμόρφωση μιας οϊράν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προκειμένου να διασκεδάσουν τους πελάτες τους, οι οϊράν ασκούσαν την τέχνη του χορού, της μουσικής και της καλλιγραφίας. Πέραν όμως από αυτά, ιδιαίτερη σημασία είχε η υψηλή μόρφωση, η γνώση της λογοτεχνίας και των παραδόσεων, ενώ το έξυπνο πνεύμα θεωρούνταν αναγκαίο για να διεξαχθεί μια σοφιστικέ συζήτηση.

Η απομόνωση στις κλειστές μικροκοινωνίες είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός πολύ εξεζητημένου τρόπου συμπεριφοράς για τις οϊράν, ο οποίος έμεινε ανέγγιχτος από τις κοινωνικές αλλαγές. Η καθωσπρέπει συμπριφορά καθοριζόταν από αυστηρούς εθιμοτυπικούς κανόνες. Ο λόγος τους διατηρούσε τα πρότυπα της αυτοκρατορικής αυλής και όχι της κοινής γλώσσας. Ένας ανεπίσημος επισκέπτης δεν γινόταν ποτέ δεκτός. Οι πελάτες τους τις καλούσαν πάντα με επίσημη πρόσκληση, ενώ για να παραβρεθούν στις συναντήσεις αυτές διέσχιζαν τους δρόμους με τελετουργική πομπή, συνοδευόμενες από υπηρέτες. Μαζί τους είχαν και δύο μαθητευόμενες, οι οποίες αποκαλούνταν κάμουρο, οι οποίες τις υπηρετούσαν και τους κρατούσαν συντροφιά. Οι τελευταίες ντύνονταν σύμφωνα με το γούστο της κυρίας τους, συχνά πανομοιότυπα.

Τα ρούχα των οϊράν γίνονταν όλο και πιο πολύπλοκα και πολυτελή, ενώ στα μαλλιά φορούσαν οχτώ ή και περισσότερες καρφίτσες. Στα πόδια φορούσαν πανήψυλα σανδάλια γκέτα (15 πόντους ύψος). Ο τρόπος αυτός ντυσίματος είχε τις ρίζες τους σε παλαιότερες εποχές και παραδόσεις. Στα παραπάνω σημεία, διαφέρει από το ντύσιμο μιας γκέισας, η οποία επιπροσθέτως δένει το όμπι της (πολυτελή ζώνη του κιμονό) πίσω, κι όχι μπροστά όπως οι οϊράν και οι άλλες εκδιδόμενες κοπέλες.

Παρακμή της παράδοσης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τελικά οι ταγιού και η κουλτούρα που πρέσβευαν έγιναν εξαιρετικά σπάνιες, ενώ η πελατεία τους μειώθηκε. Η άνοδος των γκεϊσών έδωσε τέλος στην εποχή των οϊράν. Οι γκέισες ήταν πιο επιδεκτικές στις νέες μεθόδους διασκέδασης της εποχής, ενώ ήταν πιο προσιτές στο μέσο πελάτη. Η τελευταία καταγεγραμμένη οϊράν συναντάται το 1761. Οι τελευταίες γυναίκες που ασκούν την τέχνη της οϊράν (χωρίς το σεξουαλικό στοιχείο) στη σύγχρονη Ιαπωνία, το πράττουν περισσότερο για λόγους διατήρησης των παραδόσων και όχι σαν επάγγελμα ή τρόπο ζωής.