Πάθος και αίμα (The Big Sleep) | |
---|---|
Σκηνοθεσία | Χάουαρντ Χοκς[1][2][3] |
Σενάριο | Γουίλιαμ Φόκνερ, Leigh Brackett, Jules Furthman και Ρέημοντ Τσάντλερ |
Βασισμένο σε | Ο μεγάλος ύπνος |
Πρωταγωνιστές | Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ[4][2][5], Λορίν Μπακόλ[4][2][5], Ντόροθι Μαλόουν[4][2], Μάρθα Βίκερς[4][2][5], Ρίτζις Τούμι[4][2], Bob Steele[4][2], Ελάισα Κουκ Τζούνιορ[4][2], Charles Waldron[4][2], Τζον Ρίτζλι[4][2], Τζόσεφ Κρέχαν[4], Λούις Ζαν Χάιντ[4], Peggy Knudsen[4][2], Τέοντορ φον Ελτζ[4][2], Τσάρλς Ντ. Μπράουν[6], Μπες Φλάουερς[6], Τζέιμς Φλέιβιν[6], Τρέβορ Μπαρντέτ[6], Jack Chefe[6], Emmett Vogan[6], Τομ Φέιντεν[6] και Τζέι Ίτον[6] |
Μουσική | Μαξ Στάινερ |
Φωτογραφία | Σίντνεϊ Χικοξ |
Μοντάζ | Christian Nyby |
Εταιρεία παραγωγής | Warner Bros. |
Διανομή | Warner Bros. και Netflix |
Πρώτη προβολή | 1946, 29 Σεπτεμβρίου 1967 (Γερμανία)[7], 31 Αυγούστου 1946 (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής)[8] και 12 Οκτωβρίου 1946 (Καναδάς)[8] |
Διάρκεια | 114 λεπτά |
Προέλευση | Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής |
Γλώσσα | Αγγλικά |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Το Πάθος και αίμα (πρωτότυπος τίτλος:The Big Sleep), γνωστό και ως Ο Μεγάλος Ύπνος, είναι Αμερικανικό φιλμ νουάρ[9] του 1946 σε σκηνοθεσία Χάουαρντ Χοκς και αποτελεί μεταφορά του αστυνομικού μυθιστορήματος του Ρέιμοντ Τσάντλερ Ο μεγάλος ύπνος (The Big Sleep) το οποίο διασκεύασαν για τη μεγάλη οθόνη οι Γουίλιαμ Φόκνερ, Λι Μπράκετ και Τζουλς Φέρθμαν. Πρωταγωνιστούν οι Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Λορίν Μπακόλ και Μάρθα Βίκερς.
Το 1997 η ταινία χαρακτηρίστηκε από την Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως «πολιτιστικά, αισθητικά και ιστορικά σημαντική» και επιλέχθηκε να ενταχθεί στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Ηνωμένων Πολιτειών.[10]
Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ), προσλαμβάνεται από τον στρατηγό Στέρνγουντ (Τσαρλς Γουάλντρον), προκειμένου να σταματήσει τον εκβιασμό που έχει ως θύμα την μικρότερή του κόρη Κάρμεν (Μάρθα Βίκερς). Ο Μάρλοου ανακαλύπτει τα ίχνη του εκβιαστή Γκάιγκερ (Θίοντορ φον Ελτζ) στο σπίτι του στο Λαβέρν Τέρας. Φτάνοντας εκεί ακούει έναν πυροβολισμό και βλέπει μερικούς άνδρες να φεύγουν βιαστικά από το σπίτι του εκβιαστή και να μπαίνουν στ' αυτοκίνητά τους. Ο Μάρλοου μπαίνει στο σπίτι και βρίσκει την Κάρμεν υπνωτισμένη σε μια καρέκλα δίπλα από το πτώμα του Γκάιγκερ. Μια φωτογραφική μηχανή χωρίς φιλμ αποδεικνύει ότι οι άνδρες έβγαλαν φωτογραφίες από τα δυο άτομα του δωματίου, προκειμένου να τις χρησιμοποιήσουν για περαιτέρω εκβιασμό. Μια σειρά από στοιχεία οδηγούν τον Μάρλοου σε άτομα που ασχολούνται με τη χαρτοπαιξία και κάθε φορά που βρίσκεται κοντά τους συναντά και την μεγάλη κόρη του Στέρνγουντ και αδελφή της Κάρμεν, Βίβιαν Ράτλεντζ (Λορίν Μπακόλ), μια διαζευγμένη καλλονή. Ο Μάρλοου και η Βίβιαν ερωτεύονται ενώ εκείνη συνεχίζει να τον προδίδει. Τα στοιχεία οδηγούν τον Μάρλοου στον Έντι Μαρς (Τζορτζ Ρίτζλεϊ), ιδιοκτήτη καζίνου, που φαίνεται να είναι κύριος υποκινητής του εκβιασμού.
Θρυλική ταινία βασισμένη στο αστυνομικό μυθιστόρημα του Ρέημοντ Τσάντλερ Ο μεγάλος ύπνος καθώς και η πρώτη με πρωταγωνιστή τον ήρωά του Τσάντλερ, ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου, τον οποίο υποδύεται ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ. Ο Τζακ Γουόρνερ ήταν ενθουσιασμένος με την επιτυχία της ταινίας Η σειρήνα της Μαρτινίκα (To Have and Have Not) και έδωσε την άδεια στον Χάουαρντ Χοκς για να αγοράσει τα δικαιώματα του μυθιστορήματος του Τσάντλερ προκειμένου να επανενώσει το πρωταγωνιστικό δίδυμο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και Λορίν Μπακόλ. Ο Χοκς πήρε από τον Γουόρνερ 50.000 δολάρια από τα οποία έδωσε 5.000 για τα δικαιώματα του μυθιστορήματος και έβαλε τα υπόλοιπα 45.000 στην τσέπη του.
Η ταινία φημίζεται για την μπερδεμένη της πλοκή. Η Warner Bros. αποφάσισε να καθυστερήσει την πρεμιέρα της ταινίας στους κινηματογράφους, προκειμένου να προωθήσει πρώτα τις ταινίες πολεμικού περιεχομένου που είχαν γυριστεί εκείνην την περίοδο. Η εταιρία φοβόταν ότι το κοινό δε θα ενδιαφερόταν πια για τέτοιου είδους ταινίες εφόσον ο πόλεμος είχε φτάσει στο τέλος του. Αν κοιτάξει κανείς προσεκτικά μπορεί να παρατηρήσει αναφορές σχετικές με την πολεμική περίοδο στην ταινία, όπως μια σειρά φωτογραφιών του Ρούζβελτ κλπ. Η ταινία ήταν η δεύτερη του ζεύγους Μπόγκαρτ και Μπακόλ, ακολουθώντας το Η σειρήνα της Μαρτινίκα (To Have and Have Not, 1944), που είχε κάνει την Μπακόλ σταρ και είχε χαρίσει στο ζευγάρι μια θέση στην κινηματογραφική αιωνιότητα, που επρόκειτο να συνεχιστεί με το γάμο τους και τη συνεργασία τους και σε άλλες ταινίες όπως το Στη βοή της καταιγίδος (Key Largo, 1948) και Σκοτεινή διάβαση (The Dark Passage, 1947). Ο ατζέντης της Μπακόλ, Τσαρλς Φέλντμαν, ζήτησε να ξαναγυριστούν κάποιες σκηνές της ταινίας για να τονιστεί η χημεία της ηθοποιού με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, προκειμένου να καταλαγιάσει η κακή δημοσιότητα που έλαβε η Μπακόλ, μετά τα αρνητικά σχόλια των κριτικών για την ερμηνεία της στην ταινία του 1945 Ο εμπρηστής (Confidential Agent). Ο παραγωγός Τζακ Γουόρνερ συμφώνησε να ξαναγυριστούν οι νέες σκηνές που να προϋποθέτουν ερωτισμό μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών. Ο Μπόγκαρτ είχε πολλά συζυγικά προβλήματα εκείνην την περίοδο λόγω της σχέσης του με την Μπακόλ και τους συνεχείς καβγάδες με τη σύζυγό του. Το αποτέλεσμα ήταν να παρουσιάζεται μεθυσμένος στα γυρίσματα δημιουργώντας προβλήματα. Όλα αυτά έληξαν τρεις μήνες αργότερα με την έκδοση του διαζυγίου του και τον γάμο του με την Μπακόλ. Το τέλος της ταινίας ξαναγυρίστηκε με την Πέγκι Νάντσεν να παίρνει τη θέση της Πατ Κλαρκ, στον ρόλο της Μόνα Μαρς εφόσον η ηθοποιός που την υποδυόταν δεν ήταν διαθέσιμη. Ο Ρέιμοντ Τσάντλερ υποστήριξε ότι η έντονη ερμηνεία της Μάρθα Βίκερς επισκίαζε εκείνη της Λορίν Μπακόλ, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της εμφάνισής της στην ταινία κόπηκε στο μοντάζ[11].
Οι επιπρόσθετες σκηνές και οι περικοπές στην αίθουσα του μοντάζ, είχαν ως αποτέλεσμα η ταινία να στερείται συνοχής και η υπόθεσή της να μπερδεύει τον θεατή. Αλλά οι φανατικοί της οπαδοί υποστηρίζουν ότι η χημεία μεταξύ των Μπόγκαρτ και Μπακόλ και η ατμόσφαιρα είναι σημαντικότερη από την κατανόηση της υπόθεσης[12]. Πολλοί την κατατάσουν ως ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα του είδους νουάρ.