Η πέργκολα (αγγλ. pergola, ιταλ. pergolato) είναι εξωτερική κατασκευή που προσφέρει στους χρήστες προστασία από τον ήλιο και τον άνεμο και συνήθως απαντάται σε εξώστες, κήπους, μπαλκόνια, παραθεριστικές κατοικίες αλλά επίσης και σε δημόσιους χώρους και χώρους αναψυχής λ.χ. εστιατόρια, μπαρ, πισίνες, παραδοσιακές ταβέρνες, καθώς επίσης και σε ξενοδοχεία, αίθρια, εμπορικά κέντρα και αλλού.[1][2]
Πρόκειται ουσιαστικά για σύστημα σκίασης το οποίο επιλέγεται συχνά στην Ευρώπη και ιδίως στη Μεσόγειο, και δημιουργεί συνθήκες άνεσης και προστασίας των εξωτερικών χώρων. Συναντάται συχνά και σε αστικό περιβάλλον, ειδικά για την κάλυψη μπαλκονιών στις σύγχρονες πολυκατοικίες. Βασικά υλικά δόμησης της πέργκολας είναι η πέτρα, το ξύλο, το αλουμίνιο, ο χυτοσίδηρος και διάφορα άλλα συνθετικά υλικά.
Ως "τύπος - κιόσκι", η πέργκολα μπορεί επίσης να αποτελεί επέκταση ενός κτιρίου, ή να χρησιμεύει για προστασία σε μια ανοιχτή βεράντα, ή να αποτελεί τη σύνδεση μεταξύ δύο περιπτέρων.
Η πέργκολα σχηματίζει μια σκιασμένη διάβαση πεζών, διάδρομο ή καθιστικό, συνήθως δομείται από κατακόρυφους στύλους ή κολόνες που υποστηρίζουν εγκάρσια δοκάρια και ένα ανθεκτικό ανοιχτό πλέγμα, συχνά πάνω στα οποία φύονται αναρριχώμενα φυτά ή αμπέλι. Ορισμένες φορές και από κλειστό πλέγμα, λ.χ. όταν σκεπάζεται από πανιά, καλάμια, μακούτι, ή άλλα φυτά, από ξύλινες σανίδες ή πλεξιγκλάς).
Οι πέργκολες μπορούν να συνδέσουν περίπτερα ή να εκτείνονται από την πόρτα ενός κτιρίου σε έναν ανοιχτό κήπο, όπως μια απομονωμένη βεράντα ή πισίνα.
Οι ανεξάρτητες πέργκολες, αυτές που δεν συνδέονται με μια οικία ή άλλη δομή, παρέχουν χώρο καθιστικού που παρέχει έτσι αερισμό και σκίαση, αλλά προσφέρει και προστασία από το δυνατό, έντονο καλοκαιρινό ηλιακό φως. Οι πέργκολες βοηθούν επίσης στα αναρριχητικά φυτά ώστε να αναπτυχθούν.[3]
Η προέλευση της λέξης είναι λατινική, από τη λέξη pergula, που σημαίνει ως ένα προεξέχον γείσο.[4] Ο αγγλικός όρος είναι λέξη-δάνειο από τα ιταλικά. Αναφέρθηκε σε ένα ιταλικό πλαίσιο το 1645 από τον John Evelyn στο μοναστήρι του Trinità dei Monti στη Ρώμη[5].
Η σαφώς τεχνητή φύση της πέργκολας την έκανε να ευνοηθεί από τα νατουραλιστικά στυλ κηπουρικής του 18ου και 19ου αιώνα. Ωστόσο, όμορφες πέργκολες σε πυλώνες από τούβλα και πέτρα με ισχυρά δοκάρια ήταν ένα χαρακτηριστικό των κήπων που σχεδιάστηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα από τους Sir Edwin Lutyens και Gertrude Jekyll και αποτελούν το σήμα κατατεθέν της σταθερής δομής τους που φυτεύτηκε. Μια ιδιαίτερα εκτεταμένη πέργκολα εμφανίζεται στους κήπους του The Hill στο Hampstead (Λονδίνο), που σχεδιάστηκε από τον Thomas Mawson για τον πελάτη του WH Lever. Η πέργκολα στο Βρότσλαβ σχεδιάστηκε το 1911 και έγινε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 2006.[6]
Τα μοντέρνα υλικά για την πέργκολα, όπως επικολλητή ξυλεία, υαλοβάμβακας, αλουμίνιο και χλωριωμένο πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC) προτιμούνται, ωστόσο, παραδοσιακές πέργκολες γίνονται και από τούβλα ή πέτρες, κοντά στην ύπαιθρο.
Οι ξύλινες πέργκολες κατασκευάζονται είτε από είδη ξύλου ανθεκτικά στις καιρικές συνθήκες, όπως η τούγια (Thuja plicata) ή η σεκόγια (Sequoia sempervirens), καθώς επίσης και δρυς, καστανιά και δασική πεύκη ή ψευδοτσούγκα. Συχνά, είναι βαμμένα για προστασία, ή είναι επεξεργασμένο με συντηρητικά κατάλληλα για εξωτερική χρήση.
Για λιγότερη συντήρηση, και ως εναλλακτική λύση, και αντί για ξύλο, χρησιμοποιούνται συχνότερα αλουμίνιο και PVC. Αυτά τα υλικά δεν απαιτούν ετήσια βαφή ή συντήρηση όπως ξύλινη πέργκολα, και η κατασκευή τους μπορεί να τα κάνει ακόμα πιο ισχυρά και πιο ανθεκτικά, σε σύγκριση με την ξύλινη πέργκολα. Ωστόσο, η ξύλινη πέργκολα υπερέχει σε ομορφιά και σε φυσική αισθητική.