Ένα παργκάνα (χίντι: परगना, ούρντου: پرگنہ, βεγγαλικά: পরগণা, parganā), ή παργκάναχ, επίσης γραφόταν ως περγκούναχ κατά την περίοδο του Σουλτανάτου, την περίοδο της Μογγολικής αυτοκρατορίας της Ινδίας και τη Βρετανική κυριαρχία[1], είναι πρώην διοικητική μονάδα της Ινδικής υποηπείρου, που χρησιμοποιούταν κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, από τα Μουσουλμανικά βασίλεια.
Τα Παργκάνα εισήχθησαν από το Σουλτανάτο του Δελχί, και η λέξη είναι περσικής καταγωγής. Ως μονάδα εσόδων, τα παργκάνα αποτελούνταν από διάφορα μούζα, τα οποία είναι η μικρότερη μονάδα εσόδων, που αποτελούνται από ένα ή περισσότερα χωριά και την ύπαιθρο που τα περιβάλλει. Οι υποδιαιρέσεις των παργκάνα ονομάζονταν Μούζα (περιοχή, οικισμοί).
Υπό τη βασιλεία του Σερ Σαχ Σουρί, η διοίκηση των παργκάνα ενισχύθηκε με την προσθήκη και άλλων αξιωματικών, συμπεριλαμβανομένου του σικντάρ (αρχηγός της αστυνομίας), τον αμίν ή μουνσίφ (ένας διαιτητής, ο οποίος αξιολογούσε και εισέπραττε τα έσοδα) και τον καρκούν (καταγραφέα ρεκόρ).
Τον 16ο αιώνα ο αυτοκράτορας των Μουγκάλ Ακμπάρ οργάνωσε την αυτοκρατορία σε σουμπάχ (περίπου ισοδύναμο με τη πολιτεία ή την περιφέρεια), τα οποία υποδιαιρούνταν περαιτέρω σε σαρκάρ (περίπου το ισοδύναμο των επαρχιών), τα οποία ήταν τα ίδια οργανωμένα σε παργκάνα (περίπου ισοδύναμο με επαρχιακές διαιρέσεις όπως τα τεχσίλ). Στο σύστημα των Μουγκάλ, τα παργκάνα εξυπηρετούσαν ως οι τοπικές διοικητικές μονάδες των σαρκάρ. Τα επιμέρους παργκάνα εφάρμοζαν κοινά έθιμα σχετικά με τα δικαιώματα γης και ευθύνες, που είναι γνωστό ως παργκάνα νταστούρ, και κάθε παργκάνα είχε τα δικά του έθιμα σχετικά με το μίσθωμα, τις αμοιβές, μισθούς, μέτρα και σταθμά, που είναι γνωστό ως παργκάνα νιρίχ.[2]
Καθώς οι Βρετανοί επεκτάθηκαν σε πρώην επαρχίες των Μουγκάλ, ξεκινώντας με τη Βεγγάλη, πρώτα διατήρησαν την διοίκηση με τα παργκάνα, αλλά, υπό την Διακυβέρνηση του Τσαρλς Κορνουάλις, έθεσε σε ισχύ την Μόνιμη εγκατάσταση του 1793, η οποία κατήργησε το σύστημα των παργκάνα υπέρ του συστήματος ζαμιντάρι, στο οποίο οι ζαμιντάρ έγιναν οι απόλυτοι ιδιοκτήτες της την αγροτική γη, και κατήργησαν τα παργκάνα νταστούρ και παργκάνα νιρίχ. Η βρετανική διοίκηση αποτελούνταν από τις επαρχίες, οι οποίες χωρίζονταν σε τεχσίλ ή ταλούκ. Τα παργκάνα παρέμειναν σημαντικά ως γεωγραφικός όρος, παραμένοντας στις έρευνες γης, την αναγνώριση χωριών, τα δικαστικά διατάγματα κλπ.
Το σύστημα παργκάνα συνεχίστηκε σε πολλά πριγκιπικά κράτη, συμπεριλαμβανομένων των Τονκ και Γκουαλιόρ. Τα παργκάνα εξαφανίστηκαν σχεδόν εντελώς μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας και του Πακιστάν το 1947, αν και ο όρος εξακολουθεί να επιβιώνει σε τοπωνύμια, όπως στις επαρχίες Βόρειο 24 Παργκάνας και Νότιο 24 Παργκάνας στην Ινδική πολιτεία της Δυτικής Βεγγάλης.[εκκρεμεί παραπομπή]