Πριν εκλεγεί Πατριάρχης, ήταν μοναχός[1] «άγνωστος και άσημος[2]» (και ως εκ τούτου ακίνδυνος[3]) στον Όλυμπο της Συρίας και συνέχισε τον ασκητικό βίο και μετά την εκλογή του. Επελέγη από τον Αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή, του οποίου μάλιστα σώζεται η ομιλία με την οποία ανήγγειλε την τοποθέτησή του. Σε αυτήν ανέφερε ότι βασίστηκε στην αυτοκρατορική του εξουσία για να τοποθετήσει στον εκκλησιαστικό θρόνο έναν άνθρωπο που έκρινε άξιο[4]. Φαίνεται ότι βασικό κριτήριο του Αυτοκράτορα ήταν το πρότυπο θρησκευτικής αυστηρότητας που ακολουθούσε ο Βασίλειος[5]. Εξελέγη στις 13 Φεβρουαρίου970[6], Κυριακή της Ορθοδοξίας[7].
Ως Πατριάρχης συκοφαντήθηκε για συνωμοσία κατά του Αυτοκράτορα (ίσως προς όφελος του Βάρδα Σκληρού[8]) και παράβαση ιερών κανόνων, αρνήθηκε όμως να παρουσιαστεί ενώπιον βασιλικού δικαστηρίου. Εξορίστηκε[9] και κατέφυγε στη Μονή Σκαμάνδρου[10], που είχε ιδρύσει ο ίδιος, όπου και πέθανε.
Επί των ημερών του συντάχθηκε και κυρώθηκε ο λεγόμενος Τράγος[β], ο πρώτος Καταστατικός Χάρτης της μοναστικής Πολιτείας του Αγίου Όρους.
Dagron, Gilbert (1993). Histoire du christianisme : des origines à nos jours / Tome IV, Evêques, moines et empereurs (610-1054) ; sous la responsabilité de Gilbert Dagron [et autres] ; avec la collaboration de Christian Hannick. Paris: Desclée. ISBN9782718906140.
Janin, Raymond (1975). Les églises et les monastères des grands centres byzantins : Bithynie, Hellespont, Latros, Galèsios, Trébizonde, Athènes, Thessalonique. Institut français d'études byzantines. ISBN978-9042931190.