Πατριάρχης Γαβριήλ Δ΄ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 18ος αιώνας Σμύρνη |
Θάνατος | 29 Ιουνίου 1785 Κωνσταντινούπολη |
Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ορθόδοξος ιερέας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών |
Ο Γαβριήλ ήταν Μητροπολίτης Ιωαννίνων, Πατρών και Οικουμενικός Πατριάρχης κατά τον 18ο αιώνα.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Ήταν σεμνός και απλός στους τρόπους[1], ελεήμων, πράος[2] και θερμός εραστής της εκκλησιαστικής τάξης και ακολουθίας.
Έγινε πρωτοσύγκελλος της Μητρόπολης Σμύρνης επί Μητροπολίτου Νεοφύτου[1]. Προήχθη σε επίσκοπος Μοσχονησίων και έπειτα εξελέγη Μητροπολίτης Ιωαννίνων, όπου παρέμεινε μέχρι τον Απρίλιο του 1771, οπότε έγινε μητροπολίτης Παλαιάς Πάτρας.
Στις 8 Οκτωβρίου 1780 εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης[3] και ανέλαβε καθήκοντα στις 12 Δεκεμβρίου[4]. Επί της πατριαρχίας του αποκατέστησε τον Αθανάσιο Πάριο, ο οποίος είχε καθαιρεθεί για τη διαμάχη περί των κολλύβων και μνημοσύνων, καταδίκασε όμως το βιβλίο «περί της συνεχούς Μεταλήψεως» και επέβαλε επιτίμια σε όσους το διαβάσουν[5]. Το 1784 εξέδωσε το Τυπικό του Αγίου Όρους, το οποίο οριοθετούσε τις διοικητικές και εκτελεστικές αρμοδιότητες των οργάνων του[6].
Μετά το Πάσχα του 1785 αρρώστησε και πέθανε στις 29 Ιουνίου[1]. Ετάφη στον ίδιο τάφο με τον προκάτοχό του, στο προαύλιο του Ιερού Ναού των Ασωμάτων (Παμμεγίστων Ταξιαρχών) στο Μέγα Ρεύμα[2].