Παύλος | |
---|---|
πρίγκιπας της Γιουγκοσλαβίας | |
Ο Πρίγκιπας Παύλος το 1935. | |
Περίοδος | 9 Οκτωβρίου 1934 - 27 Μαρτίου 1941 |
Γέννηση | 27 Απριλίου 1893 Αγία Πετρούπολη, Ρωσία |
Θάνατος | 14 Σεπτεμβρίου 1976 (83 ετών) Παρίσι, Γαλλία |
Τόπος ταφής | Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Όπλενατς |
Σύζυγος | Όλγα πριγκίπισσα της Ελλάδας |
Επίγονοι | Αλέξανδρος Νικόλαος Ελισάβετ |
Οίκος | Καραγεώργεβιτς |
Πατέρας | Αρσένιος Καραγεώργεβιτς |
Μητέρα | Αβρόρα Πάβλοβνα Ντεμίντοβα |
Θρησκεία | Σέρβος Ορθόδοξος |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο πρίγκιπας Παύλος της Γιουγκοσλαβίας (Павле Карађорђевић, 27 Απριλίου 1893 - 14 Σεπτεμβρίου 1976), γνωστός και ως Παύλος Καραγεώργεβιτς, ήταν αντιβασιλέας της Γιουγκοσλαβίας από τις 9 Οκτωβρίου 1934 μέχρι τις 27 Μαρτίου 1941, κατά τη διάρκεια της ανήλικης βασιλείας του βασιλιά Πέτρου Β΄.[1][2]
Ο πρίγκιπας Παύλος της Γιουγκοσλαβίας ήταν ο μοναδικός γιος του Πρίγκιπα Αρσενίου (αδελφού του Βασιλιά Πέτρου Α΄) και της Πριγκίπισσας και Κόμισσας Αουρόρα Πάβλοβνα Ντεμίντοβα (εγγονής της Φινλανδής φιλάνθρωπης Αουρόρα Κάραμζιν και του Ρώσου συζύγου της Πρίγκιπα και Κόμη Πάβελ Νικολάγεβιτς Ντεμίντοβ και του Ρώσου Πρίγκιπα Πέτερ Τρουμπέτσκοϊ και της συζύγου του Ελισάβετ Εσπέροβνα, Πριγκίπισσας Μπελοσέσκι-Μπελοζέρσκι). Παντρεύτηκε την Πριγκίπισσα Όλγα της Ελλάδας και της Δανίας, κόρη του πρίγκιπα Νικολάου της Ελλάδας και της πριγκίπισσας Ελένης.[1][3] και αδελφή της Πριγκίπισσας Μαρίνας, Δούκισσας του Κεντ, στις 22 Οκτωβρίου 1923. Ο Βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ΄, τότε Δούκας της Υόρκης, ήταν κουμπάρος στον γάμο του στο Βελιγράδι. Το ζευγάρι απέκτησε τα εξής τρία παιδιά:[2]
Ο Παύλος σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου ήταν μέλος της αποκλειστικής Λέσχης Μπούλινγκτον - μιας λέσχης γευσιγνωσίας περιβόητης για τα πλούσια μέλη της, τις μεγάλες δεξιώσεις και τα θορυβώδη τελετουργικά. Καλλιεργημένος και αμφιφυλόφιλος[4], όπως οι πιο κοντινοί φίλοι του, ο Πρίγκιπας Γεώργιος, Δούκας του Κεντ και ο Σερ Χένρυ Τσάνον,[5] η άποψή του για τη ζωή λέγεται ότι ήταν βρετανική. Χρίστηκε Ιππότης του Τάγματος της Περικνημίδας το 1939.
Στις 9 Οκτωβρίου 1934, ο Βλάντο Τσερνοζέμσκι δολοφόνησε τον ξάδελφο του Παύλου, βασιλιά Αλέξανδρο Α΄ της Γιουγκοσλαβίας, στη Μασσαλία της Γαλλίας.[1] Στη διαθήκη του ο Αλέξανδρος είχε προβλέψει, σε περίπτωση που θα πέθαινε πριν την ενηλικίωση του γιου του, να λάμβανε την αντιβασιλεία της χώρας ο ξάδελφός του Παύλος, όπως και έγινε.[1][2]
Ο Πρίγκηπας Παύλος, πολύ περισσότερο από τον Αλέξανδρο, ήταν στις απόψεις του Γιουγκοσλάβος μάλλον παρά Σέρβος. Επίσης, σε αντίθεση με τον Αλέξανδρο, έτεινε πολύ περισσότερο προς τη δημοκρατία. Στο ευρύτερο περίγραμμα της, η εσωτερική πολιτική του εργάστηκε για να εξαλείψει την κληρονομιά του συγκεντρωτισμού, της λογοκρισίας και του στρατιωτικού ελέγχου της δικτατορίας του Αλέξανδρου και να ειρηνεύσει τη χώρα λύνοντας το πρόβλημα των Σέρβων-Κροατών[6]].
Το 1939 ο Πρίγκιπας Παύλος, ως εκτελών χρέη αρχηγού του κράτους, αποδέχθηκε την επίσημη πρόσκληση από τον Αδόλφο Χίτλερ και πέρασε εννέα ημέρες στο Βερολίνο.[1]
Τον Αύγουστο του 1939 η Συμφωνία Τσβέτκοβιτς-Mάτσεκ ίδρυσε την Μπανόβινα της Κροατίας. Η κεντρική κυβέρνηση διατηρούσε τον έλεγχο της μοναρχίας, των εξωτερικών υποθέσεων, της εθνικής άμυνας, του εξωτερικού και εσωτερικού εμπορίου, των μεταφορών, της δημόσιας ασφάλειας, της θρησκείας, των μεταλλείων, των μέτρων και σταθμών, της ασφάλισης και της εκπαιδευτικής πολιτικής, αλλά η Κροατία θα είχε τη δική της βουλή στο Ζάγκρεμπ με ξεχωριστό προϋπολογισμό.[7]
Όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1939 η Γιουγκοσλαβία διακήρυξε την ουδετερότητά της[8]. Στις 25 Μαρτίου 1941 η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση υπέγραψε το Τριμερές Σύμφωνο του Αξονα, με σημαντικές επιφυλάξεις, καθώς προσαρτήθηκαν τρεις παρατηρήσεις. Η πρώτη υποχρέωνε τις δυνάμεις του Άξονα να σεβαστούν την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Γιουγκοσλαβίας. Με τη δεύτερη οι δυνάμεις του Άξονα υποσχέθηκαν να μη ζητήσουν από τη Γιουγκοσλαβία οποιαδήποτε στρατιωτική βοήθεια και με την τρίτη υποσχέθηκαν να μη ζητήσουν άδεια να μεταφέρουν στρατιωτικές δυνάμεις στη Γιουγκοσλαβική επικράτεια κατά τη διάρκεια του πολέμου.[9]
Παρ 'όλα αυτά, η υπογραφή του συμφώνου δεν άρεσε σε πολλά στοιχεία του Βασιλικού Γιουγκοσλαβικού Στρατού. Στις 27 Μαρτίου 1941, δύο ημέρες μετά την υπογραφή του Τριμερούς Συμφώνου από τη Γιουγκοσλαβία, οι Γιουγκοσλαβικές στρατιωτικές δυνάμεις με βρετανική υποστήριξη απομάκρυναν βιαίως τον Παύλο από την εξουσία και κήρυξαν τον Πέτρο Β΄ ενήλικα. Οι γερμανικές δυνάμεις εισέβαλαν στη χώρα 10 ημέρες αργότερα.
Για το υπόλοιπο του πολέμου ο Πρίγκηπας Παύλος κρατήθηκε μαζί με την οικογένειά του σε κατ 'οίκον περιορισμό από τους Βρετανούς στην Κένυα. Η κουνιάδα του Δούκισσα του Κεντ και ο σύζυγός της Δούκας απευθύνθηκαν στον Ουίνστον Τσώρτσιλ, ελπίζοντας ότι θα επιτρέψει στον Παύλο και την Όλγα να καταφύγουν στη Βρετανία. Ωστόσο, ο Τσόρτσιλ απέρριψε κατηγορηματικά το αίτημα. Εβλεπε τον Παύλο ως προδότη και εγκληματία πολέμου. Μετά τον θάνατο του Δούκα του Κεντ το 1942 ο Τσόρτσιλ υποχώρησε προ της επιμονής του Βασιλιά Γεωργίου και επέτρεψε στην Πριγκίπισσα Όλγα να πετάξει στο Λονδίνο για να παρηγορήσει την αδελφή της - αν και χωρίς τον σύζυγό της, που ήταν πολύ κοντά στον πρώην Δούκα [10][11].
Η Πριγκίπισσα Ελισσάβετ, η μοναδική του κόρη, έλαβε πληροφορίες από τους φακέλους των Επιχειρήσεων Ειδικών Αποστολών στο Υπουργείο Εξωτερικών στο Λονδίνο και τις δημοσίευσε στο Βελιγράδι, στην έκδοση της βιογραφίας του πατέρα της στα σερβικά το 1990. Το αρχικό βιβλίο Παύλος της Γιουγκοσλαβίας γράφτηκε από τον Νηλ Μπάλφουρ και εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1980.
Οι μεταπολεμικές κομμουνιστικές αρχές είχαν κηρύξει τον Πρίγκιπα Παύλο εχθρό του κράτους, δεν του επέτρεψαν να επιστρέψει ποτέ στη Γιουγκοσλαβία και δήμευσαν όλη του την περιουσία. Πέθανε στο Παρίσι στις 14 Σεπτεμβρίου 1976, σε ηλικία 83 ετών[12] [11] και ετάφη στην Ελβετία. Αποκαταστάθηκε από τα σερβικά δικαστήρια το 2011 και μετενταφιάσθηκε στην οικογενειακή κρύπτη στο Οπλενατς της Σερβίας, κοντά στο Tόπολα, στην κεντρική Σερβία, στις 6 Οκτωβρίου 2012, μαζί με τη σύζυγό του Όλγα και τον γιο Νικόλαο[13].
Ο Πρίγκηπας Παύλος, μαζί με τον Βασιλιά Αλέξανδρο Α΄ της Γιουγκοσλαβίας, συνέλεξαν, δώρησαν και αφιέρωσαν μεγάλο αριθμό έργων τέχνης στη Σερβία και τον σερβικό λαό, συμπεριλαμβανομένων ξένων αριστουργημάτων. Υπάρχουν ιδιαίτερα σημαντικά ιταλικά, γαλλικά και ολλανδικά / φλαμανδικά έργα. Τα περισσότερα έργα βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο της Σερβίας, συμπεριλαμβανομένων έργων από καλλιτέχνες όπως οι Ρούμπενς, Ρενουάρ, Μονέ, Τιτσιάνο, Βαν Γκογκ, Πωλ Γκωγκέν κ.α.
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Prince Paul of Yugoslavia της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες). |