Πελτοφόρος η Αφρικανική Peltophorum africanum | ||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Δέντρο Peltophorum africanum.
| ||||||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||||
| ||||||||||||||||
Διώνυμο | ||||||||||||||||
Πελτοφόρος η Αφρικανική Peltophorum africanum Otto Wilhelm Sonder (Sond.) |
Η Πελτοφόρος η Αφρικανική (Λατινικά: Peltophorum africanum), είναι ημιφυλλοβόλo προς φυλλοβόλο ανθοφόρο δέντρο, το οποίο ανέρχεται έως τα 15 μέτρα. Είναι εγγενές στην Αφρική, νοτίως του Ισημερινού.
Κατά τη διάρκεια της άνοιξης, μπορεί να συμβεί να στάξει νερό από τα κλαδιά του δέντρου, ένα φαινόμενο που προκαλείται από το έντομο spittlebug[Σημ. 1] (Ptyelus grossus). Αυτά τα ανώριμα στάδια των spittlebugs συναθροίζονται στους νεαρούς βλαστούς και αντλούν την τροφή τους ρουφώντας τους χυμούς[Σημ. 2] του δέντρου. Παράλληλα, εκκρίνουν καθαρό νερό, το οποίο είναι και η αιτία για το "κλαίον" αποτέλεσμα.
Το γένος ονομάζεται κατά τον Γεννάδιο Πελτοφόρος. Η ονομασία, είναι Ελληνικής προέλευσης και είναι σύνθετη με πρώτο συνθετικό τη λέξη πέλτη, πέλτα που σημαίνει μικρή ασπίδα και τον τύπο –φόρος από το ρήμα φέρω.
Άλλα κοινά ονόματα περιλαμβάνουν Ροδεσιανό μαυρόξυλο (Rhodesian blackwood), Αφρικανικό μαυρόξυλο (African blackwood), Αφρικανική καλαμιά (African wattle), Αφρικανική ψευτοκαλαμιά (African false wattle), Ροδεσιανή καλαμιά (Rhodesian wattle) και Ροδεσιανή μαυροκαλαμιά (Rhodesian black wattle).[1]
Στα μεγαλύτερα δέντρα ο φλοιός είναι αυλακωμένος και γκρι-καφέ· ο φλοιός των νέων δέντρων είναι λείος και γκρίζος. Τα φύλλα είναι σαν τις ακακίας και ασημο-γκρι καλυμμένα με λεπτά μικροσκοπικά τριχίδια· τα ώριμα φύλλα κιτρινωπά στις άκρες των κλάδων·[2] εναλλασσόμενα· έως εννέα ζεύγη πτερυγίων έκαστο με 10-20 ζεύγη φυλλαδίων· φύλλα, βλαστός και ράχις (μισχοειδές στέλεχος ενός πτεροειδούς φύλλου) καλυμμένα με ερυθρωπά καφετιά μικροσκοπικά τριχίδια.[2] Τα δένδρα δεν φέρουν αγκάθια.[2]
Τα φωτεινά κίτρινου χρώματος άνθη του ανθίζουν σε όρθια θέση σε επιδεικτικούς κλώνους μήκους 150mm, με πτυχωτά πέταλα στις άκρες των κλάδων.[2][3] Αυτά ακολουθούνται από συστάδες λεπτών επίπεδων σκούρων καφέ / μαύρων λοβών περίπου 100 mm, οι οποίοι εκλεπτύνουν προς τα δύο άκρα.[2]
Για τον πολλαπλασιασμό του Peltophorun africanum, μουσκεύεται ο φρέσκος σπόρος σε ζεστό νερό και αφήνεται να μουλιάσει μια νύχτα. Σπέρνεται σε 5:1 μείγμα ποταμίσιας άμμου και λιπάσματος.[2] Τα δέντρα αναπτύσσονται γρήγορα και αντέχουν την ξηρασία, αλλά στα τρία πρώτα χρόνια τους, είναι ευαίσθητα στον παγετό.[2]
Το δέντρο έχει πολλές χρήσεις.[2] Τα νεαρά φύλλα και οι λοβοί τρώγονται από τα οικόσιτα ζώα.[2] Τα άνθη, για την μελισσοκομία, παράγουν υψηλές ποσότητες σε νέκταρ και γύρη.[2] Η ξυλεία χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία.[2] Το ξύλο γίνεται καλό καυσόξυλο.[2] Γίνεται καλό δέντρο σκίασης τόσο των ζώων όσο και των ανθρώπων.[2] Έχουν επίσης καταγραφεί ποικίλες φαρμακευτικές χρήσεις.[2] Οι ρίζες χρησιμεύουν για την επούλωση πληγών, πονόδοντων και πονόλαιμων· οι ρίζες, τα φύλλα και ο φλοιός, χρησιμοποιούνται για τον καθαρισμό από τα εντερικά παράσιτα και την ανακούφιση στομαχικών πόνων· ο φλοιός ανακουφίζει από τους κολικούς· ο μίσχος και η ρίζα, χρησιμοποιούνται για τη διάρροια και τη δυσεντερία.[2] Επίσης χρησιμοποιείται και για την θεραπεία των οφθαλμών.[2]