Περίδοτο (peridot), ενίοτε λέγεται και χρυσόλιθος (chrysolite), είναι το όνομα για τον ημιπολύτιμο λίθο που αποτελεί την καθαρή (διαυγή) ανοικτοπράσινη ποικιλία του ολιβίνη.
Πρόκειται για την ανωτέρας ποιότητας παραλλαγή συνήθως του φορστερίτη (στην ισόμορφη σειρά ολιβίνης φορστερίτη–φαϋαλίτη). Από τα δύο ακραία μέλη της ολιβίνης, ο φορστερίτης (μαγνησιούχος ολιβίνης) είναι πλούσιος σε μαγνήσιο (Mg) και ο φαϋαλίτης (σιδηρούχος ολιβίνης) είναι πλούσιος σε σίδηρο (Fe). Η σύσταση του περιδότου συνήθως είναι πιο κοντά στον φορστερίτη, αν και χρωματίζεται από τον σίδηρο. Καθώς αυξάνονται τα δισθενή ιόντα σιδήρου (Fe2+), στην δομική κατασκευή του ολιβίνη, το χρώμα μετατρέπεται σε πρασινωπό, ενώ καθώς αυξάνονται τα τρισθενή ιόντα σιδήρου (Fe3+) σε κιτρινωπό. Ο καλύτερος μακροσκοπικά χρωματισμός περιδότου έχει ποσοστό σιδήρου μικρότερο του 15% και περιέχει νικέλιο και χρώμιο ως ιχνοστοιχεία, που μπορεί επίσης να συμβάλλουν στο καλύτερο χρώμα περιδότου. Το κρυσταλλικό σύστημα του περιδότου είναι ορθορομβικό και έχει σκληρότητα από 6,5 έως 7 της κλίμακας Μος (με σκληρότητα Μος μικρότερη από 7 μπορεί να χαραχθεί από τον χαλαζία).
Το εκρηξιγενές πέτρωμα που περιέχει περίδοτο πάνω από 40% λέγεται περιδοτίτης.
Η αρχαιότερη τοποθεσία εξόρυξης μεγάλου κοιτάσματος ολιβίνης-περιδότου (λεγόταν τοπάζιος κατά τους επιστήμονες) θεωρείται ότι είναι το νησί Τοπάζιος στην Ερυθρά Θάλασσα, γνωστό πλέον ως Ζαμπαργκάντ ή Σεντ Τζον νήσος.[1][2][3][4] Σήμερα, μεγάλη ποσότητα περιδότου στη Γη εξορύσσεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Μιανμάρ, το Πακιστάν και τα Ιμαλάια.[5]
Μικροί κρυσταλλίτες (κόκκοι) περιδότου συχνά βρίσκονται σε πετρώματα βασάλτη.[6] Ανευρέθηκαν επίσης σε επίγεια κομμάτια μετεωριτών παλλασίτη, όπου εμπεριέχονται σε πλέγμα (matrix) σιδηρονικελίου. Το ημιπολύτιμο ορυκτό έχει ανιχνευθεί και στο έδαφος της Σελήνης και του Άρη.[7][8][9]
Μερικές φορές το περίδοτο δεν διακρίνεται εύκολα από άλλα παρόμοιου χρώματος ορυκτά, όπως το Σμαράγδι (διαφορετικές αποχρώσεις και υψηλότερη σκληρότητα), τον Απατίτη (πολύ πιο μαλακός), τον πράσινο Γρανάτη (χωρίς διπλή διάθλαση), τον πρἀσινο Τουρμαλίνη (έντονα πλειοχρωμικός), τον Μολδαβίτη (χωρίς διπλή διάθλαση) και το πράσινο Ζιρκόνιο (σημαντικά βαρύτερο).
Η ετυμολογία της λέξης περίδοτο είναι ασαφής. Κατά μία εκδοχή, εικάζεται πως προέρχεται από την αραβική λέξη φαριντά (αραβικά: فريدة, farīda) που σημαίνει «μαργαριτάρι, πολύτιμo κόσμημα».[10] Κατά άλλη εκδοχή, προέρχεται μέσω της παλαιάς γαλλικής λέξης peridot, peritot (περιδό, περιτό) και μεσαιωνική λατινική peridotus (περιδότους) που είναι άγνωστης προέλευσης.[11]
Κατά τη διάρκεια των αιώνων, η λέξη «χρυσόλιθος» (χρυσή πέτρα) χρησιμοποιήθηκε για την ονομασία των ορυκτών που έχουν καθαρό, έντονο χρυσο-πρασινωπό χρώμα και υαλώδη λάμψη. Πρόκειται για διάφορα είδη ορυκτών, όπως το Περίδοτο, η Χρυσοβήρυλλος, ο Πρενίτης,[12] το Ζαφείρι, ο Τουρμαλίνης, το Χρυσοπράσιο, ο Σιτρίνης (ή κιτρίνης)[13] και ο Πρασεόλιθος.[14]
Με το όνομα χρυσόλιθος αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς και ο πολύτιμος λίθος Τόπαζος ή Τοπάζιον.[15][16][1] Πιθανότατα η συγκεκριμένη αναφορά συνδέεται με το Περίδοτο και όχι με το Τοπάζιο των σύγχρονων ορυκτολογών.[17][18]
Το όνομα Χρυσόλιθος (chrysolite) δεν υποδηλώνει πάντα το ημιπολύτιμο υλικό «περίδοτο».[19][20] Στην ελληνική αγορά, η ονομασία «χρυσόλιθος» αναφέρεται και σε μια ποιότητα ιριδίζοντος γυαλιού.[21]
Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Peridot στο Wikimedia Commons