H πρωτεΐνη ταυ ανακαλύφθηκε το 1975 και ανήκει στις πρωτεΐνες μικρού μοριακού βάρους που σχετίζονται με μικροσωληνίσκους (αγγλ.: Microtubule Associated Proteins, MAPs) και βρίσκεται σε αφθονία στο κεντρικό νευρικό σύστημα, κυρίως στους νευράξονες. Επιπλέον, εκφράζεται στους άξονες των νευρώνων του περιφερικού νευρικού συστήματος και σε μικρότερο βαθμό στα αστροκύτταρα και τα ολιγοδενδροκύτταρα του κεντρικού νευρικού συστήματος, αλλά και σε άλλους ιστούς, όπως στα νεφρά και στους πνεύμονες.[1] Στον άνθρωπο κωδικοποιείται από ένα γονίδιο που βρίσκεται στο χρωμόσωμα 17 και αποτελείται από 16 εξώνια.
Οι διάφορες ισομορφές της ταυ δημιουργούνται από mRNAs, που έχουν προκύψει μέσω της εναλλακτικής συναρμογής 11 εξωνίων. Στον ανθρώπινο εγκέφαλο η εναλλακτική συναρμογή των εξωνίων 2,3 και 10 δημιουργεί τις έξι ισομορφές που κυμαίνονται από 352-441 υπολοιπόμενα μονομερή αμινοξέων. Οι κύριες ισομορφές της ταυ διαφέρουν μεταξύ τους ως προς δύο σημεία. Πρώτον, ως προς την παρουσία ή απουσία δύο μικρών περιοχών (Ν1, Ν2) μήκους 29 αμινοξέων η καθεμία, στο αμινοτελικό άκρο, οι οποίες κωδικοποιούνται από τα εξώνια 2 και 3, και δεύτερον, ως προς τη δεύτερη από τις τέσσερις επαναλήψεις (R2, 31 κατάλοιπα), η οποία κωδικοποιείται από το εξώνιο 10 και βρίσκεται στην «περιοχή επανάληψης».[1]
Η πρωτεΐνη ταυ έχει υδρόφιλο χαρακτήρα, είναι διαλυτή, ανήκει στην οικογένεια των εγγενώς μη αναδιπλωμένων πρωτεϊνών και συνεπώς δεν έχει διακριτά οργανωμένη δευτεροταγή δομή. Είναι θερμοανθεκτική και διατηρεί τη λειτουργικότητα της μετά από κατεργασία με οξύ (Kolarova,2012).
Αποτελείται από τις ακόλουθες δομικές περιοχές:
Η πρωτεΐνη ταυ προσδένεται γρήγορα και αντιστρεπτά στην εξωτερική επιφάνεια των μικροσωληνίσκων αλλά και στο εσωτερικό τους, με την αμινοτελική και καρβοξυτελική της περιοχή να προβάλλει προς το εξωτερικό των μικροσωληνίσκων.[2] Το αμινοτελικό της άκρο συνδέεται με την κυτταροπλασματική μεμβράνη, πιθανώς ως μέρος ενός συμπλέγματος σχετιζόμενου με τη μεμβράνη, ρυθμίζοντας την απόσταση μεταξύ των μικροσωληνίσκων. Η ικανότητα της να προσδένεται στους μικροσωληνίσκους οφείλεται στην MBD. Υποστηρίζεται πως οι αλληλουχίες των επαναλαμβανόμενων μοτίβων προσδένονται άμεσα στους μικροσωληνίσκους, μέσω του θετικού τους φορτίου, που αλληλεπιδρά με τα αρνητικά φορτισμένα κατάλοιπα της σωληνίνης (Jho et al., 2010). Επιπλέον, εμπλέκεται στην αξονική μεταφορά, την οποία και τροποποιεί. Συγκεκριμένα, λόγω της ισχυρής της πρόσδεσης στους μικροσωληνίσκους είναι δυνατόν να προκαλέσει αποκόλληση των φορτίων από την κινησίνη.[3]