Το πρόγραμμα Φουλμπράιτ (αγγλικά: Fulbright Program), συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος Φουλμπράιτ-Χέις, είναι ένα πρόγραμμα άκρως ανταγωνιστικών υποτροφιών για φοιτητές, ερευνητές, εκπαιδευτικούς, επαγγελματίες, επιστήμονες και καλλιτέχνες, που ιδρύθηκε από τον Γερουσιαστή των ΗΠΑ Τζέιμς Γουίλιαμ Φουλμπράιτ το 1946.
Στο πλαίσιο του προγράμματος Φουλμπράιτ, επιλεγμένοι πολίτες των ΗΠΑ είναι δυνατόν να επιλεγούν για υποτροφία σε σπουδές, έρευνες ή άσκηση των δεξιοτήτων τους στο εξωτερικό. Το πρόγραμμά περιλαμβάνει και πολίτες άλλων χωρών για αντίστοιχες υποτροφίες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα βραβεία σε όλο τον κόσμο και δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 160 χώρες.[1] Εξήντα αποδέκτες της υποτροφίας, από δεκατέσσερις χώρες, έχουν κερδίσει βραβεία Νόμπελ [2] και ογδόντα οκτώ έχουν κερδίσει βραβεία Πούλιτζερ.[2]
Δημιουργήθηκε για να αυξήσει την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων χωρών, μέσω της ανταλλαγής προσώπων, γνώσεων και δεξιοτήτων.
Στην Ελλάδα, το πρόγραμμα έχει τον τίτλο «τιμής» του αρχαιότερου προγράμματος Φουλμπράιτ στην Ευρώπη και του δεύτερου αρχαιότερου – σε συνεχή λειτουργία – στον κόσμο.[3]
Θεωρείται από τους σημαντικότερους φορείς των διεθνών προγραμμάτων εκπαιδευτικών και πολιτιστικών ανταλλαγών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σε συνεργασία με περισσότερες από εκατόν εξήντα χώρες παγκοσμίως.[3]
Από την ίδρυση του το 1948, το Ίδρυμα λειτουργεί ως το επίσημο κέντρο πληροφόρησης και διασύνδεσης για σπουδές στις Ηνωμένες Πολιτείες κι έχει απονείμει περισσότερες από 5.500 υποτροφίες σε Έλληνες και Αμερικανούς φοιτητές, επιστήμονες, ερευνητές, εκπαιδευτικούς και καλλιτέχνες, δημιουργώντας ένα δραστήριο, δυναμικό, πολυσχιδές και αρραγές δίκτυο υποτρόφων.[3]