Πυροσβεστήρας

Ένας πυροσβεστήρας εγκλωβισμένης πίεσης κατασκευασμένος από την Amerex

Ο πυροσβεστήρας (αγγλικά: fire extinguisher‎‎) είναι συσκευή ενεργητικής πυροπροστασίας (αγγλικά: active fire protection‎‎) που χρησιμοποιείται στην κατάσβεση ή έλεγχο μικρών πυρκαγιών, συχνά σε επείγουσες καταστάσεις. Δεν αποσκοπεί να χρησιμοποιηθεί για μια πυρκαγιά εκτός ελέγχου, όπως στις πυρκαγιές που έχουν φτάσει στην οροφή, απειλεί τον χρήστη (δηλαδή, δεν υπάρχει οδός διαφυγής, υπάρχει καπνός ή κίνδυνος έκρηξης, κλπ.), ή απαιτεί την πείρα της πυροσβεστικής. Συνήθως, ένας πυροσβεστήρας αποτελείται από ένα κυλινδρικό δοχείο χειρός εγκλωβισμένης πίεσης που περιέχει έναν τύπο κατασβεστικού μέσου που θα εκλυθεί για να κατασβήσει μια φωτιά. Πυροσβεστήρες που είναι κατασκευασμένοι με μη κυλινδρικά δοχεία εγκλωβισμένης πίεσης υπάρχουν επίσης, αλλά είναι λιγότερο συχνοί.

Πυροσβεστήρας εγκλωβισμένης πίεσης κατασκευασμένος από την Oval Brand Fire Products

Στις ΗΠΑ, οι πυροσβεστήρες σε όλα τα κτίρια εκτός από τα σπίτια πρέπει γενικά να επιθεωρούνται από μια εξουσιοδοτημένη εταιρία πυροσβεστήρων τουλάχιστον ετησίως. Κάποιοι κανονισμοί απαιτούν πιο σύντομα χρονικά διαστήματα ελέγχου των πυροσβεστήρων. Ο ελεγκτής βάζει μια ετικέτα στον πυροσβεστήρα για να δείξει τον τύπο της παρεχόμενης υπηρεσίας (ετήσια επιθεώρηση, αναγόμωση, νέος πυροσβεστήρας).

Βρετανικός πυροσβεστήρας με ετικέτα αναγνωριστικού, σημείο κλήσης και πινακίδα αντιπυρικών ενεργειών

Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι πυροσβεστήρων: εγκλωβισμένης πίεσης (Stored-pressure) και με φυσίγγιο (Cartridge-operated). Στις μονάδες εγκλωβισμένης πίεσης, το προωθητικό αέριο αποθηκεύεται στον ίδιο θάλαμο με το μέσο πυρόσβεσης. Ανάλογα με το χρησιμοποιούμενο μέσο, χρησιμοποιούνται διαφορετικά προωθητικά. Με τους ξηρούς χημικούς πυροσβεστήρες, χρησιμοποιείται συνήθως το άζωτο· οι πυροσβεστήρες νερού και αφρού χρησιμοποιούν συνήθως τον αέρα. Οι πυροσβεστήρες εγκλωβισμένης πίεσης είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος. Οι πυροσβεστήρες με φυσίγγιο περιέχουν το προωθητικό αέριο σε ένα ξεχωριστό φυσίγγιο που τρυπιέται πριν την εκκένωση, εκθέτοντας το προωθητικό στο κατασβεστικό μέσο. Αυτός ο τύπος δεν είναι τόσο συχνός, χρησιμοποιείται κυρίως σε περιοχές όπως σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, όπου χρησιμοποιούνται περισσότερο από τη συνηθισμένη χρήση. Έχουν το πλεονέκτημα της απλής και γρήγορης αναγόμωσης, επιτρέποντας σε έναν χειριστή να εκκενώσει τον πυροσβεστήρα, να τον αναγομώσει και να επιστρέψει στη φωτιά σε λογικό χρόνο. Αντίθετα με τους πυροσβεστήρες εγκλωβισμένης πίεσης, αυτοί οι πυροσβεστήρες χρησιμοποιούν πεπιεσμένο διοξείδιο του άνθρακα αντί του αζώτου, αν και φυσίγγια αζώτου χρησιμοποιούνται σε χαμηλής θερμοκρασίας μοντέλα (κατηγορίας -60). Οι πυροσβεστήρες με φυσίγγιο είναι διαθέσιμοι σε ξηρό χημικό και σε ξηρής σκόνης στις ΗΠΑ και σε νερό, μέσα διαβροχής, αφρό, ξηρό χημικό (κλάσεις ABC και B.C.) καθώς και σε ξηρή σκόνη (κλάση D) για τον υπόλοιπο κόσμο.

Τροχήλατος πυροσβεστήρας και μια πινακίδα σε έναν χώρο στάθμευσης

Οι πυροσβεστήρες διαιρούνται παραπέρα σε τροχήλατους και χειρός. Οι πυροσβεστήρες χειρός ζυγίζουν από 0,5 έως 12 kg και είναι συνεπώς εύκολα μετακινήσιμοι με το χέρι. Οι τροχήλατες μονάδες ζυγίζουν συνήθως περισσότερο από 25 kg. Αυτοί οι τροχήλατοι πυροσβεστήρες βρίσκονται συνήθως σε εργοτάξια, εργοστάσια, τροχόδρομους αεροδρομίων, ελικοδρόμια, καθώς και σε αποβάθρες και μαρίνες.

Ο πρώτος πυροσβεστήρας με καταχωρημένη ευρεσιτεχνία παρασκευάστηκε στην Αγγλία από τον χημικό Ambrose Godfrey, το 1723. Αποτελείτο από μια δεξαμενή κατασβεστικού υγρού που περιείχε έναν θάλαμο από κασσίτερο με πυρίτιδα. Αυτός ήταν συνδεμένος με ένα σύστημα φιτιλιών που αναφλέγονταν, εκτοξεύοντας την πυρίτιδα και σκορπώντας το διάλυμα. Αυτή η συσκευή χρησιμοποιήθηκε περιορισμένα, επειδή αναφέρεται ότι ήταν αποτελεσματική στην κατάσβεση μιας φωτιάς στο Λονδίνο.

Ο σύγχρονος πυροσβεστήρας επινοήθηκε από τον George William Manby, το 1818· αποτελείτο από ένα χάλκινο δοχείο 13,6 λίτρων από διάλυμα ανθρακικού καλίου κάτω από πεπιεσμένο αέρα.

Ο πυροσβεστήρας διττανθρακικού νατρίου κατοχυρώθηκε το 1866 από τον Francois Carlier, που ανέμιξε ένα διάλυμα νερού και διττανθρακικού νατρίου με τρυγικό οξύ, παράγοντας το προωθητικό αέριο CO2. Ένας πυροσβεστήρας διττανθρακικού νατρίου κατοχυρώθηκε το 1881, στις ΗΠΑ, από τον Almon M. Granger. Ο πυροσβεστήρας του χρησιμοποιούσε την αντίδραση μεταξύ του διαλύματος όξινου ανθρακικού νατρίου και θειικού οξέος για να ρίξει πεπιεσμένο νερό στη φωτιά.[1] Ένα φιαλίδιο πυκνού θειικού οξέος κρεμιόταν στον κύλινδρο. Ανάλογα με τον τύπο του πυροσβεστήρα, το φιαλίδιο του οξέος μπορούσε να σπάσει κατά δύο τρόπους. Ο ένας χρησιμοποιούσε ένα έμβολο για να σπάσει το φιαλίδιο του οξέος, ενώ ο δεύτερος ελευθέρωνε ένα μολυβδένιο πώμα που κρατούσε το φιαλίδιο κλειστό. Μόλις το οξύ αναμιγνυόταν με το όξινο ανθρακικό νάτριο, το αέριο διοξείδιο του άνθρακα ωθούσε και πίεζε το νερό. Το πεπιεσμένο νερό αναγκαζόταν να περάσει από ένα δοχείο μέσα από ένα ακροφύσιο ή από σωλήνα μικρού μήκους.

Ο πυροσβεστήρας με φυσίγγιο εφευρέθηκε από τη Read & Campbell το 1881, που χρησιμοποιούσε νερό ή διαλύματα με βάση το νερό. Αργότερα, ανακαλύφθηκε ένας πυροσβεστήρας τετραχλωράνθρακα που λεγόταν "Petrolex" με κύρια χρήση για αυτοκίνητα.[2]

Ο πυροσβεστήρας χημικού αφρού εφευρέθηκε το 1904 από τον Aleksandr Loran στη Ρωσία. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε για να σβήσει μια κατσαρόλα από καιόμενη νάφθα.[3] Δούλεψε με επιτυχία και έμοιαζε με τον τύπο διττανθρακικού νατρίου, αλλά τα εσωτερικά τμήματα ήταν ελαφρώς διαφορετικά. Η κύρια δεξαμενή περιείχε διάλυμα διττανθρακικού νατρίου σε νερό, ενώ ο εσωτερικός περιέκτης (κάπως μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο της μονάδας διττανθρακικού νατρίου) περιείχε διάλυμα θειικού αργιλίου. Όταν αναμειγνύονταν τα διαλύματα, συνήθως με αντιστροφή της μονάδας, τα δύο υγρά αντιδρούσαν για να δημιουργήσουν αφρό και αέριο διοξείδιο του άνθρακα. Το αέριο ωθούσε τον αφρό με τη μορφή πίδακα. Αν και αποστάγματα από ρίζες γλυκόριζας και παρόμοιες ενώσεις χρησιμοποιήθηκαν ως πρόσθετα (σταθεροποιώντας τον αφρό με την ενίσχυση των τοιχωμάτων των φυσαλίδων), δεν υπήρχε καμιά "ένωση αφρού" σε αυτές τις μονάδες. Ο αφρός ήταν ένας συνδυασμός των προϊόντων των χημικών αντιδράσεων: γέλες αλάτων νατρίου και αργιλίου που φουσκώνουν με το διοξείδιο του άνθρακα. Λόγω αυτού, ο αφρός εκκενωνόταν άμεσα από τη μονάδα, χωρίς καμιά ανάγκη για αναρροφητικό σωλήνα διακλάδωσης (όπως γίνεται στους πιο νέους τύπους μηχανικού αφρού). Ειδικές εκδόσεις έγιναν για σκληρές συνθήκες και για προσάρτηση σε οχήματα. Βασικά χαρακτηριστικά αποτελούσαν ένα βιδωτό πώμα που κρατούσε τα υγρά από την ανάμειξη μέχρι να ανοιχθεί με το χέρι, ιμάντες μεταφοράς, ένα μεγαλύτερο λάστιχο και ένα ακροφύσιο διακοπής. Οι τύποι αυτοί κατάσβεσης ήταν συχνά ιδιωτικές εκδόσεις μεγαλύτερων εταιριών, που πουλιόντουσαν από τους κατασκευαστές συσκευών για να ταιριάζουν με τα οχήματά τους.

Το 1910, η Pyrene Manufacturing Company του Ντελαγουέαρ υπέβαλε μια ευρεσιτεχνία χρησιμοποιώντας τετραχλωράνθρακα (CTC, ή CCl4) για την κατάσβεση των πυρκαγιών.[4] Το υγρό εξατμιζόταν και έσβηνε τις φλόγες παρεμποδίζοντας τη χημική αλυσιδωτή αντίδραση της διεργασίας της καύσης (ήταν μια προϋπόθεση των αρχών του 20ού αιώνα ότι η ικανότητα κατάσβεσης της φωτιάς από τον τετραχλωράνθρακα βασίζεται στην αφαίρεση του οξυγόνου). Το 1911, κατέθεσαν μια ευρεσιτεχνία ενός μικρού, φορητού πυροσβεστήρα που χρησιμοποιούσε τετραχλωράνθρακα.[5] Αυτός αποτελείτο από έναν ορειχάλκινο ή επιχρωμιωμένο περιέκτη με μια ενσωματωμένη χειραντλία, που χρησιμοποιήθηκε για να εκσφεντονίζει έναν πίδακα προς τη φωτιά. Ήταν συνήθως χωρητικότητας 1,1 λίτρα ή 0,57 λίτρα, αλλά ήταν επίσης διαθέσιμος μέχρι 9,1 λίτρα. Επειδή ο περιέκτης ήταν χωρίς πίεση, μπορούσε να ξαναγεμίσει μετά τη χρήση μέσα από μια τάπα πλήρωσης με καινούργιο τετραχλωράνθρακα.[6]

Ένας άλλος τύπος πυροσβεστήρα τετραχλωράνθρακα ήταν η πυροσβεστική χειροβομβίδα (fire grenade). Αυτή αποτελείτο από μια γυάλινη σφαίρα γεμάτη με τετραχλωράνθρακα, η οποία προοριζόταν να ρίχνεται στη βάση μιας φωτιάς (στην αρχή χρησιμοποιήθηκε αλατόνερο, αλλά ο τετραχλωράνθρακας ήταν πιο αποτελεσματικός). Ο τετραχλωράνθρακας ήταν κατάλληλος για υγρές και ηλεκτρικές φωτιές και οι πυροσβεστήρες προσαρμόζονταν σε οχήματα. Οι πυροσβεστήρες τετραχλωράνθρακα αποσύρθηκαν τη δεκαετία του 1950, λόγω της χημικής τους τοξικότητας - η έκθεση σε υψηλές συγκεντρώσεις καταστρέφει το νευρικό σύστημα και εσωτερικά όργανα. Επιπλέον, όταν χρησιμοποιείται σε μια φωτιά, η θερμότητα μπορεί να μετατρέψει τον τετραχλωράνθρακα σε αέριο φωσγένιο,[7] που παλιότερα εχρησιμοποιείτο ως χημικό όπλο.

Τη δεκαετία του 1940, ανακαλύφθηκε στη Γερμανία το υγρό βρωμοχλωρομεθάνιο (ή χλωροβρωμομεθάνιο) (CBM) για χρήση σε αεροπλάνα. Ήταν πιο αποτελεσματικό και ελαφρά λιγότερο τοξικό από τον τετραχλωράνθρακα και χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 1969. Το βρωμομεθάνιο ανακαλύφθηκε ως κατασβεστικό μέσο τη δεκαετία του 1920 και χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα στην Ευρώπη. Είναι ένα αέριο χαμηλής πίεσης που δουλεύει εμποδίζοντας την αλυσιδωτή αντίδραση της φωτιάς και είναι το πιο τοξικό από τα εξετμιζόμενα υγρά και χρησιμοποιήθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1960. Τα παραπροϊόντα του ατμού και της καύσης από όλα τα υγρά ήταν πολύ τοξικά και μπορούσαν να προκαλέσουν θάνατο σε κλειστούς χώρους.

Ο πυροσβεστήρας διοξειδίου του άνθρακα (CO2) εφευρέθηκε (τουλάχιστον στις ΗΠΑ) από την εταιρία Walter Kidde το 1924 ως απάντηση του αιτήματος της Bell Telephone για μια ηλεκτρικά μη αγώγιμη ένωση για την κατάσβεση των προηγουμένως δυσκολοκατασβέσιμων πυρκαγιών στα τηλεφωνικά κέντρα. Αποτελείτο από έναν υψηλό μεταλλικό κύλινδρο που περιείχε 3,4 kg CO2 με μια τροχήλατη βαλβίδα και έναν πλεκτό ορειχάλκινο σωλήνα, καλυμμένο με βαμβάκι, με μια σύνθετη χοάνη ως ακροφύσιο. Το CO2 είναι ακόμα δημοφιλές σήμερα, επειδή είναι ένα καθαρό μέσο φιλικό προς το όζον και χρησιμοποιείται πολύ σε παραγωγές ταινιών για να κατασβέσουν καιόμενους ηθοποιούς.[8] Οι πυροσβεστήρες διοξειδίου του άνθρακα κατασβένουν τη φωτιά κυρίως εκτοπίζοντας το οξυγόνο. Κάποτε εθεωρείτο ότι δρούσε με ψύξη, αν και αυτό το φαινόμενο στις περισσότερες φωτιές είναι αμελητέο. Το χαρακτηριστικό αυτό είναι αρκετά γνωστό και έχει οδηγήσει στην πλατιά λαθεμένη χρήση πυροσβεστήρων του διοξειδίου του άνθρακα για γρήγορη ψύξη ποτών και ιδιαίτερα της μπύρας.

Το 1928, η DuGas παρουσίασε έναν ξηρό χημικό πυροσβεστήρα με φυσίγγιο, που χρησιμοποιούσε διττανθρακικό νάτριο ειδικά επεξεργασμένο με χημικά για να επιτρέπει την ελεύθερη ροή και αντίσταση στην υγρασία. Αποτελείτο από έναν χάλκινο κύλινδρο με ένα εσωτερικό φυσίγγιο CO2. Ο χειριστής έστριβε μια βαλβίδα στην κορυφή για να τρυπήσει το φυσίγγιο και πίεζε έναν μοχλό στη βαλβίδα στο τέλος του σωλήνα για να εκκενώσει τη χημική ουσία. Αυτό ήταν το πρώτο μέσο που διατέθηκε για φωτιές μεγάλης κλίμακας τρισδιάστατων υγρών και πεπιεσμένων αερίων, αλλά παρέμεινε κυρίως ως ένας ειδικός τύπος πυροσβεστήρα μέχρι τη δεκαετία του 1950, όταν έγιναν εμπορικές μικρές μονάδες ξηρών χημικών για οικιακή χρήση. Ο ξηρός χημικός πυροσβεστήρας ABC ήρθε από την Ευρώπη τη δεκαετία του 1950, ο Super-K ανακαλύφθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και ο Purple-K στο τέλος της δεκαετίας 1960. Χειροκίνητα εφαρμοζόμενα ξηρά μέσα όπως ο γραφίτης για φωτιές κλάσης D (μέταλλα) ήταν γνωστά από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το 1949 η Ansul εισήγαγε έναν πυροσβεστήρα εγκλωβισμένης πίεσης χρησιμοποιώντας ένα εξωτερικό φυσίγγιο CO2 για να εκκενώσει το μέσο. Ο πυροσβεστήρας Met-L-X (χλωριούχου νατρίου) υπήρξε ο πρώτος πυροσβεστήρας που αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ, με γραφίτη και χαλκό για να αναπτυχθούν αργότερα αρκετοί τύποι.

Τη δεκαετία του 1970, ο Halon 1211 ήρθε στις ΗΠΑ από την Ευρώπη, όπου εχρησιμοποιείτο από το τέλος της δεκαετίας του 1940. Ο Halon 1301 αναπτύχθηκε από την DuPont και τον Αμερικανικό Στρατό το 1954. Οι πυροσβεστήρες Halon 1211 και Halon 1301 λειτουργούσαν εμποδίζοντας την αλυσιδωτή αντίδραση της φωτιάς και στην περίπτωση του Halon 1211, ψύχοντας επίσης και τα καύσιμα κατηγορίας A. Ο Halon χρησιμοποιείται ακόμα, αλλά υποχωρεί για πολλές χρήσεις λόγω των περιβαλλοντικών επιδράσεών του. Η Ευρώπη και η Αυστραλία έχουν περιορίσει αυστηρά τη χρήση του, από το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ του 1987. Λιγότερο αυστηροί περιορισμοί έχουν επιβληθεί στις ΗΠΑ, Μέση Ανατολή και Ασία.[9][10]

Διεθνώς, υπάρχουν πολλές αποδεκτές μέθοδοι κατηγοριοποίησης για τους πυροσβεστήρες χειρός. Κάθε κατηγοριοποίηση είναι χρήσιμη στην καταπολέμηση πυρκαγιών μιας συγκεκριμένης ομάδας καυσίμων.

Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι προδιαγραφές για τους πυροσβεστήρες καθορίζονται από το πρότυπο AS/NZS 1841. Όλοι οι πυροσβεστήρες πρέπει να είναι βαμμένοι με κόκκινο σήμα. Εκτός από τους πυροσβεστήρες νερού, κάθε πυροσβεστήρας έχει μια χρωματιστή λουρίδα κοντά στην κορυφή, που καλύπτει τουλάχιστον το 10% του μήκους του σώματος του πυροσβεστήρα, καθορίζοντας το περιεχόμενό του.

Τύπος Χρώμα λουρίδας Κατηγορία πυρκαγιάς (οι παρενθέσεις υποδηλώνουν ότι εφαρμόζονται μερικές φορές)
A B C D E F
Νερό Κόκκινο σήμα A
Υγρή χημική Ανοιχτό μπεζ A F
Αφρός Βαθύ γαλάζιο A B
Ξηρή σκόνη Λευκό A B C E
Ξηρή σκόνη (μεταλλικές πυρκαγιές) Πρασινοκίτρινο D
Διοξείδιο του άνθρακα Μαύρο (A) B E
Ατμίζον υγρό (μέσα καθαρισμού χωρίς halon) Χρυσοκίτρινο A B C E
Halon Δεν παράγεται πια A B E

Στην Αυστραλία, η κατοχή ή η χρήση κίτρινων πυροσβεστήρων (Halon) είναι παράνομη, εκτός και αν έχει αναγνωριστεί μια βασική εξαίρεση χρήσης, λόγω της μείωσης του όζοντος που προκαλείται από το halon.[11]

Τυπικοί βρετανικοί πυροσβεστήρες με CO2 και νερό

Σύμφωνα με το πρότυπο BS EN 3, οι πυροσβεστήρες στο Ηνωμένο Βασίλειο όπως και σε όλη την Ευρώπη είναι κόκκινοι (RAL 3000) και με μια λουρίδα ή κύκλο ενός δεύτερου χρώματος που καλύπτει μεταξύ του 5–10% της επιφάνειας του πυροσβεστήρα που δείχνει το περιεχόμενο. Πριν το 1997, ολόκληρο το σώμα του πυροσβεστήρα καλυπτόταν με το χρώμα του κωδικού του μέσου κατάσβεσης.

Το Ηνωμένο Βασίλειο αναγνωρίζει έξι κατηγορίες πυρκαγιάς:[12]

  • Οι πυρκαγιές κατηγορίας A περιλαμβάνουν οργανικά στερεά όπως χαρτί και ξύλο.
  • Οι πυρκαγιές κατηγορίας B περιλαμβάνουν εύφλεκτα ή καύσιμα υγρά, μεταξύ των οποίων βενζίνη, γράσα και λάδια.
  • Οι πυρκαγιές κατηγορίας C περιλαμβάνουν εύφλεκτα αέρια.
  • Οι πυρκαγιές κατηγορίας D περιλαμβάνουν καύσιμα μέταλλα.
  • Οι πυρκαγιές κατηγορίας E περιλαμβάνουν ηλεκτρικό εξοπλισμό ή ηλεκτρικές συσκευές.
  • Οι πυρκαγιές κατηγορίας F περιλαμβάνουν μαγειρικά λίπη και έλαια.

Η κατηγορία E σταμάτησε να υπάρχει, αλλά κάλυπτε πυρκαγιές ηλεκτρικών συσκευών. Αυτή η κατηγορία σταμάτησε να χρησιμοποιείται επειδή όταν σβήσει η παροχή ηλεκτρικού, μια ηλεκτρική πυρκαγιά μπορεί να μεταπέσει σε οποιαδήποτε από τις υπόλοιπες πέντε κατηγορίες.

Τύπος Παλιός κωδικός BS EN 3 κωδικός χρώματος Κατηγορίες πυρκαγιών
(οι παρενθέσεις δηλώνουν ότι εφαρμόζονται μερικές φορές)[13]
A B C D E F
Νερό Κόκκινο σήμα Κόκκινο σήμα A
Αφρός Κρεμ Κόκκινο με ένα κρεμ τμήμα πάνω από τις οδηγίες λειτουργίας A B
Ξηρή σκόνη Γαλλικό γαλάζιο Κόκκινο με γαλάζιο τμήμα πάνω από τις οδηγίες λειτουργίας (A) B C E
Διοξείδιο του άνθρακα, CO2 Μαύρο Κόκκινο με μαύρο τμήμα πάνω από τις οδηγίες λειτουργίας B E
Υγρό χημικό Μη διαθέσιμο Κόκκινο με καναρινί τμήμα πάνω από τις οδηγίες λειτουργίας A (B) F
Σκόνη κατηγορίας D Γαλλικό γαλάζιο Κόκκινο με γαλάζιο τμήμα πάνω από τις οδηγίες λειτουργίας D
Halon 1211/BCF Σμαραγδοπράσινο Όχι πια σε γενική χρήση A B E

Στο Ηνωμένο Βασίλειο η χρήση του αέριου Halon απαγορεύεται τώρα, εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις όπως σε αεροπλάνα, στον στρατό και στην αστυνομία.[14]

Η απόδοση του πυροσβεστήρα ανά κατηγορία πυρκαγιάς εμφανίζεται χρησιμοποιώντας αριθμούς και γράμματα όπως 13A, 55B.

Το πρότυπο EN3 δεν αναγνωρίζει μια ξεχωριστή ηλεκτρική κατηγορία - όμως, υπάρχει ένα πρόσθετο χαρακτηριστικό που απαιτεί ειδικό έλεγχο (35 kV διηλεκτρική αντοχή σύμφωνα με το EN 3-7:2004). Ένας πυροσβεστήρας σκόνης ή CO2 θα φέρει μια ηλεκτρική εικονογράφηση που σημαίνει ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ενεργές ηλεκτρικές πυρκαγιές (με το σύμβολο E στον πίνακα). Εάν ένας πυροσβεστήρας με βάση το νερό έχει περάσει τη δοκιμή των 35 kV θα φέρει επίσης την ίδια ηλεκτρική εικονογράφηση - όμως, οποιοσδήποτε πυροσβεστήρας με βάση το νερό δεν συνιστάται για χρήση σε ηλεκτρικές πυρκαγιές.

Δεν υπάρχει επίσημο πρότυπο στις ΗΠΑ για το χρώμα των πυροσβεστήρων, αν και συνήθως είναι κόκκινοι, εκτός από τους πυροσβεστήρες κατηγορίας D που είναι συνήθως κίτρινοι, νερού και τους υγρούς χημικούς πυροσβεστήρες κατηγορίας K που είναι συνήθως ασημί και τους πυροσβεστήρες ψεκασμού με νερό που είναι συνήθως λευκοί. Οι πυροσβεστήρες σημειώνονται με εικονογράμματα που περιγράφουν τους τύπους των πυρκαγιών για τους οποίους είναι εγκεκριμένος ο πυροσβεστήρας. Στο παρελθόν, οι πυροσβεστήρες ήταν σημειωμένοι με έγχρωμα γεωμετρικά σύμβολα και κάποιοι πυροσβεστήρες χρησιμοποιούν ακόμα και τα δύο σύμβολα. Οι τύποι των πυρκαγιών και πρόσθετα πρότυπα περιγράφονται στον Εθνικό Οργανισμό Πυροπροστασίας των ΗΠΑ - NFPA 10: Πρότυπο για φορητούς πυροσβεστήρες, έκδοση 2013.

Κατηγορία πυρκαγιάς Γεωμετρικό σύμβολο Εικονόγραμμα Προβλεπόμενη χρήση Μνημονικό
A Πράσινο τρίγωνο, με το γράμμα A Συνηθισμένα στερεά καύση A για "στάχτη (Ash)"
B Κόκκινο τετράγωνο με το γράμμα B Εύφλεκτα υγρά και αέρια B για "βαρέλι (Barrel)"
C Γαλάζιος κύκλος με το γράμμα C Ενεργός ηλεκτρικός εξοπλισμός C για "ρεύμα (Current)"
D Κίτρινο αστέρι 5 κορυφών με το γράμμα D Καύσιμα μέταλλα D για "δυναμίτης (Dynamite)"
K Μαύρο εξάγωνο με το γράμμα K Έλαια και λίπη K για "κουζίνα (Kitchen)"

Η χωρητικότητα των πυροσβεστήρων κατηγοριοποιείται σύμφωνα με το ANSI/UL 711: Κατηγοριοποίηση και έλεγχος πυρκαγιών των πυροσβεστήρων. Οι κατηγορίες περιγράφονται με τη χρήση αριθμών που προηγούνται του γράμματος της κατηγορίας, όπως 1-A:10-B:C. Ο αριθμός που προηγείται του A πολλαπλασιαζόμενος με 1,25 δίνει την ισοδύναμη κατασβεστική ικανότητα σε γαλόνια νερού. Ο αριθμός που προηγείται του Β δείχνει το μέγεθος της πυρκαγιάς σε τετραγωνικά πόδια που ένας συνηθισμένος χρήστης μπορεί να κατασβέσει. Δεν υπάρχει πρόσθετη κατηγοριοποίηση για την κατηγορία C, επειδή ένας πυροσβεστήρας δεν θα έχει μόνο την κατηγορία C.

Σύγκριση των κατηγοριών πυρκαγιάς
Αμερική Ευρώπη Ηνωμένο Βασίλειο Αυστραλία/Ασία Καύσιμο/πηγή θερμότητας
Κατηγορία A Κατηγορία A Κατηγορία A Κατηγορία A Συνηθισμένα καύσιμα
Κατηγορία B Κατηγορία B Κατηγορία B Κατηγορία B Εύφλεκτα υγρά
Κατηγορία C Κατηγορία C ΚατηγορίαC Εύφλεκτα αέρια
Κατηγορία C Αταξινόμητο Αταξινόμητο Κατηγορία E Ηλεκτρικός εξοπλισμός
Κατηγορία D Κατηγορία D Κατηγορία D Κατηγορία D Καύσιμα μέταλλα
Κατηγορία K Κατηγορία F Κατηγορία F Κατηγορία F Μαγειρικά έλαια και λίπη
Πυροσβεστήρας προσαρμοσμένος στη θέση επιβάτη αυτοκινήτου

Όλα τα παρακάτω αναφέρονται για τις ΗΠΑ

Οι πυροσβεστήρες προσαρμόζονται συνήθως σε κτίρια σε μια εύκολα προσβάσιμη θέση, όπως στον τοίχο σε μια περιοχή υψηλής κυκλοφορίας. Προσαρμόζονται επίσης συχνά σε μηχανοκίνητα οχήματα, σκάφη και αεροπλάνα - αυτό απαιτείται συχνά από τον νόμο, για συγκεκριμένες κατηγορίες οχημάτων. Στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Πυροπροστασίας των ΗΠΑ (NFPA 10), όλα τα εμπορικά οχήματα πρέπει να φέρουν τουλάχιστον έναν πυροσβεστήρα, αντίστοιχης κατηγορίας ανάλογα με τον τύπο του οχήματος και το φορτίο (δηλαδή, τα βυτιοφόρα πρέπει συνήθως να έχουν έναν πυροσβεστήρα 20 lb (9,1 kg), ενώ τα περισσότερα άλλα πρέπει να φέρουν έναν πυροσβεστήρα 5 lb (2,3 kg)). Η αναθεωρημένη έκδοση NFPA 10 δημιούργησε κριτήρια στην τοποθέτηση των "πυροσβεστήρων ταχείας ροής" σε θέσεις όπως στην αποθήκευση και μεταφορά πεπιεσμένων εύφλεκτων υγρών και αερίων ή σε περιοχές όπου υπάρχει πιθανότητα τρισδιάστατων κινδύνων κατηγορίας B και απαιτείται η ύπαρξη "πυροσβεστήρων γρήγορης ροής (fast flow extinguishers)" σύμφωνα με το NFPA 5.5.1.1. Απαιτείται η ύπαρξη πυροσβεστικών συστημάτων σε διάφορες κατηγορίες αγωνιστικών οχημάτων, με τις πιο απλές απαιτήσεις να είναι ένας πυροσβεστήρας χειρός 1A:10BC προσαρμοσμένος στο εσωτερικό του οχήματος.

Τύποι κατασβεστικών μέσων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πυροσβεστήρες αυτοί είναι μέσα με βάση τη σκόνη που κατασβένει διαχωρίζοντας τα τέσσερα μέρη του τετραέδρου της φωτιάς. Αποτρέπει τις χημικές αντιδράσεις που περιλαμβάνουν θερμότητα, καύσιμο και οξυγόνο (καύση), κατασβένοντας την πυρκαγιά. Κατά τη διάρκεια της καύσης, το καύσιμο διασπάται σε ελεύθερες ρίζες, που είναι πολύ δραστικά τμήματα των μορίων που αντιδρούν με το οξυγόνο. Οι ουσίες στους ξηρούς χημικούς πυροσβεστήρες μπορούν να σταματήσουν αυτήν τη διεργασία.

  • Το φωσφορικό αμμώνιο (Monoammonium phosphate), γνωστό και ως τριών κατηγοριών (tri-class), πολλαπλών χρήσεων (multipurpose), ή ξηρό χημικό ABC, χρησιμοποιείται σε πυρκαγιές κατηγοριών A, B και C. Είναι κατηγορίας A λόγω της ικανότητας του μέσου να λιώνει και να ρέει στους 177 °C (351 °F) για να καταστείλει την πυρκαγιά. Είναι πιο διαβρωτικό από άλλα ξηρά χημικά μέσα. Είναι αχνό κίτρινο στο χρώμα.
  • Διττανθρακικό νάτριο, κανονικό (regular) ή συνηθισμένο (ordinary) χρησιμοποιείται σε πυρκαγιές κατηγοριών B και C. Ήταν το πρώτο ξηρό χημικό μέσο που αναπτύχθηκε. Απελευθερώνει ένα σύννεφο διοξειδίου του άνθρακα που καταστέλλει την πυρκαγιά. Δηλαδή, το αέριο απομακρύνει το οξυγόνο από την πυρκαγιά, και σταματά τη χημική αντίδραση. Αυτό το μέσο δεν είναι γενικά αποτελεσματικό σε πυρκαγιές κατηγορίας A, επειδή το μέσο εξαντλείται και το σύννεφο του αερίου διασκορπίζεται γρήγορα και αν το καύσιμο είναι ακόμα αρκετά ζεστό, η πυρκαγιά ξαναρχίζει. Ενώ οι πυρκαγιές υγρών και αερίων δεν αποθηκεύουν συνήθως πολλή θερμότητα στην πηγή του καυσίμου, οι πυρκαγιές των στερεών το κάνουν. Το διττανθρακκικό νάτριο ήταν πολύ συνηθισμένο στις εμπορικές κουζίνες πριν την έλευση των υγρών χημικών μέσων, αλλά τώρα υποχωρεί, επειδή είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικό από τα υγρά χημικά μέσα για πυρκαγιές κατηγορίας K, λιγότερο αποτελεσματικό από το Purple-K για πυρκαγιές κατηγορίας B και αναποτελεσματικό για πυρκαγιές κατηγορίας A. Το χρώμα του λευκό ή γαλάζιο.
  • Διττανθρακικό νάτριο (Potassium bicarbonate) (βασικό συστατικό του Purple-K), χρησιμοποιείται σε πυρκαγιές κατηγορίας B και C. Είναι περίπου δυο φορές πιο αποτελεσματικό σε πυρκαγιές κατηγορίας B από το διττανθρακικό νάτριο και είναι το προτιμώμενο ξηρό χημικό μέσο στη βιομηχανία πετρελαίου και αερίου. Είναι το μόνο ξηρό χημικό μέσο που είναι πιστοποιημένο για χρήση στη διάσωση και πυρόσβεση αεροσκαφών (Aircraft rescue and firefighting ή ARFF) από την NFPA. Χρώμα βιολετί για να διακρίνεται.
  • Σύμπλοκο διττανθρακικού καλίου και ουρίας (Potassium bicarbonate & Urea Complex ή AKA Monnex), χρησιμοποιείται σε πυρκαγιές κατηγορίας B και C. Πιο αποτελεσματικό από όλες τις άλλες σκόνες, λόγω της ικανότητάς του να θρυμματίζεται (ενώ η σκόνη διασπάται σε πιο μικρά κομμάτια) στη ζώνη της φλόγας δημιουργώντας μια πιο μεγάλη επιφάνεια για την αναχαίτιση των ελευθέρων ριζών. Χρώμα γκρίζο.
  • Χλωριούχο κάλιο, ή Super-K, ξηρό χημικό μέσο που αναπτύχθηκε σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός ξηρού χημικού συμβατού με αφρό πρωτεΐνης και με υψηλή αποτελεσματικότητα. Αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1960, πριν το Purple-K και δεν υπήρξε ποτέ τόσο δημοφιλές όσο άλλα μέσα, επειδή όντας άλας, ήταν αρκετά διαβρωτικό. Για πυρκαγιές κατηγορίας B και C, λευκού χρώματος.
  • Συμβατού αφρού, που είναι ξηροί χημικοί με βάση το διττανθρακικό νάτριο. Αναπτύχθηκαν για χρήση με πρωτεΐνες αφρού για πυρκαγιές κατηγορίας B. Τα περισσότερα ξηρά χημικά μέσα περιέχουν στεατικά μέταλλα για να τους αδιαβροχοποιήσουν, αλλά αυτοί τείνουν να καταστρέψουν το στρώμα αφρού που δημιουργείται από τους αφρούς με βάση πρωτεΐνες (ζωικούς). Ο τύπος συμβατού αφρού χρησιμοποιεί σιλικόνη ως αδιαβροχοποιητικό μέσο, που δεν βλάπτει τον αφρό. Η αποτελεσματικότητα του είναι ταυτόσημη με τον κανονικό ξηρό χημικό πυροσβεστήρα και έχει ανοικτό πράσινο χρώμα (κάποιοι πυροσβεστήρες της ANSUL είναι γαλάζιοι). Αυτό το μέσο δεν χρησιμοποιείται πια, γενικά, επειδή τα περισσότερα σύγχρονα ξηρά χημικά μέσα θεωρούνται συμβατά με τους συνθετικούς αφρούς όπως ο AFFF.
  • MET-L-KYL / PYROKYL είμαι μια ειδική παραλλαγή του διττανθρακικού νατρίου για την καταπολέμηση πυροφορικών (αναφλέγονται σε επαφή με τον αέρα) υγρών πυρκαγιών. Πέρα από το διττανθρακικό νάτριο, περιέχει επίσης σωματίδια πυριτικής πηκτής (silica gel). Το διττανθρακικό νάτριο διακόπτει την αλυσιδωτή αντίδραση του καυσίμου και το διοξείδιο του πυριτίου απορροφά οποιοδήποτε άκαυστο καύσιμο, αποτρέποντας την επαφή με τον αέρα. Είναι αποτελεσματικό επίσης και σε άλλα καύσιμα κατηγορίας B. Χρώμα γαλάζιο/κόκκινο.

Εφαρμόζονται σε πυρκαγιές καυσίμων είτε ως αναρροφούμενη (αναμειγμένη και επεκταμένη με αέρα σε ένα κλαδικό σωλήνα) ή μη αναρροφούμενη μορφή για να δημιουργήσει ένα αφρώδες στρώμα ή μόνωση πάνω από το καύσιμο, αποτρέποντας το οξυγόνο να πλησιάσει το καύσιμο. Αντίθετα με τη σκόνη, ο αφρός μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προοδευτική κατάσβεση πυρκαγιών χωρίς επιστροφή της πυρκαγιάς.

  • Ο αφρός σχηματισμού υδάτινης μεμβράνης (AFFF), χρησιμοποιείται σε πυρκαγιές κατηγορίας A και B και για καταστολή ατμών. Είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος σε φορητούς πυροσβεστήρες αφρού. Ο AFFF αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1960 σε ένα κοινό εγχείρημα μεταξύ της 3M και του Ναυτικού των ΗΠΑ. Ο AFFF σχηματίζει μια μεμβράνη που επιπλέει προς τα έξω πριν το στρώμα του αφρού, μονώνοντας την επιφάνεια και καταστέλλει την πυρκαγιά αποκλείοντας το οξυγόνο. Το AFFF χρησιμοποιείται πλατιά για πυρόσβεση και διάσωση αεροσκαφών (ARFF) σε αεροδρόμια, συχνά ως δίδυμη μονάδα μέσου (twin agent unit ή TAU) με ξηρό χημικό purple-K. Περιέχει φθοροεπιφανειοδραστικές ουσίες[15] που μπορούν να συσσωρευτούν στο ανθρώπινο σώμα. Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις του στο ανθρώπινο σώμα και το περιβάλλον είναι ασαφείς προς το παρόν. Οι AFFF μπορούν να αδειάσουν μέσα από ένα ακροφύσιο σωλήνα διακλάδωσης με αναρρόφηση αέρα ή ακροφύσιο ή ακροφύσιο ψεκασμού και τώρα παράγεται μόνο σε μορφή προανάμειξης, όπου ο συμπυκνωμένος αφρός αποθηκεύεται αναμειγμένος με νερό. Στο παρελθόν, παρασκευαζόταν ένας άλλος τύπος όπου το συμπυκνωμένο AFFF βρισκόταν ως ξηρό συστατικό σε ένα εξωτερικό φυσίγγιο μιας χρήσης σε ένα ειδικά σχεδιασμένο ακροφύσιο. Το σώμα του πυροσβεστήρα γέμιζε με απλό νερό και και η πίεση της εκκένωσης αναμείγνυε τον συμπυκνωμένο αφρό με το νερό με το πάτημα του μοχλού. Αυτοί οι πυροσβεστήρες ήταν κατηγορίας 40-B αντί του 20-B των προαναμεμειγμένων τύπων, αλλά τώρα θεωρούνται καταργημένοι, επειδή τμήματα του πυροσβεστήρα και τα φυσίγγια επαναπλήρωσης έχουν σταματήσει από τον κατασκευαστή.
  • Αλκοολάντοχοι υδάτινοι μεμβρανώδεις αφροί (Alcohol-resistant aqueous film-forming foams ή AR-AFFF), που χρησιμοποιούνται σε πυρκαγιές καυσίμων που περιέχουν αλκοόλες. Σχηματίζεται μια μεμβράνη μεταξύ του καυσίμου και του αφρού που αποτρέπει τη διάσπαση του στρώματος του αφρού από την αλκοόλη.
  • Μεμβρανώδης φθοροπρωτεΐνη (Film-forming fluoroprotein ή FFFP) που περιέχει φυσικά εμφανιζόμενες πρωτεΐνες από ζωικά παραπροϊόντα και συνθετικά μεμβρανώδη μέσα που δημιουργούν ένα στρώμα αφρού που είναι περισσότερο θερμοάντοχο από τους αυστηρά συνθετικούς αφρούς AFFF. Ο FFFP αποδίδει καλά σε υγρά με βάση αλκοόλες και χρησιμοποιείται στον μηχανοκίνητο αθλητισμό.
  • Σύστημα αφρού πεπιεσμένου αέρα (Compressed air foam system ή CAFS): Ο πυροσβεστήρας CAFS (π.χ. TRI-MAX Mini-CAF) διαφέρει από έναν τυπικό πυροσβεστήρα προαναμεμειγμένου αφρού εγκλωβισμένης πίεσης, επειδή λειτουργεί σε πίεση μεγαλύτερη των 140 psi (9,52 atm), τροφοδοτεί τον αφρό με έναν προσαρτημένο κύλινδρο πεπιεσμένου αερίου αντί για ένα ακροφύσιο αναρρόφησης αέρα και χρησιμοποιεί ένα πιο στεγνό διάλυμα αφρού με πιο υψηλή συγκέντρωση ως προς την αναλογία του νερού. Χρησιμοποιείται γενικά για να επεκτείνει την παροχή νερού σε υπαίθρια εδάφη. Χρησιμοποιείται σε πυρκαγιές κατηγορίας A και με πολύ ξηρό αφρό σε κατηγορίες B για καταστολή του ατμού. Είναι πολύ ακριβοί πυροσβεστήρες ειδικού σκοπού και χρησιμοποιούνται επαγγελματικά συνήθως για πυρκαγιές διαμερισμάτων.
  • Arctic Fire (Αρκτική πυρκαγιά) είναι ένα υγρό κατασβεστικό μέσο που γαλακτωματοποιεί και ψύχει θερμαινόμενα υλικά πιο γρήγορα από το νερό ή τον συνηθισμένο αφρό. Χρησιμοποιείται εκτεταμένα στη βιομηχανία χάλυβα. Αποτελεσματικό στις κατηγορίες A, B και D.
  • FireAde, ένα μέσο αφρού που γαλακτωματοποιεί καιόμενα υγρά και τα καθιστά άκαυστα. Μπορεί να ψύξει θερμαινόμενα υλικά και επιφάνειες παρόμοια με το CAFS. Χρησιμοποιείται στις κατηγορίες A και B (λέγεται ότι είναι αποτελεσματικό σε κάποιες περιπτώσεις κατηγορίας D, αν και δεν συνιστάται επειδή το fireade περιέχει ακόμα ποσότητες από νερό που θα αντιδράσουν με κάποιες πυρκαγιές μετάλλων).
  • Το Cold Fire (Κρύα πυρκαγιά), είναι ένα οικολογικό διαβρεκτικό μέσο που δουλεύει με ψύξη και ενθυλάκωση του υδρογονανθρακικού καυσίμου, που αποτρέπει το καύσιμο από την είσοδο του στην αντίδραση καύσης. Χύμα Cold Fire χρησιμοποιείται σε δεξαμενές και είναι αποδεκτό για χρήση σε συστήματα CAFS. Το Cold Fire είναι καταχωρημένο στη UL για πυρκαγιές κατηγορίας A και B μόνο, αν και ο κατασκευαστής ισχυρίζεται ότι είναι αποτελεσματικό και για τις κατηγορίες D και για πυρκαγιές "λιπαντικών", που υποδηλώνει δυνατότητα για την κατηγορία K. Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να είναι προσεκτικοί για χρήση μέσων σε πυρκαγιές εκτός του καταλόγου UL, παρά τους ισχυρισμούς των πολιτών. Οι εκδόσεις σε μορφή αερολυμάτων προτιμώνται από τους χρήστες για οχήματα, σκάφη, τροχόσπιτα και κουζίνες. Χρησιμοποιείται κυρίως κατ' εφαρμογή του νόμου, σε πυρκαγιές κτιρίων και τους αγώνες αυτοκινήτων στη Βόρεια Αμερική. Το Cold Fire διαθέτει εξοπλισμό Amerex (μοντέλα με μετατροπή 252 και 254), καθώς και εισαγόμενο εξοπλισμό σε πιο μικρά μεγέθη.[16]

Ψύχουν καιόμενα υλικά. Πολύ αποτελεσματικοί σε πυρκαγιές επίπλων, υφασμάτων, κλπ. (συμπεριλαμβανόμενων και των μη επιφανειακών πυρκαγιών). Μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια μόνο απουσία ηλεκτρισμού.

  • Οι πυροσβεστήρες νερού τύπου αντλίας αποτελούνται από έναν μη πεπιεσμένο μεταλλικό ή πλαστικό περιέκτη 9,45 ή 18,9 λίτρων με μια αντλία προσαρμοσμένη πάνω τους καθώς και σωλήνα και ακροφύσιο εκκένωσης. Οι πυροσβεστήρες νερού τύπου αντλίας χρησιμοποιούνται συχνά εκεί που μπορεί να εμφανιστούν συνθήκες πήξης, επειδή μπορούν να προστατευθούν οικονομικά από το πάγωμα με ανθρακικό ασβέστιο (εκτός από τα χαλύβδινα ανοξείδωτα μοντέλα), όπως σε αποθήκες, εκτός κτιρίων και σε μη θερμαινόμενες αποθήκες. Είναι επίσης χρήσιμοι εκεί που συχνές σημειακές πυρκαγιές μπορούν να συμβούν. Εξαρτώνται από τη δύναμη του χρήστη να παραγάγει μια ικανοποιητική ροή εκκένωσης για κατάσβεση. Οι πιο συνηθισμένοι πυροσβεστήρες είναι νερού και αντιψυκτικού. Μοντέλα πλάτης υπάρχουν επίσης για υπαίθριες φωτιές και μπορεί να είναι από συμπαγές υλικό όπως μέταλλο ή φάιμπεργκλας, ή πτυσσόμενες σακούλες βινυλίου ή πλαστικού για ευκολία αποθήκευσης.
  • Οι πυροσβεστήρες νερού με πεπιεσμένο αέρα (Air pressurized water ή APW) ψύχουν τα καιόμενα υλικά απορροφώντας θερμότητα από το καιόμενο υλικό. Αποτελεσματικοί σε πυρκαγιές κατηγορίας A, έχουν το πλεονέκτημα ότι είναι φτηνοί, αβλαβείς και σχετικά εύκολοι στο καθάρισμα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, οι μονάδες APW περιέχουν 2,5 US gal (9,5 l) νερού σε έναν υψηλό, ανοξείδωτο χαλύβδινο κύλινδρο. Στην Ευρώπη είναι συνήθως από μαλακό χάλυβα, επενδυμένοι με πολυαιθυλένιο, βαμμένοι κόκκινοι και περιέχουν 6–9 l (1,6–2,4 US gal) νερού.
  • Οι πυροσβεστήρες ψεκασμού με νερό (Water mist ή WM) χρησιμοποιούν ένα λεπτό ακροφύσιο ψεκασμού για να διαιρέσουν τη ροή του απιονισμένου (ή απεσταγμένου) νερού ώστε να μην άγεται ηλεκτρισμός προς τον χρήστη. Χρησιμοποιούνται για κατηγορίες A και C. Χρησιμοποιούνται ευρέως σε νοσοκομεία και εγκαταστάσεις μαγνητικής τομογραφίας, επειδή είναι πλήρως μη τοξικοί και δεν προκαλούν καρδιακή ευαισθητοποίηση όπως κάποια αέρια καθαριστικά μέσα. Αυτοί οι πυροσβεστήρες υπάρχουν σε δύο μεγέθη 1,75 US gal (6,6 l) και 2,5 US gal (9,5 l), βαμμένοι λευκοί στις ΗΠΑ. Οι τύποι που χρησιμοποιούνται στις συσκευές μαγνητικής τομογραφίας είναι μη μαγνητικοί και ασφαλείς για χρήση μέσα στο δωμάτιο λειτουργίας τους. Οι τύποι που είναι διαθέσιμοι στην Ευρώπη έρχονται σε πιο μικρά μεγέθη και κάποιοι από αυτούς είναι κατηγορίας F για επαγγελματικές κουζίνες, χρησιμοποιώντας ουσιαστικά τον ατμό για να σβήσει τη φωτιά και το περιεχόμενο του νερού για να ψύξει το λάδι.

Υγρά χημικά και πρόσθετα νερού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πυροσβεστήρες υγρών χημικών (οξικό κάλιο, ανθρακικό κάλιο ή κιτρικό κάλιο) κατασβένουν την πυρκαγιά χρησιμοποιώντας ένα στρώμα σαπωνοειδούς αφρού με αποκλεισμό του αέρα πάνω από το καιόμενο υλικό μέσω μιας χημικής διεργασίας σαπωνοποίησης (ένα άλκαλι αντιδρά με λίπος για να σχηματίσει σάπωνα) και με το περιεχόμενο του νερού να ψύχει το υλικό κάτω από τη θερμοκρασία ανάφλεξής του. Είναι γενικά μόνο κατηγορίας A και K (F στην Ευρώπη), αν και τα πιο παλιά μοντέλα ήταν επίσης κατασβεστικά κατηγοριών B και C στο παρελθόν, οι πρόσφατοι τύποι χαρακτηρίζονται ως A:K (Amerex, Ansul, Buckeye και Strike First) ή K μόνο (Badger/Kidde).

  • Μέσα διαβροχής (Wetting agents): Απορρυπαντικά με βάση πρόσθετα χρησιμοποιούνται για να σπάσουν την επιφανειακή τάση του νερού και να βελτιώσουν τη διείσδυση σε πυρκαγιές κατηγορίας A.
  • Αντιψυκτικά χημικά προστίθενται στο νερό για να χαμηλώσουν το σημείο πήξης του στους −40 °F (−40 °C). Δεν έχει αξιόλογη επίπτωση στην απόδοση κατάσβεσης. Μπορεί να είναι με βάση τη γλυκόλη ή φορτωμένης ροής (loaded stream).
  • Φορτωμένης ροής (Loaded Stream): Προστίθεται ένα άλας αλκαλιμετάλλου στο νερό για να χαμηλώσει το σημείο τήξης του γύρω στους −40 °F (−40 °C). Βασικά, αποτελούνται από πυκνό υγρό χημικό, που εκκενώνεται μέσω ενός ίσιου ακροφυσίου εκροής, με σκοπό τις πυρκαγιές κατηγορίας A. Πέρα από την ταπείνωση του σημείου πήξης του νερού, αυξάνουν επίσης τη διείσδυση σε πυκνά υλικά κατηγορίας A και στο παρελθόν ήταν και κατηγορίας 1-B, αν και οι τρέχοντες πυροσβεστήρες αυτού του τύπου καταχωρίζονται μόνο ως 2-A. Είναι πολύ διαβρωτικοί και πυροσβεστήρες που περιέχουν αυτό το μέσο πρέπει να αναγομώνονται ετησίως και να ελέγχονται για διάβρωση.

Halons, καθαρά μέσα (clean agents) αντικατάστασης του Halon και διοξείδιο του άνθρακα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα καθαρά μέσα (Clean agents) κατασβένουν την πυρκαγιά εκτοπίζοντας το οξυγόνο (με CO2 ή αδρανή αέρια), αφαιρώντας τη θερμότητα από τη ζώνη καύσης (Halotron-1, FE-36, Novec 1230) ή αναχαιτίζοντας τη χημική αλυσιδωτή αντίδραση (Halons). Αναφέρονται ως καθαρά μέσα (clean agents) επειδή δεν αφήνουν υπόλειμμα μετά την εκκένωση που είναι ιδανικό για την προστασία ευαίσθητων ηλεκτρονικών, αεροσκαφών, θωρακισμένων οχημάτων, αρχειακή αποθήκευση, μουσείων και πολύτιμων εγγράφων.

  • Halon (συμπεριλαμβανόμενων των Halon 1211 και Halon 1301), είναι αέρια μέσα που αναχαιτίζουν τη χημική αντίδραση της πυρκαγιάς. Είναι κατηγοριών B:C για τον 1301 και τον μικρότερο πυροσβεστήρα 1211 (2,3 kg; κάτω από 9 lbs) και A:B:C για μεγαλύτερες μονάδες (9–17 lb or 4,1–7,7 kg). Τα αέρια Halon έχουν απαγορευθεί από νέα παραγωγή σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, από την 1 Ιανουαρίου 1994, επειδή οι ιδιότητές του συνεισφέρουν στην καταστροφή του όζοντος και έχουν μεγάλους χρόνους ατμοσφαιρικής επιβίωσης, συνήθως 400 χρόνια. Το Halon μπορεί να ανακυκλωθεί και να χρησιμοποιηθεί για να γεμίσει νεοκατασκευασμένους κυλίνδρους, αλλά μόνο η Amerex συνεχίζει να το κάνει. Οι υπόλοιπες βιομηχανίες έχουν μετακινηθεί σε εναλλακτικά του halon, παρόλα αυτά, το halon 1211 είναι ακόμα ζωτικό σε συγκεκριμένους στρατιωτικούς ή βιομηχανικούς χρήστες και έτσι είναι απαραίτητο.

Το Halon απαγορεύτηκε πλήρως στην Ευρώπη και την Αυστραλία εκτός όπως κρίσιμους χρήστες όπως η αστυνομία, ο στρατός και η αεροπορία, με αποτέλεσμα να καταστραφούν τα αποθέματα είτε μέσω αποτέφρωσης υψηλής θερμότητας, είτε να σταλούν στις ΗΠΑ για επαναχρησιμοποίηση. Τα Halon 1301 και 1211 αντικαταστάθηκαν με νέα μέσα αλογονανθράκων χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στο όζον και μικρούς ατμοσφαιρικούς χρόνους ζωής, αλλά λιγότερο αποτελεσματικούς. Το Halon 2402 είναι ένα υγρό μέσο (διβρωμοτετραφθοροαιθάνιο) που έχει περιορισμένη χρήση στη Δύση λόγω της υψηλότερης τοξικότητάς του από τα 1211 ή 1301. Χρησιμοποιείται πλατιά στη Ρωσία και σε τμήματα της Ασίας και εχρησιμοποιείτο από την ιταλική θυγατρική της Kidde, με το όνομα "Fluobrene".

  • Οι αντικαταστάτες των αλογονάνθρακων, HCFC Blend B (Halotron I, American Pacific Corporation), HFC-227ea (FM-200, Great Lakes Chemicals Corporation) και HFC-236fa (FE-36, DuPont), έχουν εγκριθεί από την FAA για χρήση σε καμπίνες αεροσκαφών το 2010.[17] Ενδοιασμοί για τους αντικαταστάτες του halon περιλαμβάνουν την ανθρώπινη τοξικότητα όταν χρησιμοποιείται σε κλειστούς χώρους, δυνητικές βλάβες στο όζον και δυνητικά φαινόμενα θερμοκηπίου. Τα τρία συνιστώμενα μέσα καλύπτουν τα ελάχιστα πρότυπα απόδοσης, αλλά η χρήση τους έχει επιβραδυνθεί λόγω των μειονεκτημάτων τους. Ειδικότερα, απαιτούν διπλάσια ή τριπλάσια συγκέντρωση για να κατασβέσουν μια πυρκαγιά συγκρινόμενα με τον Halon 1211.[18] Είναι βαρύτερα από το halon, απαιτούν μεγαλύτερο δοχείο επειδή είναι λιγότερο αποτελεσματικά και παράγουν δυνητικά αέρια του θερμοκηπίου.[19] Η έρευνα για την εύρεση καλύτερων εναλλακτικών λύσεων συνεχίζεται.
  • Το CO2, είναι ένα καθαρό αέριο μέσο που εκτοπίζει το οξυγόνο. Η υψηλότερη αξιολόγηση για τους φορητούς πυροσβεστήρες 20 lb (9,1 kg) CO2 είναι 10B:C. Δεν προορίζεται για πυρκαγιές κατηγορίας A, επειδή το υψηλής πίεσης σύννεφο του αερίου μπορεί να διασκορπίσει τα καιόμενα υλικά. Το CO2 δεν είναι κατάλληλο για πυρκαγιές που περιέχουν τη δικιά τους πηγή οξυγόνου, για μέταλλα ή μαγειρικά μέσα. Αν και μπορεί να είναι μάλλον επιτυχές για άτομα σε φωτιά, η χρήση του πρέπει να αποφεύγεται, όπου είναι δυνατό, επειδή μπορεί να προκαλέσει κρυοπαγήματα και ασφυξία.
  • Το ρευστό Novec 1230 (γνωστό και ως ξηρό νερό (dry water)), μια φθοριωμένη κετόνη που λειτουργεί αφαιρώντας μεγάλα ποσά θερμότητας. Διαθέσιμο σε σταθερά συστήματα και τροχήλατες μονάδες στις ΗΠΑ και σε φορητές μονάδες στην Αυστραλία. Αντίθετα με τα άλλα καθαρά μέσα (clean agents), αυτό έχει το πλεονέκτημα να είναι υγρό σε ατμοσφαιρική πίεση και μπορεί να εκκενωθεί ως ρέων ή γρήγορα εξατμιζόμενο ψέκασμα, ανάλογα με την εφαρμογή.
  • Γεννήτρια σωματιδίων αερολυμάτων καλίου (Potassium aerosol particle-generator), περιέχει μια μορφή στερεών αλάτων του καλίου και άλλα χημικά που αναφέρονται ως ενώσεις σχηματισμού αερολυμάτων (aerosol-forming compounds ή AFC). Το AFC ενεργοποιείται από ηλεκτρικό ρεύμα ή με μια άλλη θερμοδυναμική ανταλλαγή που προκαλεί την ανάφλεξη του AFC. Η πλειοψηφία των εγκατεστημένων μονάδων είναι σταθερές μονάδες λόγω της πιθανότητας να βλαφτεί ο χρήστης από τη θερμότητα που παράγεται από τη γεννήτρια AFC.
  • E-36 Cryotec, ένας τύπος υψηλής συγκέντρωσης, υψηλής πίεσης υγρών χημικών (οξικό κάλιο και νερό) που χρησιμοποιείται από τον στρατό των ΗΠΑ σε εφαρμογές όπως στις δεξαμενές Abrams για να αντικαταστήσει τις προηγούμενες παλιές μονάδες του halon 1301.

Ξηρές σκόνες κατηγορίας D και άλλα μέσα για μεταλλικές πυρκαγιές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα μέσα για πυροσβεστήρες κατηγορίας D· κάποια αντιμετωπίζουν πολλαπλούς τύπους μετάλλων, άλλα όχι.

  • Χλωριούχο νάτριο (Super-D, Met-L-X, M28, Pyrene Pyromet* ή METAL.FIRE.XTNGSHR) περιέχει άλας χλωριούχου νατρίου, που τήκεται για να σχηματίσει μια κρούστα πάνω από το μέταλλο που αποκλείει το οξυγόνο. Ένα θερμοπλαστικό πρόσθετο όπως το νάιλον προστίθεται για να επιτρέψει στο άλας να σχηματίσει πιο γρήγορα μια συνεκτική κρούστα πάνω από το καιόμενο μέταλλο. Χρήσιμο στα περισσότερα αλκάλια συμπεριλαμβανομένων των νατρίου, καλίου, μαγνησίου, τιτανίου, αλουμινίου και ζιρκονίου
  • Με βάση τον χαλκό (Copper Powder Navy 125S) που αναπτύχθηκε από το ναυτικό των ΗΠΑ τη δεκαετία του 1970 για δύσκολα ελέγξιμες πυρκαγιές λιθίου και κραμάτων λιθίου. Η σκόνη σκεπάζει και δρα ως ψυκτική επιφάνεια για να διασκορπίσει τη θερμότητα, αλλά σχηματίζει επίσης ένα κράμα χαλκού-λιθίου στην επιφάνεια που είναι άκαυστο και αποκόπτει την παροχή οξυγόνου. Κολλάει σε κάθετη επιφάνεια. Μόνο για λίθιο.
  • Με βάση τον γραφίτη (G-Plus, G-1, Lith-X, Chubb Pyromet or METAL.FIRE.XTNGSHR) που περιέχει ξηρό γραφίτη που σκεπάζει τα καιόμενα μέταλλα. Ο πρώτος τύπος που αναπτύχθηκε, σχεδιάστηκε για το μαγνήσιο, αλλά δουλεύει και σε άλλα μέταλλα. Αντίθετα με τους πυροσβεστήρες σκόνης χλωριούχου νατρίου, οι πυροσβεστήρες σκόνης γραφίτη μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε πυρκαγιές πολύ καυτών καιόμενων μετάλλων όπως στο λίθιο, αλλά αντίθετα με τους πυροσβεστήρες σκόνης χαλκού δεν κολλούν και κατασβένουν ρέουσες ή κάθετες πυρκαγιές λιθίου. Όπως οι πυροσβεστήρες χαλκού, η σκόνη του γραφίτη δρα ως ψυκτική δεξαμενή καθώς και για την κατάπνιξη της μεταλλικής πυρκαγιάς.
  • Με βάση το ανθρακικό νάτριο (Na-X) που χρησιμοποιείται εκεί που μπορεί να προκληθεί ζημιά από πυρκαγιές σε ανοξείδωτους χαλύβδινους σωλήνες και εξοπλισμό από τα μέσα με βάση το χλωριούχο νάτριο για να ελεγχθούν πυρκαγιές από νάτριο, κάλιο και κράματα νατρίου-καλίου. Η χρήση του σε άλλα μέταλλα είναι περιορισμένη. Καταπνίγει και σχηματίζει μια κρούστα.
  • Ξηρή σκόνη τριαδικού ευτηκτικού χλωριδίου (Ternary eutectic chloride ή T.E.C.) είναι μια ξηρή σκόνη που ανακαλύφθηκε το 1959 από τον Lawrence H Cope,[20][21] έναν ερευνητή μεταλλουργό που δούλευε για την Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας του Ηνωμένου Βασιλείου και αδειοδοτήθηκε στην John Kerr Co. της Αγγλίας. Αποτελείται από ένα μείγμα τριών αλάτων σε μορφή σκόνης: χλωριούχου νατρίου, καλίου και βαρίου. Το T.E.C. σχηματίζει μια στοιβάδα τετηγμένου άλατος που αποκλείει το οξυγόνο από την επιφάνεια του μετάλλου. Μαζί με το Met-L-X (χλωριούχο νάτριο), το T.E.C αναφέρεται ως [22] ένα από τα πιο σημαντικά μέσα για χρήση σε πυρκαγιές νατρίου, καλίου και κράματός τους και χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε ατομικά μέταλλα όπως το ουράνιο και το πλουτώνιο επειδή δεν μολύνει τα πολύτιμα αυτά μέταλλα, αντίθετα με τα άλλα μέσα. Το T.E.C. είναι αρκετά τοξικό, λόγω του περιεχόμενου χλωριούχου βαρίου και γι' αυτό δεν χρησιμοποιείται πια στο Ηνωμένο Βασίλειο και δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στις ΗΠΑ πέρα από ραδιενεργά υλικά, όταν η τοξικότητά τους δεν ήταν πρόβλημα λόγω της κλειστής φύσης τους. Το T.E.C. χρησιμοποιείται ακόμα πλατιά στην Ινδία, παρά την τοξικότητά του, ενώ η Δύση χρησιμοποιεί συνήθως χλωριούχο νάτριο, γραφίτη σκόνες χαλκού και αντιμετωπίζει το T.E.C. ως καταργημένο.[23]
  • Υγρή τριμεθοξυβοροξίνη (Trimethoxyboroxine liquid ή (TMB)) είναι μια ένωση του βορίου διαλυμένη σε μεθανόλη για να δώσει την κατάλληλη ρευστότητα και να επιτρέψει στον πυροσβεστήρα να εκκενωθεί από έναν φορητό πυροσβεστήρα. Αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 από το Ναυτικό των ΗΠΑ για πυρκαγιές μαγνησίου, ιδιαίτερα σε συντετριμμένα αεροσκάφη και πυρκαγιές τροχών αεροσκαφών από ανώμαλες προσγειώσεις. Είναι μοναδικό ως κατασβεστικό μέσο στο οποίο το ίδιο το μέσο είναι εύφλεκτο υγρό. Όταν το TMB έρχεται σε επαφή με τη φωτιά η μεθανόλη αναφλέγεται και καίγεται με πρασινωπή φλόγα λόγω του βορίου. Καθώς η μεθανόλη εξαντλείται, μια υαλώδης επικάλυψη από βορικό οξείδιο αφήνεται στην επιφάνεια του μετάλλου, δημιουργώντας μια κρούστα με αποκλεισμό αέρα. Αυτοί οι πυροσβεστήρες κατασκευάστηκαν από την Ansul Chemical Co. χρησιμοποιώντας το μέσο TMB που παρασκευάστηκε από την Callery Chemical Company και τροποποίησε πυροσβεστήρες νερού 2,5 γαλονιών, με ένα ακροφύσιο μεταβλητής ροής που μπορούσε να δώσει μια ευθεία ροή ή να ψεκάσει με το πάτημα ενός μοχλού. Μια φθορίζουσα πορτοκαλιά λουρίδα 15 cm με τα γράμματα "TMB" τυπωμένη με μαύρα γράμματα ταυτοποιούσε τους TMB πυροσβεστήρες από άλλους πυροσβεστήρες. Αυτό το μέσο ήταν προβληματικό στο ότι είχε διάρκεια ζωής μόνο έξι μήνες μέχρι έναν χρόνο από τη στιγμή πλήρωσης του πυροσβεστήρα, επειδή η μεθανόλη είναι εξόχως υγροσκοπική, που προκαλεί διάβρωση στον πυροσβεστήρα και καθιστά τη χρήση του σε πυρκαγιές επικίνδυνη. Αυτοί οι πυροσβεστήρες εχρησιμοποιούντο από τις δεκαετίες 1950-70 σε διάφορες εφαρμογές, όπως τα ατυχήματα φορτηγών. Η τρέχουσα τυπική διαδικασία εργασίας είναι η χρήση νερού με μορφή ομίχλης και ψύξη/εξάντληση του καιόμενου μετάλλου.[24]

Το TMB χρησιμοποιήθηκε πειραματικά από την αεροπορία των ΗΠΑ, ειδικότερα όσον αφορά τους κινητήρες B-52 και δοκιμάστηκαν με τροποποιημένους τροχήλατους πυροσβεστήρες CBM των 10 γαλονιών. Άλλα μέσα προστέθηκαν για να καταστείλουν το φούντωμα της μεθανόλης, όπως το χλωροβρωμομεθάνιο (CBM), Halon 2402 και Halon 1211, με διαφορετικό βαθμό επιτυχίας. Το Halon 1211 ήταν το πιο επιτυχημένο και το συνδυασμένο TMB πεπιεσμένο με halon 1211 και άζωτο ονομάστηκε Boralon και χρησιμοποιήθηκε πειραματικά από το Los Alamos National Laboratory σε ατομικά μέταλλα, χρησιμοποιώντας πυροσβεστήρες κλειστών κυλίνδρων που παρασκευάστηκαν από τη Metalcraft και Graviner για να απαλείψει το πρόβλημα μόλυνσης από υγρασία. Οι πυροσβεστήρες TMB/Boralon εγκαταλείφθηκαν προς όφελος περισσότερο πολυχρηστικών μέσων, αν και ακόμα αναφέρεται στις περισσότερες βιβλιογραφίες κατάσβεσης των ΗΠΑ.[25]

  • Το υγρό Buffalo M-X ήταν ένα κατασβεστικό μέσο σύντομης ζωής με βάση το λάδι για πυρκαγιές μαγνησίου, κατασκευάστηκε από την Buffalo τη δεκαετία του 1950. Ανακαλύφθηκε από τους Γερμανούς τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ότι ένα παχύ λάδι μπορούσε να εφαρμοστεί σε κομματάκια καιόμενου μαγνησίου για να τα ψύξει και να τα καταπνίξει και ήταν εύκολο να εφαρμοστεί από έναν πεπιεσμένο πυροσβεστήρα, που παρασκευάστηκε από τη γερμανική εταιρεία Total.[26]

Η Buffalo παρήγαγε πυροσβεστήρες των 2,5 γαλονιών και ενός τετάρτου χρησιμοποιώντας το υγρό M-X που εκκενωνόταν μέσω ενός ακροφυσίου τύπου κεφαλής λουτήρα χαμηλής ταχύτητας, αλλά γνώρισε περιορισμένη επιτυχία, επειδή το Met-L-X της Ansul, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε περισσότερους τύπους μετάλλων και ήταν άφλεκτο. Το M-X είχε το πλεονέκτημα της εύκολης επαναπλήρωσης και ήταν μη διαβρωτικό, επειδή ήταν με βάση το λάδι, αλλά η παραγωγή του δεν κράτησε πολύ λόγω των περιορισμένων εφαρμογών του.

  • Μερικοί καταστολείς με βάση το νερό μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε κάποιες πυρκαγιές κατηγορίας D, όπως το καιόμενο τιτάνιο και το μαγνήσιο. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν τους καταστολείς της Fire Blockade και της FireAde.[27] Κάποια μέταλλα, όπως το στοιχειακό λίθιο, αντιδρούν εκρηκτικά με το νερό και συνεπώς τα χημικά με βάση το νερό δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ποτέ σε τέτοιες πυρκαγιές λόγω της πιθανότητας βίαιης έκρηξης.

Οι περισσότεροι πυροσβεστήρες κατηγορίας D έχουν ένα ειδικό ακροφύσιο χαμηλής ταχύτητας για να εκκενώνουν ήπια το μέσο προς αποφυγή διατάραξης λεπτά διαμερισμένων καιόμενων υλικών. Τα μέσα είναι επίσης διαθέσιμα και χύμα και μπορούν να εφαρμοστούν με σέσουλα ή φτυάρι.

  • Σημείωση: "Pyromet" είναι ένα εμπορικό όνομα που αναφέρεται σε δύο ξεχωριστά μέσα. Ανακαλύφθηκε από την Pyrene Co. Ltd. (Ηνωμένο Βασίλειο) τη δεκαετία του 1960 και είχε αρχικά χλωριούχο νάτριο με φωσφορικό μονοαμμώνιο, πρωτεΐνη, άργιλλο και αδιάβροχα μέσα. Το σύγχρονο Pyromet παρασκευάστηκε από την Chubb Fire και είναι τύπου γραφίτη.

Πυροσβεστήρας σφαίρας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν αρκετοί πυροσβεστήρες τύπων σφαίρας ή χειροβομβίδας στο εμπόριο. Λειτουργούν χειροκίνητα με κύλιση ή ρίψη σε μια πυρκαγιά. Η σύγχρονη έκδοση της σφαίρας θα αυτοκαταστραφεί μόλις έρθει σε επαφή με τη φλόγα, διασκορπίζοντας ένα νέφος ξηρής χημικής σκόνης κατηγοριών ABC πάνω από την πυρκαγιά που κατασβένει τη φλόγα. Η περιοχή κάλυψης είναι περίπου 5 m2 (54 sq ft). Ένα πλεονέκτημα αυτού του τύπου είναι ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για παθητική κατάσβεση. Η σφαίρα μπορεί να τοποθετηθεί σε μια επικίνδυνη περιοχή για πυρκαγιά και θα ξεκινήσει αυτόματα η κατάσβεση αν εξελιχθεί η πυρκαγιά, λόγω της αναπτυσσόμενης θερμότητας. Οι περισσότεροι σύγχρονοι πυροσβεστήρες αυτού του τύπου είναι σχεδιασμένοι να κάνουν έντονο θόρυβο κατά τη χρήση τους.[28]

Αυτή η τεχνολογία, όμως, δεν είναι καινούργια. Στα 1800, γυάλινες χειροβομβίδες πυρκαγιάς γεμάτες με κατασβεστικά υγρά ήταν δημοφιλείς.[29] Κάποιες μεταγενέστερες μάρκες, όπως η Red Comet, σχεδιάστηκαν για παθητική λειτουργία και περιελάμβαναν μια ειδική βάση με ένα έναυσμα ελατηρίου που μπορεί να σπάσει τη γυάλινη σφαίρα όταν ένας εύτηκτος σύνδεσμος λιώσει. Όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, μερικοί γυάλινοι πυροσβεστήρες περιείχαν τον τοξικό τετραχλωράνθρακα.

Συμπυκνωμένα αερολύματα πυρόσβεσης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα συμπυκνωμένα αερολύματα πυρόσβεσης (Condensed aerosol fire suppression) είναι μια μορφή με βάση σωματίδια παρόμοια με την κατάσβεση με αέρια (gaseous fire suppression) ή την ξηρή χημική κατάσβεση. Όπως με τους αέριους καταστολείς και τα συμπυκνωμένα αερολύματα χρησιμοποιούν καθαρά μέσα για να καταστείλουν την πυρκαγιά. Το μέσο μπορεί να διοχετευθεί μέσω μηχανικής, ηλεκτρικής ή συνδυασμένης ηλεκτρομηχανικής λειτουργίας. Σε αντίθεση με τους αέριους καταστολείς, που εκπέμπουν μόνο αέριο και προς τους ξηρούς χημικούς πυροσβεστήρες, που ελευθερώνουν σωματίδια με μορφή σκόνης μεγέθους (25-150 µm), τα συμπυκνωμένα αερολύματα ορίζονται από την NFPA ότι ελευθερώνουν στερεά σωματίδια σε λεπτό διαμερισμό (γενικά <10 µm), συνήθως πέρα από το αέριο.[30]

Ενώ τα ξηρά χημικά συστήματα πρέπει να σκοπευθούν απευθείας στη φλόγα, τα συμπυκνωμένα αερολύματα είναι μέσα κατάκλυσης και είναι συνεπώς αποτελεσματικά ανεξάρτητα από τη θέση και το ύψος της πυρκαγιάς. Τα υγρά χημικά συστήματα, όπως το είδος που γενικά βρίσκεται σε πυροσβεστήρες αφρού, πρέπει, παρόμοια με τα ξηρά χημικά συστήματα, να ψεκαστούν με κατεύθυνση την πυρκαγιά. Επιπλέον, τα υγρά χημικά (όπως το ανθρακικό κάλιο) διαλύονται σε νερό, ενώ τα μέσα που χρησιμοποιούνται σε συμπυκνωμένα αερολύματα είναι μικροσκοπικά στερεά.

Ήχος χαμηλής συχνότητας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2015, ερευνητές ανακοίνωσαν ότι ήχος υψηλής έντασης στην περιοχή των 30 έως 60 χερτζ απομακρύνει το οξυγόνο από την επιφάνεια καύσης, σβήνοντας την πυρκαγιά. Μια προταθείσα εφαρμογή είναι να σβήνει πυρκαγιές στο διάστημα, χωρίς το απαιτούμενο καθάρισμα για μαζικά συστήματα.[31]

Ένας κενός πυροσβεστήρας που δεν συντηρήθηκε για χρόνια.

Οι περισσότερες χώρες στον κόσμο απαιτούν τακτική συντήρηση των πυροσβεστήρων από ένα αρμόδιο άτομο για να λειτουργούν με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα, ως τμήμα της νομοθεσίας για την ασφάλεια κατά των πυρκαγιών. Η έλλειψη συντήρησης μπορεί να οδηγήσει σε έναν πυροσβεστήρα που δεν εκκενώνεται όταν απαιτηθεί, ή με ρωγμές όταν πιεστεί. Έχουν συμβεί θάνατοι, ακόμα και πρόσφατα, από έκρηξη διαβρωμένων πυροσβεστήρων.

Δεν υπάρχει κωδικός πυρκαγιάς που να καλύπτει όλες τις πυρκαγιές στις ΗΠΑ. Γενικά, οι περισσότερες κοινότητες (αποδεχόμενες τον σχετικό κώδικα για πυρκαγιές) απαιτούν επιθεωρήσεις κάθε 30 ημέρες για να εξασφαλίσουν ότι η μονάδα είναι υπό πίεση και ανεμπόδιστη (με την επιθεώρηση να γίνεται από έναν εργαζόμενο της εγκατάστασης) και μια ετήσια επιθεώρηση από έναν ειδικό τεχνικό. Απαιτείται επίσης έλεγχος της υδροστατικής πίεσης για όλους τους τύπους των πυροσβεστήρων που γίνεται γενικά κάθε πέντε χρόνια για τα μοντέλα νερού και CO2 και κάθε 12 χρόνια για ξηρά χημικά μοντέλα.

Πρόσφατα ο Εθνικός Οργανισμός Πυροπροστασίας των ΗΠΑ και η ICC ψήφισαν να καταργηθεί ο έλεγχος των 30 ημερών, εφόσον ο πυροσβεστήρας παρακολουθείται ηλεκτρονικά. Σύμφωνα με την NFPA, το σύστημα πρέπει να παρέχει διατήρηση καταγραφών με τη μορφή ηλεκτρονικού ημερολογίου συμβάντων στον πίνακα ελέγχου. Το σύστημα πρέπει επίσης να παρακολουθεί συνεχώς τη φυσική παρουσία των πυροσβεστήρων, την εσωτερική πίεση και αν κάποιο εμπόδιο που υπάρχει θα μπορούσε να αποτρέψει την άμεση πρόσβαση. Στην περίπτωση που οποιοσδήποτε από τους προαναφερόμενους όρους εμφανιστεί, το σύστημα θα πρέπει να στέλνει μια ειδοποίηση στους αρμοδίους, ώστε να μπορούν άμεσα να διορθώσουν αυτήν την κατάσταση. Η ηλεκτρονική παρακολούθηση μπορεί να είναι ενσύρματη ή ασύρματη.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, απαιτούνται τρεις τύποι συντήρησης:

  • Βασική συντήρηση: Όλοι οι τύποι πυροσβεστήρων απαιτούν μια βασική επιθεώρηση κατ' έτος για να ελεγχθεί το βάρος, να αξιολογηθεί εξωτερικά η σωστή πίεση και να βρεθούν οποιαδήποτε σημάδια ζημιάς ή διάβρωσης. Οι πυροσβεστήρες με φυσίγγιο πρέπει να ανοίγονται για εσωτερική επιθεώρηση και να ελέγχονται για το βάρος του φυσιγγίου. Οι ετικέτες πρέπει να ελέγχονται για την αναγνωσιμότητά τους και όπου είναι δυνατό, θα πρέπει να ελέγχονται οι σωλήνες εμβάπτισης, τα λάστιχα και οι μηχανισμοί για καθαρή και ελεύθερη λειτουργία.
  • Εκτεταμένη συντήρηση: Οι πυροσβεστήρες νερού, υγροί χημικοί, αφρού και σκόνης απαιτούν μια πιο λεπτομερή εξέταση κάθε πέντε χρόνια, συμπεριλαμβανόμενης μιας δοκιμαστικής εκκένωσης και αναγόμωσης. Σε πυροσβεστήρες εγκλωβισμένης πίεσης, αυτή είναι η μοναδική ευκαιρία εσωτερικής επιθεώρησης για βλάβη/διάβρωση.
  • Γενική συντήρηση: Οι πυροσβεστήρες CO2, λόγω της υψηλής θερμοκρασίας λειτουργίας του, υπόκεινται σε νόμους ασφαλούς λειτουργίας φιάλης, και πρέπει να ελέγχονται για την υδραυλική τους πίεση, να ελέγχονται εσωτερικά και εξωτερικά και να χρονοσημαίνονται κάθε 10 χρόνια. Επειδή δεν μπορούν να ελέγχονται με πίεση, προσαρμόζεται επίσης μια νέα βαλβίδα. Εάν οποιοδήποτε κομμάτι του πυροσβεστήρα αντικατασταθεί με ένα κομμάτι από άλλον κατασκευαστή, τότε ο πυροσβεστήρας χάνει την αξιολόγησή του ως προς τις πυρκαγιές.

Στις ΗΠΑ, υπάρχουν 3 τύποι συντήρησης:

  • Επιθεώρηση συντήρησης: Όλοι οι τύποι πυροσβεστήρων πρέπει να ελέγχονται τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο. Ο πυροσβεστήρας ελέγχεται για τον σωστό όγκο και τη σωστή πίεση του κατασβεστικού μέσου, την απαιτούμενη υδροστατική πίεση και σε εσωτερικά διαστήματα συντήρησης ότι είναι σε καλή κατάσταση και ότι όλα τα εξωτερικά κομμάτια είναι ακόμα εύχρηστα. Ο ξηρός χημικός τύπος και ο ξηρής σκόνης πρέπει να κτυπηθεί στον πυθμένα με μια λαστιχένια ματσόλα για να διασφαλιστεί ότι ρέουν ελεύθερα. Μετά την επιθεώρηση, ο τεχνικός θα βάλει μια νέα σφραγίδα και κατά την ετήσια επιθεώρηση μια ετικέτα.
  • Εσωτερική συντήρηση:
    • Νερού - ετήσια (κάποιες πολιτείες) ή 5 χρόνια (NFPA 10, έκδοση 2010)
    • Αφρού - κάθε 3 χρόνια
    • Υγρών χημικών και {{CO2}} - κάθε 5 χρόνια
    • Ξηρών χημικών και ξηρής σκόνης- κάθε 6 χρόνια
    • Halon και καθαρών μέσων - κάθε 6 χρόνια
    • Ξηρών χημικών ή ξηρής σκόνης με φυσίγγιο - ετησίως
    • Ξηρών χημικών εγκλωβισμένης πίεσης σε οχήματα - ετησίως
    Ο πυροσβεστήρας αδειάζεται από τα χημικά του και την πίεση για να ελεγχθεί για σωστή λειτουργία. Όλα τα συστατικά αποσυναρμολογούνται, επιθεωρούνται, καθαρίζονται, λιπαίνονται ή αντικαθίστανται αν είναι ελαττωματικά. Τα υγρά μέσα αντικαθίστανται αυτήν τη φορά, τα ξηρά μέσα μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν αν είναι σε καλή κατάσταση, οι πυροσβεστήρες ανακτώνται και επαναχρησιμοποιούνται, αλλά το CO2 ελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα. Ο πυροσβεστήρας ξαναγεμίζεται και αναγομώνεται, ενώ τοποθετείται ένα κολάρο γύρω από τον λαιμό του κυλίνδρου με "επιβεβαίωση της υπηρεσίας". Είναι αδύνατη η σωστή εγκατάσταση ή η αφαίρεση του κολάρου χωρίς αποσυμπίεση του πυροσβεστήρα.
    Σημείωση: Οι πυροσβεστήρες με φυσίγγιο πρέπει να εξετάζονται οπτικά, αλλά δεν απαιτείται κολάρο επιβεβαίωσης της υπηρεσίας.
  • Υδροστατικός έλεγχος: Πυροσβεστήρες νερού, αφρού, υγροί χημικοί και CO2, κάθε 5 έτη. Οι ξηροί χημικοί, ξηρής σκόνης, halon και καθαρών μέσων, κάθε 12 χρόνια.

Σημείωση: αυτά είναι τα απαιτούμενα διαστήματα για κανονικές συνθήκες χρήσης, αν ο πυροσβεστήρας έχει εκτεθεί σε υπερβολική θερμότητα, δόνηση ή μηχανική βλάβη μπορεί να χρειαστεί να ελεγχθεί πιο νωρίς.

Το μέσο αδειάζεται και αποσυμπιέζεται και αφαιρείται η βαλβίδα. Μετά από μια διεξοδική εσωτερική και εξωτερική οπτική επιθεώρηση, ο κύλινδρος γεμίζεται με νερό, τοποθετείται μέσα σε ασφαλή φωλιά και πιέζεται στην καθορισμένη πίεση της δοκιμής (που διαφέρει ανάλογα με τον τύπο, την ηλικία και το υλικό του κυλίνδρου) για την καθορισμένη χρονική περίοδο. Αν δεν ανιχνευθούν αποτυχίες, εξογκώματα ή διαρροές, ο κύλινδρος περνά. Ο κύλινδρος, στη συνέχεια, αδειάζεται από το νερό και ξηραίνεται πλήρως, ενώ τοποθετείται ετικέτα με την ημερομηνία ελέγχου και την εταιρεία που εκτέλεσε τον έλεγχο. Οι τύποι CO2 έχουν την πληροφορία του ελέγχου σταμπαρισμένη στον κύλινδρο, όλοι οι άλλοι τύποι παίρνουν ένα αυτοκόλλητο πίσω από τον κύλινδρο. Όταν οι μονάδες ξεραθούν, αναγομώνονται. Αντίθετα με το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ δεν ανακατασκευάζουν τους πυροσβεστήρες και αντικαθιστούν τις βαλβίδες σε καθορισμένα διαστήματα εκτός και αν βρεθούν ελαττωματικά κομμάτια, με την εξαίρεση τον halon. Στους πυροσβεστήρες τύπου Halon αλλάζονται συχνά οι δακτύλιοι στεγανοποίησης και τα στελέχη της βαλβίδας σε κάθε εσωτερική συντήρηση για να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα διαρροής.

Ο αρχικός κατασκευαστής του εξοπλισμού πρέπει να χρησιμοποιείται για τα ανταλλακτικά για να διατηρήσει ο πυροσβεστήρας την UL αξιολόγησή του. Αν τμήματα του πυροσβεστήρα δεν είναι διαθέσιμα, συνιστάται η αντικατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πυροσβεστήρες έχουν μια προβλεπόμενη χρήση 25–35 χρόνια περίπου, αν και αρκετοί πυροσβεστήρες είναι τέτοιας ποιότητας που μπορούν να ξεπεράσουν αυτήν την περίοδο, αλλά πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η επιστήμη διαρκώς μεταβάλλεται και κάτι που ήταν το καλύτερο διαθέσιμο πριν από 30 χρόνια, μπορεί να μην είναι αποδεκτό για τις σύγχρονες ανάγκες της πυροπροστασίας.

Βανδαλισμός και προστασία του πυροσβεστήρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ένας πυροσβεστήρας αποθηκευμένος μέσα σε ένα ερμάριο προσαρτημένο στον τοίχο
Πυροσβεστήρας μεγάλης αντοχής με CO2 σε αναμονή σε μια προσωρινή θέση προσγείωσης ελικοπτέρου

Οι πυροσβεστήρες είναι, μερικές φορές, στόχος βανδαλισμού σε σχολεία και άλλους ανοικτούς χώρους. Οι πυροσβεστήρες αδειάζονται μερικώς ή πλήρως από βάνδαλους, με αποτέλεσμα εξασθένηση των κατασβεστικών δυνατοτήτων του πυροσβεστήρα.

Σε ανοικτούς δημόσιους χώρους, οι πυροσβεστήρες διατηρούνται ιδανικά μέσα σε ερμάρια που έχουν γυαλί που πρέπει να σπάσει για να προσπελαστεί ο πυροσβεστήρας, ή τα οποία εκπέμπουν μια σειρήνα ειδοποίησης που δεν μπορεί να σταματήσει χωρίς κλειδί, για να ειδοποιηθούν οι υπεύθυνοι ότι ο πυροσβεστήρας έχει πειραχθεί από μη εξουσιοδοτημένο άτομο, αν δεν υπάρχει πυρκαγιά. Ειδοποιείται επίσης η συντήρηση για να ελέγξει τον πυροσβεστήρα και να αντικατασταθεί αν έχει χρησιμοποιηθεί.

Πινακίδες πυροσβεστήρων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πινακίδες ταυτοποίησης πυροσβεστήρων είναι μικρές πινακίδες σχεδιασμένες να αναρτώνται κοντά σε έναν πυροσβεστήρα, για να τραβήξουν την προσοχή για τη θέση του πυροσβεστήρα (π.χ., αν ο πυροσβεστήρας είναι σε έναν στύλο, η πινακίδα θα πρέπει γενικά να είναι στην κορυφή του στύλου, ώστε να μπορεί να φαίνεται από μακριά). Τέτοιες πινακίδες μπορούν να κατασκευαστούν από μια ποικιλία υλικών, όπως αυτοκόλλητο βινύλιο, δύσκαμπτο πολυβινυλοχλωρίδιο και αλουμίνιο.

Πέρα από τις λέξεις και τα εικονογράμματα που δείχνουν την παρουσία ενός πυροσβεστήρα, κάποιες σύγχρονες πινακίδες ταυτοποίησης των πυροσβεστήρων περιγράφουν επίσης το κατασβεστικό μέσο στη μονάδα και συνοψίζουν τους τύπους των πυρκαγιών για τις οποίες είναι ασφαλής η χρήση τους.

Για κάποια δημόσια και κυβερνητικά κτίρια απαιτείται συχνά, από τοπικές νομοθεσίες, να δίνουν μια πινακίδα ταυτοποίησης για κάθε πυροσβεστήρα επί τόπου.[32]

Παρόμοιες πινακίδες είναι διαθέσιμες για άλλα κατασβεστικά μέσα (συμπεριλαμβανομένων των πυρίμαχων κουβερτών (fire blankets) και των καρουλιών/στηριγμάτων των εύκαμπτων πυροσβεστικών σωλήνων (fire hose)) και για άλλο εξοπλισμό ανάγκης (όπως κουτιά πρώτων βοηθειών (first aid kits)).

Τοποθέτηση των πινακίδων πυροσβεστήρων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι περισσότερες εξουσιοδοτούσες υπηρεσίες έχουν κανονισμούς που περιγράφουν την τυπική εμφάνιση αυτών των πινακίδων (π.χ., ύψος κειμένου, χρησιμοποιούμενα εικονογράμματα κ.λ.π.).[33]

Φωταυγείς πινακίδες θέσης πυροσβεστήρων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι φωταυγείς πινακίδες πυροσβεστήρων κατασκευάζονται από μη τοξικό φωταυγή φώσφορο που απορροφά το φως του περιβάλλοντος και το απελευθερώνει αργά στο σκοτάδι. Τέτοιες πινακίδες είναι ανεξάρτητες από εξωτερικές πηγές παροχής ρεύματος και συνεπώς προσφέρουν ένα χαμηλού κόστους αξιόπιστο μέσο που δείχνει τη θέση του εξοπλισμού επείγουσας ανάγκης στο σκοτάδι ή σε συνθήκες με καπνό. Η απόδοση φωτεινότητας για τις θέσεις των πινακίδων εξοπλισμού για τη διασφάλιση της ζωής πρέπει να καλύπτει τις απαιτήσεις του διεθνούς προτύπου ISO 17398, έτσι ώστε η πινακίδα να μην διεγείρεται μόνο σε πολύ χαμηλά επίπεδα περιβάλλοντος φωτός (25 lux), αλλά να έχει επίσης αποτελεσματική ένταση φωταύγειας και διάρκεια, καθιστώντας ευδιάκριτη την πινακίδα σε περίπτωση πτώσης του ρεύματος, ή εάν ο καπνός θολώσει τα φώτα ανάγκης της οροφής. Η αντίστοιχη ένωση (Photoluminescent Safety Products Association ή PSPA) έχει οδηγό για την απόδοση της φωταύγειας για να βοηθήσει τους χρήστες στις εφαρμογές σύμφωνα με τις "International Maritime Organization Emergency Equipment and Life-saving Appliance Location Requirements" και τις παγκόσμιες απαιτήσεις διαχείρισης βιομηχανικής αντιπυρικής ασφάλειας.

Οι φωταυγείς πινακίδες περιγράφονται μερικές φορές λανθασμένα ότι είναι ανακλαστικές. Ένα ανακλαστικό υλικό θα επιστρέψει το φως του περιβάλλοντος μόνο όσο παρέχεται η πηγή του φωτός αντί να αποθηκεύει ενέργεια και να την απελευθερώνει για μια χρονική περίοδο. Όμως, πολλοί πυροσβεστήρες και θέσεις ανάρτησης πυροσβεστήρων έχουν ταινίες από αντανακλαστικές ταινίες που είναι τοποθετημένες πάνω τους για να διευκολύνουν τη θέση τους σε καταστάσεις όπου υπάρχει μόνο φωτισμός ανάγκης ή υπάρχουν διαθέσιμοι μόνο φακοί.

  1. The United States Patent and Trademark Office * Volume 192 Αρχειοθετήθηκε 2016-04-15 στο Wayback Machine. - September 15, 1881
  2. «Staffordshire Past Track -"Petrolex" half gallon fire extinguisher». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Ιανουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 25 Μαΐου 2009. 
  3. Loran and the fire extinguisher Αρχειοθετήθηκε 2011-07-27 στο Wayback Machine. at p-lab.org (Ρωσικά)
  4. U.S. Patent 1.010.870 , filed April 5, 1910.
  5. U.S. Patent 1.105.263 , filed Jan 7, 1911.
  6. «Pyrene Fire Extinguishers». Vintage Fire Extinguishers. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Μαρτίου 2010. Ανακτήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2009. 
  7. «Carbon Tetrachloride Health and Safety Guide». IPCS International Programme on Chemical Safety. Ανακτήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 2009. 
  8. McCarthy, Robert E (18 Ιουνίου 1992). Secrets of Hollywood special effects - Google Books. ISBN 978-0-240-80108-7. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2010. 
  9. https://www.gov.uk/government/uploads/system/uploads/attachment_data/file/27610/JSP_418_Leaflet07.pdf
  10. http://www.epa.gov/ozone/snap/fire/qa.html#qB11
  11. «Halon Disposal». Ozone Protection. Australian Government Department of the Environment and Heritage (Australia). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2006. 
  12. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Νοεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2016. 
  13. «The Fire Safety Advice Centre». 
  14. «Disposal Of Halon - Envirowise». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Δεκεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2016. 
  15. Wasserfilmbildendes Schaummittel - Extensid AFFF PDF 071027 intersales.info
  16. https://www.kalpataruindia.in/products/
  17. «Handheld Fire Extinguishers». Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2012. 
  18. «Options to the Use of Halons for Aircraft Fire Suppression Systems—2012 Update» (PDF). σελ. 11. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2012. 
  19. «Options to the Use of Halons for Aircraft Fire Suppression Systems—2012 Update» (PDF). σελ. xvii. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2012. 
  20. U.S. Patent 3.095.372 , filed July 5, 1960. UK Patent GB884946.
  21. http://www.regngo.com/lhcope/lhcnnbib.html#firex
  22. Extinguishment of Alkali Metal Fires, S.J. Rodgers and W.A. Everson, Technical Documentary Report APL-TDR 64-114, Air Force Laboratory, Wright-Patterson Air Force Base, Ohio, 1964, pp. 28-31.
  23. Fire Protection Handbook, Thirteenth Edition, National Fire Protection Association, Boston, 1969, Ch. 15, P. 54
  24. https://books.google.com/books?id=vq9ffHveOGIC&printsec=frontcover&source=gbs_ge_summary_r&cad=0#v=onepage&q&f=false
  25. http://www.fire.tc.faa.gov/pdf/esl-tr-86-17.pdf
  26. JIOA Final Report 41. "German Chemical Fire Extinguishers", Joint Intelligence Objectives Agency, Smith, Carlisle F, Washington DC, October 1945.
  27. «Fireade 2000 Applications». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Νοεμβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2009. 
  28. Chuck a ball to put out fire. Earth Times. 14 Σεπτεμβρίου 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2016. 
  29. «firegrenade.com». firegrenade.com. 23 Αυγούστου 2007. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2012. 
  30. National Fire Protection Association Αρχειοθετήθηκε 2012-04-01 στο Wayback Machine., "Report on Aerosol Extinguishing Technology,".
  31. Conrad, Henry (March 25, 2015). «Two students created a device that extinguishes fires with soundwaves». ZME Science. http://www.zmescience.com/research/technology/fire-extinguishing-students-25032015/. Ανακτήθηκε στις March 2015. 
  32. «CAIS16 - Safety signs in the catering industry» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 17 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2012. 
  33. Transport for London Αρχειοθετήθηκε 2008-02-28 στο Wayback Machine. Αρχειοθετήθηκε Φεβρουάριος 28, 2008 στη Wayback Machine του Internet Archive

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]