Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Πωλ Κοσσόφ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 14 Σεπτεμβρίου 1950[1][2][3] Χάμπστεντ |
Θάνατος | 19 Μαρτίου 1976[1][2][3] Λος Άντζελες |
Τόπος ταφής | Golders Green Crematorium[4] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά |
Σπουδές | King Alfred School |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | κιθαρίστας τραγουδοποιός μουσικός παραγωγός μουσικός |
Περίοδος ακμής | 1968 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Πωλ Φράνσις Κοσσόφ (αγγλικά: Paul Francis Kossoff, 14 Σεπτεμβρίου 1950 - 19 Μαρτίου 1976) ήταν Άγγλος κιθαρίστας, γνωστός ως μέλος του Hard Rock συγκροτήματος Free. Το περιοδικό "Rolling Stone" τον έχει κατατάξει στην 51η θέση της λίστα με τους "εκατό καλύτερους κιθαρίστες όλων των εποχών".
Ο Κοσσόφ γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1950 στο Λονδίνο, από τους γονείς Μάργκαρετ Τζένκινς και Ντέιβιντ Κοσσόφ, Βρετανό ηθοποιό της δεκαετίας του '50 και του '60. Σε νεαρή ηλικία μελέτησε κλασική κιθάρα και επηρεασμένος από τα βρετανικά μπλουζ των Bluesbreakers του Τζον Μάγιαλ κατά τα εφηβικά του χρόνια, αποφάσισε να ασχοληθεί με την ηλεκτρική κιθάρα. Αγόρασε την πρώτη του κιθάρα, μία συλλεκτική "Gibson Les Paul", και ξεκίνησε να παίζει σε τοπικά συγκροτήματα. Κατά τη συνεργασία του με τους Black Cat Bones γνώρισε το ντράμερ Σάιμον Κερκ.
Μετά τη διάλυση του συγκροτήματος, ο Κοσσόφ και ο Κερκ αποφάσισαν να σχηματίσουν τους Free, με τον τραγουδιστή Πωλ Ρότζερς και τον μπασίστα Άντι Φρέιζερ, υπογράφοντας συμβόλαιο με την "Island/A&M Records". Οι Free κυκλοφόρησαν δύο δίσκους χωρίς επιτυχία, με αποτέλεσμα ο Κοσσόφ να προσπαθήσει να γίνει μέλος στα ιδιαίτερα επιτυχημένα συγκροτήματα των Rolling Stones και των Jethro Tull, οντισιόν οι οποίες δεν ευδοκίμησαν. Η μεγάλη επιτυχία ήρθε για τους Free με το άλμπουμ "Fire and Water" και το σινγκλ "All Right Now", τα οποία σκαρφάλωσαν στο Top-5 της Μεγάλης Βρετανίας. Κατά την περιοδεία για την προώθηση τους το συγκρότημα εμφανίστηκε στο φεστιβάλ του "Isle of Wight" μαζί με καλλιτέχνες όπως οι Doors, Jimi Hendrix, The Who, κ.α..
Μετά την εμπορική αποτυχία του δίσκου "Highway" που κυκλοφόρησε μέσα στο 1970, το συγκρότημα διαλύθηκε. Τα μέλη των Free ασχολήθηκαν με άλλα πρότζεκτ και ο Κοσσόφ σχημάτισε τους Kossoff, Kirke, Tetsu & Rabbit μαζί με τον Σάιμον Κερκ, τον Τζον Μπούντρικ και τον Τετσού Γιαμαούτσι. Λόγω της μη επιτυχημένης πορείας των συγκεκριμένων προσπαθειών, οι Free επανενώθηκαν στις αρχές του 1972 κυκλοφορώντας το επιτυχημένο "Free at Last". Παρ' όλα αυτά, ο Κοσσόφ αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα εθισμού στις ναρκωτικές ουσίες, το οποίο οδήγησε τον Φρέιζερ σε αποχώρηση από το συγκρότημα. Οι Γιαμαούτσι και Μπούντρικ εντάχθηκαν στους Free και το συγκρότημα μπήκε στο στούντιο για την ηχογράφηση του έκτου δίσκου του, αλλά η προσφορά του Κοσσόφ στη συγκεκριμένη κυκλοφορία ήταν πολύ μικρή λόγω του προβλήματος του. Το άλμπουμ "Heartbreaker" σκαρφάλωσε στο βρετανικό Top-10, αλλά αποτέλεσε το κύκνειο άσμα των Free αφού κατά την περιοδεία για την προώθηση του, ο Κοσσόφ αδυνατούσε να συνεισφέρει τα απαραίτητα, κάτι που ήταν φανερό στο κοινό. Το συγκρότημα διαλύθηκε για δεύτερη και τελευταία φορά, με τους Ρότζερς και Κερκ να δημιουργούν τους Bad Company.
Μέσα στο 1973, ο Κοσσόφ κυκλοφόρησε το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ με τίτλο "Back Street Crawler". Την ίδια ονομασία πήρε το συγκρότημα του, με τον τραγουδιστή Τέρι Γουίλσον-Σλέσσερ, τον μπασίστα Τέρι Γουίλσον, τον κιμπορντίστα Μάικ Μοντγκόμερι και το ντράμερ Τόνι Μπρονάγκελ να αποτελούν τη σύνθεση του. Το νέο σχήμα υπέγραψε στην "Atlantic" κυκλοφορώντας το "The Band Plays On" το 1975 και το "Second Street" την επόμενη χρονιά, καταφέρνοντας να μπει στο Billboard 200.
Παρά την παραγωγικότητα του, ο Κοσσόφ συνέχισε τον καταστροφικό του τρόπο ζωής, οδηγούμενος στο θάνατο στις 19 Μαρτίου 1976 κατά τη διάρκεια μιας πτήσης από το Λος Άντζελες στη Νέα Υόρκη. Η σορός του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του βρίσκονται στο κρεματόριο "Golders Green" του Λονδίνου.
Το 1977, κυκλοφόρησε ο διπλός δίσκος με τίτλο "Koss" με ανέκδοτες ηχογραφήσεις του Κοσσόφ. Μετά το θάνατο του κιθαρίστα, ο πατέρας του, Ντέιβιντ, ίδρυσε το "Paul Kossoff Foundation", με σκοπό να βοηθήσει στην καταπολέμηση της παιδικής χρήσης ναρκωτικών.
με τους Free[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|
Προσωπικές κυκλοφορίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
με τους Back Street Crawler[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|