Το αργυρό ρεάλ (ισπανικά: real de plata) ήταν το νόμισμα των ισπανικών αποικιών στην Αμερική και τις Φιλιππίνες. Τον 17ο αι. το αργυρό ρεάλ καθιερώθηκε σε δύο ρεάλ από κράμα/billon (reales de vellón) ή 68 μαραβέδια. Κυκλοφόρησε επίσης χρυσό εσκούδο (αξίας 16 ρεάλ). Τα νομίσματα κυκλοφόρησαν σε όλες τις αποικίες της Ισπανίας και πέραν αυτής, με το κομμάτι των οκτώ ρεάλ, γνωστό στα αγγλικά ως ισπανικό δολάριο, να γίνεται ένα διεθνές πρότυπο για τη δημιουργία, μεταξύ άλλων νομισμάτων, του δολάριου των ΗΠΑ. Μία μεταρρύθμιση το 1737 έθεσε το αργυρό ρεάλ σε 2,5 ρεάλ από κράμα (reales de vellón) ή 85 μαραβέδια. Αυτό το νόμισμα, που ονομάζεται real de plata fuerte (= ισχυρό), έγινε το νέο πρότυπο, που εκδιδόταν ως χρήμα μέχρι τις αρχές του 19ου αι. Το χρυσό εσκούδο άξιζε 16 reales de plata fuerte.
Τα νομίσματα παράγοντο σε νομισματοκοπεία στη Μπογκοτά, το Καράκας, την Πόλη της Γουατεμάλας, τη Λίμα, την Πόλη του Μεξικού, την Ποπαγιάν, το Ποτοσί, τον Άγιο Δομίνικο και το Σαντιάγο. Για λεπτομέρειες, δείτε τα εξής:
Μετά την ανεξαρτησία των αποικιών της Ισπανίας, το ρεάλ αντικαταστάθηκε από νομίσματα των νέων κρατών που εκφράζοντο επίσης σε ρεάλ και εσκούδα, όπως το ρεάλ Αργεντινής, το ρεάλ της Δημοκρατίας της Κεντρικής Αμερικής, το ρεάλ Ισημερινού, το ρεάλ Ονδούρας, το ρεάλ Παραγουάης και το ρεάλ του Αγίου Δομινίκου.
Από το 1572 έως το 1773 τα ισπανικά αποικιακά αργυρά νομίσματα ήταν χτυπημένα πέταλα (cobs). Αρχικά κομμένα από μία ράβδο αργύρου και με ένα σφυρί χτυπημένα σε μία μήτρα νομισμάτων, ήταν ακριβή σε βάρος, αν και μερικές φορές είχαν μειωμένη περιεκτικότητα σε πολύτιμα μέταλλα. Ωστόσο, σε αντίθεση με τα επεξεργασμένα νομίσματα, είχαν συχνά ακανόνιστο σχήμα, ειδικά εάν ένα πολύ χοντρό νόμισμα κοβόταν από το νομισματοκοπείο για να φτάσει το κατάλληλο βάρος. Μετά το 1732 παρήχθησαν παρόμοια, αλλά καλύτερα διαμορφωμένα χτυπημένα πέταλα σε βιδωτές πρέσες. Οι ονομασίες των χτυπημένων πετάλων ήταν 1/2, 1, 2, 4 και 8 ρεάλ. Όταν κυκλοφόρησαν στη Νέα Αγγλία, τα μεγαλύτερα νομίσματα μπορεί να κόπηκαν, για να δώσουν ενδιάμεσες τιμές. Δεδομένου ότι ένα ρεάλ είχε το παρωνύμιο "bit", η έκφραση "δύο μπιτ" έφτασε να σημαίνει ένα τέταρτο του δολαρίου. [2]
Σε αντίθεση με την Ισπανία, χάλκινα νομίσματα γενικά δεν κόπηκαν από τα αποικιακά νομισματοκοπεία. Τα περισσότερα εκδοθέντα αργυρά νομίσματα ήταν σε ονομαστικές αξίες 1/4, 1/2, 1, 2, 4 και 8 ρεάλ και χρυσά νομίσματα για 1/2, 1, 2, 4 και 8 εσκούδα. Εξαιρέσεις ήταν το νομισματοκοπείο του Αγίου Δομινίκου, το οποίο χτύπησε μαραβέδια τον 16ο αι. και το νομισματοκοπείο τού Καράκας, που εξέδιδε χάλκινα νομίσματα με αξία ένα κλάσμα τού ρεάλ στις αρχές του 19ου αι., για να διευκολύνει το εμπόριο.