Το Ριάλτο είναι η κεντρική περιοχή στην Βενετία και το εμπορικό κέντρο της πόλης, αποτελεί την "Συνοικία" ή "Σεστιέρι" του Σαν Πόλο δεξιά του Μεγάλου Καναλιού απέναντι από το "Σεστιέρι" του Σαν Μάρκο το διοικητικό κέντρο, συνδέονται με την περίφημη Γέφυρα του Ριάλτο.
Πρώτα ίχνη κατοίκηση εμφανίζονται την Ρωμαϊκή περίοδο με την ύπαρξη ψαράδων στα νησιά της αρχικής ελώδους λιμνοθάλασσας, αναφέρονται ως «κάτοικοι της λιμνοθάλασσας». Η παραδοσιακή ίδρυση ταυτίζεται με την αφιέρωση της πρώτης εκκλησίας, του Σαν Τζάκομο στο νησάκι του Ριάλτο (Ριβοάλτο, «Ψηλή Όχθη») (25 Μαρτίου 421).[1][2] Το "Ριβοάλτο" στο κέντρο της συστάδας νησιών στην ελώδη Λιμνοθάλασσα της Βενετίας κατοικήθηκε με μεγαλύτερα κύματα τον 9ο αιώνα όταν οι Λομβαρδοί επιτέθηκαν στην βόρεια Ιταλία, οι νέοι κάτοικοι ήταν κυρίως πρόσφυγες από περιοχές που κατακτήθηκαν από τους Λομβαρδούς. Η Βενετία και η αντίπαλη περιοχή του Βένετο ήταν το μοναδικό τμήμα της Ιταλικής χερσονήσου που παρέμεινε στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Ο δόγης Ανιέλλο Παρτετσιπάτσιο ο δημιουργός της σύγχρονης Βενετίας μετέφερε εκεί το εμπορικό κέντρο της πόλης, έκτισε νέα κτίρια, έσκαψε το Μεγάλο Κανάλι και κατασκεύασε την πρώτη γέφυρα για την σύνδεση με την απέναντι όχθη του Σαν Μάρκο. Το γόητρο της νέας πόλης γιγαντώθηκε με την απόκτηση των λειψάνων του Ευαγγελιστή Μάρκου από την Αλεξάνδρεια, τοποθετήθηκαν στη νέα Βασιλική του Αγίου Μάρκου με πρωτοβουλία του δόγη Τζουστινιάνο Παρτετσιπάτσιο μεγαλύτερου γιου του Ανιέλλο (828). Η πατριαρχική έδρα μεταφέρθηκε επίσης στο Ριάλτο, η κοινότητα συνέχιζε να αναπτύσσεται και η Βυζαντινή εξουσία αδυνάτιζε συνεχώς, αυτό οδήγησε σε μεγαλύτερη αυτονομία και στην τελική ανεξαρτησία.[3]
Η αγορά με το πέρασμα του χρόνου απέκτησε όλο και μεγαλύτερη φήμη και αξία, το εμπόριο ήταν τόσο χονδρικό όσο και λιανικό, οικοδομήθηκαν τεράστιες αποθήκες για τα εμπορεύματα. Τα κτίρια του Ριάλτο καταστράφηκαν από την μεγάλη πυρκαγιά του 1514, το μόνο από τα παλιά κτίρια που διασώθηκαν ήταν η εκκλησία του Σαν Γιάκομο ντι Ριάλτο, τα υπόλοιπα οικοδομήθηκαν από την αρχή. Η πέτρινη σήμερα γέφυρα του Ριάλτο, υπήρξε αρχικά ξύλινη, αλλά κατέρρεε από το βάρος των πεζών που περνούσαν. Η γέφυρα χτίστηκε στη σημερινή της μορφή την περίοδο (1588 - 1591) και είναι η παλιότερη από τις τέσσερις γέφυρες που υπάρχουν σήμερα στο Μεγάλο Κανάλι. Διάσημοι αρχιτέκτονες της εποχής όπως ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν υποψήφιοι για την κατασκευή της αλλά τελικά την εργασία ανέλαβε ο αρχιτέκτονας Αντώνιος ντα Πόντε. Μέχρι το 1854 που κατασκευάστηκε η γέφυρα της Ακαδημίας αποτελούσε το μοναδικό τρόπο να διασχίσει κανείς το Μεγάλο Κανάλι με τα πόδια. Η γέφυρα Ριάλτο αποτελούσε ανέκαθεν ζωντανό κοινωνικό κέντρο εξαιτίας των αγορών της περιοχής.
Η αγορά του Ριάλτο χωρίστηκε στην Λαχαναγορά και την Ψαραγορά, το Ριάλτο εμφανίζεται επίσης συχνά στην λογοτεχνία. Στο έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Ο Έμπορος της Βενετίας ο Σάιλοκ ρωτάει στην αρχή της Πράξης Α΄, Σκηνή Γ΄ "Τι νέα από το Ριάλτο;" και ο Σολανίο στην Πράξη Γ΄, Σκηνή Α΄ θέτει το ίδιο ερώτημα. Η Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ στο "Πορτογαλικό Σοννέτο 19" γράφει "Η ψυχή του Ριάλτο είναι το εμπόριο του". Η αγορά του Ριάλτο έχει μια τεράστια ποικιλία από λαχανικά όπως γαρίδες, αστακούς, χέλια, καβούρια, χταπόδια και μαρίδες.[4] Το Ριάλτο παρουσιάζεται στο νέο βιντεοπαιχνίδι "Όβεργουορθ" (3 Μαρτίου 2018) σε έναν χάρτη με κάστρο, μουσεία και πολλά κανάλια ανάμεσα στους δρόμους.