Ροντόλφ Τέπφερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Rodolphe Töpffer (Γερμανικά) |
Γέννηση | 31 Ιανουαρίου 1799[1][2][3] Γενεύη[4][5][6] |
Θάνατος | 8 Ιουνίου 1846[1][2][7] Γενεύη[8][5] |
Τόπος ταφής | Βασιλικό νεκροταφείο της Γενεύης[9] |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία (έως 1813) Δημοκρατία της Γενεύης (1813–1815)[5] Ελβετία (από 1815) |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[1][10] |
Σπουδές | Collège Calvin |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συγγραφέας[5][11][12] ζωγράφος[5] δημιουργός κόμικς[5] πολιτικός[5] καθηγητής[5][11] εικονογράφος[5][11] διδάσκων πανεπιστημίου (από 1832)[5] γελοιογράφος[11] |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο της Γενεύης (από 1832)[5] |
Περίοδος ακμής | 1820[13] - 1843[13] |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Jean-Charles Töpffer[14] Adele Töpffer[15] François Töpffer[15] |
Γονείς | Wolfgang Adam Töpffer[16] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Will Eisner Hall of Fame (2021)[17] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ροντόλφ Τέπφερ (Rodolphe Töpffer, 31 Ιανουαρίου 1799 - 8 Ιουνίου 1846) ήταν Ελβετός δάσκαλος, συγγραφέας ζωγράφος, και γελοιογράφος, του οποίου το έργο θεωρείται προδρομικό του μοντέρνου κόμικ[18]. Χαρακτηρίζεται ως ο πρώτος επαγγελματίας αλλά και θεωρητικός της ένατης τέχνης, του οποίου η τεχνική υιοθετήθηκε τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική[19].
Γεννήθηκε στη Γενεύη, γιος του Γερμανού μετανάστη και ζωγράφου Adam-Wolfgang Töpffer (1766-1847). Κατά την περίοδο 1819-20 σπούδασε στο Παρίσι και στη συνέχεια επέστρεψε στη γενέτειρά του, όπου εργάστηκε ως δάσκαλος. Το 1823 ίδρυσε δικό του οικοτροφείο, ενώ το 1832 διορίστηκε καθηγητής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Παράλληλα με την επιτυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία του, ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, επηρεασμένος κυρίως από το ρεύμα του ρομαντισμού, καθώς και με τη συγγραφή. Οι δύο καλλιτεχνικές δραστηριότητες του συνδυάστηκαν αργότερα σε μία σειρά κωμικών ιστοριών που περιείχαν συγχρόνως εικόνες και κείμενο, προδρομικές των σύγχρονων κόμικς. Το 1827 ολοκλήρωσε την ιστορία Histoire de M. Vieux Bois που δημοσιεύτηκε δέκα χρόνια αργότερα. Η πρώτη έκδοση περιείχε συνολικά τριάντα σελίδες, κάθε μια από τις οποίες περιλάμβανε μία έως έξι ξεχωριστές εικόνες, συνοδευόμενες από το δικό τους κείμενο. Μεταφράστηκε και δημοσιεύτηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1842, με τον τίτλο The Adventures of Obadiah Oldbuck, θεωρούμενο ως το πρώτο βιβλίο κόμικ στην Αμερική[20].
Ο Τέπφερ φιλοτεχνούσε τις ιστορίες του με μία μορφή λιθογραφίας, σε ξεχωριστά φύλλα που συνέθεταν ένα επίμηκες άλμπουμ, το οποίο αριθμούσε μέχρι εκατό σελίδες. Διακρίνονται για τους παράλογους αντιήρωες που δημιουργούσε, οι οποίοι παρουσιάζονται να αγωνίζονται απελπισμένα ενάντια στις επιταγές της μοίρας και σε μία παράλογη, μηχανιστική κοινωνία[21]. Τα σχέδια του Τέπφερ συνοδεύονταν από εικόνες και κείμενο, χωρίς χρήση των σύννεφων κειμένου και υπήρξε από τους πρώτους που συνειδητοποίησαν τις δυνατότητες που πρόσφερε η άμεση αλληλεπίδραση του κειμένου με τις εικόνες που ζωγράφιζε. Η περιγραφή που ο ίδιος έδινε σε αυτά, βρίσκεται πολύ κοντά στο σύγχρονο ορισμό των κόμικς:
«Τα σχέδια, χωρίς το κείμενο, θα είχαν ένα αφηρημένο νόημα. Το κείμενο, χωρίς τα σχέδια, δεν θα είχε κανένα απολύτως νόημα. Το σύνολο των δύο συνθέτει ένα είδος μυθιστορήματος».[22].
Διαθέτουμε λίγες πληροφορίες για το έργο του Τέπφερ από σύγχρονες πηγές ή έργα που δημοσιεύτηκαν λίγα χρόνια μετά το θάνατό του. Στις πρώτες αναλυτικές μελέτες συγκαταλέγεται το έργο του Ωγκύστ Μπλοντέλ Rodolphe Töpffer: L' ecrivain, l' artiste et l' homme (Παρίσι:Hachette, 1886) και η βιογραφία του Pierre-Maxime Relave Rodolphe Töpffer: Biographie et extraits (Λυόν: Emmanuel Vitte, 1899), χωρίς όμως να εξετάζεται σε μεγάλο βαθμό η συμβολή του στη γέννηση του σύγχρονου είδους της ένατης τέχνης. Αν και σύμφωνα με τα σύγχρονα κριτήρια, το έργο του εντάσσεται στο είδος των κόμικς, τα έργα του αντιμετωπίστηκαν στην εποχή του ως απλές κωμικές ιστορίες και πιθανώς δεν είχαν αντίκτυπο σε ευρεία κλίμακα, ενώ προορίζονταν κυρίως για τη διασκέδαση των φίλων και μαθητών του[23].
Αρχικά, οι ιστορίες του Τέπφερ δεν προορίζονταν για δημοσίευση. Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε υπήρξε από εκείνους που ενθάρρυναν το δημιουργό τους να εκδοθούν και τελικά δημοσιεύτηκαν επτά ιστορίες, σε εφημερίδες της εποχής.
Οι ιστορίες του Τέπφερ θεωρούνται σατιρικές για την κοινωνία του 19ου αιώνα. Το 1842 δημοσίευσε επίσης την αυτοβιογραφία του.