Συνολικός πληθυσμός | |
---|---|
Στην Ουκρανική απογραφή του 2001, 8 334.100 δήλωσαν Ρώσοι (αποτελώντας το 17.3% του πληθυσμού της χώρας).[1] | |
Περιοχές με σημαντικούς πληθυσμούς | |
Ντονμπάς, Κριμαία, ανατολική και νότια Ουκρανία | |
Περιφέρεια Ντονέτσκ | 1.844.399 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Κριμαία (εξαιρουμένης της Σεβαστούπολης) | 1.180.441 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Περιφέρεια Λουχάνσκ | 991.825 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Περιφέρεια Χαρκόβου | 742.025 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Περιφέρεια Ντνιπροπετρόφσκ | 627.531 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Περιφέρεια Οδησσού | 508.537 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Περιφέρεια Ζαπορίζια | 476.748 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Κιέβου | 337.323 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Σεβαστούπολη | 269.953 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
υπόλοιπη Ουκρανία | 1.355.359 (ουκρανική απογραφή του 2001) |
Γλώσσες | |
Ρωσική γλώσσα (95.9%, ουκρανική απογραφή του 2001) • Ουκρανική γλώσσα (54.8%, ουκρανική απογραφή του 2001) | |
Σχετιζόμενες εθνικές ομάδες | |
Σλάβοι (Ανατολικοί Σλάβοι, Δυτικοί Σλάβοι, Νότιοι Σλάβοι) |
Ο Ρώσοι στην Ουκρανία (ουκρανικά: Росіяни в Україні, Ροσιγιάνι β Ουκραγίνι, ρωσικά: Русские на Украине, Ρούσκιε να Ουκραΐνιε) είναι η μεγαλύτερη εθνική μειονότητα στη χώρα, των οποίων η κοινότητα σχηματίζει τη μεγαλύτερη Ρωσική διασπορά στο κόσμο. Στην Ουκρανική απογραφή 2001, 8.334.100 άτομα δήλωσαν Ρώσοι (17.3% του πληθυσμού στην Ουκρανία), όντας ο συνδυασμός των Ουκρανών γεννημένων εντός και εκτός Ουκρανίας.[1]
Οι Ρώσοι ζουν σε όλη την Ουκρανία. Αποτελούν ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού της ανατολικής και νότιας Ουκρανίας, μια σημαντική μειονότητα στη κεντρική Ουκρανία και μια μεγάλη μειονότητα στα δυτικά.[1]
Το δυτικό και κεντρικό μέρος της Ουκρανίας χαρακτηρίζεται από μια πολύ μεγαλύτερη παρουσία Ρώσων σε πόλεις και βιομηχανικά κέντρα και μια πολύ μικρότερη μειονότητα σε αγροτικές επαρχίες, που είναι κυρίως Ουκρανόφωνες.[1] Το 2003, λόγω της συγκέντρωσης των Ρώσων στις πόλεις, καθώς και για ιστορικούς λόγους, οι περισσότερες μεγάλες πόλεις στα κεντρικά και νοτιοανατολικά της χώρας (συμπεριλαμβανομένου του Κιέβου όπου οι Ρώσοι αποτελούν το 13.1% του πληθυσμού)[1] ήταν κυρίως Ρωσόφωνα.[2]
Οι παραδοσιακές μικτές ρωσοουκρανικές περιοχές είναι η ιστορική Νέα Ρωσία και η Ελεύθερη Ουκρανία – που σήμερα έχουν χωριστεί μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας.
Οι Ρώσοι αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού της Κριμαίας (71,7% στη Σεβαστούπολη και 58,5% στην Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας),[1] τη νότια χερσόνησο η οποία μεταφέρθηκε από τη Ρωσική ΣΟΣΔ στη ΣΣΔ Ουκρανίας το 1954.
Ωστόσο εκτός Κριμαίας, οι Ρώσοι αποτελούν την κύρια εθνότητα σε πολύ λίγες περιοχές:[3] Ντονέτσκ (48.2%) και Μακιγίφκα (50.8%) στην περιφέρεια Ντονέτσκ, Τερνίφκα (52.9%) στην περιφέρεια Ντνιπροπετρόφσκ, Κρασνοντόνσκ (63.3%) και Σβερντλόφσκ (58.7%) και επαρχίες Κρασνοντόν (51.7%) και Στανίτσια-Λουχάνσκα (61.1%) στην περιφέρεια Λουχάνσκ, στο Ρένι (70.54%) και στο Ιζμαήλ (43.7%) στην περιφέρεια Οδησσού, στην επαρχία Πουτβίλ (51.6%) στην περιφέρεια Σούμι.[4]
Ένας από τους πιο επιφανείς Ρώσους στη Μεσαιωνική Ουκρανία (που τότε αποτελούσε μέρος της Πολωνολιθουανικής Κοινοπολιτείας) ήταν ο Ιβάν Φιοντόροφ, ο οποίος δημοσίευσε τη Βίβλο του Όστρογκ και αυτοαποκαλούνταν Μοσχοβίτης.
Το 1599 ο τσάρος Μπόρις Γκοντουνόφ διέταξε την κατασκευή του Τσαρεμπορίσοφ στις όχθες του ποταμού Οσκόλ, όντας η πρώτη πόλη και φρούριο στην ανατολική Ουκρανία. Για την υπεράσπιση της επικράτειας από τις ταταρικές επιδρομές, οι Ρώσοι ίδρυσαν την αμυντική γραμμή του Μπέλγκοροντ (1635-1658), και οι Ουκρανοί άρχισαν να φεύγουν για να παραμείνουν προστατευμένοι από τους Ρώσους.
Μετά την Εξέγερση των Κοζάκων υπό την ηγεσία του Μποχντάν Χμελνίτσκι, ακολούθησε η εισροή περισσότερων Ρωσόφωνων στα βόρεια, κεντρικά και ανατολικά της Ουκρανίας. Η εξέγερση οδήγησε σε μια μαζική μετανάστευση Ουκρανών προς την Ελεύθερη Ουκρανία, με αποτέλεσμα να μετατραπεί γρήγορα από μια αραιοκατοικημένη παραμεθόρια περιοχή σε μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές ολόκληρης της τσαρικής Ρωσίας. Μετά τη Συνθήκη του Περεϊάσλάβ, οι περιοχές των Ουκρανών Κοζάκων, συμπεριλαμβανομένης της βόρειας και ανατολικής σημερινής Ουκρανίας, έγιναν ρωσικό προτεκτοράτο. Η αναβάθμιση αυτών των περιοχών της Ουκρανίας σε ρωσικό προτεκτοράτο έφερε το πρώτο σημαντικό, αλλά μικρό κύμα Ρώσων αποίκων στην Κεντρική Ουκρανία, αποτελούμενο κυρίως από χιλιάδες στρατιώτες σταθμευμένους σε φυλάκια,[5] από ένα πληθυσμό περίπου 1.2 εκατομμύρια μη Ρώσων.
Στο τέλος του 18ου αιώνα, η Ρωσική Αυτοκρατορία κατέλαβε μεγάλες ακατοίκητες ερημικές περιοχές του πρώην Χανάτου της Κριμαίας. Ο συστηματικός αποικισμός των νεοαποκτηθέντων γαίων της Νέας Ρωσίας (κυρίως της Κριμαία, της Ταυρίδας και γύρω από την Οδησσό) είχε μόλις ξεκινήσει. Στην περιοχή κατέφθασαν πολλοί μετανάστες που ανήκαν σε πολλές εθνότητες, κυρίως Ουκρανοί και Ρώσοι από την κυρίως Ρωσία, αλλά και πολλοί Έλληνες.[6] Την ίδια στιγμή η ανακάλυψη άνθρακα στη λεκάνη του Ντονέτς, σηματοδότησε την εκβιομηχάνιση της περιοχής και την εισροή εργατών από άλλα μέρη της ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Την ίδια περίοδο ιδρύθηκαν οι περισσότερες μεγάλες πόλεις στη νότια και ανατολική Ουκρανία. Αυτές είναι το Αλεξαντρόφσκ (σημερινή Ζαπορίζια, το 1770), το Αικατερινοσλάβ (σημερινό Ντνίπρο, 1776), η Χερσώνα και η Μαριούπολη (το 1778), η Σεβαστούπολη (το 1783), η Συμφερόπολη και η Νοβοαλεξαντρόφκα (Μελιτόπολη) (1784), το Νικολάγιεφ (Μικολάιβ, 1789), η Οδησσός (1794), και το Λουχάνσκ (1795).
Οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί αποτελούσαν την πλειοψηφία των μεταναστών, αποτελώντας το 31.8% και 42.0% των αποίκων αντίστοιχα. Ο πληθυσμός της Νέας Ρωσίας επιμείχθηκε και με τον εκρωσισμό να είναι η κρατική πολιτική, στις μικτές οικογένειες και κοινότητες κυριάρχησε η ρωσική ταυτότητα. Η Ρωσική Αυτοκρατορία θεωρούσε επίσημα τους Ουκρανούς, Ρώσους και Λευκορώσους Μικρούς, Μεγάλους και Λευκούς Ρώσους, ενώ σύμφωνα με την επισήμως αποδεκτή θεωρία των αρχών της Αυτοκρατορικής Ρωσίας, αυτά τα τρία έθνη ανήκαν στο ενιαίο ρωσικό έθνος, απόγονος των Ρως του Κιέβου.
Στην αρχή του 20ου αιώνα οι Ρώσοι αποτελούσαν τη μεγαλύτερη εθνότητα στις εξής πόλεις: Κίεβο (54.2%), Χάρκοβο (63.1%), Οδησσός (49.09%), Μικολάιβ (66.33%), Μαριούπολη (63.22%), Λουχάνσκ (68.16%), Μπερντιάνσκ (66.05%), Χερσώνα (47.21%), Μελιτόπολη (42.8%), Αικατερινοσλάβ (41.78%), Κροπιβνίτσκι (34.64%), Πάβλογκραντ (34.36%), Συμφερόπολη (45.64%), Θεοδοσία (46.84%), Γιάλτα (66.17%), Κερτς (57.8%), Σεβαστούπολη (63.46%), Τσουχουγίβ (86%).[4]
Η πρώτη ρωσική απογραφή, που έλαβε χώρα το 1897, έδειξε ότι υπάρχει εκτεταμένη χρήση (και μερικές φορές κυριαρχία) της Μικρής Ρωσικής, που ήταν ο όρος που χρησιμοποιούσε η Τσαρική Ρωσία για την ουκρανική γλώσσα,[7] σε εννιά νοτιοδυτικά κυβερνεία και το Κουμπάν. Επομένως, όταν οι αξιωματικοί του Κεντρικού Ράντα χάραζαν τα νέα σύνορα της Ουκρανίας έλαβαν υπόψη τα γλωσσικά και θρησκευτικά στατιστικά. Τα εθνογραφικά σύνορα της Ουκρανίας είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ουκρανικού κράτους με σχεδόν διπλάσια έκταση από το Χετμανάτο των Κοζάκων του Μποχντάν Χμελνίτσκι, το οποίο ενσωματώθηκε από τη Ρωσική Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια του 17-18ου αιώνα.[8]
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το ισχυρό εθνικιστικό κίνημα κατάφερε να λάβει ορισμένες αυτονομίες από τη ρωσική κυβέρνηση στην Αγία Πετρούπολη. Ωστόσο, η Οκτωβριανή Επανάσταση έφερε μεγάλες αλλαγές για τη νέα Ρωσική Δημοκρατία. Η Ουκρανία έγινε πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των κύριων παρατάξεων του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου (1918-1922), τους Κομμουνιστές Κόκκινους (Κόκκινος Στρατός) και τους Μοναρχικούς Λευκούς (Εθελοντικός Στρατός).
Η Οκτωβριανή Επανάσταση διαδόθηκε και στην εκτεταμένη εργατική τάξη της Ουκρανίας. Οι Μπολσεβίκοι ίδρυσαν πολλές σοβιετικές δημοκρατίες στην περιοχή, όπως η Ουκρανική Λαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατία, η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ταυρίδας, η Σοβιετική Δημοκρατία της Οδησσού και η δημοκρατία του Ντονέτσκ-Κριβόι Ρογκ.
Η κυβέρνηση της Ρωσικής ΣΟΣΔ υποστήριξε τη στρατιωτική παρέμβαση κατά της Ουκρανικής λαϊκής Δημοκρατίας, που σε διάφορες περιόδους ήλεγχε σχεδόν ολόκληρη τη σημερινή Ουκρανία εκτός από την Κριμαία και τη Δυτική Ουκρανία. Αν και αρχικά οι Ουκρανοί μπολσεβίκοι είχαν διαφορές, οι οποίες οδήγησαν στην ίδρυση αρκετών σοβιετικών δημοκρατιών, το 1917, κυρίως λόγω της πίεσης του Βλαντιμίρ Λένιν και άλλων Μπολσεβίκων ηγετών, ιδρύθηκε η Ουκρανική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία.
Η Ουκρανική ΣΣΔ ήταν ντε γιούρε ξεχωριστό κράτος, μέχρι το σχηματισμό της ΕΣΣΔ και συνέχισε να υπάρχει μέχρι τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Λένιν επέμενε στην άποψη ότι η αγνόηση του εθνολογικού ζητήματος στην Ουκρανία θα απειλούσαν την υποστήριξη της Επανάστασης μεταξύ των Ουκρανών και γι'αυτό τα σύνορα της Ουκρανίας ιδρύθηκαν στην έκταση που αξίωνε η Ουκρανική Λαϊκή Δημοκρατία. Τα νέα σύνορα περιλάμβαναν όλη τη Νέα Ρωσία (συμπεριλαμβανομένης της βραχύβιας Σοβιετικής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ-Κριβόι Ρογκ) και άλλες γειτονικές επαρχίες που είχαν πολλούς Ρώσους κατοίκους, των οποίων το μερίδιο αυξήθηκε κατά πολύ μέχρι το 1990.
Το 1923, σε ομιλία του Ιωσήφ Στάλιν για τα εθνικά ζητήματα στις κομματικές και κρατικές υποθέσεις, ο Στάλιν αναγνώρισε αρκετά εμπόδια για την υλοποίηση του εθνικού προγράμματος. Αυτά ήταν ο "σοβινισμός του κυρίαρχου έθνους", "η οικονομική και πολιτιστική ανισότητα" των εθνοτήτων και η "επιβίωση του εθνικισμού μεταξύ κάποιων εθνοτήτων που έχουν τη βαριά θηλιά της εθνικής καταστολής".[9]
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, οι απειλές για την εδαφική σύνεση της ερχόνταν από τη Νέα Ρωσία (ανατολική και νότια Ουκρανία) με την ιστορική ρωσική πολιτιστική της επιρροή, που ερχόταν σε αντίθεση με την παραδοσιακά Ουκρανική κεντρική. και δυτική Ουκρανία. Αυτές οι αποφάσεις έφεραν μια πολιτική εξουκρανισμού της περιοχής, σπάζοντας τα απομεινάρια της Μεγάλης Ρωσικής συμπεριφοράς και με στόχο την αύξηση της δημοτικότητας της Επανάστασης και της σοβιετικής κυβέρνησης στην Ουκρανία, αναγνωρίζοντας την ουκρανική κυριαρχία στη δημοκρατία.[10]
Η ουκρανική γλώσσα ήταν υποχρεωτική για τις περισσότερες θέσεις εργασίας, και η διδασκαλία της έγινε υποχρεωτική σε κάθε σχολείο.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 η στάση για τον εξουκρανισμό και γενικά την παραχώρηση προνομίων στις τοπικές εθνότητες εντός της Σοβιετικής ηγεσίας άλλαξε, με τον Στάλιν να δηλώνει ότι ο τοπικός εθνικισμός ήταν η κύρια απειλή για τη Σοβιετική ενότητα το 1933. Κατά συνέπεια, πολλές αλλαγές κατά τη διάρκεια του εξουκρανισμού ανεστράφησαν. Τα ρωσόφωνα σχολεία, βιβλιοθήκες και εφημερίδες αποκαταστάθηκαν και μάλιστα, σε μερικές περιπτώσεις, αυξήθηκαν σε σχέση με πριν. Έγιναν και εδαφικές αλλαγές υποχρεώνοντας την Ουκρανική ΣΣΔ να παραχωρήσει μερικά εδάφη στη ΡΣΟΣΔ. Χιλιάδες Ουκρανοί απελάθηκαν στη Σοβιετική Άπω Ανατολή, ενώ πολλά Ουκρανικά χωριά αποδεκατίστηκαν με το Χολοντόμορ. Πολλοί Ουκρανοί υπέστησαν διακρίσεις.[11][12] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι γονείς στην Ουκρανική ΣΣΔ μπορούσαν να στείλουν τα παιδιά τους σε ρωσόφωνα σχολεία, εφόσον η μητρική τους γλώσσα δεν ήταν η ουκρανική.
Το έδαφος της Ουκρανίας ήταν ένα από τα κύρια πεδία μάχης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πολλοί κάτοικοι της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένων των Ρώσων. Η υποδομή της Ουκρανίας είχε υποστεί τεράστιες ζημιές και η χώρα χρειαζόταν ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για να ανοικοδομηθεί. Επίσης η Ουκρανία έχασε πολλούς κατοίκους από τους δύο λιμούς του 1931-1932 και από ένα τρίτο του 1947. Μεγάλο μέρος του νέου μεταναστευτικού κύματος, που στόχο είχε τον εκβιομηχανισμό, ενσωμάτωση και εκσοβιετισμό της δυτικής Ουκρανίας (που αποκτήθηκε πρόσφατα από την Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία και τη Ρουμανία) ήταν Ρώσοι που κατοικούσαν κυρίως γύρω από βιομηχανικά κέντρα και στρατιωτικά φυλάκια.[13] Αυτό αύξησε το ποσοστό του Ρωσόφωνου πληθυσμού, αν και πάρα πολλοί Ουκρανοί και άλλες μειονότητες (συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων Ελλήνων) υιοθέτησαν τη ρωσική ως μητρική γλώσσα.
Προς το τέλος του πολέμου, ολόκληρος ο πληθυσμός των Τατάρων της Κριμαίας (που αποτελούσαν ακόμη και 250.000 άτομα) απελάθηκαν από την Κριμαία προς την Κεντρική Ασία, κατηγορούμενοι για συνεργασία με τους Γερμανούς.[14][15] Η Κριμαία κάλυψε τις πληθυσμιακές απώλειες χάρη σε ένα νέο κύμα Ρώσων και Ουκρανών. Οι Ρώσοι αύξησαν τα ποσοστά τους στην Κριμαία (από 47,7% το 1937 61.6% το 1993) και το ποσοστό των Ουκρανών στη Κριμαία διπλασιάστηκε (12.8% το 1937 και το 23,6% το 1993).[16]
Η ουκρανική γλώσσα παρέμεινε υποχρεωτικό μάθημα σε όλα τα ρωσόφωνα σχολεία, αλλά πολλές κυβερνητικές υπηρεσίες έδωσαν προβάδισμα στη ρωσική γλώσσα αυξάνοντας την ταχύτητα του εκρωσισμού. Το 1979 μόνο το ένα τρίτο των Ρώσων μιλούσε άπταιστα ουκρανικά, σύμφωνα με την απογραφή του 1979.
Το 1954, το Προεδρείο του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ εξέδωσε το διάταγμα μεταφοράς της Κριμαϊκής Περιφέρειας από τη Ρωσική ΣΟΣΔ στην Ουκρανική ΣΣΔ. Αυτή η ενέργεια αύξησε τον ρωσικό πληθυσμό της Ουκρανίας κατά σχεδόν ένα εκατομμύριο. Πολλοί Ρώσοι πολιτικοί θεωρούν την προσάρτηση αυτή αμφιλεγόμενη.[17] Οι διαμάχες και η νομιμότητα της μεταφοράς παρέμεινε ένα θέμα που αποτελούσε σημείο διαμάχης μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας για λίγα χρόνια, ειδικά στην ίδια την Κριμαία. Ωστόσο, σε συνθήκη του 1997 μεταξύ της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Ουκρανίας, η Ρωσία αναγνώρισε τα σύνορα της Ουκρανίας και αποδέχτηκε την ουκρανική κυριαρχία στην Κριμαία, ενώ το 2014 η Κριμαία προσαρτήθηκε στη Ρωσία.
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ουκρανία έγινε ανεξάρτητο κράτος. Η ανεξαρτησία αυτή υποστηρίχθηκε από δημοψήφισμα σε όλες τις περιοχές της Ουκρανικής ΣΣΔ, συμπεριλαμβανομένων όλων των περιοχών με μεγάλες ρωσικές μειονότητες. Μία μελέτη της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών της Ουκρανίας, που έλαβε χώρα το 1991, διαπίστωσε ότι το 75% των Ρώσων της Ουκρανίας δεν ταυτίζονταν πια με το ρωσικό έθνος. Στο δημοψήφισμα ανεξαρτησίας του Δεκεμβρίου 1991, το το 55% των εθνοτικών Ρώσων στην Ουκρανία ψήφισαν υπέρ της ανεξαρτησίας.
Η επιστροφή των Τατάρων της Κριμαίας έχει οδηγήσει σε πολλές γνωστές συγκρούσεις σχετικά με την ιδιοκτησία της γης και το δικαίωμα στην απασχόληση.[20]
Το 1994, σε δημοψήφισμα που έλαβε χώρα στις περιφέρειες Ντονέτσκ και Λουχάνσκ, περίπου το 90% των ψηφοφόρων υποστήριξαν την αναβάθμιση της ρωσικής γλώσσας σε συνεπίσημη μαζί με τα ουκρανικά στην περιοχή. Επίσης υποστήριξαν την αναβάθμιση της ρωσικής γλώσσας σε επίσημη γλώσσα σε περιφερειακό επίπεδο, αλλά η κυβέρνηση στο Κίεβο ακύρωσε την ισχύ του δημοψηφίσματος.[21][22]
Υπάρχει μια μεγάλη διαμάχη σχετικά με τη μείωση των ρωσόφωνων σχολείων στην Ουκρανία. Το 1989 υπήρχαν 4.633 σχολεία στην Ουκρανία που παρέδιδαν τα μαθήματα τους κυρίως στα ρωσικά, αριθμός που μειώθηκε σε 2.001 σχολεία το 2011 (11.8% των σχολείων της Ουκρανίας). Ένας σημαντικός αριθμός των ρωσικών σχολείων είχαν μετατραπεί σε δίγλωσσα ρωσοουκρανικά σχολεία. Το 2007 το 20% των μαθητών σε κρατικά σχολεία φοιτούσαν σε ρωσικά σχολεία.[23]
Ορισμένες περιοχές, όπως η περιφέρεια Ρίβνε, δεν έχουν πια σχολεία που διδάσκουν μόνο στα ρωσικά, αλλά μόνο μαθήματα ρωσικών σε μικτά ρωσοουκρανικά σχολεία.[24] Τον Μάιο του 2007, υπήρχαν μόνο επτά σχολεία που παρέδιδαν κυρίως μαθήματα στα ρωσικά, με 17 ακόμη μεικτά σχολεία με 8.000 μαθητές,[25] ενώ οι υπόλοιποι μαθητές φοιτούσαν ουκρανικά σχολεία. Μεταξύ των τελευταίων μαθητών, 45.700 (ή 18% του συνόλου) μαθαίνουν ρωσικά ως μάθημα σε μια ουκρανική πρωτεύουσα που είναι κατά κύριο λόγο ρωσόφωνη,[2] αν και εκτιμάται ότι το 70% του ουκρανικού πληθυσμού είναι υπέρ της διδασκαλίας των ρωσικών στα σχολεία μέσης εκπαίδευσης στην Ουκρανία.
Το Ρωσικό Πολιτιστικό Κέντρο του Λβιβ έχει προσβληθεί και βανδαλισμούς σε πολλές περιπτώσεις. Στις 22 Ιανουαρίου 1992 δέχτηκε επίθεση από την Ουκρανική Εθνοσυνέλευση-Ουκρανική Λαϊκή Αυτοάμυνα υπό την ηγεσία μέλους του Συμβουλίου της Περιφέρειας Λβιβ.[18] Τα μέλη της οργάνωσης έψαξαν το κτίριο, κατέστρεψαν εν μέρει τα αρχεία και έδιωξαν άτομα από το κτίριο.[18] Οι δράστες ανακήρυξαν ότι τα πάντα στην Ουκρανία ανήκουν στους Ουκρανούς, με τους Μοσκάλ και τους Κίκες να μην επιτρέπεται να έχουν περιουσία ή να ζουν εκεί. Το κτίριο υπέστη βανδαλισμούς κατά τη διάρκεια της Επίσκεψης του Πάπα στο Λβιβ, το 2001, στη συνέχεια, το 2003 (5 φορές),[26] το 2004 (κατά τη διάρκεια της Πορτοκαλί Επανάστασης[27]), το 2005, το 2006.[28]
Μετά τις διαδηλώσεις του Ευρωμάινταν,[29] περιφέρειες με μεγάλες ρωσικές μειονότητες ξεκίνησαν αντιδιαδηλώσεις και αυτονομιστική δραστηριότητα. Μετά η νέα κυβέρνηση ακύρωσε τη νομοθεσία για τις γλώσσες στην Ουκρανία, η οποία επέτρεπε την επίσημη χρήση της ρωσικής γλώσσας σε περιοχές με ρωσόφωνη πλειοψηφία. Το Ανώτατο Συμβούλιο της Κριμαίας, ανακοίνωσε δημοψήφισμα και ζήτησε από τη Ρωσία να στείλει στρατιωτικές δυνάμεις στην Κριμαία για να "προστατεύσει" τον τοπικό πληθυσμό από τους δεξιούς διαδηλωτές του Ευρωμάινταν, ξεκινώντας την κριμαϊκή κρίση του 2014. Μεγάλες αντιδιαδηλώσεις (αντιμαϊντάν) έλαβαν χώρα σε ρωσόφωνες μεγάλες πόλεις, όπως το Ντονέτσκ, η Οδησσός και το Χάρκοβο. Το συμβούλιο της περιφέρειας Ντονέτσκ αποφάσισε να διεξάγει δημοψήφισμα για το μέλλον της περιοχής.[30]
Στις 3 Μαρτίου, ένας αριθμός ατόμων άρχισαν να καταλαμβάνουν το διοικητικό κτίριο της περιφέρειας Ντονέτσκ, κυματίζοντας ρωσικές σημαίες και φωνάζοντας τα συνθήματα "Ρωσία!" και "Οι Μπερκούτ είναι ήρωες!". Η αστυνομία δεν προσέφερε αντίσταση.[31] Το συμβούλιο της περιφέρειας Λουχάνσκ αποφάσισε την αναβάθμιση της ρωσικής σε δεύτερη επίσημη γλώσσα, σταματώντας τη "δίωξη των μαχητών Μπερκούτ", αφοπλίζοντας τις ομάδες αυτοάμυνας Μαϊντάν και απαγορεύοντας ακροδεξιούς οργανισμούς όπως οι Σβομπόντα και Ουκρανική Εθνοσυνέλευση-Ουκρανική Λαϊκή Αυτοάμυνα. Αν οι αρχές αποτύγχαναν να συμμορφωθούν με τα αιτήματα, το περιφερειακό συμβούλιο διατήρησε το δικαίωμα να "ζητήσει βοήθεια από τον αδελφικό λαό της Ρωσικής Ομοσπονδίας."[32]
Οι αντιδιαδηλώσεις εξελίχθηκαν στην φιλορωσική σύγκρουση στην Ουκρανία το 2014. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2014 ήταν μια πλειοψηφία 97,47% υπέρ της ένταξης στη Ρωσική Ομοσπονδία.[33]
Οι φιλορωσικές διαδηλώσεις στις περιφέρειες Ντονέτσκ και Λουχάνσκ το 2014 εξελίχθηκαν σε ένοπλη αυτονομιστική εξέγερση.[34][35][36] Αυτό οδήγησε την κυβέρνηση της Ουκρανίας να ξεκινήσει μια στρατιωτική αντεπίθεση εναντίον των ανταρτών, τον Απρίλιο του 2014, οδηγώντας στον συνεχιζόμενο πόλεμο στο Ντονμπάς. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου έχει καταγραφεί βαρύς βομβαρδισμός στις πόλεις Λουχάνσκ και Ντονέτσκ,[37][38] δύο πόλεις με μεγάλο ρωσικό πληθυσμού και ακόμη περισσότερους ρωσόφωνους.[39] Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, 730.000 πρόσφυγες από τις περιφέρειες Ντονέτσκ και Λουχάνσκ έχουν φύγει για τη Ρωσία στις αρχές του 2014.[40] Από τα τέλη Σεπτεμβρίου 2015 σχεδόν 8.000 άνθρωποι είχαν πεθάνει στις δύο περιφέρειες λόγω του πολέμου στο Ντονμπάς.[41]
Συνολικά, σύμφωνα με πανουκρανική έρευνα του Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας, μόνο το 0.5% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι ανήκαν σε ομάδα που δέχεται διακρίσεις λόγω γλώσσας.[42]:133–135 Επιπλέον, σε δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2008, το 42.8% των Ουκρανών ερωτηθέντων δήλωσαν ότι θεωρούν τη Ρωσία ως "πολύ καλή", ενώ 44.9% δήλωσε ότι η στάση τους ήταν "καλή" (ένα 87.7% των ερωτηθέντων είχε θετική στάση).[43]
Σύμφωνα με έρευνες του Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας που διεξήχθησαν ετησίως μεταξύ του 1995 και του 2005, το ποσοστό των ερωτηθέντων που έχουν υποστεί περιπτώσεις εθνολογικών διακρίσεων κατά των Ρώσων την προηγούμενη χρονιά είναι χαμηλό (συνήθως σε μονοψήφια ποσοστά), χωρίς καμία αξιοσημείωτη διαφορά σε σύγκριση με τον αριθμό των περιστατικών κατά άλλων εθνοτήτων, όπως π.χ. Ουκρανοί και Εβραίοι.[44] Σύμφωνα με τη Συγκριτική Έρευνα της Ουκρανίας και της Ευρώπης το 2007 μόνο το 0.1% των Ουκρανών θεωρούν ότι ανήκουν σε μια ομάδα που δέχεται διακρίσεις λόγω εθνικότητας.[42]:156
Ομοίως, έρευνες δείχνουν ότι οι Ρώσοι δεν αποστασιοποιούνται κοινωνικά στην Ουκρανία. Ο δείκτης της θέλησης των Ουκρανών κατοίκων να συμμετάσχουν σε κοινωνικές επαφές με διάφορους βαθμούς σύνδεσης με διαφορετικές εθνότητες (κλίμακα Μπογκάρντους) η οποία υπολογίζεται με βάση τις ετήσεις κοινωνιολογικές έρευνες δείχνει ότι κατά μέσο όρο οι Ρώσοι είναι οι λιγότερο κοινωνικά αποστασιοποιημένοι στην Ουκρανία εκτός από τους ίδιους τους Ουκρανούς.[45] Η ίδια έρευνα έδειξε ότι, στην πραγματικότητα, οι Ουκρανοί αισθάνονται μια κάπως μεγαλύτερη άνεση να δεχτούν Ρώσους σαν μέλη της οικογένειας τους απ'ότι Ουκρανούς του εξωτερικού. Μια τέτοια κοινωνική συμπεριφορά συσχετίζεται και με την πολιτική. Έρευνες που έλαβαν χώρα ετησίως το 1997-2005 έδειξαν συνεχώς μια υποστήριξη για την ιδέα της ένωσης της Ουκρανίας με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Σε αυτές τις έρευνες τα άτομα υπέρ της ένωσης ανέρχονται σε ποσοστό λίγο πάνω από 50%, ενώ αυτοί που είναι κατά λίγο κάτω από 30%.[46]
Μετά την Επανάσταση της Αξιοπρέπειας η ρωσική κυβέρνηση αύξησε δραματικά την εκστρατεία κατά της αναπολίτευσης οδηγώντας σε επιθέσεις εναντίον της ρωσικής φιλελεύθερης αντιπολίτευσης με πολιτικά κίνητρα. Ως αποτέλεσμα πολλές αξιοσημείωτοι Ρώσοι έφυγαν για την Ουκρανία για να αποφύγουν την πολιτική δίωξη από τις αρχές της Ρωσίας.
Αξιοσημείωτα παραδείγματα είναι ο Ιλιά Πονομάριοφ (ο οποίος ήταν ο μόνος στο κοινοβούλιο της Κριμαίας που ψήφισε κατά της ένταξης στη Ρωσία), οι δημοσιογράφοι Ματβέι Γκαναπόλσκι, Αρκάντι Μπαμπτσένκο, Εβγκένι Κισελιόφ και άλλοι.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που παρουσίασε η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες το 2014 περίπου 140 Ρώσοι ζήτησαν πολιτικό άσυλο στην Ουκρανία. Στους πρώτους έξι μήνες του 2015 ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά πενήντα άτομα.[47]
Την ίδια στιγμή ο νόμος για τη μετανάστευση στην Ουκρανία είναι περίπλοκος, περιορίζοντας τον αριθμό των Ρώσων που μπορούν να κάνουν επιτυχή αίτηση για άσυλο.
Το υπερεθνικιστικό πολιτικό κόμμα "Σβομπόντα"[48] έχει επικαλεστεί ριζοσπαστική Ρωσοφοβική ρητορική[49] ενώ έχει αρκετή εκλογική υποστήριξη καταλαμβάνοντας πλειοψηφική θέση σε κάποια τοπικά συμβούλια, όπως για παράδειγμα στο περιφερειακό συμβούλιο του Τερνοπίλ στη δυτική Ουκρανία το 2009. Το 2004 ο Όλεχ Τιαχνιμπόκ, επικεφαλής του Σβομπόντα, απεύθυνε κάλεσμα στα μέλη του κόμματος να πολέμησουν τη "μοσχοβίτικη-εβραϊκή μαφία" που κυβερνά την Ουκρανία.[50] Τα μέλη της "Σβομπόντα" κατείχαν ανώτερες θέσεις στο Κυβέρνηση της Ουκρανίας το 2014.[51] Αλλά το κόμμα έχασε 30 έδρες από τις 37 έδρες (οι πρώτες έδρες του στο Ουκρανικό Κοινοβούλιο) που κέρδισε στις εκλογές του 2012 στις εκλογές του 2014[52] και δεν επέστρεψε στην Κυβέρνηση της Ουκρανίας.
Σύμφωνα με έρευνα του 2006 από τη Research & Branding Group στο Ντονέτσκ, το 39% των Ουκρανών πολιτών θεωρούν ότι τα δικαιώματα των ρωσόφωνων παραβιάζονται επειδή τα ρωσικά δεν είναι επίσημη γλώσσα στη χώρα, ενώ το 38% έχει την άλλη άποψη.[53][54] Σύμφωνα με ετήσιες έρευνες του Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας του Εθνική Ακαδημία Επιστημών ένα ποσοστό 43.9% με 52.0% του συνολικού πληθυσμού της Ουκρανίας υποστηρίζει την ιδέα της χορήγησης του καθεστώτος της κρατικής γλώσσας στη ρωσική γλώσσα. Ταυτόχρονα, αυτό δεν θεωρείται σημαντικό ζήτημα από τους περισσότερους πολίτες της Ουκρανίας. Σε μια εθνική έρευνα που αφορούσε την κατάταξη των 30 σημαντικότερων πολιτικών ζητημάτων, το νομικό καθεστώς της ρωσικής γλώσσας κατέλαβε την 26η θέση, με μόνο το 8% των ερωτηθέντων (κυρίως στην Κριμαία και το Ντονέτσκ) να αισθάνονται ότι αυτό ήταν ένα σημαντικό ζήτημα.[55]
Η ρωσική γλώσσα συνεχίζει να κυριαρχεί σε αρκετές περιοχές και στον επιχειρηματικό κόσμο, σε κορυφαία περιοδικά και άλλα έντυπα μέσα.[56] Η ρωσική γλώσσα στην Ουκρανία εξακολουθεί να κυριαρχεί στην καθημερινή ζωή σε ορισμένες περιοχές της χώρας.
Στις 23 Φεβρουαρίου 2014, το Ουκρανικό κοινοβούλιο ενέκρινε νομοσχέδιο για την κατάργηση του νόμου για τις μειονοτικές γλώσσες του 2012, νόμος ο οποίος, εάν τον υπέγραφε ο ουκρανός πρόεδρος, θα έκαναν τα ουκρανικά τη μόνη επίσημη κρατική γλώσσα σε όλη την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, η οποία κατοικείται από μια ρωσόφωνη πλειοψηφία.[57] Η κατάργηση του νόμου αντιμετωπίστηκε με μεγάλη περιφρόνηση στη Νότια και Ανατολική Ουκρανία.[58] Το Christian Science Monitor ανέφερε: "Η [έγκριση αυτού του νομοσχεδίου] χρησίμευσε μόνο για να εξοργίσει τις ρωσόφωνες περιφέρειες, [οι οποίες] είδαν την κίνηση ως περισσότερα στοιχεία που έδεχιναν ότι οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στο Κίεβο που ανέτρεψαν την κυβέρνηση του Γιανούκοβιτς ήταν δικαιολογία για την πίεση υπέρ μιας εθνικιστικής ατζέντας."[59] Ο προσωρινός πρόεδρος Ολεξάντρ Τουρτσίνοφ άσκησε βέτο στην πρόταση κατάργησης του νόμου στις 28 Φεβρουαρίου 2014.[60] Στις 28 Φεβρουαρίου 2018 το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ουκρανίας έκρινε αντισυνταγματικό τον νόμο του 2012 για τις μειονοτικές γλώσσες.[61]
Στις 25 Σεπτεμβρίου 2017 ο Πέτρο Ποροσένκο υπέγραψε ένα νέο νόμο για την εκπαίδευση, ο οποίος εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο στις 5 Σεπτεμβρίου 2017. Ο νόμος έλεγε ότι η ουκρανική γλώσσα είναι η γλώσσα της εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα εκτός από ένα ή περισσότερα μαθήματα που επιτρέπεται να διδαχθούν σε δύο ή περισσότερες γλώσσες, συγκεκριμένα τα αγγλικά ή σε μια από τις άλλες επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.[62][63] Ο νόμος αντιμετώπισε κριτική από αξιωματούχους στη Ρωσία και την Ουγγαρία.[64] Το περιοδικό Νέα Ευρώπη (New Europe) σχολιάζει το εξής:
Η πιο πρόσφατη διαμάχη ανάμεσα στο Κίεβο και τη Βουδαπέστη προέρχεται από μια ψυχρή αντιπαράθεση για μια απόφαση του Ουκρανικού κοινοβουλίου, του Βερχόβνα Ράντα, να περάσει ένα νομοθετικό πακέτο που απαγορεύει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση σε όλους τους μαθητές σε άλλη γλώσσα πέρα από τα Ουκρανικά. Αυτή η κίνηση έχει καταδικαστεί ευρέως από τη διεθνή κοινότητα ως αχρείαστη προβοκάτσια καθώς πιέζει τον ιστορικά δίγλωσσο πληθυσμό των 45 εκατομμυρίων ατόμων που χρησιμοποιεί τα Ρωσικά και τα Ουκρανικά ως μητρικές γλώσσες εναλλάξ να γίνουν μονόγλωσσοι.[65]
Το Unian ανέφερε ότι τον Σεπτέμβριο του 2018 η περιφέρεια Λβιβ εισήγαγε απαγόρευση χρήσης στο κοινό στα πολιτιστικά προϊόντα, δηλαδή ταινίες, βιβλία, τραγούδια κ.ά. στη ρωσική γλώσσα.[66]
Μερικοί συγγραφείς που γεννήθηκαν στην Ουκρανία και γράφουν στη ρωσική γλώσσα, όπως οι Μαρίνα και Σεργκέι Ντιάτσενκο και η Βέρα Κάμσα, γεννήθηκαν στην Ουκρανία αλλά μετακόμισαν στη Ρωσία.
Έτος απογραφής | Συνολικός πληθυσμός της Ουκρανίας | Αριθμός Ρώσων | Ποσοστό Ρώσων |
---|---|---|---|
1926 | 29.018.187 | 2.677.166 | 9.2% |
1939 | 30.946.218 | 4.175.299 | 13.4% |
1959 | 41.869.046 | 7.090.813 | 16.9% |
1970 | 47.126.517 | 9.126.331 | 19.3% |
1979 | 49.609.333 | 10.471.602 | 21.1% |
1989 | 51.452.034 | 11.355.582 | 22.1% |
2001 | 48.457.000 | 8.334.100 | 17.2% |
Γενικά ο πληθυσμός των Ρώσων στην Ουκρανία αυξήθηκε λόγω αφομοίωσης και εσωτερικής μετανάστευσης ανάμεσα στο 1897 και το 1939 παρά τον λιμό, τον πόλεμο και την Επανάσταση. Από το 1991 τα μερίδια και ο πληθυσμός τους μειώθηκαν σε όλες τις περιοχές της Ουκρανίας. Η Ουκρανία έχασε 3 εκατομμύρια Ρώσους, λίγο πάνω από το ένα τέταρτο όλων των Ρώσων της Ουκρανίας το 1991. Από το 1991 όπου αποτελούσαν πάνω από το 22% του πληθυσμού της Ουκρανίας, έπεσαν στο 17%. Από το 2001 και έπειτα ο αριθμός των Ρώσων συνεχίζει να μειώνεται.
Αρκετοί παράγοντες έχουν επηρεάσει αυτή τη σημαντική μεταβολή. Επί Σοβιετικής εποχής οι περισσότεροι Ρώσοι ζούσαν σε αστικά κέντρα και έτσι επηρεάστηκαν σκληρότερα από τις οικονομικές δυσκολίες της δεκαετίας του 1990. Κάποιοι επέλεξαν να μεταναστεύσουν από την Ουκρανία κυρίως προς τη Ρωσία, αλλά και προς τη Δύση. Επίσης κάποιοι που στη Σοβιετική εποχή δήλωσαν Ρώσοι άλλαξαν την εθνική τους ταυτότητα σε Ουκρανοί.[67]
Ο ρωσικός πληθυσμός πλήττεται επίσης από τους παράγοντες που επηρεάζουν όλο τον πληθυσμό της Ουκρανίας, όπως το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων και το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας.
Η απογραφή του 2001 έδειξε ότι το 95.9% των Ρώσων της Ουκρανίας δήλωσαν τα ρωσικά ως μητρική γλώσσα, ενώ το 3.9% τα ουκρανικά.[68] Η πλειοψηφία, το 59.6%[69] των Ρώσων της Ουκρανίας γεννήθηκε στην Ουκρανία. Αποτελούν το 22.4% του συνολικού αστικού πληθυσμού και το 6.9% του αγροτικού πληθυσμού της χώρας.
Οι γυναίκες αποτελούν το 55.1% των Ρώσων, ενώ οι άνδρες αποτελούν το 44.9% των Ρώσων της Ουκρανίας.[69] Η διάμεση ηλικία των Ρώσων στην Ουκρανία είναι 41.9 χρόνια. Η ανισορροπία στη σεξουαλική και ηλικιακή δομή εντείνεται στις δυτικές και κεντρικές περιοχές. Σε αυτές τις περιοχές οι Ρώσοι κατοικούν κυρίως στα βιομηχανικά κέντρα, ιδιαίτερα στα περιφερειακά κέντρα.
Περιφέρεια | Αριθμός το 2001[70] | Ποσοστό το 2001 |
---|---|---|
Περιφέρεια Ντονέτσκ | 1.844.400 | 38.2 |
Περιφέρεια Ντνιπροπετρόφσκ | 627.500 | 17.6 |
Κίεβο | 337.300 | 13.1 |
Περιφέρεια Χαρκόβου | 742.000 | 25.6 |
Περιφέρεια Λβιβ | 92.600 | 3.6 |
Περιφέρεια Οδησσού | 508.500 | 20.7 |
Περιφέρεια Λουχάνσκ | 991.800 | 39.0 |
Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας | 1.180.400 | 58.3 |
Περιφέρεια Ζαπορίζια | 476.800 | 24.7 |
Περιφέρεια Κιέβου | 109.300 | 6.0 |
Περιφέρεια Βινίτσιας | 67.500 | 3.8 |
Περιφέρεια Πολτάβας | 117.100 | 7.2 |
Περιφέρεια Ιβάνο-Φρανκίβσκ | 24.900 | 1.8 |
Περιφέρεια Χμελνίτσκι | 50.700 | 3.6 |
Περιφέρεια Τσερκάσι | 75.600 | 5.4 |
Περιφέρεια Ζιτόμιρ | 68.900 | 5.0 |
Περιφέρεια Ζακαρπάτιας | 31,000 | 2.5 |
Περιφέρεια Μικολαγίβ | 177,500 | 14.1 |
Περιφέρεια Ρίβνε | 30.100 | 2.6 |
Περιφέρεια Σούμι | 121.700 | 9.4 |
Περιφέρεια Τσερνιχίβ | 62.200 | 5.0 |
Περιφέρεια Χερσώνας | 165.200 | 14.1 |
Περιφέρεια Τερνοπίλ | 14.200 | 1.2 |
Περιφέρεια Βολίν | 25.100 | 2.4 |
Περιφέρεια Κιροβοχράντ | 83.900 | 7.5 |
Περιφέρεια Τσερνίβτσι | 37.900 | 4.1 |
Σεβαστούπολη | 270.000 | 71.6 |
Η πλειοψηφία των Ρώσων είναι Χριστιανοί Ανατολικοί Ορθόδοξοι και ανήκουν κυρίως στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, ένα πρώην ουκρανικό εξαρχάτο της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία έλαβε εκκλησιαστική αυτονομία από την τελευταία στις 27 Οκτωβρίου 1990.
Υπάρχουν μικρές μειονότητες Παλαιών Πιστών, κυρίως Λιποβάνων, καθώς και Προτεστάντων, αυτόχθονων Πνευματικών Χριστιανών, και Καθολικών μεταξύ των Ρώσων. Επιπλέον, υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο μέρος εκείνων που θεωρούν τους εαυτούς τους άθεους.
Τα πολιτικά κόμματα με πλατφόρμες σχεδιασμένες για τους Ρώσους ψηφοφόρους πηγαίνουν εξαιρετικά καλά. Μέχρι τις βουλευτικές εκλογές του 2014, σε αρκετές από τις Εκλογές της Ουκρανίας,[71] τα πολιτικά κόμματα που ζητούσαν στενότερους δεσμούς με τη Ρωσία έλαβαν υψηλότερο ποσοστό ψήφων στις περιοχές όπου κυριαρχεί ο ρωσόφωνος πληθυσμός.
Κόμματα όπως το Κόμμα των Περιφερειών, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ουκρανίας και το Προοδευτικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή στην Κριμαία, στις νότιες και τις νοτιοανατολικές περιοχές της Ουκρανίας. Στις βουλευτικές εκλογές του 2002 το Κόμμα των Περιφερειών με προπύργιο την Ανατολική και νότια Ουκρανία ήρθε πρώτο με 32.14%, μπροστά από το Μπλοκ Γιούλια Τιμοσένκο (22.29%) και το Μπλοκ "Η Ουκρανία Μας" (13.95%) ενώ το επίσης ρωσόφιλο Κομμουνιστικό Κόμμα Ουκρανίας κέρδισε το 3.66% των ψήφων, ενώ το ριζοσπαστικό φιλορωσικό Μπλοκ της Ναταλίας Βιτρένκο κέρδισε το 2.93% των ψήφων, όντας το πλησιέστερο από τα κόμματα που δεν ξεπέρασε το όριο εισόδου στη βουλή που ήταν το 3%.
Στις βουλευτικές εκλογές του 2007, το Κόμμα των Περιφερειών κέρδισε το 34.37% (χάνοντας 130.000 ψήφους), το Μπλοκ Γιούλιας Τιμοσένκο ήρθε δεύτερο με 31.71% (κερδίζοντας 1.5 εκατομμύρια ψήφους), το "Η Ουκρανία Μας"-Μπλοκ Λαϊκής Αυτοάμυνας ήρθε τρίτο με 14.15% (χάνοντας 238.000 ψήφους), το Κομμουνιστικό Κόμμα Ουκρανίας ήρθε τέταρτο με 5.39% (κερδίζοντας 327.000 ψήφους) ενώ το Μπλοκ της Ναταλίας Βιτρένκο έπεσε στο 1.32%. Αν και το μπλοκ της Γιούλιας Τιμοσένκο αντλεί τους ψηφοφόρους του κατά κύριο λόγο από τις δυτικές ουκρανικές περιφέρειες, τα τελευταία χρόνια έχει εντάξει πολιτικούς από ρωσόφωνες περιοχές όπως η Κριμαία (Λιουντμίλα Ντενισόβα) και η Περιφέρεια Λουχάνσκ (Ναταλία Κορολέβσκα). Στις βουλευτικές εκλογές του 2012, το Κόμμα των Περιφερειών κέρδισε το 30% των ψήφων και το μεγαλύτερο αριθμό εδρών, ενώ το κόμμα Πατρίδα (διάδοχος του μπλοκ της Γιούλιας Τιμοσένκο) ήρθε δεύτερο με 25.54%.[72] Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ουκρανίας αύξησε το ποσοστό του σε 13.18%.[73]
Στις Βουλευτικές εκλογές 2014, το Μπλοκ της Αντιπολίτευσης, διάδοχος του Κόμματος των Περιφερειών, ηττήθηκε από το φιλοουκρανικό Μπλοκ Πέτρο Πόροσενκο στις νότιες περιοχές. Στις εκλογές του 2014 το Μπλοκ της Αντιπολίτευσης τερμάτισε τέταρτο με 9.43%.[74] Το Μπλοκ της Αντιπολίτευσης κέρδισε τις περισσότερες ψήφους Ανατολική Ουκρανία, αλλά τερμάτισε δεύτερο στη νότια Ουκρανία, προπύργιο του Κόμματος των Περιφερειών (πίσω από το Μπλοκ του Πέτρο Πόροσενκο).[75] Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ουκρανίας αποκλείστηκε από την είσοδο στο κοινοβούλιο μιας και δεν κατάφερε να φτάσει το 5% που ήταν το όριο εισόδου παίρνοντας το 3.87% των ψήφων.[76][77] Λόγω του πολέμου στο Ντόνμπας και της μονομερής προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία οι εκλογές δεν διεξήχθησαν στην Κριμαία και σε μεγάλα τμήματα του Ντόνμπας, περιοχές κατά κόρον ρωσόφωνες και προπύργια του Κόμματος των Περιφερειών και του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας.[78][79][80][81][82][72]
Ενώ υπάρχουν πολλά πολιτικά κόμματα και κινήματα στην Ουκρανία που υποστηρίζουν μια μέτρια φιλορωσική πολιτική, υπάρχουν μερικές φιλορωσικές πολιτικές οργανώσεις που περιγράφονται από τους αναλυτές ως ριζοσπαστικές.[83][84] Πολλά από αυτά δηλώνουν ως ατζέντα την αντίθεση στην ανεξαρτησία της Ουκρανίας και προωθούν ανοικτά ατζέντα υπέρ της αποκατάστασης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.[85] Αυτά τα κινήματα έχουν μικρό αριθμό μελών, αλλά είναι εύκολη η υπερεκτίμηση της επιρροής τους στην κοινωνία καθώς η δραστηριότητα τους δίνει μεγάλη κάλυψη στα μέσα και σχόλια από τους πιο γνωστούς πολιτικούς.[86][87]
Οι δράσεις που οργανώνονται από αυτές τις οργανώσεις είναι πιο ορατές στο ουκρανικό τμήμα της ιστορικής Νέας Ρωσίας στο νότο της Ουκρανίας και στην Κριμαία, μια περιοχή στην οποία οι Ρώσοι αποτελούν την πλειοψηφία σε ορισμένες περιοχές. Καθώς οι Ρώσοι αποτελούν σημαντικό μέρος του πληθυσμού σε αυτές τις κατά κύριο λόγο ρωσόφωνες περιοχές της νότιας Ουκρανίας (και πλειοψηφία στην Κριμαία),[1] αυτά τα εδάφη διατηρούν ιδιαίτερα ισχυρούς ιστορικούς δεσμούς με τη Ρωσία σε ανθρώπινο επίπεδο. Έτσι, το ισχυρότερο φιλορωσικό πολιτικό αίσθημα κάνει την περιοχή πιο γόνιμο για την ανάπτυξη ριζοσπαστικών φιλορωσικών κινημάτων σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα.
Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2009, κατά καιρούς έχουν υπάρξει συγκρούσεις μεταξύ Ουκρανών εθνικιστών και φιλορωσικών οργανώσεων.[88]
Μεταξύ αυτών των κινημάτων είναι οι οργανώσεις νεολαίας, όπως οι Προρίβ (κυριολεκτικά σημαίνει Ανακάλυψη) και το Ευρασιατικό Κίνημα Νεολαίας (ΕΚΝ).[89] Η εγγραφή και το νομικό καθεστώς αυτών των κινημάτων έχει αμφισβητηθεί στα δικαστήρια. Ο ηγέτης του Προρίβ, Ρώσος πολίτης, εκδιώχθηκε από την Ουκρανία και ανακηρύχθηκε ανεπιθύμητο πρόσωπο και δεν του επετράπη η είσοδος της χώρας. Ο Αλεξάντρ Ντούγκιν, ηγέτης του ΕΚΝ με έδρα τη Μόσχα, καθώς και ο συνάδελφος του Πάβελ Ζαριφούλιν, τους έχει απαγορευτεί να ταξιδεύουν στην Ουκρανία λόγω της ανάμειξης τους σε τέτοιες οργανώσεις, αλλά οι απαγορεύσεις έχουν αρθεί και αποκατασταθεί.
Αυτά τα κινήματα δηλώνουν ανοιχτά ότι η αποστολή τους είναι η διάλυση της Ουκρανίας και η αποκατάσταση της Ρωσίας εντός των συνόρων της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας[85]. Σύμφωνα με πληροφορίες έχουν λάβει τακτική ενθάρρυνση και χρηματική υποστήριξη από Ρώσους πολιτικοποιημένους επιχειρηματίες.[90] Αυτές οι οργανώσεις είναι γνωστές όχι μόνο για τις φιλορωσικές τους δραστηριότητες, αλλά έχουν επίσης κατηγορηθεί για τη διοργάνωση μαζικών πράξεων διαμαρτυρίας.[91]
Ορισμένοι αναλυτές και παρατηρητές τονίζουν την υποστήριξη τέτοιων κινημάτων από τη Ρωσική κυβέρνηση και τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, ειδικά στην Κριμαία.[93] Οι δημοσιεύσεις και οι ενέργειες διαμαρτυρίας αυτών των οργανώσεων διαθέτουν έντονα φιλορωσικά και ριζοσπαστικά αντινατοϊκά μηνύματα, επικαλούμενα τη ρητορική της "Ουκρανορωσικής ιστορικής ενότητας", της "εγκληματικότητας του ΝΑΤΟ" και άλλων παρόμοιων ισχυρισμών.
Ορισμένοι παρατηρητές συνδέουν την αναζωπύρωση ριζοσπαστικών ρωσικών οργανώσεων στην Ουκρανία με τον φόβο του Κρεμλίνου ότι η Πορτοκαλί Επανάσταση στην Ουκρανία θα μπορούσε να εξαχθεί στη Ρωσία, καθώς και ότι η αντιμετώπιση αυτής της δυνατότητας ήταν στην πρώτη γραμμή των δραστηριοτήτων αυτών των κινημάτων.
Ως παράρτημα μιας παρόμοιας ρωσικής οργάνωσης, η Ευρασιατική Ένωση Νέων διοργανώνει ετήσιες Ρωσικές Πορείες. Το Νοέμβριο του 2006 η Ρωσική Πορεία στο Κίεβο συγκέντρωσε 40 συμμετέχοντες, αλλά αργότερα οι συμμετέχοντες επιτέθηκαν στην αστυνομία των διαδηλώσεων και αρκετοί συμμετέχοντες συνελήφθησαν.[94] Στην Οδησσό και άλλες πόλεις της Κριμαίας ρωσικές πορείες τον ίδιο μήνα προσέλκυσαν περισσότερους συμμετέχοντες, με 150-200 συμμετέχοντες στην Οδησσό, και 500 στη Συμφερόπολη, οι οποίες ήταν πιο ειρηνικές. Οι διαδηλωτές ζητούσαν να υπάρξει ενότητα ανάμεσα στην Ουκρανική και τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία καθώς και η εθνική ενότητα μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Στην Οδησσό η πορεία περίπου 200 ανθρώπων έφερε αντιδυτικά, φιλορωσικά συνθήματα και θρησκευτικά σύμβολα.[95][96]
|archiveurl=
και |archive-url=
specified (βοήθεια); More than one of |archivedate=
και |archive-date=
specified (βοήθεια); More than one of |accessdate=
και |access-date=
specified (βοήθεια)
|archiveurl=
και |archive-url=
specified (βοήθεια); More than one of |archivedate=
και |archive-date=
specified (βοήθεια)
|archiveurl=
και |archive-url=
specified (βοήθεια); More than one of |archivedate=
και |archive-date=
specified (βοήθεια)