Αυτό το λήμμα χρειάζεται μορφοποίηση ώστε να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές μορφοποίησης της Βικιπαίδειας. |
Η Σάβιλ Ρόου'[1][2][3][4] ή Savile Row (προφέρεται /ˌsævɪl ˈroʊ/) είναι δρόμος στο Μέιφερ του κεντρικού Λονδίνου, και είναι γνωστός κυρίως για την παραδοσιακή κατά παραγγελία ραπτική για άνδρες. Ο δρόμος είχε ποικίλη ιστορία που περιλαμβάνει την στέγαση της έδρας της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας στο νούμερο 1 της Σάβιλ Ρόου, όπου σχεδιάστηκαν και εν τέλει πραγματοποιήθικαν σημαντικές βρετανικές εξερευνήσεις στην Αφρική και τον Νότιο Πόλο, και πιο πρόσφατα το γραφείο Apple των Beatles στο νούμερο 3, όπου η τελική ζωντανή παράσταση της μπάντας πραγματοποιήθηκε στον πάνω όροφο του κτιρίου.
Αρχικά ονομαζόταν οδός Σάβιλ, χτίστηκε μεταξύ 1731 και 1735 ως επέκταση της περιοχής Burlington Estate. Σχεδιάστηκε υπό την επίδραση της ερμηνείας του Μπέρλινγκτον με την Παλλαντιανή αρχιτεκτονική, γνωστή ως "Burlingtonian". Ο Henry Flitcroft, υπό την επίβλεψη του Daniel Garrett, φαίνεται να ήταν ο κύριος αρχιτέκτονας, αν και τα 1 και 22-23 σχεδιάστηκαν από τον Ουίλιαμ Κεντ. Αρχικά εκεί διέμεναν κυρίως αξιωματικοί του στρατού και οι σύζυγοι τους, αργότερα όμως προσωπικότητες όπως ο Ουίλιαμ Πιτ ο νεότερος και ο Ιρλανδός συγγραφέας και βουλευτής Richard Brinsley Sheridan έγιναν κάτοικοι της περιοχής.
Η φήμη της Savile Row βασίζεται ουσιαστικά στην έννοια του "bespoke". Δηλαδή την ανδρική κατά παραγγελία ραπτική, όπου κάθε ένδυμα π.χ. κοστούμι είναι κατασκευασμένο για να ταιριάζει αποκλειστικά σε έναν συγκεκριμένο πελάτη με βάση τις προτιμήσεις και τα μέτρα του. Ο όρος «bespoke», ο οποίος έχει μια ετυμολογία αναπτυσσόμενη από τον όρο που χρησιμοποιούσαν κατα τον 17ο αιώνα για την ραπτική. Οι ράφτες της Savile Row υποστηρίζουν ότι στην έννοια του "bespoke", εννοείται η κοπή και η ραφή στο χέρι. Ωστόσο, μετά από απόφαση της Αρχής Διαφημιστικών Προτύπων το 2008, ο όρος μπορεί τώρα να χρησιμοποιείται και σε ρούχα που έχουν υποστεί επεξεργασία μέσω μηχανής, υπό τον όρο ότι είναι κατασκευασμένα επί μέτρο. Τα κοστούμια, στον οίκο Kilgour, κοστίζουν τουλάχιστον £5000. Ο δημιουργικός διευθυντής Carlo Brandelli δεν προτίθεται να κάνει καμία έκπτωση στο ζήτημα του κόστους, δεδομένου της τεράστιας ζήτησης παγκόσμιου χαρακτήρα στους οίκους της Savile Row στους οποίους ανήκει και ο οίκος Kilgour[5].
Στους πελάτες της Savile Row περιλαμβάνονται ο ναύαρχος Νέλσον, ο Ναπολέων Γ΄, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, μονάρχες και μέλη της Βρετανικής Βασιλικής οικογένειας όπως ο πρίγκιπας Κάρολος, ο Τζουντ Λο, ο Μοχάμεντ Αλί Τζίνα ιδρυτής του Πακιστάν αλλά και φανταστικοί χαρακτήρες όπως ο ήρωας του Ίαν Φλέμινγκ, Τζέιμς Μποντ. Τόσο ο Φλέμινγκ όσο και ο χαρακτήρας του Τζέιμς Μποντ φορούσαν κοστούμια που σχεδιάστηκαν από ράφτες της Savile Row, ιδιαίτερα τον Anthony Sinclair.
Οι ράφτες, που προσελκύονταν από την πολυτέλεια και την φύση επιρροής των κατοίκων του Savile Row άρχισαν να ανοίγουν επιχειρήσεις στην περιοχή στα τέλη του 18ου αιώνα, πρώτα στην οδό Cork, περίπου το 1790, και στη συνέχεια το 1803 στην ίδια την Savile Row[6]. Κανένας από αυτούς τους οίκους ραπτικής δεν επιβιώνει σήμερα, αν και ο οίκος Henry Poole & Co, ο οποίος, μέσω της υπόσχεσης του Εδουάρδου Ζ', βοήθησε να γίνει ο δρόμος κέντρο για την ανδρική ραπτική παγκοσμίως, εξακολουθεί να έχει παρουσία στην Savile Row έως και σήμερα. Ο Henry Poole μετέφερε την εταιρεία του στο νούμερο 32 της Savile Row το 1846, μετά το θάνατο του πατέρα του James Poole. Η εταιρεία βρίσκεται τώρα στο νούμερο 15. Ο οίκος Henry Poole θα πιστωθεί αργότερα τον τίτλο του δημιουργού του ενδύματος για βραδινές περιστάσεις γνωστό στην Ελλάδα και ως σμόκιν. Το οποίο το κατασκεύασε για πρώτη φορά όπως λέγεται για το πρόσωπο του βασιλιά Εδουάρδου Ζ'.
Η μορφή του κουστουμιού και το ράψιμο άλλαξε στις αρχές του 20ού αιώνα από τον Frederick Scholte όταν ανέπτυξε την αγγλική μορφή για τον δούκα του Windsor. Το στυλ "dress soft" του Scholte εξελίχθηκε στο "London cut" (λονδρέζικο κόψιμο ή αγγλικό στυλ), το στυλ του οίκου Anderson & Sheppard, από τον Per Anderson, μαθητευόμενο από τον Sholte. Αν και η φήμη της ραπτικής στην Savile Row έγκειται στα κατά παραγγελία κοστούμια, έτοιμα ενδύματα δίχως προσαρμογή εισήχθησαν από τον οίκο Gieves & Hawkes σε περιορισμένο αριθμό τα οποία διατίθενται για αγορά και από το ηλεκτρονικό τους κατάστημα. Ο συγκεκριμένος οίκος και εταιρεία δημιουργήθηκε το 1974 από τη συγχώνευση των δύο ξεχωριστών επιχειρήσεων που χρονολογούνται από τα τέλη του 19ου αιώνα: Gieves ένας οίκος ραπτικής ο οποίος εξυπηρετούσε τις ανάγκες του βασιλικού Ναυτικού και ιδρύθηκε στο Portsmouth, και ο Hawkes ήταν ένας οίκος ραπτικής και πιλοποιίας με έδρα το Λονδίνο που εξυπηρετούσε κατά κύριο λόγο τις ανάγκες του Βρετανικού στρατού.
Η ανάπτυξη της ραπτικής συνεχίστηκε το 1969 με την Nutters of Savile Row. Ο οίκος Nutters of Savile Row άνοιξε την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου το 1969 από τον Tommy Nutter, που είχε εργαστεί στους οίκους Donaldson και Williamson & Ward. Είχε αναλάβει μαζί με τον οίκο του Edward Sexton την Cilla Black και τον Peter Brown από το Apple Corps της Beatles. Οι πελάτες τους συμπεριλάμβαναν τους Beatles, τον Mick Jagger, τον Elton John και τον Andrew Lloyd Webber. Ο Nutter εγκατέλειψε την συνεργασία το 1976 και πήγε να εργαστεί στον οίκο Kilgour. Πέθανε το 1992.
Η ανάπτυξη επιβραδύνθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Τρεις ράφτες, ο Ozwald Boateng, ο Timothy Everest (μαθητευόμενος του Nutter) και ο Richard James, έγιναν τότε γνωστοί για την αναζωογόνηση του μοντέλου για τη σύγχρονη αγορά - έχοντας ο καθένας ένα ξεχωριστό ύφος ανεξάρτητα από τα πατρόν της Savile Row. Ο επαγγελματίας δημοσίων σχέσεων Alison Hargreaves διατύπωσε τον όρο "New Bespoke Movement" για να περιγράψει συλλογικά το έργο αυτής της «νέας γενιάς» ραπτών, αμφισβητώντας το παραδοσιακό ύφος της Savile Row. Ο πιο γνωστός και εμπορικά επιτυχημένος μέχρι σήμερα οίκος αυτού του ρεύματος είναι αυτός του Edward Sexton.
Τα τελευταία χρόνια κυρίως από το 2018 και μετά όπου αναπτύχθηκε ραγδαία ο χώρος της ανδρικής κατά παραγγελία ραπτικής - εξαιτίας του λεγόμενου "sartorial κινήματος" στο οποίο σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα κοινωνικά δίκτυα - η δραστηριότητα των ραφτών της Savile Row τετραπλασιάστηκε. Προκειμένου να καλυφθεί η ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση, οι οίκοι ραπτικής της Savile Row άνοιξαν υποκαταστήματα σε άλλες περιοχές της Βρετανίας, της Ευρώπης, των Η.Π.Α. και της Ασίας. Καθώς και σχολές για εκπαίδευση καινούργιων κοπτών και ραφτών όπως η london academy of bespoke και bespoke tailoring school που δημιουργήθηκε σε συνεργασία με την Βρετανική Ακαδημία Καλών Τεχνών. Επίσης άνοιξαν καινούργιοι οίκοι με διευρυμένο κύκλο εργασιών και υπηρεσίες ψηφιακού χαρακτήρα για την κατασκευή των ενδυμάτων όπως για παράδειγμα ο οίκος Cad & The Dandy.[7]
Κατά την περίοδο της πανδημίας του COVID-19, πολλοί οίκοι ραπτικής στη savile Row όπως φερειπείν ο οίκος Huntsman, κατασκεύασαν κινούμενα ρομπότ με εφαρμοσμένες κάμερες και οθόνες ώστε να γίνεται η μέτρηση και η προσαρμογή του κατά παραγγελία ενδύματος. Οι εργαζόμενοι στους οίκους ραπτικής της savile row αναφέρουν ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία πέρα από την ασφάλεια που τους προσφέρει έναντι της μετάδοσης του ιού, έχει αποδειχθεί χρήσιμη και ωφέλιμη καθώς τους προσφέρει τη δυνατότητα να εξυπηρετούν τους πελάτες τους άμεσα από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου και αν βρίσκονται, και επειδή τους δίνει τη δυνατότητα να τραβούν στιγμιότυπα από την διαδικασία ώστε να τα χρησιμοποιήσουν αργότερα στην δημιουργία του ενδύματος.[8]