Συντεταγμένες: 37°13′45.23″N 31°7′37.29″E / 37.2292306°N 31.1270250°E
Σέλγη | |
---|---|
Είδος | αρχαιολογική θέση και αρχαία πόλη |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 37°13′45″N 31°7′37″E |
Διοικητική υπαγωγή | Επαρχία Αττάλειας και Manavgat |
Χώρα | Τουρκία |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Η Σέλγη ήταν σημαντική πόλη της Πισιδίας, στην νότια πλαγιά του Ταύρου, στην σημερινή Επαρχία Αττάλειας της Τουρκίας, στο κομμάτι όπου ο Ευρυμέδοντας (τουρκικά Köprüçay) περνάει από τα βουνά προς τα νότια.
Η πόλη πιστευόταν ότι ήταν ελληνική αποικία, καθώς ο Στράβωνας[1] λέει ότι ιδρύθηκε από Σπαρτιάτες, αλλά προσθέτει τη κάπως ασαφή παρατήρηση ότι πριν είχε ιδρυθεί από τον Κάλχα. Η ακρόπολη της Σέλγης ονομαζόταν Κεσβέδιον[2]. Η περιοχή στην οποία βρισκόταν η πόλη ήταν εξαιρετικά γόνιμη, παράγοντας αφθονία λαδιού και κρασιού, αλλά η πρόσβαση στην ίδια την πόλη ήταν δύσκολη, καθώς ήταν περικυκλωμένη από βάραθρα και χείμαρρους που ρέανε προς τον Ευρυμέδοντα και τον Κέστρο (σήμερα Ακσού), και απαιτώντας γέφυρες για πρόσβαση. Ως συνέπεια των εξαιρετικών νόμων και πολιτικών θεσμών, η Σέλγη ανήλθε ως η πιο πολυπληθής και ισχυρή πόλη της Πισιδίας, και υπήρξε καιρός που μπορούσε να στείλει στη μάχη στρατό 20.000 αντρών. Λόγω αυτών των συνθηκών και την τιμή των κατοίκων της, που γι’ αυτήν θεωρούνταν ισάξιοι συγγενείς των Σπαρτιατών, η Σελγιείς δεν υποτάχθηκαν ποτέ σε ξένη δύναμη, αλλά απόλαυσαν πάντα την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους. Όταν ο Μέγας Αλέξανδρος διέσχισε την Πισιδία το 333 π.Χ., η Σέλγη έστειλε πρεσβεία και κέρδισε την εύνοια και τη φιλία του[3] Εκείνο τον καιρό ήταν σε πόλεμο με τη Τερμησσό.
Την περίοδο που ο Αχαιός είχε γίνει κύριος της Δυτικής Ασίας, η Σέλγη ήταν σε πόλεμο με την Πεδνηλισσό, την οποία πόλη πολιορκούσε, και ο Αχαιός με πρόσκληση της τελευταίας έστειλε μεγάλη δύναμη εναντίον της Σέλγης το 218 π.Χ. Μετά από μακρόχρονη και σθεναρή πολιορκία, οι Σελγιείς, αφού προδόθηκαν και αδυνατώντας να αντισταθούν πλέον, έστειλαν αντιπροσωπία για να ζητήσει ειρήνη, η οποία τους παραχωρήθηκε με τους εξής όρους: άμεση πληρωμή 400 ταλάντων, επιστροφή αιχμαλώτων της Πεδνηλισσού, και επιπλέον 300 τάλαντα σε κατοπινό χρόνο[4] Από εδώ και πέρα δεν έχουμε λεπτομέρειες για την ιστορία της Σέλγης για μεγάλο διάστημα. Τον 5ο αιώνα μετά Χριστόν ο Ζώσιμος[5] την αποκαλεί μικρή πόλη, αλλά ήταν ακόμα αρκετά δυνατή για να απωθήσει ένα σώμα Γότθων. Είναι περίεργο το γεγονός ότι ο Πλίνιος δεν αναφέρει την Σέλγη, καθώς ξέρουμε από τα νομίσματά της ότι τον καιρό του Αδριανού ήταν ακόμα ευημερούσα πόλη. Αναφέρεται επίσης και από τον Πτολεμαίο[6] και τον Ιεροκλή. Ανεξάρτητα από το κρασί και το λάδι, η περιοχή κοντά στη Σέλγη ήταν πλούσια σε ξυλεία, και μια ποικιλία δέντρων, μεταξύ των οποίων ο στόρακας ήταν πολύτιμα για το άρωμά τους. Η Σέλγη ήταν επίσης γνωστή για μια αλοιφή που παρασκευαζόταν από τη ρίζα της ίριδας[7].
Τα ερείπια της πόλης αποτελούνται κυρίως από κομμάτια του τοίχους και της ακρόπολης. Έχουν επίσης επιβιώσει κάποια απομεινάρια από το γυμνάσιο, τη στοά, το στάδιο και τη βασιλική. Υπάρχουν επίσης τα περιγράμματα δύο ναών, αλλά το καλύτερα διατηρημένο κτήριο είναι το θέατρο, που αναπαλαιώθηκε τον 3ο αιώνα μετά Χριστόν. Η Σέλγη ήταν έδρα επισκόπου, και παραμένει παλαίφατος έδρα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας[8].
Στα μισά του δρόμου στην Σέλγη από την παραλιακή πεδιάδα της Παμφυλίας μια καλά διατηρημένη Ρωμαϊκή γέφυρα διασχίζει την πεδιάδα του Ευρυμέδοντα.