Σίμον ντε Φλίχερ

Σίμον ντε Φλίχερ
Γέννηση1601[1][2][3]
Ρότερνταμ
Θάνατος13  Μαρτίου 1653
Weesp
Χώρα πολιτογράφησηςΟλλανδική Δημοκρατία[4][5]
Ιδιότηταζωγράφος
Είδος τέχνηςθαλασσογραφία και τοπιογραφία
Σημαντικά έργαBeach View, The battle on the Slaak between the Dutch and Spanish fleets during the night of 12-13 September 1631 και Beach with fishermen
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Σίμον ντε Φλίχερ (ολλανδικά: Simon de Vlieger, Ρόττερνταμ, περ. 1601 - Βέισπ, 13 Μαρτίου 1653 (ταφή)) ήταν Ολλανδός ζωγράφος, χαράκτης[6] και σχεδιαστής της Χρυσής Ολλανδικής Εποχής στη ζωγραφική, ο οποίος έγινε περισσότερο γνωστός για τις θαλασσογραφίες του.

Ο Σίμον ντε Φλίχερ γεννήθηκε στο Ρόττερνταμ περί το 1601, κρίνοντας από έγγραφο της 16ης Μαΐου 1648, στο οποίο περιγράφει τον εαυτό του ως σαρανταεπτάχρονο[7][8] Στις 10 Ιανουαρίου 1627 νυμφεύτηκε την Άννα Χέριντστ. φαν Βίλλιχε (Anna Gerridts van Willige)[9] και συνέχισε να εμφανίζεται σε έγγραφα της πόλης ως το 1633.[10] Δεν είναι γνωστό ποιος ήταν ο Δάσκαλός του στη ζωγραφική, αλλά τα πρώτα του έργα εμφανίζουν τη "μονοχρωματική" παλέτα του θαλασσογράφου. Πιθανόν Δάσκαλός του να ήταν ο, επίσης θαλασσογράφος, Βίλλεμ φαν ντε Φέλντε ο πρεσβύτερος.[11] Η αδελφή του, Νέιλτγε ντε Φλίχερ, (Neeltje de Vlieger) έγινε ζωγράφος νεκρών φύσεων.[8] Τον Φεβρουάριο του 1634 το ζευγάρι νοίκιασε ένα σπίτι, γνωστό ως "Kranenburch" στο Ντελφτ[8] και ο Σίμον έγινε μέλος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά του Ντελφτ στις 18 Οκτωβρίου του ίδιου έτους[10]. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 12 Μαρτίου 1638, ο Σίμον αγόρασε σπίτι στο Ρόττερνταμ (άλλες πηγές αναφέρουν ότι το σπίτι στη Schilderstraat του Ρόττερνταμ αγοράστηκε το 1637[9]), ωστόσο στις 19 Ιουλίου του ίδιου έτους καταγράφεται ως καλλιτέχνης που ζει στο Άμστερνταμ.[10] και απέκτησε την ιδιότητα του πολίτη του Άμστερνταμ στις 5 Ιανουαρίου 1643.[9] Η απόφασή του να μετοικήσει στο Άμστερνταμ πιθανότατα συνδέεται με το γεγονός ότι έλαβε παραγγελία για τη δημιουργία δύο σχεδίων για τους τιμητικούς εορτασμούς για την επίσκεψη της Μαρίας των Μεδίκων που ήταν προγραμματισμένη για τις 31 Αυγούστου 1638.[9]

Κατά τις δεκαετίες του 1630 και του 1640 ο ντε Φλίχερ ήταν ένας από τους πλέον σημαντικούς θαλασσογράφους. Σταδιακά εγκατέλειψε την σχεδόν μονοχρωματική παλέτα των Γιαν Πορσέλλις και Βίλλεμ φαν ντε Φέλντε του πρεσβύτερου, αντικαθιστώντας τη με παλέτα που έκανε περισσότερο ρεαλιστική χρήση των χρωμάτων, ενώ ζωγράφιζε με μεγάλη λεπτομέρεια και υψηλή ακρίβεια τόσο τα σκάφη του όσο και τις εξαρτύσεις τους.

Εκτός από πίνακες δημιουργούσε και σχέδια: Μεταξύ 1638 και 1645 ολοκλήρωσε παραγγελίες από την πόλη του Ντελφτ για σχέδια ταπισερί, όπως αναφέρεται σε έγγραφα του Δεκεμβρίου 1640 και Μαρτίου 1641[10] καθώς και μια παραγγελία για να ζωγραφίσει τα καλύμματα του εκκλησιαστικού οργάνου στην Εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου, μητρόπολη του Ρόττερνταμ (Grote SintlaurensKerk)[12], για την οποία έλαβε ως αμοιβή το πολύ αξιόλογο για την εποχή ποσόν των 2.000 γκίλντερς στις 7 Ιανουαρίου 1645.[9] Δυστυχώς τα καλύμματα αυτά καταστράφηκαν το 1788.[10] Αν και ίσως να διέμενε σποραδικά στο Ρόττερνταμ, τον Σεπτέμβριο του 1644 πώλησε το σπίτι που διέθετε εκεί. Στις αρχές του 1648 έλαβε νέα παραγγελία, αυτή τη φορά για τα βιτρώ της νότιας πτέρυγας της "Nieuwe Kerk" του Άμστερνταμ, έργο που του απέφερε το πολύ μεγάλο ποσόν των 6.000 γκίλντερς.[9]

Στις 13 Ιανουαρίου 1649 ο ντε Φλίχερ αγόρασε ένα σπίτι στο Βέισπ, κωμόπολη σχετικά κοντά στο Άμστερνταμ. Στην ίδια πόλη η θυγατέρα του, Κορνέλια, παντρεύτηκε τον ζωγράφο από το Άμστερνταμ Πάουλους φαν Χίλλεχερτ τον νεότερο (Paulus van Hillegaert) το 1651. Στις 2 Φεβρουαρίου αναφέρεται εκ νέου σε έγγραφα του Ρόττερνταμ ως χηρεύσας. Ο Σίμον ντε Φλίχερ απεβίωσε στο Βέισπ, πιθανόν στις αρχές Μαρτίου 1653 και τον θάνατό του θρήνησε με τους στίχους του ο ποιητής Γιόοστ φαν ντεν Φόντελ (Joost van den Vondel).[8][10]

Ανάμεσα στους μαθητές του συγκαταλέγονται οι Βίλλεμ φαν ντε Φέλντε ο νεότερος, Άντριεν φαν ντε Φέλντε και Γιαν φαν ντε Καπέλλε, ο οποίος κατείχε εννέα πίνακες του Δασκάλου του και περισσότερα από 1300 χαρακτικά του. Με τον θάνατό του, κάποια έργα του έμειναν ανολοκλήρωτα. Ένα από αυτά, ο ψαράς που τραβά τα δίχτυα του στην ακτή πωλήθηκε από τον ντε Καπέλλε στην Γιοάννα Σιξ, σύζυγο του Σίμον φαν ντερ Στελ και αργότερα απεστάλη στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, όπου εκτέθηκε στην κατοικία του φαν ντερ Στελ "Groot Constantia".

Ο Σίμον ντε Φλίχερ ήταν πολυτάλαντος καλλιτέχνης. Σχεδίασε και ζωγράφισε θαλασσογραφίες, σκηνές ακτών και τοπία, αλλά και μερικές ρωπογραφίες και πορτρέτα, με το πρώτο του γνωστό έργο να χρονολογείται το 1624.[8] Οι ποικίλες παραγγελίες που έλαβε είναι εμφανώς ένδειξη της επιτυχίας του ως καλλιτέχνη, δεν καταδεικνύουν, ωστόσο, με επάρκεια τη θέση του ως ενός από τους σημαντικότερους και πλέον επιδραστικούς θαλασσογράφους της Ολλανδίας του 17ου αιώνα.[9] Αν και είναι άγνωστος ο πρώτος του Δάσκαλος, τα πρώτα του έργα είναι σαφώς επηρεασμένα από τον Γιαν Πορσέλλις, τόσο ως προς την παλέτα όσο και ως προς τη θεματολογία: Απεικονίζουν πλοία και φανταστικές βραχώδεις ακτές.[8] Ωστόσο, η απεικόνιση ταραγμένων θαλασσών με τις φανταστικές βραχώδεις ακτές σταδιακά φθίνει, δίνοντας τη θέση της σε πιο ήρεμες θάλασσες και τις αμμώδεις ακτές της Βόρειας Θάλασσας.[9]

Οι απεικονίσεις του είναι ποικίλες και περιλαμβάνουν σκηνές σε θύελλα αλλά και ήρεμη θάλασσα, ενώ τα σκάφη του επίσης ποικίλουν, εκτεινόμενα από πολεμικά πλοία ως ταπεινές ψαρόβαρκες, με ιδιαίτερη ευαισθησία στις ατμοσφαιρικές συνθήκες, χαρακτηριστικό που είναι ιδιαίτερα εμφανές στα έργα του μετά το 1640.[10] Η ήρεμη θάλασσα και η προσεκτικά δημιουργημένη σύνθεση είναι τα δύο βασικά στοιχεία που επηρέασαν τον μαθητή του Γιαν ντε Καπέλλε, ο οποίος, όμως, επηρέασε την παλέτα του Δασκάλου του, καθώς στα τελευταία του έργα ο ντε Φλίχερ χρησιμοποιεί πιο ζωηρά και πιο ανοικτά χρώματα, ίσως σαν απάντηση στον μαθητή του. Αξιοσημείωτα είναι, επίσης, τα λίγα δασικά τοπία και οι ιστορικού περιεχομένου πίνακές του. Στα τοπία του είναι εμφανής η επίδραση των Γιάκομπ φαν Ράουσντελ και Μέιντερτ Χομπέμα.[11]

Ο ντε Φλίχερ δραστηριοποιήθηκε, επίσης, και ως χαράκτης,[9] με θεματολογία ζώα και τοπία.[10] Σύμφωνα με τον Άρνολντ Χαουμπράκεν, μαθητής του ήταν και ο Βίλλεμ φαν ντε Φέλντε ο νεότερος.[8]

  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 118805568. Ανακτήθηκε στις 16  Οκτωβρίου 2015.
  2. (Δανικά, Αγγλικά) Kunstindeks Danmark. 1933. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. «Nationalencyklopedin» (Σουηδικά) simon-de-vlieger. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. (Αγγλικά, Μποκμάλ, Σουηδικά, Φινλανδικά, Δανικά, Εσθονικά) KulturNav. 12  Φεβρουαρίου 2016. d1117afb-0942-4b0c-be9c-2a403cd406aa. Ανακτήθηκε στις 25  Φεβρουαρίου 2016.
  5. LIBRIS. Εθνική Βιβλιοθήκη της Σουηδίας. 26  Μαρτίου 2018. nl023z060sjggw3. Ανακτήθηκε στις 24  Αυγούστου 2018.
  6. Marian Bisanz-Prakken, Rembrandt and His Time: Masterworks from the Albertina, Vienna, Hudson Hills, 2005 στα Google books, σελ. 150
  7. Abraham Bredius, Kunstler-Inventare; Urkunden zur Geschichte der holländischen Kunst des XVIten, XVIIten und XVIIIten Jahrhunderts, The Hague, 1915, 356–358. Στο Arthur K. Wheelock Jr., Simon de Vlieger, Dutch Paintings of the Seventeenth Century, NGA Online Editions, http://purl.org/nga/collection/constituent/6616 (προσπελάστηκε στις 6 Μαρτίου 2017)
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 8,5 8,6 El museo de arte Thyssen - Bornemisza
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 9,4 9,5 9,6 9,7 9,8 Arthur K. Wheelock Jr., Simon de Vlieger, Dutch Paintings of the Seventeenth Century, NGA Online Editions, http://purl.org/nga/collection/constituent/6616 (προσπελάστηκε στις 6 Μαρτίου 2017)
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 10,5 10,6 10,7 Art Fortune, Simon Jacobsz de Vlieger (1601 - 1653)[νεκρός σύνδεσμος]
  11. 11,0 11,1 The J. Paul Getty Museum
  12. Willem Frijhoff, Marijke Spies, Dutch Culture in a European Perspective: 1650, hard-won unity, Uitgeverij Van Gorcum, 2004, σελ. 500 στα Google books

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Simon de Vlieger στο Wikimedia Commons