Σίνων | |
---|---|
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός |
Οικογένεια | |
Γονείς | Αίσιμος και Σίσυφος |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Τρωικός πόλεμος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Στην Αρχαία ελληνική μυθολογία με το όνομα Σίνων (Σίνωνας, το όνομα του μεταφράζεται ως "βλάπτω") είναι γνωστός ο κατάσκοπος που άφησαν οι Έλληνες στην Τροία όταν προσποιήθηκαν ότι έφευγαν με όλο τους τον στόλο στο τέλος του Τρωικού Πολέμου.[1][2] Αποστολή του Σίνωνα ήταν να τους ειδοποιήσει πότε οι Τρώες θα έβαζαν μέσα στην πόλη τον Δούρειο Ίππο.[3]
Ο Σίνων δεν αναφέρεται από τον Όμηρο, αλλά από τον Βιργίλιο στο 2ο βιβλίο της Αινειάδας. Ο Σίνων γενεαλογείται ως συγγενής του Οδυσσέα, γιος του Αισίμου, του αδελφού της Αντικλείας, η οποία ήταν η μητέρα του Οδυσσέα. Δηλαδή ο Οδυσσέας και ο Σίνων ήταν πρώτα εξαδέλφια με κοινό παππού τον Αυτόλυκο. Σύμφωνα με άλλες πηγές ήταν γιος του ιδρυτή και πρώτου βασιλιά της Εφύρας Σίσυφου και της Πλειάδας Μερόπης.
Ο Σίνων, όταν ο ελληνικός στόλος έφυγε για να κρυφτεί πίσω από την Τένεδο, έμεινε έξω από τα τείχη της Τροίας και φρόντισε να τον συλλάβουν Τρώες βοσκοί, οι οποίοι τον παρέδωσαν δεμένο στον βασιλιά Πρίαμο. Ο Κόιντος ο Σμυρναίος γράφει ότι οι Τρώες είδαν φωτιά στο Ελληνικό στρατόπεδο και ήταν έτοιμοι να επιτεθούν, όταν πλησίασαν είδαν τον Δούρειο Ίππο και τον Σίνων που είχε ανάψει ό ίδιος την φωτιά.[4] Ο λαός ζητούσε τον θάνατό του, αλλά ο Πρίαμος προτίμησε να τον ανακρίνει. Ο Σίνων είπε ότι ο Οδυσσέας τον κατεδίωκε και τον μισούσε, ότι αισθανόταν τυχερός που βρέθηκε στα χέρια ενός τόσο καλού βασιλιά και τελικώς ζήτησε άσυλο. Αυτό που έκανε τον Πρίαμο να τον πιστέψει ήταν ότι ο πονηρός Σίνων παρουσίασε τον εαυτό του ως συγγενή του Παλαμήδη, του ήρωα δηλαδή που έπεσε θύμα του μίσους του Οδυσσέα: είπε ότι τώρα που έχασε τον προστάτη του θά έμενε ανυπεράσπιστος στα νύχια του Οδυσσέα και ότι τον περίμενε η ίδια τύχη. Είπε ακόμα ότι ο Οδυσσέας παρότρυνε τον μάντη Κάλχα να πει στους αρχηγούς πως οι θεοί ήταν θυμωμένοι και ζητούσαν ανθρωποθυσία, το κατάλληλο θύμα για την οποία ήταν ο Σίνωνας. Προσέθεσε μάλιστα ότι όλα ήταν έτοιμα και ότι κατάφερε να ξεφύγει την τελευταία στιγμή, την ώρα που οι Έλληνες έμπαιναν στα πλοία για να φύγουν. Περιπλανώμενος, έπεσε στα χέρια των βοσκών. Τότε ρώτησαν τον Σίνωνα γιατί άφησαν πίσω τους τον Δούρειο Ίππο. Ο Σίνων τους απάντησε ότι ήθελαν να προσφέρουν ένα αφιέρωμα στη θεά Αθηνά, για να εξιλεωθούν από την ιεροσυλία της αρπαγής του Παλλαδίου: ο Κάλχας είχε μαντέψει την επιθυμία της θεάς, η οποία ήθελε απαραίτητα ένα μεγάλο ξύλινο άλογο ως ένδειξη λατρείας και επανόρθωση.
Ο Σίνων είπε στη συνέχεια στους Τρώες τα κυρίως παραπλανητικά ψέματα: Ο Κάλχας είχε δήθεν αποκαλύψει στους Έλληνες ότι αν οι Τρώες λάτρευαν το άλογο αυτό θα αποκτούσαν ακαταμάχητη υπεροχή έναντι των Ελλήνων. Οι κατασκευαστές του λοιπόν επίτηδες είχαν φτιάξει το ξύλινο άλογο με τεράστιες διαστάσεις, ώστε να μη χωράει να περάσει από την πύλη των τειχών της Τροίας και να πρέπει να γκρεμιστεί ένα μέρος του τείχους για να μπορέσει να περάσει.
Οι Τρώες, όταν άκουσαν ότι η λατρεία του αλόγου αυτού θα τους εξασφάλιζε έναντι των Ελλήνων, δεν δίστασαν να γκρεμίσουν ένα μέρος των τειχών για να το βάλουν μέσα στην πόλη.[5] Στην απόφαση αυτή τους οδήγησε και το γεγονός ότι ο Λαοκόων, που τους είχε συμβουλεύσει να μη δεχθούν τον Δούρειο Ίππο, τιμωρήθηκε με θάνατο από τον Απόλλωνα. Οι Τρώες λοιπόν ελευθέρωσαν τον Σίνωνα και έβαλαν μέσα στην Τροία το ξύλινο άλογο. Την ίδια εκείνη νύχτα ο Σίνων άνοιξε τον Δούρειο Ίππο και βοήθησε όσους ήταν κρυμμένοι μέσα να βγουν, ενώ αμέσως μετά έκανε σήμα με αναμμένους πυρσούς στον ελληνικό στόλο για να ξεκινήσει να έρθει πάλι στην Τρωάδα.