Σαμουήλ Άμπα | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Aba Sámuel magyar király (Ουγγρικά) |
Γέννηση | 990 |
Θάνατος | 5 Ιουλίου 1044 Füzesabony |
Αιτία θανάτου | αποκεφαλισμός |
Τόπος ταφής | Abasár |
Χώρα πολιτογράφησης | Ουγγαρία |
Θρησκεία | Χριστιανισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά Ουγγρικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης[1] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Sarolta[2] |
Οικογένεια | Aba |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | βασιλιάς της Ουγγαρίας (1041–1044)[3] παλατινάτο της Ουγγαρίας (άγνωστη τιμή–1038) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Σαμουήλ Άμπα, ουγγρ.: Aba Sámuel (πριν από το 990 ή π. 1009 – 5 Ιουλίου 1044) βασίλευσε ως βασιλιάς της Ουγγαρίας μεταξύ 1041 και 1044. Γεννήθηκε σε μια επιφανή οικογένεια με εκτεταμένες περιοχές στην περιοχή των λόφων Mάτρα. Με βάση αναφορές στην Gesta Hungarorum και σε άλλα ουγγρικά χρονικά σχετικά με τη μη ουγγρική καταγωγή της οικογένειας Άμπα, οι σύγχρονοι ιστορικοί γράφουν ότι οι Άμπα ήταν επικεφαλής των φυλών Kαμπάρ που αποσχίστηκαν από το χαγανάτο των Χαζάρων και ενώθηκαν με τους Ούγγρους τον 9ο αι.
Γύρω στο 1009 ο Σαμουήλ ή ο πατέρας του νυμφεύτηκε μια αδελφή τού Στεφάνου Α', του πρώτου βασιλιά της Ουγγαρίας. Στη συνέχεια, ο αρχικά ειδωλολάτρης ή ιουδαίος (λόγω της σύνδεσής του με τους σημαίνοντες των Χαζάρων) Άμπα ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Ο Στέφανος Α΄ διόρισε τον Σαμουήλ επικεφαλής της βασιλικής αυλής ως παλατινό [κόμη] του. Ωστόσο, ο βασιλιάς απεβίωσε το 1038, και ο νέος μονάρχης Πέτρο ο Βενετός, απομάκρυνε τον Σαμουήλ από τη θέση του.
Οι Ούγγροι άρχοντες εκθρόνισαν τον Πέτρο το 1041 και εξέλεξαν ως βασιλιά τον ispán (κόμη) Σαμουήλ. Σύμφωνα με την ομόφωνη αφήγηση των ουγγρικών χρονικών, ο Σαμουήλ τώρα προτιμούσε τους απλούς από τους ευγενείς, προκαλώντας δυσαρέσκεια στους πρώην οπαδούς του. Η εκτέλεση πολλών αντιπάλων του τον έφερε σε σύγκρουση με τον επίσκοπο Γκέραρντ του Σανάντ. Το 1044 ο Πέτρο ο Βενετός επέστρεψε με τη βοήθεια του ηγεμόνα της Γερμανίας, Ερρίκου Γ', ο οποίος νίκησε τον μεγαλύτερο στρατό τού Σαμουήλ στη μάχη του Mένφου κοντά στο Γκιούρ. Ο Σαμουήλ έφυγε από το πεδίο της μάχης, αλλά συνελήφθη και σκοτώθηκε.
Σύμφωνα με τον ανώνυμο συγγραφέα της Gesta Hungarorum , η οικογένεια του Σαμουήλ καταγόταν από δύο «Κουμάνους» οπλαρχηγούς, τον Εντ και τον Έντεμεν, οι οποίοι έλαβαν «μία μεγάλη γη στο δάσος της Μάτρα» από τον Άρπαντ, μεγάλο πρίγκιπα των Ούγγρων γύρω στο 900 [4] Ο ιστορικός του 13ου αι. Σίμων της Κέζα και τα ουγγρικά χρονικά του 14ου αι. περιγράφουν τους συγγενείς του Άμπα ως απογόνους του Κσάμπα (γιου του Αττίλα του Ούννου) από μια κυρία από τη Χβαρεσμία. [5] [6] Αφού όλα τα ουγγρικά χρονικά δίνουν έμφαση στην ανατολίτικη -"κουμανική" ή "χβαρέσμια"- καταγωγή των Άμπα, οι Γκιούλα Κρίστο, [6] Λάζλο Σέγκφου [7] και άλλοι ιστορικοί προτείνουν ότι η φυλή Άμπα που κατάγεται από αυτούς, κυβέρνησε τους Kαμπάρ, έναν λαό Χαζαρικής καταγωγής που ενώθηκε με τους Ούγγρους στα μέσα του 9ου αι., πριν από την άφιξη των Ούγγρων στη λεκάνη των Καρπαθίων γύρω στο 895. Ο Kριστό υποστηρίζει ότι τόσο η Χαζαρική καταγωγή του Σαμουήλ, όσο και το μικρό του όνομα, υποδηλώνουν ότι γεννήθηκε σε μία οικογένεια που προσηλυτίστηκε στον Ιουδαϊσμό. [6]
Παρά την αβεβαιότητα σχετικά με την προέλευση της φυλής, ο Σαμουήλ αναμφίβολα καταγόταν από μια διακεκριμένη οικογένεια, καθώς μια ανώνυμη αδελφή του Στεφάνου Α', ο οποίος είχε στεφθεί το 1000 ή το 1001 ως ο πρώτος βασιλιάς της Ουγγαρίας, παντρεύτηκε ένα μέλος της φυλής των Άμπα. 1009. [8] Ωστόσο οι ιστορικοί εξακολουθούν να συζητούν εάν ο ίδιος ο Σαμουήλ ή ο πατέρας του Σαμουήλ νυμφεύτηκαν τη βασιλική πριγκίπισσα. [7] Αν ο Σαμουήλ ήταν σύζυγός της, θα πρέπει να είχε γεννηθεί πριν από το 990 [9] και να προσηλυτίστηκε -από τον Ιουδαϊσμό ή τον παγανισμό- στον Χριστιανισμό, όταν νυμφεύτηκε την αδελφή του Στεφάνου Α'. [6] Τα χριστιανικά του διαπιστευτήρια αποδεικνύονται περαιτέρω από την ίδρυση ενός αβαείου από τον Σαμουήλ στο Aμπασάρ, το οποίο καταγράφηκε σε ουγγρικά χρονικά. [9] Σύμφωνα με τον Γκγούλα Κριστό και άλλους ιστορικούς, η μεταστροφή τού Σαμουήλ συνέπεσε με τη δημιουργία της Ρωμαιοκαθολικής επισκοπής του Έγκερ, που περιλάμβανε τις περιοχές του. [9]
Ο Σαμουήλ κατείχε σημαντικά αξιώματα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του βασιλιά Στεφάνου Α΄. Ο Παλ Ένγκελ προτείνει ότι το Aμπαουγβάρ ("το νέο κάστρο του Άμπα") πήρε το όνομά του, υπονοώντας ότι ήταν επίσης ο πρώτος ispán, ή επικεφαλής, αυτού του φρουρίου και της κομητείας που το περιβάλλει. [10] Ο Σαμουήλ ήταν μέλος του βασιλικού συμβουλίου [11] και έγινε ο πρώτος παλατινός [κόμης] της Ουγγαρίας. [12] [13] Το τέλος τού βασιλιά Στεφάνου Α΄ στις 15 Αυγούστου 1038 οδήγησε τον ανιψιό του, Πέτρο Ορσεόλο της Βενετίας, να ανέλθει στον θρόνο. [14] [15] Ο νέος μονάρχης προτίμησε τους Γερμανούς και Ιταλούς αυλικούς του, και παραμέρισε τους γηγενείς άρχοντες, συμπεριλαμβανομένου τού Σαμουήλ. [16] [17] Το 1041 δυσαρεστημένοι Ούγγροι ευγενείς έδιωξαν τον βασιλιά Πέτρο Ορσεόλο με πραξικόπημα και εξέλεξαν ως βασιλιά τον Σαμουήλ. [18]
... Ο βασιλιάς Άμπα έγινε θρασύς και άρχισε να οργίζεται σκληρά εναντίον των Ούγγρων. Διότι υποστήριζε ότι όλα τα πράγματα πρέπει να είναι κοινά μεταξύ κυρίων και υπηρετών· αλλά το να έχει παραβιάσει τον όρκο του το θεωρούσε απλό ασήμαντο. Περιφρονώντας τους ευγενείς του βασιλείου, συνεννοήθηκε με χωρικούς και απλούς ανθρώπους. Οι Ούγγροι ευγενείς ήταν απρόθυμοι να υπομείνουν κάτι τέτοιο από αυτόν, και ταλαιπωρημένοι από αυτήν την προσβλητική συμπεριφορά, συνωμότησαν και σχεδίασαν ότι θα τον σκοτώσουν. Όμως ένας από αυτούς ενημέρωσε τον βασιλιά για τη συνωμοσία κατά της ζωής του, οπότε ο βασιλιάς φυλάκισε όσους περισσότερους από αυτούς μπορούσε, και τους έβαλε να θανατωθούν χωρίς εξέταση ή δίκη, κάτι που έκανε μεγάλη ζημιά στην υπόθεσή του.
Ο Σαμουήλ κατάργησε όλους τους νόμους που εισήγαγε ο Πέτρο ο Βενετός και έκανε πολλούς από τους υποστηρικτές τού προκατόχου του να σκοτωθούν ή να βασανιστούν. [17] Ο σύγχρονος Χέρμαν του Ράιχεναου μάλιστα τον αποκάλεσε «τύραννο της Ουγγαρίας» στο Χρονικό του. [8] Τα ουγγρικά χρονικά επέκριναν δριμύτα τον Σαμουήλ, επειδή συναναστρεφόταν με τους αγρότες αντί με τους ευγενείς. [17] Ο Σαμουήλ κατάργησε ακόμη και ορισμένες εισφορές, που πλήρωναν οι απλοί πολίτες. [20]
Μετά την εκδίωξή του, ο Πέτρο ο Βενετός κατέφυγε στη Γερμανία. [16] Σε απάντηση, ο Σαμουήλ εισέβαλε στην Αυστρία το 1042, προκαλώντας ως αντίδραση μία εισβολή από τον βασιλιά της Γερμανίας Ερρίκο Γ' το 1043. [18] Αυτό ανάγκασε τον Σαμουήλ να αποκηρύξει όλα τα ουγγρικά εδάφη στα δυτικά των ποταμών Λέιθα και Moράβα, καθώς και να συμφωνήσει στην πληρωμή φόρου υποτέλειας. [21] [20] Η χρηματοδότηση της πληρωμής του φόρου γινόταν μέσω νέων φόρων στους χριστιανούς ιεράρχες, και κατάσχεσης εκκλησιαστικών κτημάτων. [21] Αυτή η πολιτική προκάλεσε δυσαρέσκεια ακόμη και μεταξύ των μελών τού ίδιου τού συμβουλίου τού Σαμουήλ. [22] Εκτέλεσε πολλούς συμβούλους του κατά τη διάρκεια της Τεσσαρακοστής. [22] Για να τιμωρήσει τον βασιλιά, ο επίσκοπος Γκέραρντ του Τσάναντ (σημερινό Τσέναντ, Ρουμανία) αρνήθηκε να πραγματοποιήσει την ετήσια τελετή τοποθέτησης τού βασιλικού στέμματος στο κεφάλι τού μονάρχη το Πάσχα. [22]
Ο βασιλιάς Ερρίκος Γ' εισέβαλε ξανά στην Ουγγαρία το 1044, για να αποκαταστήσει τον Πέτρο τον Βενετό. [18] Η αποφασιστική μάχη δόθηκε στο Mένφου κοντά στο Γκιούρ, όπου ο στρατός τού Σαμουήλ καταστράφηκε. [13] Η μοίρα τού Σαμουήλ μετά τη μάχη είναι ακόμα αβέβαιη. Σύμφωνα με -σχεδόν σύγχρονες- γερμανικές πηγές, συνελήφθη σε σύντομο χρονικό διάστημα, και εκτελέστηκε με εντολή του Πέτρου του Βενετού. [22] Ωστόσο, ουγγρικά χρονικά του 14ου αι. διηγούνται ότι έφυγε από τον ποταμό Τίσα, όπου τον έπιασαν και τον δολοφόνησαν οι εντόπιοι. [22] Οι τελευταίες πηγές αναφέρουν περαιτέρω ότι ο Σαμουήλ πρώτα τάφηκε σε μία κοντινή εκκλησία, αλλά αργότερα μεταφέρθηκε στο μοναστήρι της οικογένειάς του στο Aμπάσαρ. [22]
Όταν ο βασιλιάς Άμπα παραβίασε τον όρκο του και τη συνθήκη του, ο βασιλιάς Ερρίκος εισέβαλε στην Ουγγαρία με πολύ μικρή δύναμη. Ο Άμπα, που είχε εξοπλίσει έναν πολύ μεγάλο στρατό, τον περιφρόνησε τόσο πολύ, που του επέτρεψε να μπει στην επαρχία, σαν να ήταν εύκολο να τον σκοτώσουν ή να τον αιχμαλωτίσουν. Ωστόσο ο Ερρίκος, έχοντας εμπιστοσύνη στη θεϊκή βοήθεια, διέσχισε γρήγορα τον ποταμό Ράαμπ με μέρος της δύναμής του και άρχισε τη μάχη, ενώ όλοι οι ιππότες έτρεχαν εδώ κι εκεί. Στην πρώτη επίθεση νίκησε, και έβαλε σε φυγή τον αναρίθμητο στρατό των Ούγγρων, χάνοντας ελάχιστους δικούς του άνδρες. Ο ίδιος πολέμησε πολύ γενναία και κέρδισε την πιο ένδοξη νίκη στις 5 Ιουλίου. Ο βασιλιάς Άμπα διέφυγε μόλις τράπηκε σε φυγή, ενώ όλοι οι Ούγγροι όρμησαν κατά πλήθη για να παραδοθούν στον βασιλιά Ερρίκο, και υποσχέθηκαν υποταγή και υπηρεσία... Λίγο αργότερα ο Άμπα πιάστηκε αιχμάλωτος από τον βασιλιά Πέτρο, και πλήρωσε την ποινή των εγκλημάτων του με το κεφάλι του.
— Χέρμαν του Ράιχεναου: Χρονικό[23]
Δεν έχει διασωθεί καμία αναφορά για την τύχη της χήρας και των παιδιών του Σαμουήλ. [24] Ακόμη και έτσι, ιστορικοί -συμπεριλαμβανομένων των Γκιούλα Κρίστο [22] και Λάζλο Σέγκφου [20]- υποθέτουν ότι από αυτόν καταγόταν η ισχυρή οικογένεια Άμπα.
Γενετικά δείγματα από 19 άτομα συλλέχθηκαν στη νεκρόπολη στο Aμπασάρ, το πολιτικό κέντρο της φυλής Άμπα. Το 2024 η αρχαιογενετική ανάλυση αποκάλυψε την πατρική προέλευση της Ανατολικής Ευρασίας στη βασιλική οικογένεια Άμπα της Ουγγαρίας. Αποκάλυψε ότι τα μέλη της οικογένειας Άμπα είχαν συγγένεια με μέλη επιφανών ουγγρικών μεσαιωνικών ευγενών οικογενειών, συμπεριλαμβανομένου του ουγγρικού βασιλικού οίκου των Άρπαντ, της οικογένειας Μπατόρυ και της οικογένειας Ουνυάδη, καθώς και με την ελίτ πρώτης γενιάς μεταναστών της ουγγρικής κατάκτησης, τα οποία όλα αυτά είχαν μελετηθεί προηγουμένως μέσω αρχαιογενετικής ανάλυσης. Στα μεσαιωνικά ουγγρικά χρονικά τόσο η δυναστεία Άμπα όσο και η δυναστεία Άρπαντ προσδιορίζονται ως απόγονοι του Αττίλα, βασιλιά της αυτοκρατορίας των Ούννων. Λεπτομερή δεδομένα αλληλουχίας ολόκληρου του γονιδιώματος αποκάλυψαν την πατρική καταγωγή της δυναστείας των Άρπαντ που προέρχεται από την Ανατολική Ευρασία, με πιθανές συνδέσεις με τους Ούννους. Στην αρχαιογενετική μελέτη, οι Άμπα κατέδειξαν επίσης φυλογενετικές συνδέσεις με τους Ασιάτες Ούννους (Σιόνγκ-νου). [25]