Σιθρίκ Κες | |
---|---|
Βασιλιάς του Δουβλίνου | |
Περίοδος | 917 - 920 |
Διάδοχος | Γκοφραίντ ουα Αιμάρ |
Περίοδος | 921 - 927 |
Προκάτοχος | Ραγκνάλ ουα Αιμάρ |
Διάδοχος | Γκοφραίντ ουα Αιμάρ |
Θάνατος | 927 |
Επίγονοι | Αμλάιμπ Κουαράν Χάραλντ Αουίσλ Γκοφραίντ μακ Σιθριούκ Σιχφρίθ |
Οίκος | Ουί Αιμάρ |
δεδομένα ( ) |
Ο Σιθρίκ Κες ή Σιθρίκ Γκέιλ (Sitric Cáech, ... - 927) ήταν ηγέτης των Βίκινγκ που βασίλευσε στο Δουβλίνο και στη συνέχεια στη Νορθουμβρία στις αρχές του 10ου αιώνα. Ήταν εγγονός του Αιμάρ, ιδρυτή της δυναστείας των Ουί Αιμάρ. Ο Σιθρίκ ανήκε στην ομάδα των Βίκινγκ που εκδιώχθησαν από το Δουβλίνο (902) και στη συνέχεια βασίλευσαν στην Ανατολική Ντάνελοου στην Αγγλία, ο ίδιος και ο ευγενής του Ραγκνάλ ουά Αιμάρ εξέπλευσαν σαν αρχηγοί διαφορετικών στόλων για την Ιρλανδία δίνοντας μάχες εναντίον των τοπικών βασιλέων. Ο Σιθρίκ ανέκτησε επιτυχώς το Δουβλίνο και ανέβηκε στον Ιρλανδικό θρόνο ενώ ο Ραγκνάλ επέστρεψε στην Αγγλία και έγινε βασιλιάς της Νορθουμβρίας. Ο Σιθρίκ νίκησε στη μάχη του Άισλαντμπριτζ μια συμμαχία Ιρλανδών βασιλέων που ήθελαν να εκδιώξουν τη δυναστεία του Ουί Αιμάρ από το νησί, έξι Ιρλανδοί βασιλείς σκοτώθηκαν στη μάχη. Ο Σιθρίκ εγκατέλειψε το Δουβλίνο για τη Νορθουμβρία (920) ενώ ο ευγενής του Γκοφραίντ ουα Αιμάρ τον διαδέχθηκε σαν βασιλιάς, την ίδια χρονιά πραγματοποίησε επιδρομή στο Ντέιβενπορτ και στο Τσεσάιρ πιθανότατα για την υπεράσπιση τους από τον Εδουάρδο τον Πρεσβύτερο. Το 921 ο Ραγκνάλ ουα Αιμάρ πέθανε και ο Σιθρίκ τον διαδέχθηκε ως βασιλιάς της Νορθουμβρίας, οι νομισματικές ενδείξεις εμφανίζουν ότι τα επόμενα χρόνια κατέκτησε μεγάλο τμήμα της Μερκίας. Μια συμφωνία ανάμεσα στους Βίκινγκ και τους Αγγλοσάξονες καταγράφεται το 926 όταν ο Σιθρίκ παντρεύτηκε μια αδελφή του Έθελσταν της Αγγλίας πιθανότατα την Εντίθ του Πόλεσγουορθ. Ο Σιθρίκ ασπάστηκε τον χριστιανισμό αλλά σύντομα επέστρεψε στον παγανισμό, πέθανε (927) και τον διαδέχθηκε ο ξάδελφος του Γκοφραίντ ουα Αιμάρ. Ο γιος του Σιθρίκ Γκοφραίντ έγινε αργότερα βασιλιάς του Δουβλίνου, ο γιος του Αράλτ βασιλιάς στο Λίμερικ και ο γιος του Αμλάιμπ Κουαράν βασιλιάς στο Δουβλίνο και στη Νορθουμβρία.
Οι Βίκινγκ του Δουβλίνου εξορίστηκαν από τη πόλη (902) από μια εξέγερση υπό την ηγεσία του Μαέλ Φιννία μακ Γλαννακάν βασιλιά της Μπρέγκα και του Κερμπάλλ μακ Μουιρετσέν βασιλιά του Λένστερ.[1] Οι Βίκινγκ που επέζησαν από την κατάληψη της πόλης διασπάστηκαν σε διαφορετικές ομάδες και έφυγαν για τη Γαλλία, την Αγγλία και την Ουαλλία.[2] Αρχαιολογικές έρευνες αργότερα στο Δουβλίνο απέδειξαν ότι μεγάλος αριθμός Βίκινγκ παρέμεινε στο Δουβλίνο, εκδιώχθηκε μονάχα η άρχουσα τάξη.[3] Οι επιδρομές των Βίκινγκ συνεχίστηκαν τα επόμενα χρόνια, το 914 ένας μεγάλος στόλος επιτέθηκε στο Γουότερφορντ.[4] Η άφιξη του στόλου σήμανε την επαναφορά της κυριαρχίας των Βίκινγκ σε μεγάλα τμήματα της Ιρλανδίας ενώ τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκαν νέες εγκαταστάσεις στο Λίμερικ.[5]
Οι κύριες ιστορικές πηγές για την περίοδο είναι τα Νορβηγικά Σάγκας και τα Ιρλανδικά Χρονικά, μερικά από τα χρονικά όπως τα Χρονικά του Ούλστερ είναι σύγχρονα με τα γεγονότα αντίθετα μερικά Σάγκας είναι πολύ μεταγενέστερα και λιγότερο αξιόπιστα. Μερικά από τα χρονικά όπως τα Θραυσματικά Χρονικά της Ιρλανδίας και τα Χρονικά των τεσσάρων Μάστερς ολοκληρώθηκαν αργότερα από υλικό της εποχής τους ή από θραύσματα παλιότερων Σάγκας.[6] Ο Ντάουνχαμ αναφέρει ότι "πέρα από την προκατάληψη και τις μετέπειτα προσθήκες τα Ιρλανδικά χρονικά θεωρούνται αξιόπιστα στην παρουσίαση των γεγονότων".[7] Ο Σιθρίκ φαίνεται ότι εγκατέλειψε το Δουβλίνο μαζί με την ηγετική ομάδα των Βίκινγκ το 902.[8] Τα νομίσματα που χρονολογούνται από εκείνη την περίοδο με την επιγραφή "κόμης Σιθρίκ" δείχνουν ότι βασίλευσε στην ανατολική Ντάνελαου μετά την εξορία του από την Ιρλανδία.[9] Οι Άγγλο-Σάξονες κατέκτησαν όλη την Ντάνελαου νότια του Χάμπερ από το 918 αλλά δεν υπάρχει καμιά ένδειξη από τις Αγγλικές πηγές ότι ο κόμης Σιθρίκ βασίλευσε εκείνη την εποχή.[10]
Η παλιότερη αναφορά για τον Σιθρίκ στα Ιρλανδικά Χρονικά υπάρχει το 917 όταν ο ίδιος και ο Ραγκνάλ άλλος ένας εγγονός του Άιμαρ περιγράφονται σαν αρχηγοί του στόλου των Βίκινγκ στην Ιρλανδία.[11] Ο Σιθρίκ οδήγησε τον στόλο του στο Λένστερ και ο Ραγκνάλ στο Γουότερφορντ, ο Νάιαλ Γκλαντάμπ βασιλιάς του Ουί Νέιγ τους είδε σαν απειλή και ετοιμάστηκε να τους αποκρούσει, οι Βίκινγκ διεκδίκησαν τη νίκη.[12] Ακολούθησε η μάχη του Κονφέι εναντίον του Αουγκαίρ μακ Αιλέλλα βασιλιά του Λένστερ που έπεσε στη μάχη, η νίκη επί του Αιλέλλα ήταν το τέλος της αντίστασης των Ιρλανδών στις προσπάθειες των Βίκινγκ για την επιστροφή τους. Ο Σιθρίκ πραγματοποίησε θριαμβευτική επιστροφή στο Δουβλίνο που ανέλαβε ξανά στον θρόνο ενώ ο Ραγκνάλ επέστρεψε στην Αγγλία και έγινε βασιλιάς της Νορθουμβρίας.[11] Σύμφωνα με τον Ντάουνχαμ η φυγή του Ραγκνάλ και της στρατιωτικής του συνοδείας έδωσε θάρρος στον Νάιαλ Γκλαντάμπ να εκδιώξει τη δυναστεία του Ουί Αιμάρ για άλλη μια φορά από την Ιρλανδία.[13] Ο Νάιαλ οδήγησε μια συμμαχία βασιλέων της βόρειας Ιρλανδίας προς το Δουβλίνο, οι δυνάμεις του Σιθρίκ και του Νάιαλ σύμφωνα με τα Χρονικά του Ούλστερ συναντήθηκαν στις 14 Σεπτεμβρίου 919 στο Ίσλαντμπριτζ στην κομητεία του Λονδίνου. Η μάχη του Ίσλαντμπριτζ που ακολούθησε ήταν μια τρομακτική συντριβή για τους αντιπάλους του Σιθρίκ, ο Ναίλ και άλλοι πέντε βασιλείς έπεσαν στο πεδίο της μάχης.[13]
Το 920 σύμφωνα με τα Χρονικά του Ούλστερ εγκατέλειψε το Δουβλίνο και ταξίδευσε προς τη Νορθουμβρία, διεκδίκησε το βασίλειο της Νορθουμβρίας από τον συγγενή του Ραγκνάλ που πέθανε την επόμενη χρονιά, στον θρόνο του Δουβλίνου άφησε τον αδελφό ή ξάδελφο του Γκοφραίντ ουά Αιμάρ.[8] Υποτάχθηκε στον βασιλιά των Αγγλοσαξόνων Εδουάρδο τον πρεσβύτερο (920) αλλά την επόμενη χρονιά πραγματοποίησε επίθεση στο Ντέιβενπορτ και στο Τσεσάιρ παραβιάζοντας τους όρους υποταγής που είχε κάνει με τον Εδουάρδο.[14] Ο Σμίθ σημειώνει ότι με την πράξη αυτή ο Σιθρίκ ήθελε να δείξει ότι δεν είχε σκοπό να υποταχθεί στον Εδουάρδο όπως είχε κάνει ο Ραγκνάλ.[15] Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό και τα Χρονικά του Έθελγουιρντ δεν κάνουν αναφορά για τον Σιθρίκ τα έτη 921 - 924 στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στην εγκατάσταση του σαν βασιλιά στη Νορθουμβρία και στον θάνατο του Εδουάρδου του πρεσβύτερου.[16] Υπάρχουν ωστόσο πολλά νομίσματα κομμένα την ίδια περίοδο στο Λίνκολν τα οποία φέρουν το όνομα του Σιθρίκ.[17] Το γεγονός αποτελεί απόδειξη ότι ο Σιθρίκ βασίλευσε σε μεγάλο τμήμα νότια του Χάμπερ κάτι που έρχεται σε σύγκρουση με το Αγγλοσαξωνικό χρονικό που γράφει ότι "όλοι οι Δανοί της Μερκίας υποτάχθηκαν στον Εδουάρδο το 918".[18] Τα νομίσματα του Λίνολν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι Βίκινγκ ανέκτησαν πολλά από τα εδάφη τους την περίοδο 921 - 924 κάτι που αποφεύγει να σημειώσει το χρονικό. Η δυσαρέσκεια του πληθυσμού της Μερκίας απέναντι στην κακοδιαχείριση των πόρων της περιοχής από τον Εδουάρδο επέτρεψε στον Σιθρίκ να επεκτείνει την εξουσία του στη Μερκία χωρίς να καταφέρει ο Εδουάρδος να τον αντιμετωπίσει αποτελεσματικά. Ο Ντάουνχαμ γράφει ότι η η σιωπή του Αγγλοσαξωνικού χρονικού οφείλεται στο ότι κατέγραφε συνήθως μόνο τις νίκες των Σαξόνων βασιλέων αποφεύγοντας να γράψει οτιδήποτε σχετικό με ήττα, ο θάνατος του Εδουάρδου (924) δεν καταγράφεται σε πολλά χρονικά που επικεντρώνονται συνήθως στις μεγάλες επιτυχίες του 920.[16]
Ο διάδοχος του Εδουάρδου του πρεσβύτερου Έθελσταν της Αγγλίας συνάντησε τον Σιθρίκ στο Τάμγουορθ (926).[19] Το χρονικό δεν αναφέρεται στην αιτία της συνάντησης αλλά το γεγονός ότι συμφωνήθηκε ο γάμος του Σιθρίκ με μια από τις αδελφές του Έθελσταν χωρίς να καταγράφει το όνομα της. Μερικά χρόνια πριν (918) με έναν παρόμοιο γάμο ο πατέρας του Έθελσταν ήθελε να φέρει τη Μερκία υπό τον δικό του έλεγχο, ο Έθελσταν επανέλαβε το ίδιο γι'αυτό ο γάμος τους συμφωνήθηκε στο ίδιο βασιλικό κέντρο του Τάμγουορθ.[20] Ένας από τους όρους της συμφωνίας ήταν η μεταστροφή του Σιθρίκ στον χριστιανισμό αλλά σύντομα επανήλθε στον παγανισμό.[21] Ο Σιθρίκ πέθανε την επόμενη χρονιά και τον διαδέχθηκε ο ευγενής του Γκοφραίντ ουα Αιμάρ.[22] Τα Χρονικά του Ούλστερ γράφουν σχετικά με τον θάνατο του Σιθρίκ :
"Ο Σιθρίκ, εγγονός του Αιμάρ και βασιλιάς των σκοτεινών ξένων πέθανε σε ανώριμη ηλικία".[23]
Στα Χρονικά ο Σιθρίκ έμεινε γνωστός σαν "ουα Αιμάρ" δηλαδή σαν εγγονός του Αιμάρ χωρίς να αναφέρεται ποτέ το πατρώνυμο του με αυτόν τον τρόπο δεν γνωρίζουμε ποιός από τους τρεις επιζώντες γιους του Αιμάρ δηλαδή ο Μπαρίντ, ο Σιχφρίντ και ο Σιτριούκ ήταν ο πατέρας του. Η πρώτη εξήγηση είναι ότι ο πατέρας του Σιθρίκ δεν είχε βασιλεύσει ποτέ στην Ιρλανδία ή είχε περάσει το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του μακριά από το νησί, η δεύτερη εξήγηση είναι ότι ήταν γιος μιας κόρης του Αιμάρ, σε οποιαδήποτε περίπτωση τα κληρονομικά του δικαιώματα εξαρτήθηκαν μονάχα από τον παππού του.[24] Τα ξαδέλφια του του Ραγκνάλ ουα Αιμάρ, Αμλαίμπ και Γκοφραίντ ουα Αιμάρ ήταν όλοι εγγονοί του Αιμάρ και αναγνωρίστηκαν με το επώνυμο "ουα Αιμάρ", όλοι εκτός από τον Αμλαίμπ βασίλευσαν στο Δουβλλινο ή στη Νορθουμβρία σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.[25]
Τα "Χρονικά του Κλόνμακνόιζ" αναφέρουν δυο από τους γιους του Σιθρίκ τον Αουίσλ και τον Σιχφρίθ που έπεσαν στη μάχη του Μπρούνανμπουρ (937).[26] Ο γιος του Αράλτ βασίλευσε στο Λίμερικ για άγνωστο χρονικό διάστημα μέχρι τον θάνατο του σε μάχη (940), ο άλλος γιος του Αμλάιμπ Κουαράν που βασίλευσε στο Δουβλίνο και στη Νορθουμβρία έγινε ο πρωταγωνιστής του μεσαιωνικού μυθιστορήματος Χάβελοκ ο Δανός.[27] Ο Γκοφραίντ μακ Σιθριούκ ήταν άλλος ένας γιος του Σιθρίκ πιθανότατα λόγω του πατρωνύμου του.[28] Τα Σάγκας του Όρκνει αναφέρουν ότι ο Σιθρίκ είχε μια κόρη την Γκύθα που παντρεύτηκε τον Νορβηγό βασιλιά Όλαφ Τρίγκβασον, ο Χιούντσον γράφει ότι κάτι τέτοιο είναι απίθανο επειδή ο γάμος έγινε 63 χρόνια μετά τον θάνατο του Σιθρίκ, η Γκύθα πιθανότατα ήταν κόρη του Αμλάιμπ Κουαράν.[29] Έναν χρόνο πριν τον θάνατο του (926) ο Σιθρίκ παντρεύτηκε μια ανώνυμη αδελφή του Έθελσταν της Αγγλίας (926).[19] Οι ιστορικοί περιγράφουν τη σύζυγο του σαν μοναδική αδελφή του Έθελσταν και από τους δυο γονείς αλλά ο Ματζικ Μπέιλι σημειώνει ότι αυτό βασίζεται σε μεταγενέστερη μαρτυρία του Γουλιέλμου του Μαλμέσμπουρι και δεν κάνει καμιά παρόμοια αναφορά το Αγγλοσαξωνικό χρονικό.[30] Ο Γουλιέλμος δεν κατέγραψε το όνομα της αλλά αργότερα πολλοί την αναγνώρισαν ως την Αγία Εντίθ του Πόλεσγουορθ, η ταυτοποίηση αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι χήρεψε πολύ γρήγορα με επακόλουθο να γίνει μοναχή.[31] Πολλές μετέπειτα πηγές ανάμεσα στις οποίες και ο Ιωάννης του Γουόλινγκφορντ αναφέρουν ότι ο Αμλάιμπ Κουαράν ήταν γιος του Σιθρίκ και της συγκεκριμένης πριγκίπισσας των Σαξόνων.[32]