Σκουττερουδίτης. Προέλευση: Μαρόκο | |
Γενικά | |
---|---|
Κατηγορία | Θειούχα (αρσενικούχα) |
Χημικός τύπος | CoAs2−3 |
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά | |
Πυκνότητα | 6,8 gr/cm3 |
Χρώμα | Αργυρόλευκο, γκριζόλευκο ιριδίζον, γκρίζο, χρυσόλευκο σε στιλβωμένη επιφάνεια |
Σύστημα κρυστάλλωσης | Κυβικό |
Κρύσταλλοι | Κυβικοί, οκταεδρικοί, δωδεκαεδρικοί, σπανιότερα πρισματικοί |
Υφή | Συσσωματώματα συμπαγή, σκελετοειδή, κοκκώδη |
Διδυμία | {112} πολύπλοκη [1] |
Σκληρότητα | 5,5 - 6 |
Σχισμός | Σαφής κατά {001} και {111} ασαφέστατος κατά {011} |
Θραύση | Ανώμαλη έως κογχοειδής |
Λάμψη | Μεταλλική |
Γραμμή κόνεως | Μέλαινα |
Πλεοχρωισμός | Όχι |
Διαφάνεια | Αδιαφανής |
Ο σκουττερουδίτης (αγγλ. skutterudite) είναι αρσενικούχο ορυκτό του κοβαλτίου. Έλαβε το όνομά του από την περιοχή Skutterud της Νορβηγίας, όπου πρωτοεντοπίστηκε.
Συχνά σχηματίζει πολυμορφική σειρά με τον νικελιούχο σκουττερουδίτη (το νικέλιο υπερτερεί έναντι του κοβαλτίου) με ενδιάμεσα μέλη τον σμαλτίτη, τον χλωανθίτη και τον σιδηροαρσενίτη Γι' αυτό ορισμένες φορές ως χημικός τύπος του σκουττερουδίτη δίνεται ο (Co,Fe,Ni)As2-3.
Απαντάται σε υδροθερμικές φλέβες μέσων ή υψηλών θερμοκρασιών μαζί με άλλα θειούχα /αρσενικούχα ορυκτά του κοβαλτίου και του νικελίου. Σχετίζεται με νικελίνη, κοβαλτίτη, ερυθρίτη, ανναβεργίτη, αρσενοπυρίτη, αυτοφυή άργυρο, αυτοφυές βισμούθιο, σιδηρίτη, βαρύτη, ασβεστίτη και χαλαζία. Οι νικελιούχες παραλλαγές του συχνά χρησιμοποιούνται για την παραγωγή νικελίου.
Αν και υπάρχει σε πολλά σημεία του πλανήτη, σε λίγα σημεία ανευρίσκονται εκμεταλλεύσιμες αποθέσεις ή συλλεκτικά δείγματα. Σε αυτά περιλαμβάνονται η περιοχή Cobalt στον Καναδά, η περιοχή Skuterrud στη Νορβηγία, τα ορυχεία κοβαλτίου στο Νιου Τζέρσεϊ, το Κολοράντο, την Αριζόνα και το Νέο Μεξικό των ΗΠΑ, η Σαξονία στη Γερμανία, η Καρινθία της Αυστρίας, τα Άνω Πυρηναία στη Γαλλία, η Ιρλανδία, η Κορνουάλλη και την Κάμπρια στην Αγγλία, το Ντάμφρις στη Σκωτία, το Μαρόκο και η Γροιλανδία.